Παρασκευή, Οκτωβρίου 11, 2024

 

Ἅγιος Θεοφάνης ὁ Γραπτός

Ὁ Μεγάλος Ὁμολογητής τῆς Ὀρθοδοξίας μας

(11 Οκτωβρίου )

 



ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητοῦ

 

Μιά ἀπό τίς ἡρωικότερες περιόδους τῆς ἐκκλησιαστικῆς μας ἱστορίας εἶναι καί ἡ περίοδος της εἰκονομαχίας (726-842), κατά τήν ὁποία ἀνεδείχθησαν πλῆθος ὁμολογητῶν τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως. Ὑπερασπίσθηκαν μέ σθένος τήν Ὀρθοδοξία, ὀρθώνοντας τό ἀνάστημά τους στούς διῶκτες τῶν Ἱερῶν Εἰκόνων, οἱ ὁποῖοι ἔχοντας τήν αὐτοκρατορική δύναμη, δίωκαν μέ μανία τούς ὁμολογητές τῆς Ὀρθοδοξίας.

Ἕνας ἀπό αὐτούς ὑπῆρξε ὁ ἅγιος Θεοφάνης ὁ ἐπονομαζόμενος Γραπτός. Γεννήθηκε στήν Παλαιστίνη τό 745. Πατέρας του ἦταν...ὁ εὐσεβής Ἰωαννάς, ὁ ὁποῖος φρόντισε νά μεταδώσει, τόσο στόν ἴδιο, ὅσο καί στόν ἀδελφό του Θεόδωρο τήν εὐσέβεια. Φρόντισε ἐπίσης νά τούς μορφώσει, στέλνοντάς τους στή φημισμένη Μονή τοῦ Ἁγίου Σάββα, κοντά στό σοφό διδάσκαλο Γέροντα Μιχαήλ, νά σπουδάσουν τήν ἱερή ἐπιστήμη τῆς Θεολογίας, καθώς καί ἀρχαία Ἑλληνικά, γραμματική, ποίηση, μουσική κλπ.

 

Τά δύο ἀδέλφια ἔδειξαν ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον καί ἐπιμέλεια στίς σπουδές τους καί ἐπίσης μυήθηκαν στήν ὀρθόδοξη πνευματικότητα καί στό μοναχικό ἀσκητικό πνεῦμα. Ὁ δάσκαλός τους Μιχαήλ τό 811 τους πῆρε μαζί του, ὡς ὑποτακτικούς του στή Μονή τῶν Σπουδαίων, κοντά στό ναό τῆς Ἀναστάσεως. Κατόπιν ὁ Πατριάρχης Θωμᾶς τους χειροτόνησε ἱερεῖς καί τούς ἔστειλε πρέσβεις στήν Κωνσταντινούπολη καί στή Ρώμη, προκειμένου νά στηρίξουν τούς διωκόμενους Ὀρθοδόξους ἀπό τούς διῶκτες τούς εἰκονομάχους, ἀλλά καί νά ζητήσουν τή στήριξη γιά τίς ἀπειλές καί τίς διώξεις πού ἀσκοῦσαν οἱ Ἄραβες μουσουλμᾶνοι κατά τοῦ Πατριαρχείου τῶν Ἱεροσολύμων. Ἐγκαταστάθηκαν στήν περίφημη Μονή τῆς Χώρας.

 

Ἀλλά, λίγο ἀργότερα, τό 815 πέθανε ὁ αὐτοκράτορας Μιχαήλ Ἀ΄ Ραγκαβές (811-813) καί ἀνέβηκε στό θρόνο ὁ Λέων Ε΄ ὁ Ἀρμένιος (813-820), ὁ ὁποῖος ἐγκαινίασε τή δεύτερη περίοδο τῆς εἰκονομαχικής ἔριδας. Διέταξε τήν πλήρη ἀπαγόρευση προσκύνησης καί τιμῆς τῶν Ἱερῶν Εἰκόνων, ἀκόμα καί μέ τήν ποινή τοῦ θανάτου, τήν καταστροφή ὅλων τῶν Εἰκόνων καί τό ἀσβέστωμα τῶν τοιχογραφιῶν τῶν ναῶν. Τότε τά δύο ἀδέλφια, Θεοφάνης καί Θεόδωρος, μαζί μέ το δάσκαλό του Μιχαήλ, παρουσιάστηκαν στόν ἀσεβῆ αὐτοκράτορα καί τόν ἤλεγξαν γιά τό διάταγμά του. Ὁ Λέων, ὄχι μόνον δέν ἔδειξε σημάδια συνετισμοῦ, ἀλλά διέταξε τόν ἄγριο βασανισμό τους. Τούς μαστίγωσαν ἄγρια καί τούς ἔκλεισαν στή φυλακή. Ἀφοῦ ἀπέκρουσαν καί τίς προσπάθειες τοῦ μελλοντικοῦ εἰκονομάχου Πατριάρχη Ἰωάννου Γραμματικοῦ, νά συμμορφωθοῦν μέ τό αὐτοκρατορικό διάταγμα, τούς ξεχώρισαν. Ἔκλεισαν τά δύο ἀδέλφια σέ ἕνα φρούριο στό Βόσπορο, στερῶντας τούς ἀκόμα καί τήν τροφή.

