Παρασκευή, Νοεμβρίου 08, 2024

 


ΔΙΔΑΧΕΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ

 

Πρόλογος

Ὁ ΑΓΙΟΣ Νεκτάριος Πενταπόλεως, ὁ θαυματουργός, ἀποτελεῖ ἕνα δῶρο τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο, στίς πενιχρές μέρες τοῦ εἰκοστοῦ αἰῶνα. Στό πρόσωπο τοῦ ἀνακαλύπτει κανείς ἕνα μεγάλο Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας, ὅπου ἡ ἁγιότητα τοῦ βίου συνδυάζεται μέ τή χάρη τῆς θαυματουργίας καί τήν ὀρθόδοξη διδασκαλία.

Γεννήθηκε στή Σηλυβρία τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης τό 1846. Παρακολουθῶντας τήν ἱστορική διαδρομή τοῦ βίου του, τόν συναντοῦμε στήν Κωνσταντινούπολη, δεκατετράχρονο παιδί, νά ἐργάζεται καί νά σπουδάζει στή Νέα Μονή τῆς Χίου, νά κείρεται μοναχός (1876) καί νά χειροτονεῖται διάκονος (1877)• στήν Ἀθήνα, νά ὁλοκληρώνει τίς θεολογικές του σπουδές (1885)• στήν Αἴγυπτο, νά διακονεῖ ἐπί μιά πενταετία στό Πατριαρχεῖο Ἀλεξανδρείας. Ἐκεῖ χειροτονεῖται πρεσβύτερος (1886) καί ἐπίσκοπος Πενταπόλεως (1889).

Ἐξ αἰτίας τοῦ φθόνου πού προκαλεῖ τό πολυδιάστατο ἔργο του, συκοφαντεῖται καί ἀπομακρύνεται ἀπό τό Πατριαρχεῖο. Ἐπιστρέφει στήν Ἑλλάδα τό 1890, ὅπου περιφέρεται ὡς ἁπλός ἱεροκήρυκας μέχρι τό 1894, πού ἀναλαμβάνει τή διεύθυνση τῆς Ριζαρείου Σχολῆς. Τό 1908 γιά λόγους ὑγείας παραιτεῖται καί ἀποσύρεται στήν Αἴγινα, στή γυναικεία Μονή τῆς Ἁγίας Τριάδος, πού ὁ ἴδιος ἔχει ἱδρύσει ἀπό τό 1904. Ἐκεῖ παραμένει, ὡς πνευματικός τῆς Μονῆς, μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς τοῦ (1920).

Μιά ἱερή πορεία εβδομηντατεσσάρων χρόνων, κατάφορτη ἀπό καρπούς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Νηστεύει, ἀγρυπνεῖ, προσεύχεται. Ταυτίζει τό θέλημά του μέ τή θεία θέληση καί γίνεται ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ὁ "παθῶν καί μαθῶν τά θεῖα". Λειτουργεῖ σάν ἄγγελος, προσεύχεται χωρίς νά πατάει στή γῆ. Ἀναδεικνύεται ἔνθερμος ἐραστής τῆς Ἁγίας Τριάδος καί ἐγκάρδιος ὑμνητής τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Θεολόγος θεόπνευστος καί συγγραφέας ἀκούραστος. Κηρύττει, ἐξομολογεῖ, νουθετεῖ, θυσιάζεται γιά τόν πλησίον. Οἱ ἐλεημοσύνες του ἄπειρες. Οἱ θαυματουργίες του ἀνεξάντλητες. Ἡ παρουσία του γαληνεύει, εἰρηνεύει, ἐμπνέει τούς πάντες. Εἶναι ἀληθινά μεγάλος, γι' αὐτό καί βαθιά ταπεινός. Εἶναι ἀρχιερέας τοῦ Ὑψίστου, ἀλλά γίνεται καί καθαριστής, κηπουρός, τσαγκάρης καί χτίστης, μέχρι τά γεράματά του. Συκοφαντεῖται βαριά κι ἐκεῖνος εἰρηνικά ὑπομένει, προσεύχεται, συγχωρεῖ, εὐχαριστεῖ γιά ὅλα. Ἕνας πιστός μιμητής τοῦ πράου καί ταπεινοῦ Ἰησοῦ, πού ἡ Ἐκκλησία μας ἀνακηρύσσει ἐπίσημα ὡς Ἅγιο τό 1961.

Ἀπαύγασμα αὐτῆς τῆς ἁγίας του ζωῆς ἀποτελοῦν τά γραπτά του κείμενα. Παρουσιάζουμε ἕνα μικρό ἀπάνθισμα τῶν ἐπιστολῶν του, διασκευασμένο στή σημερινή μας γλωσσική μορφή. Μιά συλλογή ἀπό σύντομες καί περιεκτικές διδαχές τοῦ Ἁγίου, πού ἀναφέρονται στήν πνευματική ζωή καί τόν ἀγῶνα τοῦ χριστιανοῦ.

Ἄς εἶναι τοῦτο τό τεῦχος μιά προσφορά ἀγάπης πρός τούς φιλοσίους ἀδελφούς μας καί συγχρόνως ἕνα κερί εὐγνωμοσύνης στόν Ἅγιο τοῦ αἰῶνα μας, μέ ἀφορμή τή φετινή ἐπέτειο τῶν 150χρόνων ἀπό τή γέννησή του.

