Παρασκευή, Δεκεμβρίου 06, 2024

 

Ο Άγιος Νικόλαος προστάτης

των αδυνάτων

 


Του μακαριστού επισκόπου Φλωρίνης Αυγουστίνου Καντιώτη


“Ὅταν ἄκουσε τὸν Ἄρειο νὰ βλασφημῇ τὸ Χριστό, αὐτὸς ὁ πρᾶος καὶ ταπεινὸς ἐξανέστη καί, ὅπως λέει ὁ βίος του, ἐρράπισε τὸν αἱρεσιάρχη γιὰ τὴ βλασφημία του”


ΚΑΙ ΠΑΛΙ, ἀγαπητοί μου, ἀνέτειλε ἡ μεγάλη ἑορτὴ τοῦ ἁγίου Νικολάου. Τί νὰ ποῦμε;

Νὰ ἐγκωμιάσουμε τὶς ἀρετές του; Νὰ ἐπαινέσουμε τὴν ἐγκράτειά του; Ὅπως λέει τὸ ἀπολυτίκιό του, ὑπῆρξε τῆς «ἐγκρατείας διδάσκαλος». Διότι ὄχι μόνο ὅταν ἦταν μεγάλος, ἀλλὰ καὶ ὅταν ἦταν βρέφος στὴν ἀγκαλιὰ τῆς μάνας του, νήστευε τὸ γάλα καὶ δὲν θήλαζε. Νὰ ἐπαινέσουμε τὴν πραότητά του, ποὺ λέει πάλι τὸ ἀπολυτίκιό του ὅτι ὑπῆρξε «εἰκόνα πραότητος»; Στὶς ὕβρεις καὶ συκοφαντίες καὶ διαβολὲς τῶν ἐχθρῶν του ἀπαντοῦσε μὲ μεγάλη πραότητα. Μᾶς διδάσκει, ὅτι κ᾿ ἐμεῖς, ὅσες φορὲς ὑβριζόμεθα καὶ συκοφαντούμεθα στὸν κόσμο αὐτόν, πρέπει νὰ είμεθα πρᾶοι. Δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερη δύναμις ἀπὸ τὴν πραότητα, μὲ τὴν ὁποία νικῶνται οἱ δαίμονες τῆς κολάσεως. 

Ἢ νὰ μιλήσουμε γιὰ τὴν ἐλεημοσύνη του, τὴ μεγάλη του ἐλεημοσύνη; Πήγαινε νύχτα στὰ φτωχὰ σπίτια καὶ σκορποῦσε χρυσᾶ νομίσματα, καὶ ἔσωσε ὑπάρξεις ἀπὸ τὸ βόρβορο καὶ τὴ διαφθορά. Ἢ νὰ μιλήσουμε γιὰ τὴν πίστι, τὴ μεγάλη καὶ ἀκλόνητη πίστι ποὺ εἶχε ὁ ἅγιος; Ὅταν ἡ Ἐκκλησία κινδύνευσε ἀπὸ τὴν αἵρεσι τοῦ Ἀρείου, ἔσπευσε στὴν πόλι τῆς Νικαίας κ᾿ ἐκεῖ μαζὶ μὲ ἄλλους ἁγίους πατέρας συνετέλεσε στὸν θρίαμβο τῆς Ὀρθοδοξίας. Βέβαια ὁ ἅγιος Νικόλαος δὲν εἶχε τὴν εὐγλωττία τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου ἢ τὰ ἐπιχειρήματα τῶν ἄλλων πατέρων, γιατὶ ἦταν ἀγράμματος. Ἀλλὰ τί μὲ τοῦτο; Ὅταν ἄκουσε τὸν Ἄρειο νὰ βλασφημῇ τὸ Χριστό, αὐτὸς ὁ πρᾶος καὶ ταπεινὸς ἐξανέστη καί, ὅπως λέει ὁ βίος του, ἐρράπισε τὸν αἱρεσιάρχη γιὰ τὴ βλασφημία του. Καὶ εἶνε γιὰ μᾶς δίδαγμα ὅτι, ὅσες φορὲς προσβάλλεται ὁ Θεός, πρέπει νὰ ἐξανιστάμεθα. Ἐμεῖς, ἀντιθέτως, ὅσες φορὲς προσβάλλεται τὸ ἐγώ μας, ὅσες φορὲς ἀδικούμεθα, ὑβριζόμεθα, προπηλακιζόμεθα, τότε ἐξοργιζόμεθα καὶ γινόμεθα θηρία καὶ ἀπειλοῦμε τὸ σύμπαν· ἀλλ᾿ ὅταν θίγεται καὶ βλασφημῆται ὁ Χριστός, τότε δείχνουμε ἀδιαφορία. Ἀντιθέτως ὁ ἅγιος· στὶς προσωπικές του προσβολὲς ἀπαντοῦσε μὲ πραότητα, ὅταν ὅμως ὑβρίζετο ὁ Χριστὸς ἀπαντοῦσε μὲ σφοδρότητα· ἔτσι ἐρράπισε τὸν Ἄρειο. Ἐμεῖς ἔχουμε περὶ πολλοῦ τὸ ἐγώ μας, ὄχι τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ἐκεῖνος.

