Τετάρτη, Απριλίου 17, 2024

 

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΚΗΦΙΣΙΑΣ ΑΜΑΡΟΥΣΙΟΥ ΩΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΜΑΡΑΘΩΝΟΣ

ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

ΝΕΑΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ - ΩΡΩΠΟΥ

 

ΑΝΘΗ ΠΑΡΑΔΕΙΣΕΝΙΑ

                 ΤΕΥΧΟΣ 6                                             ΜΑΡΤΙΟΥ  2024



 

πιμέλεια   π.Δ.Μ.

 

  

ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

Β ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ

ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

 

Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ἦταν δεινός θεολόγος καί διαπρεπέστατος ρήτορας καί φιλόσοφος. Δέν γνωρίζουμε τό χρόνο καί τόν τόπο τῆς γέννησής του. (Ὁ Σ. Εὐστρατιάδης ὅμως, στό ἁγιολόγιο του, ἀναφέρει ὅτι ὁ Ἅγιος Γρηγόριος γεννήθηκε τό 1296 μ.Χ. στήν Κωνσταντινούπολη, ἀπό τόν Κωνσταντῖνο τόν Συγκλητικό καί τήν εὐσεβέστατη Καλλονή). Ξέρουμε ὅμως, ὅτι κατά τό πρῶτο μισό τοῦ 14ου αἰῶνα μ.Χ. ἦταν στήν αὐτοκρατορική αὐλή τῆς Κωνσταντινούπολης, ἀπ' ὅπου καί ἀποσύρθηκε στό Ἅγιο Ὅρος χάρη ἡσυχότερης ζωῆς, καί ἀφιερώθηκε στήν ἠθική του τελειοποίηση καί σέ διάφορες μελέτες.

Τό 1335 μ.Χ. μέ τούς δύο ἀποδεικτικούς λόγους του «Περί ἐκπορεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος», ἦλθε σέ σύγκρουση μέ τόν Βαρλαάμ τον Καλαβρό, ὁ ὁποῖος δίδασκε πώς ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά γνωρίσει τό Θεό, κι ἀκόμα περισσότερο δέν μπορεῖ νά ἑνωθεῖ μαζί Του. Κατά τά λεγόμενα τοῦ Βαρλαάμ, ὁ Θεός εἶναι «κλειστός στόν ἑαυτό του» καί δέν μπορεῖ νά ἑνωθεῖ μέ τούς ἀνθρώπους. Ἑπομένως, οἱ «ἡσυχαστές», οἱ μοναχοί δηλαδή ἐκεῖνοι πού ἔλεγαν ὅτι μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος, ἄν ἔχει καθαρῆ καρδιά καί ἄν συγκεντρωθεῖ στήν «καρδιακή προσευχή» (τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ Θεοῦ, ἐλέησόν με»), νά ἑνωθεῖ μέ τό Θεό καί νά φωτισθεῖ καί νά δεῖ τό Ἄκτιστο φῶς, ἀσχέτως τῆς μόρφωσής του, δέν ἦταν Ὀρθόδοξοι ἀλλά «μεσσαλιανιστές» καί «ὀμφαλόψυχοι». Μετά ἀπό αὐτές τίς τοποθετήσεις τοῦ Βαρλαάμ, ὁ Παλαμᾶς ἐγκαταστάθηκε στή Θεσσαλονίκη ἀπό ὅπου καί ἄρχισε τόν ἀγῶνα «ὑπέρ τῶν Ἱερῶς ἡσυχαζόντων», δηλ. αὐτῶν πού ἀσκοῦσαν τόν ἡσυχασμό, συγγράφοντας μάλιστα καί τούς ὁμώνυμους λόγους του. Τό ζητούμενο τῆς πάλης αὐτῆς ἦταν κυρίως τό μεθεκτικόν ἤ ἀμέθεκτον τῆς θείας οὐσίας. Ὁ Γρηγόριος, ὁπλισμένος μέ μεγάλη πολυμάθεια καί ἰσχυρή κριτική γιά θέματα ἁγίων Γραφῶν, διέκρινε μεταξύ θείας οὐσίας ἀμεθέκτου καί θείας ἐνεργείας μεθεκτής. Καί αὐτό τό στήριξε σύμφωνα μέ τό πνεῦμα τῶν Πατέρων καί ἡ Ἐκκλησία ἐπικύρωσε τήν ἑρμηνεία του μέ τέσσερις Συνόδους. Στήν τελευταία, πού ἔγινε στήν Κωνσταντινούπολη τό 1351 μ.Χ., ἦταν καί ὁ ἴδιος ὁ Παλαμᾶς. Ἀλλά ὁ Γρηγόριος ἔγραψε πολλά καί διάφορα θεολογικά ἔργα, περίπου 60.

Ἀργότερα ὁ Πατριάρχης Ἰσίδωρος, τόν ἐξέλεξε ἀρχικά ἐπίσκοπο Θεσσαλονίκης. Λόγῳ ὅμως τῶν τότε ζητημάτων, ἀποχώρησε πρόσκαιρα στή Λῆμνο. Ἀλλά κατόπιν ἀνέλαβε τά καθήκοντα του. Πέθανε τό 1360 μ.Χ. καί τιμήθηκε ἀμέσως σάν Ἅγιος. Ὁ Πατριάρχης Φιλόθεος, ἔγραψε τό 1376 μ.Χ. ἐγκωμιαστικό λόγο στό Γρηγόριο Παλαμᾶ, μαζί καί ἀκολουθία καί ὅρισε τήν ἐκκλησιαστική μνήμη του στή Β' Κυριακή τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς.

Τό τίμιο σῶμα του, μετά ἀπό τήν ἐκταφῇ, ὑπῆρξε ἄφθαρτο, δηλαδή δέν σάπισε, ἀλλά εὐωδίαζε καί θαυματουργοῦσε. Στούς λατίνους ὅμως, τούς ὑποτελεῖς τοῦ Πάπα, ἦταν χονδρό ἀγκάθι ἡ ἐνθύμιση τοῦ Ἁγίου καί μάλιστα ὁλόσωμου. Γι αὐτό πολλες φορές τόν συκοφαντοῦσαν λέγοντας, πώς γιά τά ἁμαρτήματά του ἔμεινε «ἄλυωτος», δέν δέχθηκε ἀπό ἀπέχθεια ἡ γῆ νά τόν διαλύσει «στά ἐξ ὧν συνετέθη»! Τόν 19ο αἰῶνα μ.Χ. ὁ ναός τοῦ Ἁγίου καταστράφηκε ἀπό φωτιά καί τό τίμιο σκήνωμά του κάηκε ἀφήνοντας μόνον τά ὀστᾶ ἀνέπαφα!

Τόσο γινάτι κράτησαν οἱ καθολικοί πού ὅταν τυπώνονταν οἱ ἐκκλησιαστικές μας ἀκολουθίες στήν Βενετία - κατά τούς χρόνους τῆς τουρκοκρατίας - ὁ Δόγης ἔδινε τήν ἄδειά του γιά τήν ἔκδοση, μόνον ἐφόσον δέν ὑπῆρχε σχετική ἀναφορά στόν Ἁγιο. Ἔτσι γιά ἀρκετά χρόνια πού κυκλοφοροῦσαν τά ἔντυπα ἀπό τήν Βενετία, ἡ γιορτή του εἶχε σχεδόν ξεχαστεῖ. Περί τά μέσα καί τέλη τοῦ 20ου αἰῶνα, ἐπανῆλθε ἡ μνήμη τῶν ἐνδόξων ἀγώνων του καί ἔλαβε τήν πρέπουσα θέση στόν χῶρο τῶν Ὀρθόδοξων ναῶν.

Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος πλ. δ’.
Ὀρθοδοξίας ὁ φωστήρ, Ἐκκλησίας τὸ στήριγμα καὶ διδάσκαλε, τῶν Μοναστῶν ἡ καλλονή, τῶν θεολόγων ὑπέρμαχος ἀπροσμάχητος, Γρηγόριε θαυματουργέ, Θεσσαλονίκης τὸ καύχημα, κῆρυξ τῆς χάριτος, ἱκέτευε διὰ παντός, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

 

ΑΓΙΟΣ  ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Α΄ Ο ΔΙΑΛΟΓΟΣ

ΠΑΠΑΣ ΡΩΜΗΣ

12 ΜΑΡΤΙΟΥ

 


Ὁ ὅσιος Γρηγόριος ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ βασιλέως Ἰουστινιανοῦ Α΄ τοῦ μεγάλου ἐν’έτει 535μ.Χ

Ἡ μητέρα του ὀνομαζόταν Συλβία. Ὁ ὅσιος Γρηγόριος πρῶτα ἔγινε μοναχός καί ἡγούμενος τοῦ Ἁγίου ἀποστόλου Ἀνδρέου. Κατόπιν ἀνέβη εἰς τόν ἀρχιερατικόν θρόνον τῆς Ρώμης ὄχι κατά τύχη ἀλλά ἔλαβε τήν ἀρχιεροσύνη κατα θεία ψῆφο.

Ἐνῷ ὁ ἅγιος βρισκόταν στό κελί του καί ἡσύχαζε , πῆγε στόν ἅγιο κάποιος φτωχός ὁ ὁποῖος εἶχε διασωθεῖ ἀπό ναυάγιο . Τοῦ ἔλεγε τή συμφορά του καί τόν παρακαλοῦσε νά τόν βοηθήσει . Ὁ πτωχός καί ἁπλός ἄνθρωπος ἦταν ἄγγελος Κυρίου , ὁ ὁποῖος παρουσιάσθηκε στόν Ἅγιο Γρηγόριο γιά νά φανερώσει σέ μᾶς ὅλους τή σπλαχνική καί συμπαθητική καρδιά τοῦ Ἁγίου .

Ὁ ἅγιος ἔδωσε στόν πτωχό ἐλεημοσύνη 6 νομίσματα . Ἔπειτα γύρισε πάλι καί ζητᾶ γιά δεύτερη φορά ἐλεημοσύνη . Καί δίνει ὁ ἅγιος ἄλλα 6 νομίσματα . Γυρίζει καί τρίτη φορά καί ζητᾶ πάλι ἐλεημοσύνη .

Ὁ ἅγιος δέν εἶχε νά τοῦ δώσει ἄλλα νομίσματα . Μέ προθυμία ὅμως τοῦ ἔδωσε τό ἀργυρό του τρυβλίο τοῦ μοναστηριοῦ. Ὁ ἅγιος τόσο ἐλεήμων καί ἀνεξίκακος ἦταν, πού δέν μποροῦσε νά ἀφήσει τόν φτωχό νά φύγει μέ ἄδεια χέρια , στεναχωρημένος . Αὐτό ὁ ἅγιος τό ἔκανε πρίν νά γίνει ἀρχιερέας .

Ἀφοῦ ἔγινε ἀρχιερέας καί πάπας Ρώμης , συνέχισε τίς ἐλεημοσύνες του στούς φτωχούς .

Κάποια φορά φωνάζει τον Σακελλάριο καί τοῦ λέει νά καλέσει δώδεκα πτωχούς διά νά φᾶνε μαζί μέ τόν ἅγιο στήν τράπεζα . Καθίσανε ὅλοι στήν τράπεζα καί ὁ ἅγιος ἔβλεπε ὅτι ἦταν καί ἕνας ἐπιπλέον δέκατος τρίτος . Καί μάλιστα ὁ δέκατος τρίτος ἦταν διαφορετικός στή μορφή τοῦ προσώπου ἀπό τούς ἄλλους δώδεκα .