 

Ὠρωπός, 1 Ὀκτωβρίου 1996 150ή ἐπέτειος γεννήσεως

τόν Ἁγίου Νεκταρίου

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ

 

 

Διδαχές

Ὁ δρόμος τῆς εὐτυχίας

Τίποτε δέν εἶναι μεγαλύτερο ἀπ' τήν καθαρή καρδιά, γιατί μιά τέτοια καρδιά γίνεται θρόνος τοῦ Θεοῦ. Καί τί εἶναι ἐνδοξότερο ἀπό τό θρόνο τοῦ Θεοῦ; Ἀσφαλῶς τίποτε. Λέει ὁ Θεός γι' αὐτούς πού ἔχουν καθαρή καρδιά:

«Ἐνοικήσω ἐν αὐτοῖς καί ἐμπεριπατήσω, καί ἔσομαι αὐτῶν Θεός, καί αὐτοί ἔσονταί μοί λαός» (Β' Κόρ. 6,16).

 

 

Ποιοί λοιπόν εἶναι εὐτυχέστεροι ἀπ' αὐτούς τούς ἀνθρώπους; Καί ἀπό ποιό ἀγαθό μπορεῖ νά μείνουν στερημένοι; Δέν βρίσκονται ὅλα τ' ἀγαθά καί τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στίς μακάριες ψυχές τους;

Τί περισσότερο χρειάζονται; Τίποτε, στ' ἀλήθεια, τίποτε! Γιατί ἔχουν στήν καρδιά τους τό μεγαλύτερο ἀγαθό: τόν ἴδιο τό Θεό!

Πόσο πλανιοῦνται οἱ ἄνθρωποι πού ἀναζητοῦν τήν εὐτυχία μακριά ἀπό τόν ἑαυτό τους, στίς ξένες χῶρες καί τά ταξίδια, στόν πλοῦτο καί στή δόξα, στίς μεγάλες περιουσίες καί στίς ἀπολαύσεις, στίς ἡδονές καί σ' ὅλες τίς χλιδές καί ματαιότητες πού κατάληξή τους ἔχουν τήν πίκρα! Ἡ ἀνέγερση τοῦ πύργου τῆς εὐτυχίας ἔξω ἀπό τήν καρδιά μας, μοιάζει μέ οἰκοδομή πού χτίζε¬ται σέ ἔδαφος πού σαλεύεται ἀπό συνεχεῖς σεισμούς. Σύντομα ἕνα τέτοιο οἰκοδόμημα θά σωριαστεῖ στή γῆ...

Ἀδελφοί μου! Ἡ εὐτυχία βρίσκεται μέσα στόν ἴδιο σας τόν ἑαυτό, καί μακάριος εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού τό κατάλαβε αὐτό. Ἐξετᾶστε τήν καρδιά σας καί δεῖτε τήν πνευματική της κατάσταση. Μήπως ἔχασε τήν παρρησία της πρός τό Θεό; Μήπως ἡ συνείδηση διαμαρτύρεται γιά παράβαση τῶν ἐντολῶν Του; Μήπως σᾶς κατηγορεῖ γιά ἀδικίες, γιά ψέματα, γιά παραμέληση τῶν καθηκόντων πρός τό Θεό καί τόν πλησίον;

Ἐρευνῆστε μήπως κακίες καί πάθη γέμισαν τήν καρδιά σας, μήπως γλίστρησε αὐτή σέ δρόμους στραβούς καί δύσβατους...

Δυστυχῶς, ἐκεῖνος πού παραμέλησε τήν καρδιά του, στερήθηκε ὅλα τ' ἀγαθά καί ἔπεσε σέ πλῆθος κακῶν. Ἔδιωξε τή χαρά καί γέμισε μέ πίκρα, θλίψη καί στενοχώρια. Ἔδιωξε τήν εἰρήνη καί ἀπόκτησε ἄγχος, ταραχή καί τρόμο. Ἔδιωξε τήν ἀγάπη καί δέχθηκε τό μῖσος. Ἔδιωξε, τέλος, ὅλα τά χαρίσματα καί τούς καρπούς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού δέχθηκε μέ τό βάπτισμα, καί οἰκειώθηκε ὅλες τίς κακίες ἐκεῖνες, πού κάνουν τόν ἄνθρωπο ἐλεεινό καί τρισάθλιο.

Ἀδελφοί μου! Ὁ Πολυέλεος Θεός θέλει τήν εὐτυχία ὅλων μας καί σ' αὐτή καί στήν ἄλλη ζωή. Γι' αὐτό ἵδρυσε καί τήν ἁγία Τοῦ Ἐκκλησία. Γιά νά μᾶς καθαρίζει αὐτή ἀπό τήν ἁμαρτία, νά μᾶς ἁγιάζει, νά μᾶς συμφιλιώνει μαζί Του, νά μᾶς χαρίζει τίς εὐλογίες τοῦ οὐρανοῦ.

Ἡ Ἐκκλησία ἔχει ἀνοιχτή τήν ἀγκαλιά της γιά νά μᾶς ὑποδεχθεῖ. Ἄς τρέξουμε γρήγορα ὅσοι ἔχουμε βαρειά τή συνείδηση. Ἄς τρέξουμε, καί ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἕτοιμη νά σηκώσει τό βαρύ φορτίο μας, νά μᾶς χαρίσει τήν παρρησία πρός τό Θεό, νά γεμίσει τήν καρδιά μας μέ εὐτυχία καί μακαριότητα...