 

Μετά τή δολοφονία τοῦ Λέοντα (820) κόπασαν οἱ διωγμοί τῶν Ὀρθοδόξων καί τά δύο ἀδέλφια ἐγκαταστάθηκαν στήν Ἱερά Μονή Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ  τοῦ Σωσθενίου στό Βόσπορο, οἱ ὁποῖοι μέ τόν ὑποδειγματικό ἀσκητικό τους ἀγῶνα καί τίς πολλές ἐπιστολές τους στερέωσαν τήν ὀρθόδοξη πίστη. Ἀλλά τό 829 ἀνέβηκε στό θρόνο ὁ ἐπίσης φανατικός εἰκονομάχος αὐτοκράτορας Θεόφιλος (829-842), ὁ ὁποῖος ἐγκαινίασε νέα σφοδρή εἰκονομαχική περίοδο, καταδιώκοντας ἀπηνῶς τούς ὁμολογητές Ὀρθοδόξους. Τά δυό ἀδέλφια ἐξορίστηκαν στή νῆσο Ἀφουσία, τό 834, μαζί μέ ἄλλους ὀρθοδόξους ὁμολογητές. Ἐπειδή δέν πειθάρχησαν, καί ἀσκοῦσαν σφοδρή κριτική κατά τῶν εἰκονομάχων καί τοῦ Παλατίου, κλήθηκαν τό 836 σέ νέα ἀνάκριση ἀπό τόν αὐτοκράτορα. Οἱ δύο ὁμολογητές μοναχοί ἤλεγξαν καί πάλι μέ θάρρος καί παρρησία τόν ἀσεβῆ αὐτοκράτορα, ὁμολογῶντας τήν ὀρθόδοξη πίστη. Ὑποβλήθηκαν καί πάλι σέ νέα βασανιστήρια. Μέ πυρωμένο σίδερο ἔγραψαν στά μέτωπά τους δώδεκα ἰμαβικούς στίχους, μέ τήν αἰτία τῶν διώξεών τους. Γι' αὐτό ὀνομάστηκαν ἀπό τότε Γραπτοί.  Στή συνέχεια τούς ἔριξαν στήν πιό ὑγρή καί σκοτεινή φυλακή τοῦ Πραιτωρίου, μέ στόχο νά πεθάνουν ἀπομονωμένοι. Τότε πῆραν ἐπιστολές παρηγορητικές ἀπό το δάσκαλό τους Μιχαήλ καί τόν ἅγιο Μεθόδιο, ἐνθαρρύνοντας τούς νά ὑπομείνουν ὡς τέλους τά μαρτύρια. Σέ λίγο καιρό τους ἔστειλαν σέ νέα ἐξορία στήν Ἀπάμεια τῆς Βιθυνίας (Μουδανιά), ὅπου ὅμως ἔγιναν ἐνθουσιωδῶς δεκτοί ἀπό το λαό. Ὁ Θεόδωρος, κοιμήθηκε τό 838, ἐξουθενωμένος ἀπό τίς κακουχίες. Ὁ ἀδελφός του Θεοφάνης, ἀψηφῶντας τήν διαταγή τοῦ αὐτοκράτορα, νά μείνει ἄταφο τό σῶμα του, τό ἐνταφίασε, συνθέτοντας καί ἕναν ἐξαίσιο ποιητικό κανόνα.