Ὁ ἅγιος Νικόλαος, δηλαδή, εἶνε ἡ σύνοψις ὅλων τῶν ἀρετῶν, ἡ ἔκφρασις τῶν μακαρισμῶν τοῦ Χριστοῦ, διότι στὸ πρόσωπό του ἐφαρμόσθηκαν ὅλοι οἱ μακαρισμοὶ τοῦ Κύριου (βλ. Ματθ. 5,1-12).

* * *

Ἀλλ᾿ ἐγώ, ἀγαπητοί μου, θέλω νὰ συμπληρώσω τὴν εἰκόνα τοῦ ἁγίου μὲ δύο λέξεις ποὺ ἀποδεικνύουν, ὅτι ὁ ἅγιος Νικόλαος δὲν ἦταν μόνο ὁ ἐλεήμων καὶ ὁ πρᾶος καὶ ὁ πιστὸς καὶ ἀφωσιωμένος δοῦλος τοῦ Κυρίου, ἀλλὰ ὑπῆρξε ἀκόμα καὶ ὁ προστάτης φτωχῶν καὶ ἀδικουμένων, ὁ προστάτης ἀνθρώπων ποὺ τοὺς κατεδίωκαν οἱ ἰσχυροὶ τῆς ἡμέρας. Θ᾿ ἀναφέρω ἕνα ἢ δύο παραδείγματα, καὶ θὰ τελειώσω.

Τὸ πρῶτο εἶνε, ὅτι στὴ μητρόπολί του, ἕνα πρωΐ, τρέξανε μὲ μαλλιὰ ξεπλεγμένα γυναῖκες ποὺ ἔκλαιγαν καὶ φώναζαν. Πέσανε στὰ πόδια τοῦ ἁγίου Νικολάου καὶ ἔλεγαν· Σῶσε μας!… Παρακαλοῦσαν νὰ τοὺς σώσῃ ὁ ἅγιος, γιατὶ συνέλαβαν τοὺς ἄνδρες των. Τοὺς ἔπιασαν, τοὺς ἔδεσαν, τοὺς πῆγαν στὴ φυλακή, τοὺς καταδίκασαν σὲ θάνατο, κι ἀπὸ ὥρα σὲ ὥρα θὰ ἐκτελοῦντο οἱ ἄνθρωποι αὐτοί· καὶ οἱ γυναῖκες τους βρίσκονταν σὲ ἔξαλλη κατάστασι. Ὁ ἅγιος, μόλις ἄκουσε τὸ θλιβερὸ αὐτὸ ἄγγελμα, ἔσπευσε νὰ πάῃ στὴ φυλακή. Ἀλλὰ τὴν ὥρα ἐκείνη ἡ φυλακὴ ἦταν ἀδειανή, γιατὶ τοὺς εἶχαν πάρει δεμένους καὶ τοὺς εἶχαν ὁδηγήσει ἔξω στὰ χωράφια, γιὰ νὰ τοὺς ἐκτελέσουν. Ὁ ἅγιος καταλάβαινε τὸν κίνδυνο. Καί, ὁ γέρος αὐτός, ἔτρεξε σὰν παιδὶ καὶ ἔφτασε στὸν τόπο τῆς ἐκτελέσεως. Καὶ μόλις πρόλαβε καὶ πῆρε ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ δημίου τὸ σπαθί, μὲ τὸ ὁποῖο θὰ τοὺς ἔσφαζαν τοὺς ἀθῴους αὐτοὺς ἀνθρώπους. Καὶ ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ καὶ ἤλεγξε σφοδρῶς τὸν τύραννο τῆς πόλεως καὶ τὸν ἀπείλησε, ὅτι θὰ τὸν καταγγείλῃ στὸν Μέγα Κωνσταντῖνο. Καὶ ὁ τύραννος συναισθάνθηκε τὸ ἁμάρτημά του, ταπεινώθηκε καὶ μετανόησε.