Προσκαλεῖ ὁ ἅγιος τόν Σακελλάριο καί τοῦ λέει . Δέν σοῦ εἶπα νά προσκαλέσεις δώδεκα ; Ἐσύ γιατί προσκάλεσες δεκατρεῖς ; Ὁ Σακελλάριος ἐπειδή δέν ἔβλεπε τόν δέκατο τρίτο εἶπε . Πίστεψέ με σεβάσμιε δέσποτα ὅτι δώδεκα εἶναι μόνο. Κατάλαβε ὁ πατριάρχης ὅτι εἶναι θεία ὀπτασία . Ἀφοῦ σηκώθηκαν ἀπό τήν τράπεζα ὅλοι, εἶπε στούς δώδεκα μπορεῖτε νά ἀναχωρήσετε. Τόν δέκατο τρίτο τόν πῆρε ἀπό τό χέρι καί τόν ἔφερε στό κελί του καί τοῦ λέει . Θέλω νά μοῦ φανερώσεις ποιός εἶσαι καί πώς λέγεται τό ὄνομά σου.

Γιατί ρωτᾶς τό ὄνομά μου;

Ἐγώ εἶμαι ὁ πτωχός ἐκεῖνος πού ἦρθε στό κελί σου καί μοῦ ἔδωσες δώδεκα νομίσματα καί τό ἀργυρό τρυβλίο .

Νά ξέρεις ἀπό τήν ἡμέρα πού πῆρα αὐτά καί πού τά ἔδωσες μέ ἁπλότητα, ἀπό τήν καρδιά σου , ὅρισε ὁ Κύριος νά γίνεις Ἀρχιερέας τῆς Ἁγίας του Ἐκκλησίας .

Λέει πρός αὐτόν ὁ Γρηγόριος. Καί πώς τό ξέρεις ὅτι ὅρισε ὁ Κύριος νά γίνω Ἀρχιερέας ;

Αὐτό τό ξέρω διότι ἐγώ εἶμαι ἄγγελος Κυρίου παντοκράτορος . Ὁ Κύριος μέ ἔστειλε νά σέ δοκιμάσω ἄν φιλανθρώπως καί ἱλαρῶς καί ὄχι ἐπιδεικτικά κάνεις τήν ἐλεημοσύνη σου .

Ὅταν ἄκουσε αὐτά ὁ ἅγιος ἀπό τόν ἄγγελο φοβήθηκε .

Τοῦ λέει ὁ ἄγγελος . Μή φοβηθεῖς , ὁ Κύριος μέ ἔστειλε νά εἶμαι μαζί σου ἕως ὅτου ζεῖς καί ὅ,τι θέλεις νά ζητήσεις ἀπό τόν Θεό , ἐγώ θά πηγαίνω τό ζήτημά σου στόν Θεό.

Τότε ὁ ἅγιος ἔπεσε κατά πρόσωπον καί προσκύνησε τόν Κύριο καί εἶπε . Γιά τόση μικρή ἐλεημοσύνη , τόσο πολύ μέ ἐλέησε ὁ Θεός; Πόση μεγαλύτερη δόξα θά ἀξιωθοῦν ὅσοι τηροῦν τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ ;

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος γεμᾶτος ἀπό τή σοφία τῶν Ἁγίων Γραφῶν πολλά συγγράμματα ἄφησε στήν ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ.

Ὁ ἀρχιδιάκονος τοῦ Ἁγίου, Πέτρος , ἐβεβαίωσε ὅτι τά συγγράμματα τοῦ Ἁγίου , ἦταν γραμμένα μέ τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος . Ὅταν ἔγραφε ἔβλεπε μία λευκή περιστερά, ἡ ὁποία πλησίαζε στό στόμα τοῦ Ἁγίου , καί τοῦ ἐξηγοῦσε τα γραφόμενα. Λέγεται Διάλογος ὁ Ἅγιος , διότι τούς περισσότερους λόγους πού ἔγραψε τούς ἔχει σέ σχῆμα διαλόγου- ἐρώτηση ἀπόκριση .

Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος κοιμήθηκε τό ἔτος 604 μ.Χ.

 

Α.Κ.

 

Ἀπολυτίκιον  
Ἦχος γ’. Θείας Πίστεως.
Στόμα γρήγορον καταπλουτήσας, νομεὺς ἄριστος τοῦ θείου λόγου, ἀνεδείχθης Ἱεράρχα Γρηγόριε, τῶν ἀρετῶν γὰρ ἐκφάντωρ γενόμενος, δικαιοσύνης ἐκφαίνεις τὴν ἔλλαμψιν Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμιν τὸ μέγα ἔλεος.

 

.......................................................................................................................

 

Ἐπειδή ἡ Ρώμη ἦταν ὁ μόνος Πατριαρχικός θρόνος σέ ὅλη τή Δύση, ὁ Γρηγόριος προσπαθοῦσε νά ἐπιλύσει κατά τόν καλύτερο δυνατό τρόπο τό πολλαπλᾶ προβλήματα πού παρουσίαζαν οἱ Ἐκκλησίες τῆς Ἰταλίας, τῆς Γαλατίας, τῆς Ἱσπανίας καί τῆς Βρετανίας. Ἕνα ἀπό τά πιό σημαντικά προβλήματα πού εἶχε νά ἀντιμετωπίσει, ἦταν τό σχίσμα τῶν Ἐπισκόπων της Λιγουρίας, τῆς Ἰστρίας καί τῆς Βενετίας, οἱ ὁποῖοι δέν δέχονταν τήν Ε' Οἰκουμενική Σύνοδο, πού συνῆλθε στήν Κωνσταντινούπολη, τό ἔτος 553 μ.Χ. Ἡ αἰτία τοῦ προβλήματος ἦταν ὅτι ἡ Σύνοδος αὐτή εἶχε καταδικάσει ὡς νεστοριανικά τά γνωστά ὡς «Τρία Κεφάλαια», δηλαδή τό πρόσωπο καί τά ἔργα τοῦ Θεοδώρου Μοψουεστίας, τά ἔργα του Θεοδωρήτου Κύρου κατά τοῦ Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας καί τήν ἐπιστολή του Ἴβα Ἐδέσσης πρός Μάριν τόν Πέρση. Οἱ διαφωνοῦντες δυτικοί Ἐπίσκοποι θεωροῦσαν ὅτι ἡ καταδίκη αὐτή προωθοῦσε ἕνα συμβιβασμό μέ τούς Μονοφυσίτες, ἀναιρῶντας ἔτσι τήν πίστη τῆς Δ' Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἡ ὁποία συνῆλθε στήν Χαλκηδόνα, τό ἔτος 451 μ.Χ. Ἐπειδή ἡ Ρώμη, παρά τίς ἀρχικές ἀντιδράσεις της, εἶχε ἀποδεχθεῖ τήν Ε' Οἰκουμενική Σύνοδο καί τήν καταδίκη τῶν «Τριῶν Κεφαλαίων», οἱ διαφωνοῦντες δυτικοί Ἐπίσκοποι εἶχαν διακόψει τήν ἐκκλησιαστική κοινωνία τους μέ τήν Ρώμη. Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος προσπάθησε ἐπανειλημμένως νά πείσει τούς διαφωνοῦντες Ἐπισκόπους ὅτι ἡ Ε' Οἰκουμενική Σύνοδος δέν ἐρχόταν σέ ἀντίθεση μέ τό δόγμα τῆς Χαλκηδόνας. Πραγματικά κατόρθωσε νά μεταστρέψει τή γνώμη μερικῶν ἀπό αὐτούς, ἀλλά ἡ ἄρση τοῦ σχίσματος ἔγινε μετά τήν κοίμησή του.

 

Στό μεγάλο πρόβλημα τῆς ἀντιμετωπίσεως τῶν προκλήσεων τῶν Λομβαρδών, οἱ ὁποῖοι ἀπειλοῦσαν νά καταλάβουν τήν Ρώμη, ὁ Γρηγόριος, παρά τῆς ἐπανειλημμένες ἐκκλήσεις του, δέν κατέστη δυνατό νά λάβει βοήθεια γιά ἀναχαίτιση τοῦ ἐχθροῦ ἀπό τόν αὐτοκράτορα τῆς Κωνσταντινουπόλεως Μαυρίκιο καί ἀπό τόν Βυζαντινό ἔξαρχο τῆς Ραβέννας Πατρίκιο. Βέβαια ὁ αὐτοκράτορας Μαυρίκιος βρισκόταν σέ δεινή θέση, γιατί ἐκτός ἀπό τούς Λομβαρδούς εἶχε νά ἀντιμετωπίσει σέ διαφορετικά μέτωπα τούς Πέρσες, τούς Σλάβους, τούς Ἀβάρους καί τούς Μαυρούσιους. Ἔτσι ὁ Γρηγόριος ἀναγκάστηκε νά ἀναλάβει ὁ ἴδιος πολιτική πρωτοβουλία καί νά συνάψει συνθήκη μέ τούς Λομβαρδούς, πληρώνοντάς τους ἕνα μεγάλο ποσό χρημάτων καί δίνοντας σέ αὐτούς ἐτήσιο φόρο πολυτελείας.

Εἶναι πράγματι λυπηρό το ὅτι ἡ Βυζαντινή αὐτοκρατορία ἀδυνατοῦσε νά προασπίσει ἀποτελεσματικά τίς δυτικές κτήσεις της στά δύσκολα ἐκεῖνα χρόνια. Αὐτό εἶχε ὀδυνηρές συνέπειες τόσο γιά τήν Πολιτεία ὅσο καί γιά τήν Ἐκκλησία. Οἱ Λατῖνοι βυζαντινοί ὑπήκοοι σταδιακά ἀποξενώθηκαν ἀπό τό κέντρο τῆς αὐτοκρατορίας, πού ἀδυνατοῦσε νά τούς βοηθήσει, οἱ δυτικές κτήσεις τοῦ Βυζαντινοῦ κράτους ἔπεσαν στά χέρια τῶν βαρβαρικῶν φύλων, ἐνῷ ὁ Ἐπίσκοπος Ρώμης ἀνέλαβε πολιτικές ἐξουσίες, συνεργάστηκε μέ τούς ἡγεμόνες τῶν βαρβαρικῶν φύλων καί σταδιακά ἔγινε ὁ ἴδιος κοσμικός ἄρχοντας.

Βέβαια ὁ Ὅσιος Γρηγόριος δέν φέρει καμία εὐθύνη γιά τήν μετά ἀπό αἰῶνες ἐξέλιξη τοῦ παπικοῦ θρόνου σέ κοσμική ἐξουσία, οὔτε γιά τήν συνεργασία μεταγενέστερων παπῶν μέ τούς Φράγκους. Ὁ ἴδιος ἔκανε αὐτό πού θεωροῦσε καθῆκον καί ὑποχρέωσή του γιά τήν προάσπιση τοῦ ποιμνίου καί τῆς πατρίδος του στούς χαλεπούς ἐκείνους καιρούς. Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος μπορεῖ σέ ὁρισμένα θέματα νά διαφωνοῦσε μέ τόν Βυζαντινό αὐτοκράτορα, ἀλλά αὐτό συνέβαινε συχνότατα καί μέ τούς Πατριάρχες τῆς Ἀνατολῆς. Ὅπως ὅμως φαίνεται μέσα ἀπό τά γραπτά κείμενά του, θεωροῦσε τόν ἑαυτό του πιστό ὑπήκοο τοῦ Βυζαντινοῦ κράτους. Οὐδέποτε ἀμφισβήτησε τήν ἐξουσία τοῦ Βυζαντινοῦ αὐτοκράτορα καί συμβούλευε τούς πιστούς νά ἀναπέμπουν προσευχές γι' αὐτόν.

Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος ἦταν ἄνθρωπος ταπεινοῦ φρονήματος. Παρά τό γεγονός ὅτι ἀποδεχόταν χωρίς κριτική ἐξέταση τή θεωρία περί τοῦ παπικοῦ πρωτείου, ὁ ἴδιος ἀρνιόταν κατηγορηματικά γιά τόν ἑαυτό του τόν τίτλο τοῦ «οἰκουμενικοῦ πάπα», τόν ὁποῖο τοῦ πρότεινε ὁ Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας Εὐλόγιος (579/580 - 607 μ.Χ.) καί μέ εἰλικρίνεια προτιμοῦσε τόν τίτλο «δοῦλος τοῦ Θεοῦ». Τόνιζε μάλιστα ἐμφαντικά - καί ἐν πολλοῖς τό ἀποδείκνυε στήν πράξη - ὅτι σεβόταν τά δικαιώματα καί τήν ἐκκλησιαστική δικαιοδοσία τῶν ἄλλων Ἐπισκόπων.

Πηγή: Ορθόδοξος Συναξαριστής.

 


ΠΑΤΕΡΙΚΑ 

Ἑρμηνεία του «Κύριε ἐλέησον»

(Ἀνωνύμου)

ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ Τόμος Ε'

Συνοπτικὰ σχόλια 

Καὶ αὐτὸ τὸ μικρὸ κείμενο, ποὺ πραγματεύεται μὲ χαριτωμένη ἁπλότητα γιὰ τὴν μονολόγιστη εὐχή, παραδίδεται ἀπὸ τοὺς συλλέκτες τῶν πατερικῶν κειμένων τῆς Φιλοκαλίας ἀνωνύμως καὶ μέσα ἀπὸ τὶς προθέσεις τους νὰ γνωσθεῖ καὶ νὰ καλλιεργεῖται ἀπὸ τὸν λαὸν τοῦ Θεοῦ ἡ γλυκύτατη νοερὰ προσευχή. Γιὰ νὰ θεμελιώσει δὲ τὴν ἀναγκαιότητα τῆς ἐκζητήσεως τοῦ θείου ἐλέους, ὁ συντάκτης τοῦ μικροῦ αὐτοῦ δοκιμίου ἀνατρέχει στὴν ἐποχὴ τῶν Ἀποστόλων, ποὺ παρέδωσαν τὴν εὐχή, συμφώνως καὶ πρὸς ἄλλους διδασκάλους τῆς νοερᾶς προσευχῆς. Παρ' ὅτι περιέχει ἀπόψεις κοινὲς πλέον, γύρω ἀπὸ τὴν εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ, ὅμως, στὴν ἁπλότητα του, οἰκοδομεῖ, πείθει, κατανύσσει μὲ τὴν ἰδιαίτερη χάρη του, ὁπότε καὶ μὲ αὐτὸ ἐπιτυγχάνεται ὁ σκοπὸς τῶν ἐκδοτῶν τῆς Φιλοκαλίας, ὥστε νὰ δικαιοῦται νὰ ἐνσωματωθεῖ σ' αὐτή.

Τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με», καὶ συντομότερα «Κύριε ἐλέησον», ἀπὸ τὸν καιρὸ τῶν Ἀποστόλων χαρίστηκε στοὺς Χριστιανοὺς καὶ ὁρίστηκε νὰ τὸ λένε ἀκατάπαυστα, ὅπως καὶ τὸ λένε. Τί σημαίνει ὅμως τοῦτο τὸ «Κύριε ἐλέησον», εἶναι πολὺ λίγοι σήμερα ποὺ τὸ ξέρουν, κι ἔτσι φωνάζουν καθημερινὰ ἀνωφελῶς, ἀλλοίμονο, καὶ ματαίως τὸ «Κύριε ἐλέησον», καὶ τὸ ἔλεος τοῦ Κυρίου δὲν τὸ λαβαίνουν γιατί δὲν ξέρουν τί ζητοῦν. Γι' αὐτὸ πρέπει νὰ ξέρομε πὼς ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ἀφ' ὅτου σαρκώθηκε καὶ ἔγινε ἄνθρωπος καὶ ὑπέμεινε τόσα πάθη καὶ σταυρώθηκε καὶ χύνοντας τὸ πανάγιο αἷμα Του ἐξαγόρασε τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ διαβόλου, ἀπὸ τότε ἔγινε Κύριος καὶ ἐξουσιαστὴς τῆς ἀνθρώπινης φύσεως. Καὶ προτοῦ βέβαια σαρκωθεῖ ἦταν Κύριος ὅλων τῶν κτισμάτων, ὁρατῶν καὶ ἀοράτων, ὡς δημιουργὸς καὶ ποιητής τους, ὅμως τῶν ἀνθρώπων καὶ τῶν δαιμόνων ποὺ δὲ θέλησαν ἀπὸ μόνοι τους νὰ τὸν ἔχουν Κύριο καὶ ἐξουσιαστή τους, δὲν ἦταν καὶ Αὐτὸς Κύριος τους, ὁ Κύριος ὅλου τοῦ κόσμου. Ὁ πανάγαθος Θεὸς δηλαδή, καὶ τοὺς Ἀγγέλους καὶ τοὺς ἀνθρώπους τους ἔκανε αὐτεξούσιους καὶ τοὺς χάρισε τὸ λογικό, νὰ ἔχουν γνώση καὶ διάκριση• γι' αὐτό, ὡς δίκαιος ποὺ εἶναι καὶ ἀληθινός, δὲ θέλησε νὰ τοὺς ἀφαιρέσει τὸ αὐτεξούσιο καὶ νὰ τοὺς ἐξουσιάζει μὲ τὴ βία καὶ χωρὶς τὴ θέλησή τους. Ἀλλὰ ἐκείνους ποὺ θέλουν νὰ εἶναι κάτω ἀπὸ τὴν ἐξουσία καὶ διακυβέρνησή Του, ἐκείνους ὁ Θεὸς καὶ τοὺς ἐξουσιάζει καὶ τοὺς κυβερνᾶ• ἐκείνους πάλι ποὺ δὲ θέλουν, τοὺς ἀφήνει νὰ κάνουν τὸ θέλημα τους, ὡς αὐτεξούσιοι ποὺ εἶναι. Γιὰ τοῦτο καὶ τὸν Ἀδὰμ ποὺ πλανήθηκε ἀπὸ τὸν ἀποστάτη διάβολο κι ἔγινε κι αὐτὸς ἀποστάτης τοῦ Θεοῦ καὶ δὲ θέλησε νὰ ὑπακούσει στὴν ἐντολή Του, τὸν ἄφησε ὁ Θεὸς στὸ αὐτεξούσιό του καὶ δὲ θέλησε νὰ τὸν ἐξουσιάζει τυραννικά.

Ἀλλὰ ὁ φθονερὸς διάβολος ποὺ τὸν πλάνησε ἐξ ἀρχῆς, δὲν ἔπαψε κι ἔπειτα νὰ τὸν πλανᾶ, ὥσπου τὸν ἔκανε παρόμοιο στὴν ἀλογία μὲ τὰ κτήνη τὰ ἀνόητα καὶ ζοῦσε πλέον σὰν ζῶο ἄλογο καὶ ἀνόητο. Μὰ ὁ πολυέλεος Θεός τον σπλαχνίστηκε τελικὰ κι ἔτσι χαμήλωσε τοὺς οὐρανοὺς καὶ κατέβηκε στὴ γή1 κι ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ τὸν ἄνθρωπο• καὶ μὲ τὸ πανάχραντο αἷμα Του τὸν λύτρωσε ἀπὸ τὴ δουλεία τῆς ἁμαρτίας καὶ διὰ μέσου τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου τὸν ὁδήγησε πὼς νὰ ζεῖ θεάρεστα. Καί, κατὰ τὸν Θεολόγο Ἰωάννη, μᾶς ἔδωσε ἐξουσία νὰ γίνομε τέκνα Θεού2 καὶ μὲ τὸ θειο βάπτισμα μᾶς ἀναγέννησε καὶ μᾶς ἀνέπλασε καὶ μὲ τὰ ἄχραντά Του μυστήρια τρέφει καθημερινὰ τὴν ψυχή μας καὶ τὴ ζωογονεῖ. Καὶ μ' ἕνα λόγο, μὲ τὴν ἄκρα Τοῦ σοφία βρῆκε τὸν τρόπο νὰ μένει πάντοτε ἀχώριστος μ' ἐμᾶς κι ἐμεῖς μὲ Αὐτόν, γιὰ νὰ μὴν ἔχει πλέον καθόλου τόπο σ' ἐμᾶς ὁ διάβολος. Ὁρισμένοι ὅμως ἀπὸ τοὺς Χριστιανούς, ὕστερα ἀπὸ τόσες χάριτες ποὺ ἀξιώθηκαν καὶ ὑστέρα ἀπὸ τόσες εὐεργεσίες ποὺ ἔλαβαν ἀπὸ τὸν Δεσπότη Χριστό, πλανήθηκαν πάλι ἀπὸ τὸ διάβολο καὶ ἐξ αἰτίας τοῦ κόσμου καὶ τῆς σάρκας ξεμάκρυναν ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ κατακυριεύονται ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ ἀπὸ τὸ διάβολο κάνοντας τὰ θελήματά του. Ὅμως δὲν εἶναι τελείως ἀναίσθητοι ὥστε νὰ μὴν αἰσθάνονται τὸ κακὸ ποὺ ἔπαθαν. Καταλαβαίνουν τὸ σφάλμα τους καὶ γνωρίζουν τὴν ὑποδούλωσή τους, ἀλλὰ δὲν μποροῦν αὐτοὶ μόνοι τους νὰ γλυτώσουν καὶ γι' αὐτὸ προστρέχουν στὸ Θεὸ καὶ φωνάζουν τὸ «Κύριε ἐλέησον» γιὰ νὰ τοὺς εὐσπλαχνιστεὶ ὁ πολυέλεος Κύριος καὶ νὰ τοὺς ἐλεήσει, νὰ τοὺς δεχτεῖ σὰν τὸν ἄσωτο ὑιό3 καὶ νὰ τοὺς δώσει πάλι τὴ θεία χάρη Του καὶ μέσῳ αὐτῆς νὰ γλυτώσουν ἀπὸ τὴ δουλεία τῆς ἁμαρτίας, ν' ἀπομακρυνθοῦν ἀπὸ τοὺς δαίμονες καὶ νὰ λάβουν πάλι τὴν ἐλευθερία τους, γιὰ νὰ μπορέσουν μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ νὰ ζήσουν θεάρεστα καὶ νὰ φυλάξουν τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Αὐτοὶ λοιπὸν οἱ Χριστιανοὶ πού, ὅπως εἴπαμε, μὲ τέτοιο σκοπὸ φωνάζουν τὸ «Κύριε ἐλέησον», αὐτοὶ θὰ ἐπιτύχουν ἐξάπαντος καὶ τὸ ἔλεος τοῦ πανάγαθου Θεοῦ καὶ θὰ λάβουν τη χάρη Του νὰ ἐλευθερωθοῦν ἀπὸ τὴ δουλεία τῆς ἁμαρτίας καὶ νὰ σωθοῦν. Ἐκεῖνοι ὅμως ποὺ δὲν ἔχουν εἴδηση ἀπὸ αὐτὰ ποὺ εἴπαμε, μήτε γνωρίζουν τὴ συμφορά τους ποὺ εἶναι καταδουλωμένοι στὰ θελήματα τῆς σάρκας καὶ στὰ κοσμικὰ πράγματα, μήτε ἔχουν εὐκαιρία νὰ συλλογιστοῦν τὴν ὑποδούλωση τους, ἀλλὰ χωρὶς τέτοιο σκοπὸ φωνάζουν μόνο τὸ «Κύριε ἐλέησον», περισσότερο ἀπὸ συνήθεια, αὐτοὶ πὼς εἶναι δυνατὸ νὰ λάβουν τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ; Καὶ μάλιστα τέτοιο θαυμάσιο καὶ ἄπειρο ἔλεος; Γιατί εἶναι καλύτερα νὰ μὴ λάβουν τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, παρὰ νὰ τὸ λάβουν καὶ πάλι νὰ τὸ χάσουν, ἐπειδὴ τότε εἶναι διπλὸ τὸ φταίξιμο τους. Ἄλλωστε, ἂν κανεὶς δώσει κανένα πετράδι πολύτιμο στὰ χέρια μικροῦ παιδιοῦ ἢ κανενὸς ἀγροίκου ἄνθρωπου ποὺ νὰ μὴν ξέρει τί ἀξίζει, καὶ αὐτοὶ τὸ πάρουν στὰ χέρια τους καὶ τὸ χάσουν, εἶναι φανερὸ πὼς δὲν τὸ ἔχασαν ἐκεῖνοι ἀλλὰ αὐτὸς ποὺ τοὺς τὸ ἔδωσε.