Τό ἅγιο βάπτισμα

«Ὅσοι εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε, Χριστόν ἐνεδύσασθε» (Γάλ. 3, 27).

Πόσο μεγάλη ἀλήθεια μας ἐπισημαίνει μ' αὐτά τά λόγια ὁ ἀπόστολος Παῦλος!

Οἱ βαπτισμένοι χριστιανοί δέν φοροῦν τόν παλαιό ἄνθρωπο μέ τά πάθη καί τίς ἁμαρτωλές ἐπιθυμίες του, ἀλλά εἶναι ντυμένοι τόν καινούργιο ἄνθρωπο, ντύθηκαν τόν ἴδιο τό Χριστό πού ζεῖ τώρα μέσα στίς καρδιές τους. Καί ἡ λέξη "ντύθηκαν" δέν ἀναφέρεται σέ κάποια ἁπλή καί ἐξωτερική στολή, ἀλλά σέ κάτι βαθύτερο, σέ κάτι οὐσιαστικό καί ἀναφαίρετο.

Μέ τήν πίστη μας στό Χριστό καί μέ τή βάπτισή μας ντυνόμαστε τόν ἴδιο τό Χριστό καί γινόμαστε παιδιά τοῦ Θεοῦ, οἰκητήρια τοῦ Παναγίου Πνεύματος, ναοί τοῦ Θεοῦ, ἅγιοι καί τέλειοι, Θεοί κατά χάριν.

Ὥστε, λοιπόν, ρίξαμε ἀπό πάνω μας τή φθορά καί ντυθήκαμε τήν ἀφθαρσία. Ξεντυθήκαμε τόν ἄνθρωπο τῆς ἁμαρτίας καί ντυθήκαμε τόν ἄνθρωπο τῆς δικαιοσύνης καί τῆς χάριτος. Διώξαμε τό θάνατο καί ντυθήκαμε τήν ἀθανασία...

Συλλογισθήκαμε ὅμως καί τίς μεγάλες ὑποχρεώσεις, πού, μέ τό βάπτισμα μας, ἀναλάβαμε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ; Συνειδητοποιήσαμε ὅτι ὀφείλουμε νά συμπεριφερόμαστε σάν παιδιά τοῦ Θεοῦ καί σάν ἀδελφοί τοῦ Κυρίου μας; Ὅτι ἔχουμε χρέος νά συνταυτίσουμε τό δικό μας θέλημα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ; Ὅτι πρέπει, σάν παιδιά δικά Του, νά μένουμε ἐλεύθεροι ἀπό τήν ἁμαρτία; Ὅτι ὀφείλουμε νά Τόν ἀγαπᾶμε μ' ὅλη μας τή δύναμη, ἀπ' τά βάθη τῆς ψυχῆς καί τῆς καρδιᾶς μας; Ὅτι ὀφείλουμε νά Τόν λατρεύουμε καί νά λαχταροῦμε νά ἑνωθοῦμε μαζί Του γιά πάντα; Σκεφτήκαμε, ἄραγε, ὅτι ἡ καρδιά μας πρέπει νά ‘ναι πλημμυρισμένη ἀπό τήν ἀγάπη, ὥστε αὐτή νά ξεχύνεται καί στόν πλησίον μας; Ἔχουμε τή συναίσθηση ὅτι ὀφείλουμε νά γίνουμε ἅγιοι καί τέλειοι καί εἰκόνες τοῦ Θεοῦ καί παιδιά τοῦ Θεοῦ καί κληρονόμοι τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν;

Γιά ὅλ' αὐτά ἔχουμε χρέος ν' ἀγωνιστοῦμε, ὥστε νά μή φανοῦμε ἀνάξιοι στό κάλεσμα πού μᾶς ἔκανε ὁ Θεός καί ἀποδοκιμαστοῦμε... Ναί, ἀδελφοί μου, ἄς παλέψουμε μέ ζῆλο καί αὐταπάρνηση γιά νά νικήσουμε.

Κανείς μας ἄς μή χάσει τό θάρρος, ἄς μήν ἀμελήσει, ἄς μή δειλιάσει, ἄς μήν πτοηθεῖ μπροστά στά σκάμματα τοῦ πνευματικοῦ ἀγῶνα. Γιατί ἔχουμε βοηθό τό Θεό, πού μᾶς δυναμώνει στό δύσκολο δρόμο τῆς ἀρετῆς.

Πνευματικός ἀγῶνας

Σκοπός τῆς ζωῆς μας εἶναι νά γίνουμε τέλειοι καί ἅγιοι. Νά ἀναδειχθοῦμε παιδιά τοῦ Θεοῦ καί κληρονόμοι τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Ἄς προσέξουμε μήπως, γιά χάρη τῆς παρούσας ζωῆς, στερηθοῦμε τή μέλλουσα. Μήπως, ἀπό τίς βιοτικές φροντίδες καί μέριμνες, ἀμελήσουμε τό σκοπό τῆς ζωῆς μας.

Ἡ νηστεία, ἡ ἀγρυπνία καί ἡ προσευχή ἀπό μόνες τους δέν φέρνουν τούς ἐπιθυμητούς καρπούς, γιατί αὐτές δέν εἶναι ὁ σκοπός τῆς ζωῆς μας· ἀποτελοῦν τα μέσα γιά νά πετύχουμε τό σκοπό.