Μιὰ περίπτωσι αὐτὴ σωτηρίας ἀνθρώπων. Ἀλλ᾿ ὑπάρχει καὶ ἄλλη. Στὴν ἐποχὴ τοῦ ἁγίου Κωνσταντίνου τρεῖς στρατηγοί, γενναῖοι καὶ ἔνδοξοι στρατηγοί, ποὺ νίκησαν τοὺς βαρβάρους σὲ διαφόρους πολέμους καὶ μάχες καὶ ἦταν τὸ καύχημα τῆς Βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας, οἱ τρεῖς αὐτοὶ στρατηγοὶ συκοφαντήθηκαν καὶ διεβλήθησαν ἀπὸ κακοὺς καὶ μοχθηροὺς ἀνθρώπους. Συνελήφθησαν, τοὺς ἔρριξαν στὶς φυλακές, καὶ κινδύνευαν ἀπὸ ὥρα σὲ ὥρα νὰ ἐκτελεσθοῦν. Δὲν εἶχαν πλέον κανένα καταφύγιο παρὰ μόνο τὴν προστασία τοῦ ἁγίου Νικολάου. Καὶ λέει ὁ βίος τοῦ ἁγίου, τὸν ὁποῖο πιστεύουμε, ὅτι τὴ νύχτα παρακάλεσαν τὸν ἅγιο νὰ τοὺς προστατεύσῃ. Καὶ τότε ἔγινε θαῦμα. Ποιό θαῦμα; Στὸν ὕπνο του ὁ αὐτοκράτωρ εἶδε ὅραμα. Εἶδε τὸν ἅγιο Νικόλαο νὰ τὸν ἐπιπλήττῃ καὶ νὰ τοῦ λέῃ· «Τί ἔγκλημα πᾷς νὰ κάνῃς; Γιατί θέ᾿ς νὰ βάψῃς τὰ χέρια σου μὲ τὸ αἷμα τῶν ἀθῴων; Αὐτοὶ οἱ τρεῖς στρατηγοί, ποὺ εἶνε ἕτοιμοι νὰ ἐκτελεσθοῦν, αὐτοὶ οἱ τρεῖς εἶνε ἄνθρωποι ἀθῷοι· καὶ πρέπει νὰ τοὺς ἐλευθερώσῃς. Μὴν ἐκτελέσῃς αὐτὰ ποὺ σκέπτεσαι». Πράγματι, ὅταν ξύπνησε ὁ αὐτοκράτωρ, κάλεσε ἀμέσως τὸν στρατοπεδάρχη, ἔλαβε πληροφορίες γιὰ τοὺς ὑποδίκους, καὶ ἐλευθέρωσε τοὺς τρεῖς ἐκείνους στρατηγούς· οἱ ὁποῖοι, γεμᾶτοι χαρὰ καὶ ἀγαλλίασι, ἔσπευσαν νὰ ἐκφράσουν τὶς εὐχαριστίες τους στὸν ἅγιο ποὺ τοὺς ἐλευθέρωσε.

―Μπᾶ! θὰ πῆτε, παλιὰ πράγματα αὐτά, παλιὲς ἱστορίες. Αὐτὰ εἶνε γιὰ «τῷ καιρῷ ἐκείνῳ»…

Ὄχι, ἀγαπητοί μου! Ὄχι «τῷ καιρῷ ἐκείνῳ». Καὶ σήμερα καὶ αὔριο καὶ μεθαύριο καὶ πάντοτε καὶ μέχρις ὅτου ἀνατέλλουν τὰ ἄστρα καὶ τρέχουν οἱ ποταμοὶ καὶ τὰ δέντρα γεμίζουν ἀπὸ φύλλα, ἕως ὅτου ὁ ἥλιος καὶ ἡ σελήνη ἀνατέλλουν στὸν ὁρίζοντα, τὰ θαύματα τοῦ ἁγίου εἶνε ὑπαρκτά· δὲν εἶνε μυθώδη πράγματα.