Καὶ γιὰ νὰ καταλάβεις καλύτερα τὰ λεγόμενα, συλλογίσου πὼς στὸν κόσμο τοῦτο ἐκεῖνος ποὺ εἶναι ἄπορος καὶ φτωχὸς καὶ θέλει νὰ πάρει ἐλεημοσύνη ἀπὸ κάποιο πλούσιο, πηγαίνει καὶ τοῦ λέει «ἐλέησον με», δηλαδὴ «λυπήσου μὲ γιὰ τὴ φτώχεια μου καὶ δός μου τὰ ἀναγκαῖα». Καὶ πάλι, ἐκεῖνος ποὺ ἔχει χρέος καὶ θέλει νὰ τοῦ τὸ χαρίσει ὁ δανειστῆς του, πηγαίνει καὶ τοῦ λέει «ἐλέησόν με», δηλαδὴ «λυπήσου μὲ γιὰ τὴν ἀνέχειά μου καὶ χάρισέ μου αὐτὸ ποὺ σοῦ χρωστῶ». Ὅμοια καὶ ὁ φταίχτης, θέλοντας νὰ τὸν συγχωρήσει ἐκεῖνος στὸν ὁποῖο ἔφταιξε, πηγαίνει καὶ τοῦ λέει «ἐλέησόν με», δηλαδὴ «συγχώρεσέ με γιὰ ὅ,τι σοῦ ἔκανα». Ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριά, ὁ ἁμαρτωλὸς φωνάζει στὸ Θεὸ τὸ «Κύριε ἐλέησον» καὶ δὲν ξέρει μήτε τί λέει, μήτε γιατί τὸ λέει, ἀλλὰ μήτε τί εἶναι τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ ποὺ τὸν παρακαλεῖ νὰ τοῦ τὸ δώσει, μήτε σὲ τί τὸν συμφέρει τὸ ἔλεος ποὺ ζητᾶ, καὶ μόνο ἀπὸ συνήθεια φωνάζει «Κύριε ἐλέησον», χωρὶς νὰ ξέρει τίποτε. Πὼς λοιπὸν νὰ τοῦ δώσει ὁ Θεὸς τὸ ἔλεός Του, ἀφοῦ αὐτός, καθὼς δὲν τὸ ξέρει, τὸ καταφρονεῖ καὶ πάλι τὸ χάνει σύντομα καὶ ἁμαρτάνει περισσότερο;

Τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι ἄλλο, παρὰ ἡ χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος, τὴν ὁποία πρέπει νὰ ζητοῦμε ἀπὸ τὸ Θεὸ ἐμεῖς οἱ ἁμαρτωλοὶ καὶ νὰ φωνάζομε ἀκατάπαυστα τὸ «Κύριε ἐλέησον», δηλαδὴ «λυπήσου με, Κύριε μου, τὸν ἁμαρτωλό, στὴν ἐλεεινὴ κατάσταση ποὺ βρίσκομαι, καὶ δέξου μὲ πάλι στὴ χάρη Σοῦ• δός μου πνεῦμα δυνάμεως, γιὰ νὰ μὲ δυναμώσει ν' ἀντισταθῶ στοὺς πειρασμοὺς τοῦ διαβόλου καὶ στὴν κακὴ συνήθεια τῆς ἁμαρτίας• δός μου πνεῦμα σωφρονισμοῦ, γιὰ νὰ σωφρονιστῶ, νὰ ἔρθω σὲ αἴσθηση τοῦ ἑαυτοῦ μου καὶ νὰ διορθωθῶ• δός μου πνεῦμα φόβου, γιὰ νὰ σὲ φοβοῦμαι καὶ νὰ φυλάγω τὶς ἐντολὲς Σοῦ• δός μου πνεῦμα ἀγάπης γιὰ νὰ σὲ ἀγαπῶ καὶ νὰ μὴν ἀπομακρύνομαι πλέον ἀπὸ κοντὰ Σοῦ• δός μου πνεῦμα εἰρήνης, γιὰ νὰ φυλάγει τὴν ψυχή μου εἰρηνικὴ καὶ νὰ συγκεντρώνω ὅλους μου τοὺς λογισμοὺς καὶ νὰ εἶμαι ἥσυχος καὶ ἀτάραχος• δός μου πνεῦμα καθαρότητας, γιὰ νὰ μὲ φυλάγει καθαρὸ ἀπὸ κάθε μολυσμὸ• δός μου πνεῦμα πραότητας, γιὰ νὰ εἶμαι ἥμερος στοὺς ἀδελφούς μου Χριστιανοὺς καὶ νὰ ἀπέχω ἀπὸ τὸ θυμὸ• δός μου πνεῦμα ταπεινοφροσύνης, γιὰ νὰ μὴ φαντάζομαι τὰ ὑψηλὰ καὶ ὑπερηφανεύομαι».

Ἐκεῖνος λοιπὸν ποὺ γνωρίζει τὴν ἀνάγκη ποὺ ἔχει ἀπὸ ὅλα αὐτὰ καὶ τὰ ζητᾶ ἀπὸ τὸν πολυέλεο Θεό, φωνάζοντας τὸ «Κύριε ἐλέησον», αὐτὸς βεβαιότατα θὰ λάβει ἐκεῖνο ποὺ ζητᾶ καὶ θὰ ἐπιτύχει τὸ ἔλεος καὶ τὴ θεία χάρη τοῦ Κυρίου. Ὅποιος ὅμως δὲν ξέρει τίποτε ἀπὸ αὐτὰ ποὺ εἴπαμε, ἀλλὰ ἀπὸ συνήθεια μόνο φωνάζει τὸ «Κύριε ἐλέησον», αὐτὸς δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ λάβει ποτὲ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ• γιατί καὶ πρωτύτερα ἔλαβε πολλὲς χάριτες ἀπὸ τὸ Θεὸ μὰ δὲν τὶς ἀναγνώρισε, μήτε εὐχαρίστησε τὸ Θεὸ ποὺ τοῦ τὶς ἔδωσε. Αὐτὸς ἔλαβε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ ὅταν πλάστηκε κι ἔγινε ἄνθρωπος• ἔλαβε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ ὅταν ἀναπλάστηκε μὲ τὸ ἅγιο βάπτισμα κι ἔγινε ὀρθόδοξος Χριστιανὸς• ἔλαβε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ ὅταν γλύτωσε ἀπὸ τόσους κινδύνους ψυχικοὺς καὶ σωματικοὺς ποὺ δοκίμασε στὴ ζωή του• ἔλαβε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ τόσες φορὲς ποὺ ἀξιώθηκε νὰ κοινωνήσει τὰ ἄχραντα μυστήρια• ἔλαβε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ ὅσες φορὲς ἁμάρτησε στὸ Θεὸ καὶ τὸν πίκρανε μὲ τὶς ἁμαρτίες του καὶ δὲν ἐξολοθρεύτηκε, μήτε τιμωρήθηκε παιδαγωγικὰ ὅπως τοῦ ἔπρεπε* ἔλαβε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ ὅταν μὲ διάφορους τρόπους εὐεργετήθηκε ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ δὲν τὸ ἀναγνώρισε, ἀλλὰ ὅλα τὰ λησμόνησε καὶ δὲ φρόντισε καθόλου γιὰ τὴ σωτηρία του. Αὐτὸς λοιπὸν ὁ Χριστιανὸς πὼς νὰ λάβει τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ χωρὶς νὰ τὸ αἰσθάνεται καὶ χωρὶς νὰ γνωρίζει πὼς δέχεται τέτοια χάρη ἀπὸ τὸ Θεό, καθὼς εἴπαμε, μήτε νὰ ξέρει τί λέει, ἀλλὰ νὰ φωνάζει μόνο τὸ «Κύριε ἐλέησον» χωρὶς κανένα στόχο καὶ σκοπό, ἐκτὸς ἀπὸ μόνη τὴ συνήθεια;

1. Ψάλμ. 17, 10.

2. Ἰω. 1,12.

3. Λούκ. 15, 20.

 


ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΓΟΝΕΩΝ

Μαθαίνω στὰ παιδιά μου πῶς νὰ χάνουν

Τὰ προετοιμάζω γιὰ νὰ γίνουν νικητές

 

«....Εἶδα στὴ ζωή μου πολλοὺς πετυχημένους νὰ ζοῦν τὴν ἀπόλυτη τραγωδία καὶ ἀρκετοὺς ἀποτυχημένους νὰ ζοῦν μὲ ἐπιτυχία. Εἶδα ἀρρώστους νὰ εἶναι ὑγιεῖς καὶ ἀπόλυτα ὑγιεῖς «ἀρρώστους». Εἶδα φυλακισμένους ἐλεύθερους καὶ ἐλεύθερους ἐγκλωβισμένους. Δὲν εἶναι παράδοξο νὰ καλωσορίζω τὴν ἀποτυχία, ὅπως προσπαθῶ μὲ τὴν ἴδια τὴ χαρὰ νὰ λέω καλημέρα στὸν ἡλιόλουστο οὐρανὸ καὶ στὸ βροχερὸ σύννεφο, στὸ γέλιο καὶ στὸ δάκρυ, στὴ θλίψη καὶ στὴ χαρά. Μπορῶ τώρα πιὰ νὰ καταλάβω ὅτι στὸ βάθος εἶναι τὰ ἴδια πράγματα. Εἶναι καθημερινοὶ δρόμοι. Δρόμοι γεμᾶτοι προσπάθεια. Ὅταν οἱ δυσκολίες τῆς ζωῆς τρυποῦν βαθιὰ τὴν ψυχή μου, κρατῶ μιὰ ἐλπίδα. Κοιτῶ τὸν οὐρανὸ καὶ δὲν φοβᾶμαι. Ἐκεῖνος εἶναι δίπλα μου. Μοῦ δείχνει τὸ δρόμο. Τὰ χτυπήματα μὲ ὁπλίζουν μὲ δύναμη γιὰ τὴν ἑπόμενη διαδρομή.

