ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ
(Ἅγιος Λουκᾶς ἀρχιεπίσκοπος Κριμαίας)
Νὰ θυμᾶστε, σᾶς παρακαλῶ, πάντοτε τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ:
«οἱ τελῶναι καὶ αἱ πόρναι προάγουσιν ὑμᾶς εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Μτ. 21,
31).
Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς ἦταν καλεσμένος στὸ σπίτι ἑνὸς
Φαρισαίου Σίμωνα σὲ γεῦμα. Τὸ ἔμαθε μιὰ πόρνη καὶ ἀφοῦ ἀγόρασε πολύτιμο μύρο πῆγε
τρομαγμένη στὸ σπίτι του Σίμωνα. Γονάτισε κοντὰ στὰ πόδια του Ἰησοῦ, τὰ ἔβρεχε
μὲ τὰ δάκρυά της, τὰ σκούπιζε μὲ τὰ μαλλιά της καὶ τὰ ἄλειφε μὲ μύρο. Ὁ Φαρισαῖος
Σίμων τὸ ἔβλεπε καὶ μέσα του κατηγοροῦσε τὸν Ἰησοῦ ἀγανακτῶντας γιὰ τὸ ὅτι ὁ
Κύριος δὲν ἀπομάκρυνε αὐτὴν τὴν ἀκάθαρτη καὶ ἁμαρτωλὴ γυναῖκα. Μέσα του ἔλεγε:
«ὁὗτος εἰ ἦν πρόφήτης, ἐγίνωσκεν ἂν τίς καὶ ποταπὴ ἡ γὺνὴ ἥτις ἅπτεται αὐτοῦ, ὅτι
ἁμαρτωλός ἐστι» (Λκ. 7, 39).
Ὁ Πολυέλεος Υἱὸς τοῦ Θεοῦ κοίταξε μὲ εὐσπλαχνία τὴν
γυναῖκα αὐτὴ καὶ τῆς ἄφησε τὶς πολλές της ἁμαρτίες διότι μετανόησε εἰλικρινὰ καὶ
μὲ ὅλη τὴν καρδιά της ἀγάπησε Αὐτὸν ποὺ εἶναι ὁ Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης.
Στὸ Ναὸ τῶν Ἱεροσολύμων τὴν ὥρα ποὺ προσφέρονταν
θυσίες βρίσκονταν μεταξὺ τῶν ἄλλων ἀνθρώπων ἕνας Φαρισαῖος, ὑπερήφανος γιὰ τὴν
εὐσέβειά του, καὶ ἕνας ἁμαρτωλὸς τελώνης περιφρονημένος ἀπὸ ὅλους. Αὐτὸς δὲν
τολμοῦσε νὰ σηκώσει τὰ μάτια του καὶ χτυπῶντας τὸ στῆθος του ἐπαναλάμβανε μόνο
μία σύντομη εὐχή: «ὁ Θὲὸς ἰλάσθητί μοὶ τῷ ἁμαρτωλῷ» (Λκ. 18, 13). Ὁ ὑπερήφανος
Φαρισαῖος εὐχαριστοῦσε τὸν Θεὸ ὅτι δὲν εἶναι ὅπως αὐτὸ τὸ πλῆθος τῶν ἁμαρτωλῶν ἀνθρώπων
ἢ ὅπως αὐτὸς ὁ τελώνης. Ὅμως αὐτὸν τὸν ταπεινὸ τελώνη ἔβλεπε ἀπὸ τὰ ὕψη τοῦ οὐρανοῦ
καὶ ἄκουγε πῶς ἐκεῖνος χτυπᾶ τὸ στῆθος του, Αὐτὸς ποὺ μὲ τὸ στόμα τοῦ προφήτη Ἠσαΐα
εἶπε: «ἐπὶ τίνα ἐπιβλέψω, ἀλλ᾿ ἢ ἐπὶ τὸν ταπεινὸν καὶ ἡσύχιον καὶ τρέμοντα τὸὺς
λόγους μου» (Ἠσ. 66, 2).