Θὰ σᾶς διηγηθῶ ἕνα τελευταῖο. Πότε ἔγινε; Ἔγινε στὴν Κοζάνη τὸ 1944, στὰ χρόνια ἐκεῖνα, τὰ φοβερὰ χρόνια τῆς σκλαβιᾶς τοῦ ἔθνους μας. Κακοὶ τότε καὶ διεφθαρμένοι ἄνθρωποι, ἔπιασαν παρακαλῶ τριακόσιους ἀνθρώπους καὶ τοὺς ἔρριξαν στὴ φυλακή. Καὶ ἔγινε κλάμα καὶ θρῆνος. Γυναῖκες ἄντρες παιδιὰ κλαίγανε, γιατὶ ἦταν πλέον βεβαία ἡ ἐκτέλεσί τους. Καὶ ξημέρωσε στὴν Κοζάνη, τὴν πόλι τοῦ ἁγίου Νικολάου, ποὺ ἔχει ναὸ τοῦ Ἁγίου Νικολάου, ξημέρωσε πολὺ λυπηρὰ ἡ ἡμέρα αὐτὴ τοῦ ἁγίου Νικολάου. Καὶ οἱ καμπάνες τοῦ Ἁγίου Νικολάου χτυποῦσαν λυπητερά, σὰ᾿ νὰ ἦταν Μεγάλη Παρασκευή. Ἤμουν τότε, μὲ ἀξίωσε ὁ Θεὸς νὰ εἶμαι, ἱεροκήρυξ Κοζάνης. Καὶ ἀνέβηκα στὸν ἄμβωνα γεμᾶτος δάκρυα. Καὶ εἶπα· «Σήμερα ὁ ἅγιος Νικόλαος δὲν ἑορτάζει. Πέστε στὰ γόνατα, πέστε στὰ γόνατα μικροὶ καὶ μεγάλοι, καὶ παρακαλέστε τὸν ἅγιο νὰ κάνῃ τὸ θαῦμα…». Καὶ τὸ ἔκανε τὸ θαῦμα. Τὸ βράδυ τοὺς ἐλευθέρωσαν!

Μάλιστα. Δὲν εἶνε ψέμα ἡ θρησκεία μας· εἶνε ζωντανή, ὁλοζώντανη. Καὶ χθὲς καὶ σήμερα καὶ αὔριο, πάντοτε θὰ κάνῃ τὰ θαύματα. Καὶ ἂν πᾶτε στὰ νησιὰ τὰ εὐλογημένα τῆς πατρίδος μας, ἐκεῖ θὰ δῆτε γέρους ἀσπρομάλληδες ναυτικούς, ποὺ πέρασαν ὠκεανοὺς καὶ θάλασσες, καὶ ναυάγησαν στὸν Ἀτλαντικὸ ὠκεανό, καὶ εἶδαν τὸ χάρο μπροστὰ στὰ μάτια τους. Τὴν ὥρα ποὺ πελώρια κύματα καὶ καρχαρίες, ἄγρια θηρία, ἦταν ἕτοιμα νὰ ὁρμήσουν πάνω τους καὶ αὐτοὶ νὰ γίνουν κομμάτια πάνω στὰ βράχια, ἐκείνη τὴν ὥρα τὴν φοβερὰ τοῦ θανάτου, ποὺ βλέπανε τὸ θάνατο ἐνώπιόν τους, ―δὲν εἶνε ψέμα ἀλλὰ εἶνε ἀλήθεια― παρακαλέσανε τὸν ἅγιο. Καὶ ὁ ἅγιος ἔκανε τὸ θαῦμα μου· καὶ βρεθήκανε στὴν ξηρὰ χωρὶς νὰ τὸ καταλάβουνε!

* * *

Εἶνε λοιπὸν γεγονὸς ὅτι ὁ ἅγιος ὑπῆρξε καὶ πρᾶος, καὶ ἐλεήμων, καὶ πιστὸς κι ἀφωσιωμένος στὸ Θεό, εἶνε γεγονὸς ὅτι ὑπῆρξε ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ· ἀλλὰ εἶνε γεγονὸς ὅτι ὁ ἅγιος Νικόλαος εἶνε καὶ ὁ προστάτης τῶν ἀδικουμένων καὶ ἀδυνάτων.