Αὐτό μου ἔμαθε ἡ ζωή. Νὰ προσπαθῶ. Εἶμαι εὐγνώμων στὸν Θεὸ ποὺ μοῦ τὸ χάρισε, ποὺ μὲ ἀξίωσε νὰ βλέπω τὴ διαδρομή μου κοιτῶντας τὴ δική Του εἰκόνα καὶ νὰ τολμῶ, νὰ μάχομαι».

Φυλακισμένος γιὰ χρόνια

Ἡ ἧττα εἶναι ἕνα φυσικὸ καὶ ἀναπόφευκτο κομμάτι τῆς ζωῆς μας. Ὅσο καὶ ἂν προσπαθήσουμε νὰ τὴν ἀποφύγουμε ἀργὰ ἢ γρήγορα θὰ τὴ γευτοῦμε. Ἡ ἧττα εἶναι μιὰ πολύτιμη ἐμπειρία, ποὺ βοηθάει τὰ παιδιά μας νὰ ἐξοπλιστοῦν μὲ δεξιότητες στὶς προκλήσεις τῆς ζωῆς. Στὸ σχολεῖο, στὰ ἀθλήματα, στὶς φιλίες, στὶς σχέσεις, στὴν πνευματική μας πορεία, ὅλοι εἶναι καλὸ νὰ μάθουμε νὰ ἀντιμετωπίζουμε τὶς ἧττες μας.

Κάθε φορὰ ποὺ χάνω παίρνω ἕνα μάθημα ζωῆς. Μαθαίνω νὰ προσπαθῶ, νὰ μὴ φοβᾶμαι τὸν ἀγῶνα, νὰ τολμῶ. Μαθαίνω νὰ ἐλέγχω τὴ συμπεριφορά μου, νὰ κατανοῶ τὰ συναισθήματα τῶν ἄλλων. Μαθαίνω νὰ ἀπολαμβάνω τὴ διαδρομὴ καὶ νὰ χαίρομαι.

Μέσα στὴν οἰκογένεια γιὰ πρώτη φορὰ ὅλοι μας ἀντιμετωπίσαμε τὸν ἑαυτό μας, μάθαμε τὴ σημασία του «εὖ ἀγωνίζεσθαι».

-        Ἡ οἰκογένεια ἀπὸ τὰ πρῶτα πράγματα ποὺ μᾶς διδάσκει εἶναι ὅτι δὲν μοῦ ἀνήκουν ὅλα. Μαθαίνω νὰ μοιράζομαι, νὰ παίρνω τὸ κομμάτι ποὺ μοῦ ἀνήκει καὶ τὸ ὑπόλοιπο οἱ ἄλλοι γύρω μου.

Ἡ ὁριοθέτηση βοηθᾶ τὸ παιδί μας νὰ καταλάβει ὅτι δὲν μπορεῖ νὰ κάνει ὅ,τι θέλει. Οἱ κανόνες εἶναι ξεκάθαροι καὶ ἰσχύουν δίκαια γιὰ ὅλα τὰ μέλη.

-        Μέσα στὴν οἰκογένεια μαθαίνω ν’ ἀναγνωρίζω τὶς σωματικές μου δυνατότητες, νὰ γνωρίζω τὶς πνευματικές μου δυνάμεις. Καλλιεργῶ ὅ,τι μοῦ χάρισε ὁ Θεὸς καὶ ξέρω ὅτι δὲν ἔχω ὅλες τὶς ἀρετές.

-        Μαθαίνω καλὲς καὶ κακὲς συμπεριφορές, τὶς συνέπειές τους.

-        Μαθαίνω νὰ ζητῶ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ.

-        Ὁ ἔπαινος γιὰ τὴν προσπάθεια τῆς κάθε διαδρομῆς γίνεται τίμια καὶ δίκαια.

-        Μέσα στὴν οἰκογένεια εὔκολα μπορῶ νὰ συζητήσω τὴν ἧττα μου. Οἱ δικοί μου ἄνθρωποι μὲ δυναμώνουν γιὰ νὰ συνεχίσω.

-        Ὅταν ἐμπιστευόμαστε τὰ παιδιά μας ἐκεῖνα παίρνουν δύναμη καὶ συνεχίζουν τὶς προσπάθειές τους.

Μαθαίνω νὰ συγχαίρω τὸν νικητὴ στὸ παιχνίδι, στὸ ἄθλημα.

Τοῦ σφίγγω τὸ χέρι. Χάνω μὲ ἀξιοπρέπεια καὶ μαθαίνω ὅτι δὲν μπορῶ νὰ εἶμαι πρῶτος.

-        Μαθαίνω νὰ κερδίζω χωρὶς ἔπαρση γιατί στὴν παρακάτω διαδρομὴ τὰ ἐμπόδια μποροῦν νὰ ὁδηγήσουν πάλι σὲ ἧττα.

Τὸ νὰ ξέρεις νὰ χάνεις εἶναι τέχνη.

Ἡ καθοδήγηση καὶ ἡ ἐμπειρία μπορεῖ νὰ τὴν τελειοποιήσει.

Ὅταν χάνω χτίζω τὸ χαρακτῆρα μου, μεγαλώνω πνευματικά, βλέπω βαθιὰ μέσα μου, ὀργανώνω το εἶναι μου, ἐπιστρατεύω τὶς δυνάμεις μου.

Ἂς ἀφήσουμε ἕνα νέο νὰ μᾶς περιγράψει τὴ διαδρομή του στὸν ἀγῶνα τῆς ζωῆς.

«....Ὅλα ξεκινοῦν μὲ ἐνθουσιασμό. Γιὰ ἀρκετὸ διάστημα στὶς μάχες ποὺ ἔδωσα σύγκρινα τὸν ἑαυτό μου μὲ τοὺς ἄλλους, ὅμως ἡ ἴδια ἡ μάχη μου ἔδειξε ὅτι εἶμαι μοναδικός. Σὲ κάθε προσπάθειά μου ἡ ἧττα παραμόνευε φοβόμουν γιὰ αὐτό. Γρήγορα ὅμως κατάλαβα ὅτι εἶναι σίγουρο ὅτι θὰ χάσω. Ἔτσι ἄρχισα νὰ τολμῶ. Μετέτρεψα τὸ ἄγχος μου σὲ πάλη, χωρὶς νὰ ἔχω προσδοκία γιὰ τὴ νίκη. Ἡ μητέρα μου ἦταν ὁ πρῶτος ἄνθρωπος ποὺ μὲ βοήθησε νὰ ἐμπιστεύομαι τὸ ἄγνωστο. Τὸ θυμήθηκα πολλὲς φορὲς κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ ἀγῶνα. Ἔχασα ἀλλὰ ἔμαθα νὰ γυμνάζομαι, νὰ τηρῶ τοὺς κανόνες, νὰ μοιράζομαι. Ἔμαθα νὰ κάνω ὑπομονή, νὰ προσεύχομαι, νὰ δέχομαι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή μου, ἔμαθα νὰ σέβομαι τοὺς ἄλλους δίπλα μου. Μπορῶ νὰ πονῶ ἀλλὰ νὰ ἀντέχω τὸν πόνο μὲ σιωπὴ καὶ διάκριση ὅπως μοῦ δίδαξε ἡ στάση τοῦ πατέρα μου. Τώρα πιὰ ἡ συνεργασία μου μὲ τοὺς ἄλλους γίνεται πολύτιμη διαδρομή. Ἔχω μάθει νὰ πειθαρχῶ. Τὸ «ἐγώ» μου συχνὰ νεκρώνεται. Ξέρω ὅτι μπορῶ! Μπορῶ νὰ νικήσω! Θέλω νὰ προσπαθῶ! Κατάλαβα ὅτι σημασία ἔχει πάντα ἡ διαδρομὴ γιὰ τὴ νίκη. Γιατί ἡ πιὸ σημαντικὴ νίκη δὲν εἶναι ἡ ἴδια ἡ νίκη, ἀλλὰ ἡ πορεία πρὸς αὐτήν».

Ἀγαπητοὶ γονεῖς,

Ὅλοι θέλουμε νὰ ἔχουμε χαρούμενα παιδιὰ ποὺ θὰ χάνουν καὶ θὰ κερδίζουν μὲ ἀξιοπρέπεια. Ἂς μᾶς ἀξιώσει ὁ Θεὸς νὰ δουλέψουμε μαζὶ τοὺς μὲ διάκριση καὶ ὑπομονή, γιατί ὁ ἀγῶνας τῆς ζωῆς εἶναι γεμᾶτος κόπο καὶ προσπάθεια.

Μαρία Μπουρλή

Παιδαγωγός

(ἀπόσπασμα ὁμιλίας της κ. Μαρίας Μπουρλή , ἐκπαιδευτικοῦ .

Οἱ ὁμιλίες πραγματοποιοῦνται τό πρῶτο Σάββατο κάθε μῆνα στὸ πνευματικὸ κέντρο τῆς ἐνορίας μας , 5.00 μ.μ  ).

  

 

ΑΠΟ ΤΗ ΣΟΦΙΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ

Ἐὰν κάποιος ἐπιθυμεῖ νὰ διαπιστώσει τὴν πραγματικὴ φιλαδελφία καὶ ἀγάπη πού ἔχει, ἅς τὸ βεβαιωθεῖ μὲ τὸ ἕξης: Νὰ παρατηρήσει, έὰν πενθεῖ γιὰ τὰ σφάλματα τοῦ ἀδελφοῦ του καὶ ἐάν ἀγάλλεται γιὰ τὴν πρόοδο καὶ τὰ χαρίσματὰ του.

 

Ὅσιος ’Ἰωάννης τῆς Κλίμακος

  

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΜΙΚΡΟΥΣ ΜΑΣ ΦΙΛΟΥΣ

Ἡ περιπέτεια τῶν πρωτοπλάστων

Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἀποκάλυψε στὸν προφήτη Μωυσῆ τὴν πιὸ παλιὰ ἱστορία ἀπ’ ὅλες καὶ ἐκεῖνος τὴν ἔγραψε σὲ ἕνα βιβλίο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ποὺ ὀνομάζεται Γένεση. Ὅτι ὁ Θεὸς ἀπὸ ἀγάπη γιὰ τὸν ἄνθρωπο, δημιούργησε τὸ χρόνο καὶ τὸ σύμπαν, καὶ τὸν πλανήτη μας τὴν γῆ, καὶ πάνω στὴ γῆ τὸν κῆπο τῆς Ἐδέμ, τὸν ἀρχαῖο Παράδεισο. Μὰ τὸ πιὸ θαυμαστὸ ἦταν ὅτι, μὲ τὴ φροντίδα τῆς Ἁγίας Τριάδας δημιουργήθηκε ὁ ἄνθρωπος, πρῶτα ὁ ἄνδρας καὶ μετὰ ἡ γυναῖκα. Ὁ σκοπὸς τῆς ὕπαρξής τους καὶ ὁ προορισμός τους, ἦταν νὰ μοιάσουν στὸ Θεὸ καὶ νὰ ἐξουσιάζουν μὲ ἀγάπη ὅλη τὴν πλάση, φροντίζοντάς την. Αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ δικός μας σκοπὸς καὶ προορισμός!