Στὴν ἁμαρτωλὴ γυναῖκα στὸ σπίτι τοῦ Σίμωνα Φαρισαίου
καὶ στὸν τελώνη στὸ Ναὸ τῶν Ἱεροσολύμων πραγματοποιήθηκε ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ
γεμᾶτος πόνο, ἀγάπη καὶ δικαιοσύνη: «ἦλθε γὰρ ὁ Ὑἱὸς τοῦ ἀνθρώπου σῶσαι τὸ ἀπολωλός»
(Μτ. 18, 11). Καὶ ἕνας ἄλλος: «οὐ χρὲίαν ἔχουσιν οἱ ἰσχύοντες ἰατροῦ, ἀλλ᾿ οἱ
κακῶς ἔχοντες» (Μτ. 9, 12). Ὁ Φαρισαῖος ὁ ὁποῖος στὴν προσευχή του ὑποτίμησε τὸν
τελώνη ἦταν ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους ποὺ τοὺς σεβόταν ὁ λαός. Ὅμως ἐπειδὴ
κατέκρινε τὸν τελώνη καὶ ἐπειδὴ ἦταν ὑπερήφανος τὸν κατηγόρησε ὁ Κύριος Ἰησοῦς
Χριστὸς ὁ ὁποῖος εἶπε: «τὸ ἐν ἀνθρώποις ὑψηλὸν βδέλυγμα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ» (Λκ.
16, 15).
Ὅμως ἡ παραβολὴ τοῦ Τελώνου καὶ τοῦ φαρισαίου δὲν λέει
ὅτι ὁ Φαρισαῖος ἔφυγε ἀπὸ τὸ Ναὸ κατηγορημένος ἀλλὰ λιγότερο δικαιωμένος ἀπὸ τὸν
Θεὸ παρὰ ὁ τελώνης. Αὐτὴ εἶναι ἡ ὕψιστη δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ. Στὰ μάτια Του ἀκόμα
καὶ ἡ τέτοια τυπικὴ εὐσέβεια τῶν Φαρισαίων ἔχει τὴν ἀξία της.
Ἡ παραβολὴ αὐτή του Χριστοῦ, γιὰ τὴν ὁποία σᾶς μίλησα
εἶναι ἄξια μεγάλης προσοχῆς διότι σ’ αὐτὴν ὁ Κύριός μας μᾶς ἔδειξε πόση σημασία
ἔχει ἡ πνευματικὴ φτώχεια, δηλαδὴ ἡ ταπείνωση, γιὰ τὴν προσευχὴ καὶ γιὰ τὰ καλὰ
ἔργα. Δὲν ἔχουμε κανένα δικαίωμα νὰ περηφανευόμαστε γιὰ τὰ καλὰ καὶ εὐάρεστα στὸν
θεὸ ἔργα μας καὶ γιὰ τὴν εὐλάβειά μας. Ὅλα αὐτὰ πρέπει νὰ τὰ θεωροῦμε φυσικὰ καὶ
ἀναγκαῖα. Οὔτε πρέπει νὰ δίνουμε προσοχὴ σ’ αὐτὰ καὶ νὰ τὰ θυμόμαστε. Τὸ ἀριστερό
μας χέρι νὰ μὴν γνωρίζει τί κάνει τὸ δεξιό.
Δὲν πρέπει νὰ ξέρουμε τί εἶναι ἡ ὑπερηφάνεια καὶ τί εἶναι
ὁ αὐτοέπαινος, ὅπως δὲν τὸ ξέρουν τὰ μικρὰ παιδιὰ γιὰ τὰ ὁποῖα ὁ Κύριό μας Ἰησοῦς
Χριστὸς εἶπε: «ἐὰν μὴ στραφῆτε καὶ γένησθε ὡς τὰ παίδία, οὐ μὴ εἰσέλθητε εἰς τὴν
βασιλείαν τῶν οὐρανῶν» (Μτ. 18, 3). Ἡ ταπείνωσή μας μέρα μὲ τὴ μέρα θὰ
μεγαλώνει ἄν, ὡς κανόνα τῆς ζωῆς μας, θὰ πάρουμε καὶ ἕναν ἄλλο λόγον τοῦ
Κυρίου: «ὅταν ποὶήσητε πάντα τὰ διαταχθέντα ὑμῖν, λέγετε ὅτι δοῦλοι ἀχρεῖοί ἐσμεν,
ὅτι ὃ ὠφείλομεν ποιῆσαι πεποιήκαμεν» (Λκ. 17, 10). Νὰ εἶναι ὁ ὁδηγὸς τῆς ζωῆς
μας ἡ πρώτη καὶ ἡ σπουδαιότερη στοὺς μακαρισμοὺς ἐντολή: «μὰκάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ
πνέύματι, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν». (Μτ. 5, 3).