Στολίστε τίς λαμπάδες σας μέ ἀρετές. Ἀγωνιστεῖτε ν' ἀποβάλετε τά πάθη τῆς ψυχῆς. Καθαρίστε τήν καρδιά σας ἀπό κάθε ρύπο καί διατηρῆστε τήν ἁγνή, γιά νά ἔρθει καί νά κατοικήσει μέσα σας ὁ Κύριος• γιά νά σᾶς πλημμυρίσει τό Ἅγιο Πνεῦμα μέ τίς θεῖες Τοῦ δωρεές.

Παιδιά μου ἀγαπητά, ὅλη σας ἡ ἀσχολία καί ἡ φροντίδα σ' αὐτά νά εἶναι. Αὐτά ν' ἀποτελοῦν σκοπό καί πόθο ἀσταμάτητο. Γι' αὐτά ὅλη σας ἡ προσευχή πρός τό Θεό.

Νά ζητᾶτε καθημερινά τόν Κύριο· ἀλλά μέσα στήν καρδιά σας καί ὄχι ἔξω ἀπ’ αὐτήν. Καί ὅταν Τόν βρεῖτε, σταθεῖτε μέ φόβο καί τρόμο ὅπως τά Χερουβείμ καί τά Σεραφείμ, γιατί ἡ καρδιά σας ἔγινε θρόνος τοῦ Θεοῦ.

Ἀλλά γιά νά βρεῖτε τόν Κύριο, ταπεινωθεῖτε μέχρι τό χῶμα, γιατί ὁ Κύριος βδελύσσεται τούς ὑπερήφανους, ἐνῷ ἀγαπάει καί ἐπισκέπτεται τούς ταπεινούς στήν καρδιά. Γι’ αὐτό καί λέει: "καί ἐπί τίνα ἐπιβλέψω, ἀλλ' ἡ ἐπί τόν ταπεινόν καί ἡσύχιον, καί τρέμοντα τούς λόγους μου;" (Ἠσ. 66, 2).

Ἄγωνίζού τον ἀγῶνα τόν καλό καί ὁ Θεός θά σέ ἐνισχύει. Στόν ἀγῶνα ἐντοπίζουμε τίς ἀδυναμίες, τίς ἐλλείψεις καί τά ἐλαττώματά μας. Εἶναι ὁ καθρέφτης τῆς πνευματικῆς μας καταστάσεως. Ὅποιος δέν ἀγωνίστηκε, δέν γνώρισε τόν ἑαυτό του.

Προσέχετε καί τά μικρά ἀκόμη παραπτώματα. Ἄν σᾶς συμβεῖ ἀπό ἀπροσεξία κάποια ἁμαρτία, μήν ἀπελπίζεστε, ἀλλά σηκωθεῖτε γρήγορα, προσπέστε στό θεό πού ἔχει τή δύναμη νά σᾶς ἀνορθώσει. Ἡ μεγάλη λύπη κρύβει μέσα της ὑπερηφάνεια.

 

Οἱ ὑπερβολικές λῦπες καί ἀπελπισίες εἶναι βλαβερές καί ἐπικίνδυνες, καί πολλές φορές παροξύνονται ἀπό τό διάβολο γιά ν' ἀνακόψουν τήν πορεία τοῦ ἀγωνιστῆ.

Μέσα μας ἔχουμε ἀδυναμίες καί πάθη καί ἐλαττώμα¬τα βαθιά ριζωμένα: πολλά εἶναι καί κληρονομικά. Ὅλα αὐτά δέν κόβονται μέ μιά σπασμωδική κίνηση οὔτε μέ τήν ἀδημονία καί τή βαρειά θλίψη, ἀλλά μέ ὑπομονή καί ἐπιμονή, μέ καρτερία, μέ φροντίδα καί προσοχή.

Ὁ δρόμος πού ὁδηγεῖ στήν τελειότητα εἶναι μακρύς. Εὔχεσθε στό Θεό νά σᾶς δυναμώνει. Νά ἀντιμετωπίζε¬τε μέ ὑπομονή τίς πτώσεις σας καί ἀφοῦ γρήγορα σή-κωθεῖτε, νά τρέχετε καί νά μή στέκεστε, σάν τά παιδιά, στόν τόπο πού πέσατε, κλαίγοντας καί θρηνῶντας α-παρηγόρητα.

Ἀγρυπνεῖτε καί προσεύχεστε γιά νά μήν μπεῖτε σέ πειρασμό. Μήν ἀπελπίζεστε ἄν πέφτετε συνέχεια σέ παλιές ἁμαρτίες. Πολλές ἀπ’ αὐτές εἶναι καί ἀπό τή φύση τους ἰσχυρές καί ἀπό τή συνήθεια. Μέ τήν πάρο-δό τοῦ χρόνου ὅμως καί μέ τήν ἐπιμέλεια νικοῦνται. Τίποτε νά μή σᾶς ἀπελπίζει.

 

Πειρασμοί

Οἱ πειρασμοί παραχωροῦνται γιά νά φανερωθοῦν τά κρυμμένα πάθη, νά καταπολεμηθοῦν κι ἔτσι νά θεραπευθεῖ ἡ ψυχή. Εἶναι καί αὐτοί δεῖγμα τοῦ θείου ἐλέους. Γι' αὐτό ἐμπιστεύσου στό Θεό καί ζήτησε τή βοήθειά Του, ὥστε νά σέ δυναμώσει στόν ἀγῶνα σου. Ἡ ἐλπίδα στό Θεό δέν ὁδηγεῖ ποτέ στήν ἀπελπισία. Οἱ πειρασμοί φέρνουν ταπεινοφροσύνη. Ὁ Θεός ξέρει τήν ἀντοχή τοῦ καθενός μας καί παραχωρεῖ τούς πειρασμούς κατά τό μέτρο τῶν δυνάμεών μας. Νά φροντίζουμε ὅμως κι ἐμεῖς νά εἴμαστε ἄγρυπνοι καί προσεκτικοί, γιά νά μή βάλουμε μόνοι μας τόν ἑαυτό μας σέ πειρασμό.