Πλασμένος ἀπὸ τὰ στοιχεῖα τῆς γῆς ὁ Ἀδὰμ (ποὺ θὰ πεῖ χωμάτινος), δέχτηκε στὸ πρόσωπό του τὴν πνοὴ τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ τὴν ἀθάνατη ψυχή του καὶ πῆρε ζωή. Εἶδε τὰ πάντα στὸν ὄμορφο Παράδεισο νὰ ἀναγνωρίζουν πάνω του τὴν εἰκόνα τοῦ Δημιουργοῦ, γεμάτη χαρίσματα, καὶ νὰ τὸν ὑπηρετοῦν. Τὰ ζῶα ἥμερα στάθηκαν μπροστά του περιμένοντας νὰ τὰ καλέσει μὲ τὰ ὀνόματα ποὺ ὁ ἴδιος διάλεξε. Ὅλα τὰ φυτὰ καὶ τὰ δέντρα ποτισμένα ἀπὸ τοὺς τέσσερεις ποταμοὺς τῆς Ἐδέμ του πρόσφεραν κάθε καρπὸ μὲ πιὸ σπουδαῖο, στὸ κέντρο τοῦ Παραδείσου, τὸ Δέντρο τῆς Ζωῆς ποὺ τοῦ χάριζε τὴν ἀθανασία. Ἡ μοναξιά του πῆρε τέλος ὅταν ὁ Θεὸς τὸν κοίμισε κι ἀπ’ τὴν πλευρά του ἔπλασε μιὰ πολύτιμη σύντροφο καὶ βοηθό. Οἱ δυό τους, ἰσότιμοι κι ἀγαπημένοι σὰν τὴν Ἁγία Τριάδα ποὺ τοὺς δημιούργησε, θὰ ἐργάζονταν χωρὶς κόπο, φυλάσσοντας τὴν εἰρήνη τοῦ Παραδείσου. Οἱ δύο αὐτοὶ πρῶτοι ἄνθρωποι, ὀνομάστηκαν πρωτόπλαστοι καὶ ἀπὸ αὐτοὺς προερχόμαστε ὅλοι μας.

Γιὰ νὰ τοὺς προστατέψει ὁ Θεός, τοὺς δίνει τὴν πρώτη ἐντολή: «ἀπὸ ὅλους τοὺς καρποὺς μπορεῖτε νὰ δοκιμάζετε. Μόνο ἀπ’ τὸ δέντρο τῆς Γνώσης τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ μὴ φᾶτε, γιατί δὲν εἶστε ἀκόμη ἕτοιμοι. Τὴ μέρα ποὺ θὰ γευθῆτε τὸν καρπὸ τῆς γνώσης τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ, θὰ πεθάνετε».

Ὅσο ὑπάκουαν στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τὰ δύο πλάσματα ζοῦσαν μὲ χαρὰ ἀπολαμβάνοντας τὸν παράδεισο καὶ τὴ συνομιλία μὲ τὸν Πλάστη τους. Μὰ ὁ ἐγωιστὴς διάβολος ζήλεψε τοὺς πρωτόπλαστους καὶ μὲ τὴ μορφὴ τοῦ πιὸ ἔξυπνου καὶ ὄμορφου ζώου, τοῦ φιδιοῦ, πλησίασε τὴ γυναῖκα συκοφαντῶντας τὸν Θεό. Τὸν παρουσίασε σὰν ψεύτη, πὼς ἄδικα τοὺς συμβούλεψε νὰ ἀποφύγουν τὸ ἀπαγορευμένο δέντρο καὶ τοὺς καρπούς του, γιατί τάχα φοβόταν πὼς θὰ γίνουν θεοὶ σὰν κι Αὐτόν.

Ἡ γυναῖκα ἐξαπατήθηκε καὶ συζήτησε μὲ τὸ φίδι. Ὄχι μόνο πίστεψε τὸ ψέμα τοῦ πονηροῦ ξεχνῶντας τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ἀφοῦ δοκίμασε ἡ ἴδια, παρέσυρε καὶ τὸν Ἀδὰμ στὴν ἀνυπακοή! Ἀλλὰ καὶ ὁ Ἀδὰμ ἀπὸ τὴ μεριά του, δὲν τῆς ἔφερε ἀντίρρηση. Ἔτσι οἱ δύο πρωτόπλαστοι μὲ τὴν παρακίνηση τοῦ διαβόλου, ἔβαλαν τὸ θέλημά τους πάνω ἀπὸ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ κι ἁμάρτησαν. Καὶ ὅταν ὁ Παντογνώστης Κύριος τοὺς ἀναζήτησε δίνοντας τοὺς εὐκαιρία νὰ μετανιώσουν, δὲν ἔδειξαν καμία μετάνοια. Ὁ Ἀδὰμ κατηγόρησε τὴ γυναῖκα του στὸ Θεὸ καὶ ἐκείνη, ἔριξε τὸ φταίξιμο στὸ φίδι. Τὸ ροῦχο τῆς Θείας Χάρης εἶχε πιὰ χαθεῖ ἀπὸ πάνω τους, γιὰ αὐτὸ καὶ κρύφτηκαν ντροπιασμένοι. Ἡ ἄπειρη ἀγάπη ὅμως τοῦ Θεοῦ δὲν ὑπολόγισε τὴν προσβολὴ καὶ τὴν ἀχαριστία τους, ἀλλὰ ἔβαλε ἀμέσως μπρὸς τὸ σχέδιο γιὰ νὰ διορθώσει τὰ πράγματα.

Καταράστηκε τὸ φίδι νὰ σέρνεται στὴ γῆ γιὰ νὰ θυμίζει σὲ ὅλη τὴ δημιουργία, ποὺ τώρα πιὰ θὰ ἐπαναστατοῦσε ἀπέναντι στὸν ἄνθρωπο, ποιός τὸν εἶχε παρασύρει. Μέσα ἀπὸ τὸ φίδι ἄκουσε κι ὁ διάβολος πὼς κάποτε θὰ συντριβόταν ἀπ’ τὸν ἀπόγονο τῆς γυναίκας, τὸν Χριστό μας. Αὐτὴ ἡ καλὴ εἴδηση (ἡ καλὴ ἀγγελία), ὀνομάζεται πρωτευαγγέλιο. Ἡ γυναῖκα ἔμαθε πὼς θὰ πονᾶ πολὺ γεννῶντας τὰ παιδιά της καὶ θὰ λυπᾶται, τώρα ποὺ ὁ Ἀδὰμ ἔχασε τὴν ἐμπιστοσύνη του σ’ αὐτήν, καὶ θὰ τὴν ἐξουσιάζει. Ἀλλὰ καὶ ὁ Ἀδὰμ ἄκουσε πὼς θὰ κουράζεται γιὰ νὰ βγάζει τὸ ψωμί του μιὰ κι ἡ γῆ δὲ θὰ τὸν ἀναγνωρίζει πιὰ γιὰ κύριο της, ἀλλὰ θὰ τὸν ἀντιμάχεται. Καὶ ὅταν πεθάνει, τὸ σῶμα του ποὺ εἶναι χωμάτινο, θὰ ἐπιστρέψει μέσα της.

Ἀλλὰ ὁ Θεὸς μαζὶ μὲ ὅσα λυπηρὰ τοὺς ἀναγγέλλει, τοὺς χαρίζει μία καινούργια εὐλογία γιὰ νὰ ἁπαλύνει τὸν πόνο καὶ νὰ τοὺς παρηγορήσει. Φωτίζει τὸν Ἀδὰμ γιὰ νὰ ὀνομάσει τὴ γυναῖκα του Εὔα, ποὺ σημαίνει Ζωή. (Διότι ἔξω ἀπὸ τὸν Παράδεισο θὰ εἶχαν τὴν παρηγοριὰ ποὺ δίνει μία καινούργια ζωή. Δηλαδή, θὰ γνώριζαν τὴν ἐλπίδα, μέσα ἀπὸ τὰ παιδιὰ ποὺ θὰ ἔφερναν στὸν κόσμο).

Ἔτσι οἱ πρωτόπλαστοι, ντυμένοι μὲ δερμάτινους χιτῶνες, ποὺ ὁ Θεός τους ἑτοίμασε, θὰ κατοικήσουν ἔξω ἀπὸ τὸν Παράδεισο, ἀπέναντί του, γιὰ νὰ θυμοῦνται τί ἔχασαν μὲ τὴν ἀνυπακοή τους.

Τὰ Χερουβὶμ στέκονται φρουροὶ τοῦ Παραδείσου, φυλάγοντας τὴν πύλη του μὲ πύρινες λόγχες καὶ δὲν τοὺς ἀφήνουν νὰ πλησιάσουν πιὰ τὸ δέντρο τῆς Ζωῆς ποὺ χαρίζει τὴν ἀθανασία.

Νὰ ποὺ τοὺς ὁδήγησε ἡ ἀπιστία τους στὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Στὴν ἀνυπακοή, παραβλέποντας τὴν ἐντολή. Στὸν ἐγωισμό τους, βάζοντας τὸ θέλημά τους πάνω ἀπὸ ἐκεῖνο τοῦ Θεοῦ. Τὸ δὲ ἀποτέλεσμα τῆς ἀνυπακοῆς τους ἦταν τὰ βάσανα, οἱ κόποι καὶ οἱ στεναχώριες τῆς ζωῆς. Οἱ ἀρρώστιες, οἱ πόνοι, τὰ γεράματα. Ἡ συνέπεια τῆς ἁμαρτίας αὐτῆς ποὺ ἡ ἐκκλησία μας ὀνομάζει «προπατορικὸ ἁμάρτημα» ἦταν ὁ θάνατος ὄχι μόνο γιὰ αὐτούς, ἀλλὰ καὶ γιὰ τοὺς ἀπογόνους τους, δηλαδὴ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους!

Ἡ ἐκκλησία μας, μᾶς ὑπενθυμίζει τὴν ἐξορία τῶν πρωτοπλάστων γιὰ μιὰ ὁλόκληρη ἑβδομάδα, ξεκινῶντας ἀπὸ τὴν Κυριακή της Τυρινῆς, δηλαδὴ τὴν πρώτη ἑβδομάδα τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Καὶ τὸ κάνει αὐτὸ γιὰ νὰ συνειδητοποιήσουμε ὅτι μαζὶ μὲ τοὺς πρωτοπλάστους ἐξοριστήκαμε καὶ ὅλοι μας ἀπὸ τὸν παράδεισο! Πῶς θὰ γυρίσουμε πίσω στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ;

Ἂς κρατήσουμε ἕνα μήνυμα ἀπὸ τὴν περιπέτεια τῶν πρωτοπλάστων.

Ὁ Χριστὸς ἄνοιξε τὸν παράδεισο γιὰ χάρη μας, μὲ τὰ Πάθη, τὴ Σταύρωση, τὴν Ταφὴ καὶ τὴν Ἀνάστασή Του! Ἀρκεῖ νὰ κάνουμε σωστὰ ὅτι ἔκαναν λάθος οἱ πρωτόπλαστοι. Δηλαδὴ νὰ ταπεινώνουμε τὸν ἐγωισμό μας, νὰ ὑπακοῦμε στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ μετανιώνουμε εἰλικρινά.

Καλὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Καλὴ Μετάνοια, καλὴ δύναμη.