Αὐτὸ τὸν ἅγιο τιμοῦμε καὶ ὑμνοῦμε σήμερα. Καὶ ὅλοι μας, μὲ μιὰ καρδιὰ καὶ μὲ μιὰ ψυχή, ἑνωμένοι στὴν πίστι τοῦ Χριστοῦ, στὴν ὀρθόδοξο πίστι, ἂς παρακαλέσουμε, ὁ Θεός, διὰ πρεσβειῶν τοῦ ἁγίου Νικολάου τοῦ θαυματουργοῦ, νὰ ἐλεήσῃ καὶ σώσῃ ὅλους μας. Ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(ἱ. ναὸς Ἁγίου Νικολάου πόλεως Φλωρίνης 6-12-1978)



 

 

Ἅγιος Νικόλαος: Ὁ γνήσιος ἐκφραστής τοῦ ἑλληνορθοδόξου ἰδεώδους (6 Δεκεμβρίου †)

Λάμπρου Σκόντζου, Θεολόγου - Καθηγητοῦ
Ἡ ἁγία μας Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔχει νά ἐπιδείξει ἀτέλειωτους καταλόγους ἐπισκόπων Της οἱ ὁποῖοι τίμησαν τήν ὑψηλή ἀποστολή τους καί ἔγιναν ζωντανά πρότυπα γιά μίμηση. Μιά ἀπό τίς ἀντιπροσωπευτικότερες μορφές ἰδανικῶν ἐπισκόπων Της εἶναι καί ὁ λαοφιλής ἅγιος Νικόλαος, ἐπίσκοπος Μύρων τῆς Λυκίας (Μ. Ἀσίας), τοῦ ὁποίου τήν ἱερή μνήμη τιμᾶ ἐξόχως ἡ Ἐκκλησία μας στίς 6 Δεκεμβρίου.
Τό ἱερό του συναξάρι εἶναι στ' ἀλήθεια μιά λεπτομερής θεώρηση τοῦ γνησίου τύπου τοῦ ὀρθοδόξου ἐπισκόπου, ὁ ἅγιος Νικόλαος ὑπῆρξε πράγματι ἀντιπροσωπευτικός τύπος γνησίου...ἐπισκόπου τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ζωή του ὁλόκληρη ὑπῆρξε προσαρμοσμένη στή ζωή τοῦ Χριστοῦ πού τόσο ἀγάπησε μέ ὅλη τή δύναμη τῆς ψυχῆς του καί τάχθηκε νά τόν ὑπηρετήσει πιστά. Σύμφωνα μέ τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας τή μεγάλη ἀπόφαση νά ὑπηρετήσει τό Χριστό καί τό λαό τοῦ Θεοῦ τήν πῆρε ἐνῶ ἦταν ἀκόμα παιδί!
Γεννήθηκε στήν πόλη Πάταρα τῆς Λυκίας γύρῳ,γύρω στά 265 μ.Χ. σέ μιά ἐποχή κρίσιμη, κατά τήν ὁποία ἡ εἰδωλολατρία ἔδινε τίς τελευταῖες καί σκληρότερες μάχες της κατά τοῦ Χριστιανισμοῦ. Εἶναι γνωστοί οἱ σκληροί διωγμοί τῶν τελευταίων εἰδωλολατρῶν αὐτοκρατόρων. Τά σκοταδιστικά εἰδωλολατρικά «ἱερά», μέ προεξάρχοντα στήν Ἀσία τά διαβόητα μαντεῖα τοῦ Κλαρίου καί Διδυμαίου Ἀπόλλωνα, εἶχαν ἀναγάγει ὡς κύρια ἀποστολή τους νά συκοφαντοῦν τούς Χριστιανούς στούς τοπικούς ἄρχοντες ὡς ἀσεβεῖς καί ὡς ἐκ τούτου νά τούς καταδεικνύουν ὑπεύθυνους γιά τίς δυστυχίες πού ἔστελναν (ὑποτίθεται) οἱ «θεοί» στούς ἀνθρώπους. Τρανταχτή περίπτωση ὁ φοβερότερος ὅλων τῶν διωγμῶν πού κίνησε ὁ Διοκλητιανός καθ' ὑπόδειξη καί ὑποκίνηση των ὡς ἄνω μαντείων! Ὁ ἅγιος Νικόλαος εἶδε τό φῶς τῆς ζωῆς διωκόμενος γιά τήν πίστη του.