 

Μετά ἀπό τήν θαρραλέα αὐτή πράξη του, ὁ Θεοφάνης ἐξορίστηκε στή Θεσσαλονίκη, ὅπου ἐργάστηκε δραστήρια γιά τήν ἐπικράτηση τοῦ Ὀρθοδόξου Δόγματος καί τήν ἀπόκρουση τῆς αἱρέσεως της εἰκονομαχίας. Ἀλλά τό 842 πέθανε ὁ ἀσεβής Θεόφιλος καί στό θρόνο ἀνέβηκε ὁ ἀνήλικος γιός τοῦ Μιχαήλ Γ΄ (842-867),   τόν ὁποῖο ἐπιτρόπευε ἡ εὐσεβής αὐτοκράτειρα ἁγία Θεοδώρα, ἡ ὁποία ἔπαυσε ἀμέσως τούς διωγμούς, ἐπανέφερε σέ ἰσχύ τίς ἀποφάσεις τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (787) καί τό 842 ἀναστήλωσε ὁριστικά τίς ἅγιες Εἰκόνες. Παράλληλα ἐπανέφερε ἀπό τήν ἐξορία καί ἔβγαλε ἀπό τίς φυλακές τούς ὁμολογητές τῆς πίστεως. Ὁ Θεοφάνης ἀνακλήθηκε ἀπό τήν ἐξορία καί ὁ Πατριάρχης ἅγιος Μεθόδιος τό 842 τόν χειροτόνησε Μητροπολίτη Νικαίας. Ἐκεῖ πέρασε τό ὑπόλοιπο τοῦ πολυτάραχου ἐπίγειου βίου του, ποιμαίνοντας θεοφιλῶς τό ποίμνιό του, προσευχόμενος καί ἀσκούμενος. Ὡς ἄφθαστος ποιητής καί ὑμνογράφος συνέθεσε πλῆθος ἐκκλησιαστικῶν ὕμνων, οἱ ὁποῖοι ψάλλονται μέχρι σήμερα κατά τίς δεσποτικές καί θεομητορικές ἑορτές καί σέ μνῆμες ἁγίων. Κοιμήθηκε εἰρηνικά την 11η Ὀκτωβρίου τοῦ 845. Ἀνακηρύχτηκε ἅγιος καί ἡ σεπτή μνήμη του ἑορτάζεται τήν ἡμέρα τῆς ὁσιακῆς κοιμήσεώς του.

 

Ὁ ἅγιος Θεοφάνης ὁ Γραπτός συγκαταλέγεται στούς μεγάλους Πατέρες,  Ὁμολογητές καί ὑμνογράφους τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ ὁποῖος ἀφιέρωσε ὁλόκληρη τή ζωή του στήν ὁμολογία καί τήν προάσπιση τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, τῆς μόνης ἀληθινῆς καί σώζουσας πίστεως. Τόσον αὐτός, ὅσο καί οἱ ἄλλοι μεγάλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, εἶναι (πρέπει νά εἶναι) καί σε μᾶς σήμερα τά μεγάλα ζωντανά παραδείγματα, νά μήν κάνουμε τήν παραμικρή ἔκπτωση καί ὑποχώρηση στά θέματα τῆς πίστεως, ὅπως ἔκαμαν καί ἐκεῖνοι!



 

 



Ἀρ­χιμ. Ἀ­θα­να­σί­ου Ἀναστασίου

Προη­γου­μέ­νου Ἱ. Μ. Με­γά­λου Με­τε­ώ­ρου, Ἁγίων Μετεώρων

10 Ὀκτωβρίου 2024

Δημόσια τοποθέτηση γιά τό Διαθρησκευτικό Συνέδριο Τρικάλων

Προσφάτως πληροφορηθήκαμε ὅτι ἡ Διεύθυνση Παιδείας Πολιτισμοῦ καί Ἀθλητισμοῦ τοῦ Δήμου Τρικκαίων διοργανώνει στίς ἀρχές Νοεμβρίου 2024 στά Τρίκαλα διαθρησκευτικό συνέδριο Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, Μουσουλμάνων καί Ἑβραίων. Μάλιστα δέ πρόκειται γιά τό πρῶτο μιᾶς σειρᾶς ἀναλόγων συνεδρίων πού ἕπονται.