Ἐμπιστευθεῖτε στό Θεό τόν Ἀγαθό, τόν Ἰσχυρό, τόν Ζῶντα, καί Αὐτός θά σᾶς ὁδηγήσει στήν ἀνάπαυση. Μετά ἀπό τίς δοκιμασίες ἀκολουθεῖ ἡ πνευματική χαρά. Ὁ Κύριος παρακολουθεῖ ὅσους ὑπομένουν τίς δοκιμασίες καί τίς θλίψεις γιά τή δική Του ἀγάπη. Μή λιποψυχεῖτε λοιπόν καί μή δειλιάζετε.

Δέν θέλω νά θλίβεστε καί νά συγχύζεστε γιά ὅσα συμβαίνουν ἀντίθετα μέ τή θέληση σας: ὅσο δίκαιη καί ἄν εἶναι αὐτή. Μιά τέτοια θλίψη μαρτυρεῖ τήν ὕπαρξη ἐγωισμοῦ. Προσέχετε τόν ἐγωισμό πού κρύβεται κάτω ἀπό τή μορφή τοῦ δικαιώματος. Προσέχετε καί τήν ἄκαιρη λύπη πού δημιουργεῖται μετά ἀπό ἕνα δίκαιο ἔλεγχο. Ἡ ὑπερβολική θλίψη γιά ὅλα αὐτά εἶναι τοῦ πειρασμοῦ. Μία εἶναι ἡ ἀληθινή θλίψη. Αὐτή πού δημιουργεῖται, ὅταν γνωρίσουμε καλά τήν ἄθλια κατάσταση πού βρίσκεται ἡ ψυχή μας. Ὅλες οἱ ἄλλες θλίψεις δέν ἔχουν καμιά σχέση μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ.

Φροντίζετε νά περιφρουρεῖτε στήν καρδιά σας τή χαρά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί νά μήν ἐπιτρέπετε στόν πονηρό νά χύνει τήν πίκρα του. Προσέχετε! Προσέχετε, μήπως ὁ Παράδεισος πού ὑπάρχει μέσα σας μετατραπεῖ σέ κόλαση.

 

Προσευχή

Τό κύριο ἔργο τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ προσευχή. Ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε γιά νά ὑμνεῖ τό Θεό. Αὐτό εἶναι τό ἔργο πού τοῦ ἁρμόζει. Αὐτό μόνο ἐξηγεῖ την πνευματι-κή του ὑπόσταση. Αὐτό μόνο δικαιώνει τήν ἐξέχουσα θέση του μέσα στή δημιουργία. Ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε γιά νά λατρεύει τό Θεό καί νά μετέχει στή θεία Τοῦ ἀγαθότητα καί μακαριότητα.

Ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ πού εἶναι, λαχταράει γιά τό Θεό καί τρέχει μέ πόθο νά ἀνυψωθεῖ πρός Αὐτόν. Μέ τήν προσευχή καί τήν ὑμνωδία εὐφραίνεται. Τό πνεῦμα του ἀγάλλεται καί ἡ καρδιά του σκιρτάει. Ὅσο περισσότερο προσεύχεται, τόσο ἡ ψυχή του ἀπογυμνώνεται ἀπό τίς κοσμικές ἐπιθυμίες καί γεμίζει ἀπό τά οὐράνια ἀγαθά. Καί ὅσο ἀποχωρίζεται τά γήινα καί τίς ἡδονές τοῦ βίου, τόσο περισσότερο ἀπολαμβάνει τήν οὐράνια εὐφροσύνη. Ἡ δοκιμή καί ἡ πεῖρα μᾶς ἐπιβεβαιώνουν τήν ἀλήθεια αὐτή.

Ὁ Θεός εὐαρεστεῖται στίς προσευχές ἐκεῖνες πού προσφέρονται μέ τόν πρέποντα τρόπο- δηλαδή μέ συναίσθηση τῆς ἀτέλειας καί τῆς ἀναξιότητάς μας. Γιά νά ὑπάρξει ὅμως τέτοια συναίσθηση, ἀπαιτεῖται τέλεια ἀπάρνηση τοῦ κακοῦ μας ἑαυτοῦ καί ὑποταγή στίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ- ἀπαιτεῖται ταπείνωση καί ἀδιάλειπτη πνευματική ἐργασία.

Ἀναθέστε ὅλες τίς φροντίδες σας στό Θεό. Ἐκεῖνος προνοεῖ γιά σας. Μή γίνεστε ὀλιγόψυχοι καί μήν ταράζεστε. Αὐτός πού ἐξετάζει τά ἀπόκρυφα βάθη τῆς ψυχῆς τῶν ἀνθρώπων, γνωρίζει καί τίς δικές σας ἐπιθυμίες καί ἔχει τή δύναμη νά τίς ἐκπληρώσει ὅπως Αὐτός γνωρίζει. Ἐσεῖς νά ζητᾶτε ἀπό τό Θεό καί νά μή χάνετε τό θάρρος σας. Μή νομίζετε ὅτι, ἐπειδή ὁ πόθος σας εἶναι ἅγιος, ἔχετε δικαίωμα νά παραπονεῖστε ὅταν οἱ προσευχές σας δέν εἰσακούονται. Ὁ Θεός ἐκπληρώνει τούς πόθους σας μέ τρόπο πού ἐσεῖς δέν γνωρίζετε. Νά εἰρηνεύετε λοιπόν καί νά ἐπικαλεῖσθε τό Θεό.