Οἱ εὐσεβεῖς γονεῖς του τόν ἀνάθρεψαν μέ παιδεία καί νουθεσία Κυρίου. Φρόντισαν ἐπίσης νά τοῦ δώσουν καί τήν κατά κόσμον μόρφωση ὥστε ὁ νεαρός Νικόλαος νά καταστεῖ μιά ὑπέροχη πνευματική προσωπικότητα, τοῦ ὁποίου ἡ φήμη ἁπλώθηκε νωρίς στή γύρῳ,γύρω περιοχή. Οἱ ἀρετές καί τά προσόντα του ἐκτιμήθηκαν ἀπό τήν τοπική ἐκκλησία τῶν Πατάρων, ἡ ὁποία τόν κάλεσε νά τήν ὑπηρετήσει, τόν χειροτόνησε πρεσβύτερο καί ἀργότερα ὅταν χήρεψε ἡ ἐπισκοπή τῆς πόλεως τῶν Μύρων χειροτονήθηκε αὐτός ἐπίσκοπός της. Κλῆρος καί λαός δέχτηκαν μέ ἐνθουσιασμό τήν ἐκλογή τοῦ Νικολάου, προαισθανόμενοι τήν ὑποδειγματική γιά ὅλη τήν Ἐκκλησία ποιμαντική δράση του.
Ἀφότου εἰσῆλθε στίς τάξεις τοῦ ἱεροῦ κλήρου ἔπαψε πλέον νά ζεῖ γιά τόν ἑαυτό του, ἀλλά ζοῦσε μόνο γιά νά ὑπηρετεῖ τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καί ὅλους τούς ἀνθρώπους χωρίς καμιά διάκριση. Μετά το θάνατο τῶν γονέων του μοίρασε ὁλόκληρη τήν περιουσία του στούς φτωχούς τῆς ἐπισκοπῆς του, ὥστε πλέον ἀνεπηρέαστος ἀπό προσωπικές βιοτικές μέριμνες νά ἀφοσιωθεῖ στό πολυποίκιλο ποιμαντικό του ἔργο.
Ἡ ἐπισκοπή τῶν Μύρων ἔγινε τό κέντρο τῆς πνευματικῆς καί φιλανθρωπικῆς διακονίας τῶν κατοίκων ὅλης τῆς εὐρύτερης περιοχῆς τῆς Λυκίας. Ὁ ἐπίσκοπος Νικόλαος ἔγινε ὁ πατέρας, ὁ φροντιστής, ὁ παρήγορος καί τό καταφύγιο κάθε φτωχοῦ, κατατρεγμένου καί πονεμένου ἀνθρώπου. Αὐτός μέ τήν ἀπέραντη ἀγάπη καί ἀνεκτικότητα πού ἔτρεφε στά στήθη του δέν ἄφηνε κανέναν χωρίς νά τόν εὐεργετήσει καί νά μήν τόν στηρίξει πνευματικά καί ἠθικά καί ὑλικά. Κανένας δέ μπόρεσε νά ἐξηγήσει πού ἔβρισκε τούς ὑλικούς πόρους μέ τους ὁποίου κάλυπτε τίς ἀνάγκες πλήθους ἐνδεῶν ἀνθρώπων. Παράλληλα ἔγινε ὁ διαπρύσιος στηλιτευτῆς των
ἐκμεταλλευτῶν κατά τῶν ἀδυνάτων καί τῶν φτωχῶν. Μέ τή σπάνια παρρησία καί τό θάρρος πού διέθετε ἀσκοῦσε ἔλεγχο σέ ὅλους ὅσοι εὐθύνονταν γιά τήν κακοδαιμονία τοῦ λαοῦ, ὅσο ψηλά καί ἄν βρίσκονταν. Τό συναξάρι ἀναφέρει πώς κάποτε στίς μέρες του ὁ λαός τῆς εὐρύτερης περιοχῆς τῆς ἐπισκοπῆς του λιμοκτονοῦσε. Γεμᾶτος ἀγωνία ὁ Νικόλαος κατέβηκε σέ κάποιο λιμάνι ὅπου συνάντησε πλοῖο γεμᾶτο σιτάρι πού ἦταν ἕτοιμο νά ἀποπλεύσει γιά τή Γαλλία ἔπεισε τόν πλοιοκτήτη νά μείνει τό φορτίο στή Λυκία, πλήρωσε, ἄγνωστο πώς, τό σιτάρι καί τό μοίρασε στούς λιμοκτονοῦντες κατοίκους τούς ὁποίους ἔσωσε ἀπό βέβαιο θάνατο.