 

(Ἀπὸ τὰ μαθήματα τοῦ κατηχητικοῦ τῆς ἐνορίας μας! )

 


ΑΙΡΕΤΙΚΕΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΕΣ

ΓΙΑ ΤΗΝ

ΥΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΟ ΜΑΡΙΑ

Ἡ αἵρεση τοῦ Παπισμοῦ μὲ τὶς καινοφανεῖς καὶ αἱρετικὲς διδασκαλίες/δόγματα ποὺ ἔχει εἰσάγει καὶ καθιερώσει σχετικὰ μὲ τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο, διαστρέφει τὴ διδασκαλία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, μολύνει τὴν ὀρθὴ πίστη καὶ βλασφημεῖ τὸ πάνσεπτο πρόσωπο της.

Ἀκολούθως, παρουσιάζονται οἱ αἱρετικὲς διδασκαλίες τοῦ Παπισμοῦ ὡς πρὸς τὴ Θεοτόκο , οἱ ὁποῖες ἀποδεικνύουν τὶς χαοτικὲς διαφορὲς μεταξὺ τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας καὶ τῆς αἵρεσης τοῦ Παπισμοῦ.

α) Ἡ Μαριολατρεία

Στὴ διδασκαλία γιὰ τὴν Θεοτόκο, ὁ Παπισμὸς θεοποιεῖ τὴν Παναγία καὶ διδάσκει ὅτι ἡ Παναγία εἶναι Θεός, Μαριολατρεία .

Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἡ ὁποία σέβεται καὶ ὑμνεῖ τὴν Θεοτόκο μὲ τόσους ὕμνους, δὲν κάνει τὴν Παναγία Θεά, ἀλλὰ τὴν τοποθετεῖ μετὰ τὴ Θεότητα, «τὰ δευτερεία τῆς Τριάδος ἡ ἔχουσα».

Ὁ ὁμότιμος Καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ. Πρωτοπρ. Θεόδωρος Ζήσης σημειώνει στὸ ἄρθρο μὲ τίτλο «ἡ ἁγιότητα καὶ ἡ ἀναμαρτησία τῆς Θεοτόκου» (Θεοδρομία, Ἰανουάριος-Μάρτιος 1999):

«Στὴν διδασκαλία γιὰ τὴν Θεοτόκο ὑπάρχουν δύο ἀκρότητες. Ἡ Ὀρθόδοξος ἐκκλησία εἶναι ἀνάμεσα, ἀκολουθεῖ τὴ χρυσῆ ὁδό. Ποιές εἶναι οἱ δύο αὐτὲς ἀκρότητες; Ἡ μιὰ ἀκρότητα εἶναι αὐτὴ ἡ ὁποία ὑπερεξαίρει τὴν Παναγία, κάνει τὴν Παναγία Θεά, θεοποιεῖ τὴν Παναγία, εἶναι ἡ Μαριολατρεία. Διδάσκει ὅτι ἡ Παναγία εἶναι Θεός, καὶ αὐτὴ τὴν τάση ὑπηρετεῖ ἡ διδασκαλία τῆς Ρωμαϊκῆς ἐκκλησίας, τῆς Παπικῆς ἐκκλησίας, περὶ τοῦ ὅτι ἡ Παναγία εἶναι ἄσπιλη, τὴν ἐξισώνει μὲ τὸν Χριστό, ἕνα πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος.

Στὸ ἄλλο ἄκρο εἶναι ὁ λεγόμενος Ἀντιδικομαριανισμός, οἱ ἀντίθετοι, οἱ ἀντίδικοι τῆς Μαρίας, οἱ ἐχθροὶ τῆς Μαρίας, στὴν ἐποχή μας οἱ Προτεστάντες.

Ἀνάμεσα λοιπὸν στὶς δύο αὐτὲς τάσεις, ἀπὸ τὴν μιὰ πλευρά της Μαριολατρείας τοῦ Παπισμοῦ καὶ τῆς ἐχθρότητος πρὸς τὴν Παναγία, τῆς μειώσεως τῆς Παναγίας, τῶν Προτεσταντῶν εἶναι ἡ δική μας ἡ Ὀρθόδοξη ἐκκλησία, ἡ ὁποία σέβεται καὶ τιμᾶ καὶ ὑμνεῖ τὴν Θεοτόκο μὲ τόσους ὕμνους, ὅπως ἀκούσαμε, δὲν κάνει ὅμως τὴν Παναγία Θεά3. Τὴν τοποθετεῖ μετὰ τὴ Θεότητα. «τὰ δευτερεία τῆς Τριάδος ἡ ἔχουσα». Οἱ ἱερεῖς μνημονεύουμε πρῶτα τὸν Χριστὸ καὶ μετὰ τὴν Παναγία».

β) Δόγμα περὶ τῆς «ἀσπίλου συλλήψεως» (immaculata conceptio) τῆς Θεοτόκου (Πάπας Πίος Θ’, 1854)

Σύμφωνα μὲ τὸ δόγμα περὶ τῆς «ἀσπίλου συλλήψεως», ἡ Θεοτόκος συνελήφθη ἀπὸ τοὺς γονεῖς τῆς Ἰωακεὶμ καὶ Ἀννα «ἀσπίλως», ὁπότε ἦταν ἀπαλλαγμένη ὄχι μόνον τῶν προσωπικῶν ἁμαρτιῶν, ἀλλὰ καὶ αὐτοῦ τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος, τοῦ μεταδιδομένου διὰ τῆς φυσικῆς γεννήσεως σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους.

Ἡ αἱρετικὴ αὐτὴ διδασκαλία δὲν ἔχει κανένα στήριγμα στὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ στὴν Πατερικὴ Παράδοση καὶ προσβάλλει τὴν μοναδικότητα τῆς ὑπερφυοῦς Γεννήσεως τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ (καθὼς ἡ μόνη ἄσπιλος καὶ ὑπερφυὴς σύλληψη εἶναι ἡ ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καὶ ἄνευ σπορᾶς σύλληψη καὶ γέννηση τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ ἐκ τῆς Παρθένου Μαρίας).

Ὁ ὁμότιμος Καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ. Πρωτοπρ. Θεόδωρος Ζήσης σημειώνει στὸ ἄρθρο μὲ τίτλο «Ἡ διδασκαλία περὶ «ἀσπίλου συλλήψεως» τῆς Θεοτόκου ὑπὸ τῶν Παπικῶν» (2010):

«Μεταξὺ τῶν καινοφανῶν καὶ αἱρετικῶν δογμάτων τοῦ Παπισμοῦ συγκαταλέγεται καὶ ἡ διδασκαλία περὶ τῆς «ἀσπίλου συλλήψεως» (immaculata conceptio) τῆς Θεοτόκου. Σύμφωνα μὲ αὐτὴν ἡ Θεοτόκος ἦτο ἀπηλλαγμένη ὄχι μόνον τῶν προσωπικῶν ἁμαρτιῶν, ἀλλὰ καὶ αὐτοῦ τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος, τοῦ μεταδιδομένου διὰ τῆς φυσικῆς γεννήσεως εἰς πάντας τοὺς ἀνθρώπους.

Συνελήφθη δηλαδὴ ἀπὸ τοὺς γονεῖς τῆς Ἰωακεὶμ καὶ Ἀννα «ἀσπίλως», χωρὶς νὰ τῆς μεταδοθεῖ τὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα. ῾Ἡ αἱρετικὴ αὐτὴ διδασκαλία ἐπὶ αἰῶνες ἀπερρίπτετο καὶ ἀπὸ μεγάλους παπικοὺς θεολόγους, ὅπως π.χ. ὁ Θωμᾶς ὁ Ἀκινάτης, διότι ἐκτὸς τοῦ ὅτι δὲν ἔχει κανένα ἔρεισμα στήν ῾Ἁγία Γραφὴ καὶ στὴν Πατερικὴ Παράδοση, προσβάλλει τὴν μοναδικότητα τῆς ὑπερφυοῦς Γεννήσεως τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Μόνον ὁ Χριστὸς ἐγεννήθη ἀσπίλως, διέκοψε τὴν διὰ τῆς φυσικῆς γεννήσεως διαδοχικὴ μετάδοση τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος, διότι ἡ ἰδική του σύλληψη δὲν ἦταν φυσική, ἀλλὰ ὑπερφυσική, δὲν συνελήφθη ἐκ θελήματος καὶ ἐκ τῆς συναφείας ἀνδρὸς καὶ γυναικός, ἀλλὰ ἀσπόρως «ἐκ Πνεύματος ῾Ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς Παρθένου». ῾Ἡ ῾Ὑπεραγία Θεοτόκος ἦτο «ἀπείρανδρος» καὶ «ἀπειρόγαμος», δὲν εἶχε δηλαδὴ πεῖρα ἀνδρὸς καὶ γάμου, καὶ ἦταν ἀκόμη «ἄνανδρος», δὲν εἶχε σύζυγο, ἄνδρα. Ὁ Ἰωσὴφ ὁ Μνήστωρ ἦταν ἁπλῶς προστάτης καὶ κηδεμών, γι αὐτὸ καὶ ὅταν διεπίστωσε ὅτι ἦτο ἔγκυος, μὴ γνωρίζων ἀκόμη τὴν θαυμαστὴν ἐκ Πνεύματος ῾Ἁγίου σύλληψη, σκέφθηκε νὰ τὴν διώξει, «ἐβουλήθη λάθρα ἀπολῦσαι αὐτὴν» (Μάτθ. 1, 18- 19). Ἡ Θεοτόκος κατὰ θαυμαστὸ τρόπο ἐγέννησε, ἐνῷ ἦταν παρθένος, ἀλλὰ καὶ μετὰ τὸν τόκο ἐπίσης παρθένος, τριπάρθενος καὶ ἀειπάρθενος· πρὸ τοῦ τόκου, ἐν τῷ τόκῳ καὶ μετὰ τὸν τόκον.

Δὲν συνέβη τὸ ἴδιο καὶ μὲ τὴν σύλληψη καὶ γέννηση τῆς ῾Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Ἐγεννήθη βέβαια μὲ θαῦμα ἀπὸ στείρους καὶ ἡλικιωμένους γονεῖς, τὸν Ἰωακεὶμ καὶ τὴν Ἀννα, κατὰ τὰ ἄλλα ὅμως ἦσαν ὅλα φυσικὰ· ὑπῆρξε συνάφεια ἀνδρὸς καὶ γυναικός, συζυγία καὶ σπορὰ· ἡ θεοπρομήτωρ Ἀννα δὲν ἦταν ἀπείρανδρος καὶ ἀπειρόγαμος καὶ ἄνανδρος, οὔτε παρθένος· εἶχε σύζυγο τὸν Ἰωακεὶμ· ἡ σύλληψη τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου δὲν ἦταν ἄσπορος, ἀλλὰ ἐκ σπέρματος τοῦ πατρὸς τῆς Ἰωακείμ, ὅπως ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Γι αὐτὸ καὶ μεταδόθηκε καὶ εἰς Αὐτὴν τὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα. Ἡ μόνη ἄσπιλος καὶ ὑπερφυὴς σύλληψη εἶναι ἡ ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καὶ ἄνευ σπορᾶς σύλληψη καὶ γέννηση τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ ἐκ τῆς Παρθένου Μαρίας. Εἶναι ὁ μόνος ἀναμάρτητος καθ ὅλα, ὁ τελείως καὶ ἀπολύτως ἀναμάρτητος. ῾Ἡ ῾Ὑπεραγία Θεοτόκος εἶναι σχετικῶς ἀναμάρτητη, ὡς μετέχουσα τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος.