Οἱ προσευχές καί οἱ δεήσεις ἀπό μόνες τους δέν μᾶς ὄδηγούν στήν τελειότητα. Στήν τελείωση ὁδηγεῖ ὁ Κύριος πού ἔρχεται καί κατοικεῖ μέσα μας, ὅταν ἐμεῖς ἐκτελοῦμε τίς ἐντολές Του. Καί μιά ἀπό τίς πρῶτες ἐντολές εἶναι νά γίνεται στή ζωή μας τό θέλημα ὄχι τό δικό μας, ἀλλά τοῦ Θεοῦ. Καί νά γίνεται μέ τήν ἀκρίβεια πού γίνεται στόν οὐρανό ἀπό τούς ἀγγέλους. Γιά νά μποροῦμε κι ἐμεῖς νά λέμε: «Κύριε, ὄχι ὅπως ἐγώ θέλω, ἀλλ' ὅπως Ἐσύ· "γενηθήτω τό θέλημά Σου, ὡς ἐν οὐρανῷ καί ἐπί τῆς γῆς"». Χωρίς λοιπόν τό Χριστό μέσα μας, οἱ προσευχές καί οἱ δεήσεις ὁδηγοῦν στήν πλάνη.

 

Εἰρήνη

Ἡ εἰρήνη εἶναι θεῖο δῶρο πού χορηγεῖται πλουσιοπάροχα σ' ὅσους συμφιλιώνονται μέ τό Θεό καί ἐκτελοῦν τά θεῖα Τοῦ προστάγματα.

Ἡ εἰρήνη εἶναι φῶς καί φεύγει ἀπό τήν ἁμαρτία πού εἶναι σκοτάδι. Ἕνας ἁμαρτωλός ποτέ δέν εἰρηνεύει.

Νά ἀγωνίζεστε κατά τῆς ἁμαρτίας καί νά μή σᾶς ταράζει ἡ ἐξέγερση τῶν παθῶν μέσα σας.

Ἄν στήν πάλη μαζί τούς νικήσεις, τό ξεσήκωμα τῶν παθῶν ἔγινε γιά σένα ἀφορμή νέας χαρᾶς καί εἰρήνης. Ἄν νικηθεῖς - ὅ μή γένοιτο - τότε γεννιέται θλίψη καί ταραχή. Ἄν πάλι, μετά ἀπό σκληρή μάχη, ἐπικρατήσει πρός στιγμήν ἡ ἁμαρτία, ἀλλά ἐσύ ἐπιμείνεις στόν ἀγῶνα, τότε νικᾶς καί ἡ εἰρήνη ξανάρχεται.

«Εἰρήνην διώκετε μετά πάντων, καί τόν ἁγιασμόν, οὐ χωρίς οὐδείς ὄψεται τόν Κύριον» (Ἔβρ. 12,14).

Ἡ εἰρήνη καί ὁ ἁγιασμός εἶναι δύο ἀναγκαῖες προϋποθέσεις γιά ἐκεῖνον πού ζητάει μέ πόθο νά δεῖ τό πρόσωπο τοῦ Θεοῦ. Ἡ εἰρήνη εἶναι τό θεμέλιο στό ὁποῖο στηρίζεται ὁ ἁγιασμός.

Ὁ ἁγιασμός δέν παραμένει σέ ταραγμένη καί ὀργισμένη καρδιά. Ἡ ὀργή ὅταν χρονίζει στήν ψυχή μας, δημιουργεῖ τήν ἔχθρα καί τό μῖσος κατά τοῦ πλησίον. Γι' αὐτό ἐπιβάλλεται ἡ γρήγορη συμφιλίωση μέ τόν ἀδελφό μας, ὥστε νά μή στερηθοῦμε τη χάρη τοῦ Θεοῦ πού ἁγιάζει τήν καρδιά μας.

 

Ἐκεῖνος πού εἰρηνεύει μέ τόν ἑαυτό του, εἰρηνεύει καί μέ τόν πλησίον του, εἰρηνεύει καί μέ τό Θεό. Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος εἶναι γεμᾶτος μέ ἁγιασμό γιατί ὁ ἴδιος ὁ Θεός κατοικεῖ μέσα του.

 

Ἀγάπη

Ἐπιδιώκετε τήν ἀγάπη. Ζητᾶτε καθημερινά ἀπό τό Θεό τήν ἀγάπη. Μαζί μέ τήν ἀγάπη ἔρχεται καί ὅλο τό πλῆθος τῶν ἀγαθῶν καί τῶν ἀρετῶν. Ἀγαπᾶτε γιά ν' ἀγαπάστε καί σεῖς ἀπό τούς ἄλλους. Δῶστε στό Θεό ὅλη σας τήν καρδιά, ὥστε νά μένετε στήν ἀγάπη. «Ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καί ὁ Θεός ἐν αὐτῷ μένει» (Α' Ἰωάν. 4,16).