Ὁ κάθε ἀδύναμος ἄνθρωπος εἶχε τόν προστάτη του. Ὁ ἅγιος βρισκόταν κοντά σέ κάθε ἕναν καί σέ κάθε δύσκολη περίσταση εὐεργετοῦσε ἀκόμα καί θαυματουργικά. Ὁ βιογράφος του ἀναφέρει πλῆθος τέτοιων περιστατικῶν. Ὁ ἀπόλυτα φτωχός ἅγιος προικοδοτοῦσε τά φτωχά κορίτσια, προστάτευε τή σοδιά τῶν φτωχῶν γεωργῶν, γινόταν ὁ ἀρωγός τῶν ναυτικῶν. Μέχρι σήμερα παραμένει ὁ προστάτης τῶν ναυτιλλομένων χάρη στίς πάμπολλες θαυματουργικές ἐπεμβάσεις του πρός αὐτούς.
Ἡ πολιτική ἐξουσία κατά τόν ἅγιο Νικόλαο ὑπάρχει ἀπό τό Θεό νά ὑπηρετεῖ το λαό. Ὅταν αὐτή ἀντιστρατεύεται τό πραγματικό συμφέρον καί τό θέλημα τοῦ λαοῦ πρέπει νά ἐλέγχεται. Ἔτσι ὁ ἅγιος δέν ἄργησε νά γίνει ὁ ἐλεγκτής τῶν διωκτῶν αὐτοκρατόρων Διοκλητιανοῦ καί Μαξιμιανοῦ, οἱ ὁποῖοι ἔστειλαν στό θάνατο χιλιάδες χριστιανούς μάρτυρες. Μέ ἀφόρητες προσωπικές ἀπαγορεύσεις, διώξεις καί βασανιστήρια, ὑπερασπίζονταν ὅσους διώκονταν γιά τήν πίστη τους. Τούς στήριζε, τούς ἐνθάρρυνε νά μή δειλιάσουν καί γίνουν ἀρνητές τοῦ Χριστοῦ. Παράλληλα εἶχε γίνει ὁ παρηγορητής τῶν συγγενῶν των μαρτύρων, πείθοντάς τους ὅτι τό μαρτύριο γιά τό Χριστό εἶναι ὕψιστη τιμή!
Ὁ ἅγιος ἐπίσκοπος ὑπῆρξε ἐπίσης ἐκφραστής καί τῆς γνήσιας καί ἀνόθευτης πίστης τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ αἵρεση ἦταν γι' αὐτόν ὕβρις κατά τοῦ Θεοῦ καί τῆς ἀλήθειας. Ὡς μέλος τῆς Ἀ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (325) ἔδωσε σκληρή μάχη γιά νά ἀπομονωθεῖ ὁ αἱρετικός καί βλάσφημος τοῦ Χριστοῦ Ἄρειος. Γιά τήν παρρησία του αὐτή κλείστηκε στή φυλακή, διότι οἱ περιστάσεις τόν ἀνάγκασαν νά φερθεῖ σκληρά στό φοβερό αἰρεσιάρχη.
Τά πράγματα τοῦ κόσμου τά θεωροῦσε ὅπως καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος φτηνά, ἐφήμερα, ἀνούσια, πραγματικά «σκύβαλα» (Φιλιπ.3,8). Τή δόξα, τό χρῆμα, τή δύναμη, τήν κοινωνική καταξίωση τά θεωροῦσε ὑποδεέστερα ἀπό τή διακονία τοῦ Χριστοῦ. Γι' αὐτό, τά παραμέρισε ὅλα, καί μέ θέρμη τάχθηκε στήν ὑπηρεσία τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ. Ὁλόκληρη ἡ ζωή του ὑπῆρξε ὑπόδειγμα πραγματικοῦ χριστιανοῦ ἡγέτη ταγμένου στή διακονία τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἅγιος Νικόλαος ἀποτελεῖ πράγματι πρότυπο γιά ὅλους τούς κατοπινούς κληρικούς, γιατί ὑπῆρξε ὁ ἴδιος πιστός μιμητής τοῦ Χριστοῦ, πραγματικός «Κανόνας πίστεως, εἰκόνα πραότητος, (καί) ἐγκρατείας διδάσκαλος» σύμφωνα μέ τό ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς του!