Τό σχεδιαζόμενο συνέδριο δέν εἶναι τίποτε ἄλλο, παρά ἡ ἐφαρμογή στήν πράξη τῶν σχεδίων καί τῶν πρακτικῶν τῆς Νέας Ἐποχῆς μέσῳ τοῦ διαθρησκειακοῦ συγκρητισμοῦ καί τῆς πανθρησκείας.

Δέν εἶναι, ἄλλωστε, τυχαῖο ὅτι στήν διοργάνωση τοῦ συγκεκριμένου συνεδρίου πρωτοστατοῦν δύο Ὑπουργοί μέ πρωταγωνιστικό ρόλο στήν μετάλλαξη τῆς πατρίδος μας καί τῆς ὀρθοδόξου πίστεώς μας. Ὁ πρῶτος κ. Κυριάκος Πιερακάκης, μέσῳ τῆς ἐξαρθρώσεως τῆς ἑλληνορθοδόξου παιδείας (Σύνταγμα τῆς Ἑλλάδος) συνεχίζοντας τό καταστρεπτικό καί διαλυτικό ἔργο τῆς προκατόχου του κ. Κεραμέως. Τό καταστροφικό αὐτό κυβερνητικό ἔργο στόν χῶρο τῆς παιδείας, μέσῳ τῆς ἀποχριστιανοποίησης καί ἀφελληνοποίησης, τῆς σεξουαλικῆς διαπαιδαγώγησης ἀκόμη καί στά νήπια, τῆς ἐπιβολῆς τῆς ΛΟΑΤΚΙ ἀτζέντας στά σχολεῖα, καί τόσα ἄλλα, λειτουργεῖ ἀλλοτριωτικά γιά τά παιδιά μέ τραγική συνέπεια, μεταξύ ἄλλων, τήν πρωτοφανή καί τρομακτική αὔξηση τῆς παιδικῆς παραβατικότητας καί ἐγκληματικότητας!!!

Ὁ δεύτερος, κ. Δημήτριος Παπαστεργίου, συνεχίζοντας μέ ἰδιαίτερο ζῆλο τό ἔργο τοῦ προκατόχου του κ. Πιερακάκη στό Ὑπουργεῖο Ψηφιακῆς Διακυβέρνησης, μέσῳ τοῦ ψηφιακοῦ ὁλοκληρωτισμοῦ καί τῆς ἠλεκτρονικῆς φυλακῆς πού ἐπιχειρεῖ νά ἐπιβάλει στούς πολίτες, μᾶς εἰσάγει στήν χοάνη τῆς Παγκοσμιοποίησης καί τῆς Νέας Ἐποχῆς.

Ἄλλωστε ὁ πολιτικός συγκρητισμός πού ἐκφράζει ἡ Παγκοσμιοποίηση (μέ στόχο μία Παγκόσμια Κυβέρνηση) εἶναι ὁ ἕνας ἀπό τούς δύο μοχλούς στήριξης τῆς Νέας Ἐποχῆς. Ὁ δεύτερος εἶναι ὁ θρησκευτικός συγκρητισμός μέ σκοπό τήν ἐπιβολή τῆς πανθρησκείας.

Γιά τά οὐσιώδη αὐτά τῆς Πίστεώς μας ζητήματα ἔχουμε στό παρελθόν δημοσιεύσει σχετικά κείμενα. Ἡ ἐπικινδυνότητα τῶν θεμάτων καί ἡ συχνότητα μέ τήν ὁποία αὐτά ἀνακύπτουν, μᾶς ἀναγκάζουν νά ἐπανερχόμαστε ἐπωνύμως καί γραπτῶς κάθε φορά πού ἀπαιτεῖται γιά τήν ἐνημέρωση τοῦ πιστοῦ λαοῦ μας.