Ὀφείλετε νά ἔχετε πολλή προσοχή στίς μεταξύ σας σχέσεις καί νά εὐλαβεῖστε ὁ ἕνας τόν ἄλλον ὡς πρόσωπα ἱερά, ὡς εἰκόνες τοῦ Θεοῦ. Νά μήν ἀποβλέπετε ποτέ στό σῶμα ἤ στήν ὀμορφιά του, ἀλλά στήν ψυχή.

Προσέχετε τό αἴσθημα τῆς ἀγάπης, γιατί ὅταν ἡ καρδιά δέν θερμαίνεται ἀπό τήν καθαρή προσευχή, ἡ ἀγάπη κινδυνεύει νά γίνει σαρκική καί ἀφύσικη- κινδυνεύει νά σκοτίσει τό νοῦ καί νά κατακάψει τήν καρδιά.

Πρέπει νά ἐξετάζουμε καθημερινά μήπως ἡ ἀγάπη μας δέν ἀπορρέει ἀπό τό σύνδεσμο τῆς κοινῆς μας ἀγάπης πρός τό Χριστό• μήπως δέν πηγάζει ἀπό τό πλήρωμα τῆς ἀγάπης μας πρός τόν Κύριο. Αὐτός πού ἀγρυπνεῖ νά διατηρήσει ἁγνή τήν ἀγάπη, θά φυλαχθεῖ ἀπό τίς παγίδες τοῦ πονηροῦ πού προσπαθεῖ σιγά -σιγά νά μετατρέψει τήν χριστιανική ἀγάπη σέ ἀγάπη κοινή καί συναισθηματική.

 

Διάκριση

Σᾶς συνιστῶ νά ἔχετε σέ ὅλα διάκριση καί φρόνηση. Νά ἀποφεύγετε τά ἄκρα. Οἱ αὐστηρότητες συμβαδίζουν μέ τά μέτρα τῆς ἀρετῆς. Αὐτός πού δέν ἔχει μεγάλες ἀρετές καί συναγωνίζεται μέ τούς τέλειους, θέλοντας νά ζεῖ μέ αὐστηρότητα, ὅπως οἱ ἅγιοι ἀσκητές, αὐτός κινδυνεύει νά ὑπερηφανευθεῖ καί νά πέσει. Γι' αὐτό νά πορεύεσθε μέ διάκριση καί νά μήν ἐξαντλεῖτε τό σῶμα μέ ὑπέρμετρους κόπους. Νά θυμᾶστε ὅτι ἡ ἄσκηση τοῦ σώματος ἁπλῶς βοηθάει τήν ψυχή νά φτάσει στήν τελειότητα• ἡ τελειότητα κατορθώνεται κυρίως μέ τόν ἀγῶνα τῆς ψυχῆς.

Μήν τεντώνετε περισσότερο ἀπό τό μέτρο τή χορδή. Νά ξέρετε ὅτι ὁ Θεός δέν ἐκβιάζεται στίς δωρεές Του.

 

Δίνει, ὅταν αὐτός θέλει. Ὅ,τι παίρνουμε, τό παίρνουμε δωρεάν ἀπό τό θεῖο ἔλεος.

Μή ζητᾶτε νά φτάσετε ψηλά μέ μεγάλες ἀσκήσεις χωρίς νά ἔχετε ἀρετές, γιατί κινδυνεύετε νά πέσετε σέ πλάνη γιά τήν ἔπαρση καί τήν τόλμη. Ὅποιος ἐπιζητεῖ θεῖα χαρίσματα καί ὑψηλές θεωρίες ἐνῷ εἶναι ἀκόμα φορτωμένος μέ πάθη, αὐτός σάν ἀνόητος καί ὑπερήφανος πλανιέται. Πρῶτα ἀπ’ ὅλα ὀφείλει ν' ἀγωνιστεῖ γιά τήν κάθαρσή του. Ἡ θεία χάρη στέλνει τά χαρίσματα σάν ἀμοιβή σ' ὅσους ἔχουν καθαριστεῖ ἀπό τά πάθη. Κατέρχεται σ' αὐτούς χωρίς θόρυβο καί σέ ὥρα πού δέν γνωρίζουν.

 

Ὑπερηφάνεια

Ἡ ὑπερηφάνεια τοῦ νοῦ εἶναι ἡ σατανική ὑπερηφάνεια, ἡ ὁποία ἀρνεῖται τό Θεό καί βλασφημεῖ κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γι' αὐτό καί πολύ δύσκολα θεραπεύεται. Εἶναι ἕνα βαθύ σκοτάδι, τό ὁποῖο ἐμποδίζει τά μάτια τῆς ψυχῆς νά δοῦν το φῶς πού ὑπάρχει μέσα της καί πού ὁδηγεῖ στό Θεό, στήν ταπείνωση, στήν ἐπιθυμία τοῦ ἀγαθοῦ.

Ἀντίθετα, ἡ ὑπερηφάνεια τῆς καρδιᾶς δέν εἶναι γέννημα τῆς σατανικῆς ὑπερηφάνειας, ἀλλά δημιουργεῖται ἀπό διάφορες καταστάσεις καί γεγονότα: πλοῦτο, δόξα, τιμές, πνευματικά ἤ σωματικά χαρίσματα (εὐφυΐα, ὀμορφιά, δύναμη, δεξιοτεχνία κ.λπ.). Ὅλα αὐτά σηκώνουν ψηλά τά μυαλά τῶν ἀνόητων ἀνθρώπων καί γίνονται ἔτσι ματαιόφρονες, χωρίς ὅμως νά εἶναι καί ἄθεοι... Αὐτοί πολλές φορές ἐλεοῦνται ἀπό τό Θεό, παιδεύονται ἀπό τή θεία παιδεία καί σωφρονίζονται. Ἡ καρδιά τους συντρίβεται, παύει νά ἐπιζητεῖ δόξες καί ματαιότητες, καί ἔτσι θεραπεύονται.