Τό 330 μ.Χ. κοιμήθηκε εἰρηνικά, γέρος καί κατάκοπος, ἀπό τόν ἀγῶνα καί τή συνεχῆ διακονία ὁλόκληρης τῆς ζωῆς του. Τό σεπτό ἀποστεωμένο σκήνωμά του ἔγινε ἀντικείμενο τιμῆς ὄχι μόνο ἀπό τούς πιστούς τῆς ἐπισκοπῆς του, ἀλλά καί ἀπό ἀλλόθρησκους καί εἰδωλολάτρες οἱ ὁποῖοι εἶχαν εὐεργετηθεῖ ποικιλότροπα ἀπό αὐτόν. Ὁ τάφος του μέχρι σήμερα στά Μύρα εἶναι τόπος προσκύνησης τῶν ἁπανταχοῦ τῆς γῆς χριστιανῶν, ἀλλά καί πολλῶν ἀλλοθρήσκων, οἱ ὁποῖοι συρρέουν γιά νά τιμήσουν αὐτή τή μεγάλη προσωπικότητα.
Δέν εἶναι ὑπερβολή νά ἰσχυριστοῦμε ὅτι ὁ ἅγιος Νικόλαος ὑπῆρξε γνήσιος ἐκφραστής τοῦ χριστιανικοῦ καί τοῦ ἑλληνικοῦ ἰδεώδους. Ὡς ἐπίσκοπος ὑπῆρξε ὁ ἀντιπροσωπευτικός τύπος τοῦ χριστιανοῦ ἐπισκόπου, «εἰς τύπον καί τόπον Χριστοῦ», σύμφωνα μέ τή θεολογία τοῦ Ἰγνατίου τοῦ θεοφόρου. Φύλακας τῆς ὀρθῆς πίστεως καί πνευματικός ἀρωγός τῶν πιστῶν. Ἐπί πλέον ὑπῆρξε ἀντιπροσωπευτικός ἐνσαρκωτής
τῆς ἑλληνικῆς παράδοσης. Τό ἀνθρωπιστικό ἰδεῶδες τοῦ ἑλληνισμοῦ σέ συνδυασμό μέ τόν ὑπέροχο χριστιανικό ἀνθρωπισμό συναντήθηκαν στό ἱερό πρόσωπο τοῦ Νικολάου, ἐφαρμόσθηκαν καί ἔγιναν πράξη. Ἡ δημοκρατική του τακτική καί ἡ συλλογικότητα στίς ἐνέργειές του εἶναι ἡ βίωση τῆς μακραίωνης ἑλληνικῆς παράδοσης, ἡ ὁποία διασώθηκε καί βελτιώθηκε ἀπό τή χριστιανική διδασκαλία καί πράξη. Γι' αὐτό ὁ μεγάλος αὐτός ἐκκλησιαστικός ἄνδρας ἔγινε τόσο διάσημος, τόσο λαοφιλής, ὥστε νά τιμᾶται ἰδιαζόντως σέ ὅλο τόν χριστιανικό κόσμο. Γι' αὐτό τιμᾶται ἰδιαίτερα ἀπό ὅλους τούς ὀρθοδόξους καί περισσότερο ἀπό τούς Ἕλληνες, γι' αὐτό ὑπάρχουν τόσοι πολλοί ναοί πρός τιμήν του, γι' αὐτό πλῆθος ἀνθρώπων φέρουν μέ καμάρι τό σεπτό του ὄνομα.
Ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι νεοέλληνες ἔχουμε χρέος νά τιμᾶμε καί νά μιμούμαστε ὑπέροχες προσωπικότητες τοῦ ἐνδόξου παρελθόντος μας, σάν αὐτή τοῦ ἁγίου Νικολάου. Σέ ἐποχές ζοφερές, σάν καί τήν ἐποχή μας, ἔχουμε ἀνάγκη ἀπό φωτεινά πνευματικά ὁρόσημα, ἀντάξιες τοῦ ἁγίου Νικολάου. Στίς δύστηνες μέρες μας, ὅπου βιώνουμε ὡς Ἔθνος μιά ἀπό τίς χειρότερες περιόδους τῆς ἐθνικῆς μας ὑπόστασης, ὅπου μᾶς κυκλώνει τό φάσμα τῆς οἰκονομικῆς κατάρρευσης καί αὐτοῦ ἀκόμα τοῦ ἀφανισμοῦ μας, ἔχουμε ἀνάγκη ἀπό τήν ἀρωγή τοῦ ἁγίου Νικολάου, ὁ ὁποῖος ἔσωσε το λαό σέ παρόμοιες συνθῆκες στόν καιρό του, φτάνει νά τόν ἐπικαλεστοῦμε. Ἅγιε τοῦ Θεοῦ σπεῦσε νά μᾶς βοηθήσεις γιατί χανόμαστε...