Τόνιζε χαρακτηριστικά ὁ π. Γεώργιος Μεταλληνός: «Οὐδέποτε μειώθηκε τόσο τό Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καί ἀπειλήθηκε ὁ Χριστιανισμός, ὅσο στά ὅρια τῆς συγκροτούμενης ἀπό τήν “Νέα Ἐποχή” “Πανθρησκείας”. Οἱ συναντήσεις τῆς πανθρησκειακῆς κινήσεως τῆς Ν. Ἐποχῆς (Ἀσσίζη, 1,2 καί 3) [καί ἄλλες πού ἀκολούθησαν] δέν ἀφήνουν πιά ἀμφιβολία. Μέ τή συμμετοχή καί ἐκπροσώπων τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου προωθεῖται ἡ “Πανθρησκεία”, στήν ὁποία ἰσοπεδώνεται καί ἀναιρεῖται κυριολεκτικά τό Πανάγιο Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ συμφυρόμενον μέ ὅλες τίς “κατασκευασμένες” “θεότητες” τοῦ κόσμου τῆς πτώσεως. Ποτέ δέν ἀμφισβητήθηκε τόσο ἄμεσα καί ἀπόλυτα ἡ μοναδικότητα καί ἀποκλειστικότητα τοῦ Χριστοῦ ὡς Σωτήρα τοῦ κόσμου. Καί μόνο γι’ αὐτό εἶναι ἡ “Νέα Ἐποχή” ἡ μεγαλύτερη πρόκληση ἱστορικά γιά τήν Ὀρθοδοξία. Αὐτό, πού δέν πέτυχε ὁ Διάβολος μέ τούς διωγμούς καί τίς αἱρέσεις, τό ἐπιδιώκει τώρα μέ τόν ἀνανεωμένο “οἰκουμενισμό” τῆς Πανθρησκείας»[1].

Δυστυχῶς ὅλοι αὐτοί οἱ διαχριστιανικοί καί διαθρησκειακοί διάλογοι καί συναντήσεις πραγματοποιοῦνται ὄχι ἁπλῶς μέ τήν ἀνοχή, ἀλλά ἀντιθέτως μέ τήν ἐνεργή συμμετοχή καί πρωτοβουλία τῶν Ἐκκλησιαστικῶν ταγῶν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, Πατριαρχῶν καί Ἐπισκόπων, ἀποδεικνύοντας μέ καταφανή τρόπο ὅτι δέν πορεύονται «ἑπόμενοι τοῖς Ἁγίοις Πατράσι» καί δέν ἀκολουθοῦν τίς ἀποφάσεις τῶν Ἁγίων Οἰκουμενικῶν καί Τοπικῶν Συνόδων.

Ὅμως, στήν Ἅγία Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας «οὔτε Πατριάρχαι οὔτε Σύνοδοι ἐδυνήθησαν ποτὲ εἰσαγαγεῖν νέα, διότι ὁ ὑπερασπιστὴς τῆς θρησκείας ἐστιν αὐτὸ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἤτοι αὐτὸς ὁ λαός, ὅστις ἐθέλει τὸ θρήσκευμα αὐτοῦ αἰωνίως ἀμετάβλητον καὶ ὁμοειδὲς τῷ τῶν Πατέρων αὐτοῦ, ὡς ἔργῳ ἐπειράθησαν καὶ πολλοὶ τῶν ἀπὸ τοῦ σχίσματος Παπῶν τε καὶ Πατριαρχῶν Λατινοφρόνων μηδὲν ἀνύσαντες…»[2].

(Μετάφραση: Οὔτε Πατριάρχες, οὔτε Σύνοδοι (Ἱεραρχῶν) μπόρεσαν ποτέ νά εἰσαγάγουν νέα στοιχεῖα (στά ἱερά δόγματα), διότι ὁ ὑπερασπιστής τῆς θρησκείας εἶναι αὐτό τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἤτοι ὁ ἴδιος ὁ λαός, ὁ ὁποῖος θέλει τό θρήσκευμα αὐτοῦ αἰωνίως ἀμετάβλητο καί σύστοιχο μέ τό θρήσκευμα τῶν Πατέρων αὐτοῦ. Πράγμα πού στήν πράξη προσπάθησαν καί πολλοί μετά τό σχίσμα [1054] Πάπες καί Πατριάρχες λατινόφρονες, χωρίς νά ἐπιτύχουν τίποτε).

Γι’ αὐτό καί δέν πρέπει, σέ καμμία περίπτωση, νά ὑπάρξει ἀδράνεια, χαλάρωση, ἐφησυχασμός, φόβος ἤ δειλία ἐκ μέρους τῶν πιστῶν. Ἀπαιτεῖται ἀνδρεῖο καί ἐν Χριστῷ ὁμολογιακό φρόνημα, θάρρος, πνευματική λεβεντιά, ἐπαγρύπνηση, κινητοποίηση, πληροφόρηση καί παρεμβάσεις τέτοιες, πού θά σταθοῦν ἀνάχωμα στόν οἰκουμενιστικό ὀλετήρα τῆς Νέας Ἐποχῆς καί θά ἀναχαιτίσουν τίς ὀλέθριες σκοπιμότητες τοῦ διαχριστιανικοῦ καί διαθρησκειακοῦ Οἰκουμενισμοῦ.