Παρὰ ταῦτα, ἐνώπιον τόσον σαφοῦς ἐκκλησιαστικῆς διδασκαλίας, ὑποστηριζομένης καὶ ὑπὸ πολλῶν παπικῶν θεολόγων, ὁ πάπας Πίος ὁ Θ´ δὲν ἐδειλίασε, ἀλλὰ αὐθαιρέτως καὶ ἐγωϊστικὼς καινοτομὼν ὕψωσεν εἰς δόγμα τὸ ἔτος 1854 τὴν περὶ «ἀσπίλου συλλήψεως» διδασκαλία, προσθέσας καὶ ἄλλην αἵρεση στὶς πολλὲς ἄλλες αἱρέσεις τοῦ Παπισμοῦ».

γ) Δόγμα περὶ τῆς «ἐνσώματης ἀναλήψεως» τῆς Θεοτόκου (Πάπας Πίος ΙΒ’, 1950)

Φυσικὴ συνέπεια τοῦ πρώτου δόγματος περὶ τῆς «ἀσπίλου συλλήψεως» τῆς Θεοτόκου, ἀποτελεῖ τὸ ἕτερο αἱρετικὸ δόγμα τοῦ Παπισμοῦ περὶ τῆς «ἐνσώματης ἀναλήψεως» τῆς Θεοτόκου, σύμφωνα μὲ τὸ ὁποῖο ἡ Παναγία δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ πεθάνει, νὰ ὑποστεῖ σωματικὸ θάνατο, χωρισμὸ ψυχῆς καὶ σώματος, ἀλλὰ ἀναλήφθηκε σωματικῶς.

Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία κάνει λόγο γιὰ Κοίμηση τῆς Θεοτόκου, δηλαδὴ πραγματικὸ θάνατο, χωρισμὸ ψυχῆς καὶ σώματος, καὶ γιὰ Μετάσταση τῆς Θεοτόκου, δηλαδὴ Ἀνάσταση, ἕνωση ψυχῆς καὶ σώματος, καὶ Ἀνάληψη κοντὰ στὸν Υἱό της.

Ὁ Πρωτοπρεσβ. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος σημειώνει στὸ ἄρθρο μὲ τίτλο «Δογματικὲς διαφορὲς Ἐκκλησίας καὶ παπισμοῦ σχετικὰ μὲ τὸ πρόσωπο τῆς Κυρίας Θεοτόκου» (Ἰούλιος 2013):

«Ἕτερο αἱρετικὸ δόγμα τοῦ Παπισμοῦ σχετικὰ μὲ τὴν Θεοτόκο εἶναι τὸ δόγμα περὶ τῆς «ἐνσώματης ἀναλήψεως τῆς Θεοτόκου», τὸ ὁποῖο καθιερώθηκε τὸ 1950 ἐπὶ Πάπα Πίου τοῦ ΙΒ΄. Τὸ δόγμα αὐτὸ εἶναι φυσικὴ συνέπεια τοῦ πρώτου δόγματος τῆς «ἀσπίλου συλλήψεως τῆς Θεοτόκου». Ἀφοῦ δηλ. ἡ Παναγία ἦταν ἀπηλλαγμένη ἀπὸ τὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα καὶ εἶναι, κατ’αυτούς, Θεά, δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ πεθάνει, νὰ ὑποστεῖ σωματικὸ θάνατο, χωρισμὸ ψυχῆς καὶ σώματος, ἀλλὰ ἀναλήφθηκε σωματικῶς.

Ἡ Ὀρθόδοξος, ὅμως, Ἐκκλησία κάνει λόγο γιὰ Κοίμηση τῆς Θεοτόκου, δηλ. πραγματικὸ θάνατο, χωρισμὸ ψυχῆς καὶ σώματος, καὶ γιὰ Μετάσταση τῆς Θεοτόκου, δηλ. Ἀνάσταση, ἕνωση ψυχῆς καὶ σώματος, καὶ Ἀνάληψη κοντὰ στὸν Υἱό της. Αὐτὸ ἀποτελεῖ μία κατὰ Χάριν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ διαφύγει ἡ Θεοτόκος τὴν διαφθορὰ τοῦ θανάτου, καὶ μία κατὰ πρόληψη πραγμάτωση τῆς Ἀναστάσεως. Ἄλλωστε, τόσο ὁ ἱερὸς Αὐγουστῖνος ὅσο καὶ ὁ Θωμᾶς Ἀκινάτης καὶ ἄλλοι λατῖνοι διδάσκαλοι δὲν δέχονται ὅτι ἡ Θεοτόκος ἦταν ἀπαλλαγμένη ἀπὸ τὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα, γι’αυτό καὶ ἦταν ἀναπόφευκτος καὶ ὁ φυσικὸς θάνατός της».

 

ΥΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΕ ΣΩΣΟΝ ΗΜΑΣ

ΥΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΕ ΠΡΕΣΒΕΥΕ ΥΠΕΡ ΗΜΩΝ




 

 

 

 

Πρς Θεο! χι λλο σχίσμα!


 

Τὴν Κυριακή 31 Μαρτίου, ἡμέρα ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα ἀπὸ τοὺς Παπικοὺς καὶ Προτεστάντες, ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος ἀπηύθυνε σ᾿ αὐτοὺς «ἐγκάρδιο χαιρετισμὸ ἀγάπης».

Δὲν ἀρκέσθηκε ὅμως σ᾿ αὐτό, ἀλλά, ἐπειδὴ κατὰ τὸ 2025 συμπίπτει ὁ ἑορτασμὸς τοῦ Πάσχα μὲ τοὺς δυτικοὺς Χριστιανούς, εὐχήθηκε αὐτὴ ἡ συγκυρία «νὰ μὴ ἀποτελέση μίαν εὐτυχῆ ἁπλῶς σύμπτωσιν, ἕνα τυχαῖο συγκυριακὸ γεγονός, ἀλλὰ τὴν ἀπαρχὴ τῆς καθιερώσεως κοινῆς ἡμερομηνίας γιὰ τὸν ἑορτασμό του κατ᾿ ἔτος ὑπὸ τῆς Ἀνατολικῆς καὶ Δυτικῆς Χριστιανοσύνης, ἐν ὄψει καὶ τῆς ἐπετείου συμπληρώσεως 1700 χρόνων, τὸ 2025, ἀπὸ τῆς συγκλήσεως τῆς ἐν Νικαίᾳ Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἡ ὁποία, μεταξὺ ἄλλων, ἀσχολήθηκε καὶ μὲ τὸ ζήτημα τῆς ρυθμίσεως τοῦ χρόνου ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα. Εἴμαστε αἰσιόδοξοι, καθὼς ἑκατέρωθεν ὑπάρχει ἡ πρὸς τοῦτο καλὴ θέλησις καὶ προθυμία».

Πρόσθεσε δὲ ὅτι «ἀποτελεῖ σκάνδαλον ὁ χωριστὸς ἑορτασμὸς τοῦ μοναδικοῦ γεγονότος τῆς μιᾶς Ἀναστάσεως τοῦ Ἑνὸς Κυρίου!».

Ὄχι, Παναγιώτατε! Ὄχι! Κάνετε πολὺ μεγάλο λάθος!

Σκάνδαλο δὲν ἀποτελεῖ ὁ χωριστὸς ἑορτασμὸς τοῦ Πάσχα. Σκάνδαλο μέγα καὶ φριχτὸ ἀποτελεῖ ἡ ἀποστασία τῆς δυτικῆς Χριστιανοσύνης ἀπὸ τὴ μία καὶ ἀκίβδηλη πίστη τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Σκάνδαλο ἀποτελεῖ ἡ πλήρης ἀποχριστιανοποίηση τοῦ Προτεσταντισμοῦ. Σκάνδαλο ἀποτελεῖ ἡ ἑωσφορικὴ ἀξίωση τοῦ Πάπα νὰ θεωρεῖται ἀλάθητος καὶ ἀπόλυτος ἐξουσιαστὴς ὅλης τῆς Ἐκκλησίας.

Γι᾿ αὐτὸ ὁ χωριστὸς ἑορτασμὸς τοῦ Πάσχα μὲ αὐτοὺς δὲν εἶναι σκάνδαλο, εἶναι εὐλογία. Καὶ εἶναι εὐλογία, διότι ἀποτελεῖ ἔμπρακτη βεβαίωση ὅτι δὲν ἔχουμε τὴν ἴδια πίστη, ὅτι ἐκεῖνοι ἔχουν προδώσει τὴν ἀλήθεια καὶ ὅτι οἱ Ὀρθόδοξοι παραμένουμε ἀμετακίνητοι «τῇ ἅπαξ παραδοθείσῃ τοῖς ἁγίοις πίστει» (Ἰούδα, στίχ. 3). Παραμένουμε πιστοὶ στὴν ἀπαρασάλευτη προσταγὴ τῶν θεοφόρων Πατέρων τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, οἱ ὁποῖοι νομοθέτησαν νὰ ἑορτάζεται τὸ Πάσχα τὴν πρώτη Κυριακὴ μετὰ τὴν πρώτη Πανσέληνο ἀπὸ τὴν ἐαρινὴ ἰσημερία, ἡ ὁποία προσδιορίσθηκε τότε τὴν 21η Μαρτίου καὶ αὐτὴν κρατοῦμε στὴ διάρκεια τῶν αἰώνων, ἀνεξαρτήτως τοῦ ὅτι ἀστρονομικῶς ἔχει ἐπέλθει μεταβολὴ ὁρισμένων ἡμερῶν.

Αὐτὴ ἡ διάταξη δὲν ἐπιτρέπεται νὰ μεταβληθεῖ ἀπὸ κανέναν. Ὁ ἑορτασμὸς τῶν 1700 χρόνων τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου θὰ εἶναι ἀδιανόητο νὰ ἀποτελέσει ἐφαλτήριο προδοσίας της. Διότι δὲν ἀμφιβάλλουμε ὅτι ἡ ὅλη κίνηση κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα χρησιμοποιεῖται ὡς πρῶτο βῆμα ἑνώσεως στὴν πράξη μὲ τοὺς αἱρετικούς, χωρὶς αὐτοὶ νὰ ἔχουν ἀπαρνηθεῖ τὶς θεομίσητες πλάνες τους.

Ἄς μὴν ἀμφιβάλλουμε. Ἂν ἀποτολμηθεῖ ἀλλαγὴ ἐορτασμοῦ τοῦ Πάσχα, αὐτὴ θὰ προξενήσει νέα σχίσματα. Φθάνουν ὅμως τὰ ἤδη ὑπάρχοντα. Μὴ δημιουργήσουμε καὶ ἕνα ἀκόμη. Ἂς προσπαθήσουμε νὰ ἐπουλώσουμε τὴν πληγὴ τοῦ Οὐκρανικοῦ καὶ νὰ θεραπεύσουμε τὸ βαθὺ τραῦμα τοῦ Παλαιοημερολογητισμοῦ. Αὐτὰ εἶναι ποὺ μᾶς πληγώνουν, τοὺς Ὀρθοδόξους.

Τυχὸν ἐνέργεια ἀλλαγῆς τοῦ Πασχαλίου εἴμαστε βέβαιοι ὅτι θὰ συναντήσει ὁμόφωνη τὴν ἀντίδραση τῶν Ἐπισκόπων τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Καὶ ἐμεῖς θὰ συνταχθοῦμε μαζί τους μὲ ὅλη μας τὴν ὕπαρξη.

Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”