Ἐδῶ θὰ μποροῦσα νὰ τελειώσω τὴν ὁμιλία μου γιὰ τὴν
θαυμαστὴ ἐκείνη παραβολὴ τοῦ Χριστοῦ. Θέλω ὅμως, γιὰ μιὰ ἀκόμη φορά, νὰ γυρίσω
στὸ λόγο τοῦ Χριστοῦ ὁ ὁποῖος λέει: «ὅτι τὸ ἐν ἀνθρώποις ὑψηλὸν, βδέλυγμα ἐνώπιον
τοῦ Θεοῦ» (Λκ. 16, 15). Πρέπει νὰ θυμοῦνται αὐτὸν τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ οἱ ἄνθρωποι
ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι ἐπιδιώκουν τὴν εὔνοια τῶν προϊσταμένων τους καὶ γενικὰ αὐτῶν
ποὺ κατέχουν τὶς ὑψηλὲς θέσεις καὶ ἔχουν τὴν ἐξουσία στὰ χέρια τους, τοὺς
ζηλεύουν, τοὺς κολακεύουν καὶ δὲν τολμοῦν νὰ τοὺς ἐλέγξουν γιὰ τὶς ἄδικες
πράξεις τους.
Ὁ Δίκαιος Θεὸς βλέπει αὐτοὺς τοὺς «ὑψηλοὺς» ποὺ βάζουν
τὸν ἑαυτό τους πάνω ἀπὸ ὅλους, τοὺς ἐλέγχει καὶ τοὺς κρίνει μὲ τὸ στόμα τοῦ
προφήτη Ἠσαΐα: «οἱ γὰρ ὀφθαλμοὶ κυρίου ὑψηλοί, ὁ δὲ ἄνθρωπος ταπεινός· καὶ
ταπεινωθήσεται τὸ ὕψος τῶν ἀνθρώπων, καὶ ὑψωθήσεται κύριος μόνος ἐν τῇ ἡμέρα ἐκείνῃ.
ἡμέρα γὰρ κυρίου σαβαὼθ ἐπὶ πάντα ὑβριστὴν καὶ ὑπερήφανον καὶ ἐπὶ πάντα ὑψηλὸν
καὶ μετέωρον, καὶ ταπεινωθήσονται... καὶ πεσεῖται ὕψος ἀνθρώπων, καὶ ὑψωθήσεται
Κύριος μόνος ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ» (Ἠσ. 2, 11-12, 17). Νὰ θυμόμαστε πάντα τὸν
φοβερὸ αὐτὸ λόγο τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ δοξάζουμε καὶ νὰ ἐπαινοῦμε μόνο αὐτοὺς ποὺ
περιφρόνησαν τὴν δόξα τοῦ κόσμου καὶ ἀγάπησαν τὸν λόγο καὶ τὴν δικαιοσύνη τοῦ
Θεοῦ, τοὺς ἁγίους δηλαδὴ καὶ τοὺς ταπεινοὺς ἀνθρώπους. Ἀμήν.
(Ἁγίου Λουκᾶ Ἀρχιεπισκόπου Κριμαίας, "Λόγοι καὶ Ὁμιλίες
Τόμος Α΄", ἐκδόσεις "Ὀρθόδοξος Κυψέλη", Θεσσαλονίκη, 2014)