Ὁ μακαριστός καί ἅγιος κληρικός καί μύστης τῶν Ἱερῶν Κανόνων π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος περιέγραφε, ἐδῶ καί πολλές δεκαετίες, μέ τά πιό μελανά γράμματα καί καυτηρίαζε τήν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ:

«Ὑπό τόν ἐπάρατον Οἰκουμενισμόν δέν κρύπτεται ἁπλῶς μία αἵρεσις. Κρύπτεται αὐτή αὕτη ἡ ἄρνησις τοῦ ἀποκαλυπτικοῦ χαρακτῆρος τῆς Χριστιανικῆς Πίστεως... Κατά τοῦτο ὁ Οἰκουμενισμός εἶναι χείρων πάσης αἱρέσεως... Πᾶσαι αἱ χριστιανικαί αἱρέσεις, καί αἱ πλέον βλάσφημοι, οὐδέ διενοοῦντο κἄν νά ἀμφισβητήσωσι τήν μοναδικότητα καί ἀποκλειστικότητα τοῦ Χριστιανισμοῦ ὡς ἀληθείας ἐξ ἀποκαλύψεως... Ἐνῷ διά τόν Οἰκουμενισμόν πᾶσαι αἱ Θρησκεῖαι ἔχουσιν στοιχεῖα ἀληθείας καί στοιχεῖα πλάνης, ὁ δέ Χριστιανισμός δέν ἀποτελεῖ εἰμή μίαν Θρησκείαν μεταξύ τῶν λοιπῶν... Πολλά τέρατα ἐγέννησεν ἐν τοῖς καιροῖς ἡμῶν ὁ Ἅδης, ἀλλ’ ἰσομέγεθες τοῦ Οἰκουμενισμοῦ οὐδέν!»[3].       

 Εἶναι καθῆκον ὅλων μας νά μήν σιωπήσουμε. Εἶναι καθῆκον μας νά ἐκφράσουμε τήν ὀρθόδοξη δογματική μας συνείδηση, τόν διαχρονικό ἁγιοπνευματικό λόγο τῶν Ἁγίων Πατέρων, τῶν Ἁγίων Οἰκουμενικῶν καί Τοπικῶν Συνόδων, τόν αὐθεντικό καί ζωντανό λόγο τῶν συγχρόνων γερόντων μας καί ὅλων ὅσοι παραμένουν πιστοί στήν παράδοση τῆς Ὀρθοδοξίας καί πορεύονται «ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις Πατράσι».

Ἄς μᾶς ἀξιώσει ὁ Πανοικτίρμων Ἅγιος Τριαδικός Θεός μας, μέ τίς πρεσβεῖες τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, τοῦ Ἁγίου Βησσαρίωνος, τοῦ Ἁγίου Οἰκουμενίου (μέλους τῆς πρώτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου, 325 μ.Χ.) καί πάντων τῶν Ἁγιομετεωριτῶν ἁγίων, νά παραμείνουμε πάσῃ δυνάμει καί παντί σθένει «πιστοί ἄχρι θανάτου»[4] στήν παραδεδομένη Ὀρθόδοξη Πίστη μας καί τήν ἀναλλοίωτη ἀλήθεια τῶν Ἁγίων Πατέρων μας.


[1] Πρωτοπρ. Γεωργίου Μεταλληνοῦ, Δοκίμια Ὀρθόδοξης Μαρτυρίας, ἐκδ. Ἄθως, σ. 46

[2] Συνοδική Ἀπόφασις τῶν Ὀρθοδόξων Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς, 1848

[3] Ἀρχιμ. Ἐπιφανίου Θεοδωρόπουλου, Τά δύο ἄκρα (Οἰκουμενισμός καί Ζηλωτισμός), ἐκδ. Ἱεροῦ Ἡσυχαστηρίου Κεχαριτωμένης Θεοτόκου Τροιζῆνος, Ἀθήνα 1997, σελ. 26-27.

[4] Ἀποκ. 2, 10