Ἡ πνευματική σας ἐργασία νά εἶναι ἡ ἐξέταση τῆς καρδιᾶς σας. Μήπως φωλιάζει σ' αὐτήν σάν φαρμακερό φίδι ἡ ὑπερηφάνεια, τό πάθος πού γεννάει πολλά κακά, πού ἀπονεκρώνει κάθε ἀρετή, πού δηλητηριάζει τά πάντα. Σ' αὐτήν τήν ἑωσφορική κακία πρέπει νά στραφεῖ ὅλη σας ἡ φροντίδα. Μέρα καί νύχτα νά σᾶς γίνει ἔργο ἀδιάλειπτο ἡ ἔρευνά της.

Νομίζω ὅτι θά εἶναι ἀλήθεια ἄν πῶ ὅτι ὅλη ἡ πνευματική μας φροντίδα συνίσταται στήν ἀναζήτηση καί ἐξόντωση τῆς ὑπερηφάνειας καί τῶν παιδιῶν της. Ἄν ἀπαλλαχτοῦμε ἀπ’ αὐτήν καί θρονιάσουμε στήν καρδιά μας τήν ταπεινοφροσύνη, τότε ἔχουμε τό πᾶν. Γιατί ὅπου βρίσκεται ἡ ἀληθινή κατά Χριστόν ταπείνωση, ἐκεῖ βρίσκονται μαζεμένες καί ὅλες οἱ ἄλλες ἀρετές πού μᾶς ὑψώνουν πρός τό Θεό.

 

Χριστιανική εὐγένεια

Οἱ χριστιανοί ἔχουν χρέος, σύμφωνα μέ τήν ἐντολή τοῦ Κυρίου, νά γίνουν ἅγιοι καί τέλειοι. Ἡ τελειότητα καί ἡ ἁγιότητα χαράσσεται πρῶτα βαθιά στήν ψυχή τοῦ χριστιανοῦ, καί ἀπό ἐκεῖ τυπώνεται καί στίς σκέψεις του, στίς ἐπιθυμίες του, στά λόγια του, στίς πράξεις του. Ἔτσι, ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ πού ὑπάρχει στήν ψυχή ξεχύνεται καί σ' ὅλο τόν ἐξωτερικό χαρακτῆρα.

Ὁ χριστιανός ὀφείλει νά εἶναι εὐγενής πρός ὅλους. Τά λόγια καί τά ἔργα του νά ἀποπνέουν τη χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού κατοικεῖ στήν ψυχή του, ὥστε νά μαρτυρεῖται ἡ χριστιανική του πολιτεία καί νά δοξάζεται τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ.

Αὐτός πού εἶναι μετρημένος στά λόγια, εἶναι μετρημένος καί στά ἔργα. Αὐτός πού ἐξετάζει τά λόγια πού πρόκειται νά πεῖ, ἐξετάζει καί τίς πράξεις πού πρόκειται νά ἐκτελέσει, καί ποτέ του δέν θά ὑπερβεῖ τά ὅρια τῆς καλῆς καί ἐνάρετης συμπεριφορᾶς.

Τά χαριτωμένα λόγια τοῦ χριστιανοῦ χαρακτηρίζονται ἀπό λεπτότητα καί εὐγένεια. Αὐτά εἶναι πού γεννοῦν τήν ἀγάπη, φέρνουν τήν εἰρήνη καί τή χαρά.

Ἀντίθετα, ἡ ἀργολογία γεννάει μίση, ἔχθρες, θλίψεις, φιλονικίες, ταραχές καί πολέμους.

Ἄς εἴμαστε λοιπόν πάντοτε εὐγενεῖς. Ποτέ ἀπ’ τά χείλη μας νά μή βγεῖ λόγος κακός, λόγος πού δέν εἶναι ἁλατισμένος μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀλλά πάντοτε λόγοι χαριτωμένοι, λόγοι ἀγαθοί, λόγοι πού μαρτυροῦν τήν κατά Χριστό εὐγένεια καί τήν ψυχική μας καλλιέργεια.

 

Δοξολογία

Ὁ χριστιανός ὀφείλει νά δοξάζει τό Θεό καί μέ τό σῶμα του καί μέ τό πνεῦμα του. Ἄλλωστε, καί τά δυό ἀνήκουν στό Θεό καί, ἑπομένως, δέν ἔχει ἐξουσία νά τά ἀτιμάζει ἡ νά τά διαφθείρει, ἀλλά ὡς ἅγια καί Ἱερά πρέπει νά τά χρησιμοποιεῖ μέ πολλή εὐχαριστία.

Ὅποιος θυμᾶται ὅτι τό σῶμα του καί τό πνεῦμα του ἀνήκουν στό Θεό, ἔχει μιά εὐλάβεια κι ἕνα μυστικό φόβο γι' αὐτά, καί τοῦτο συντελεῖ στό νά τά διατηρεῖ ἁγνά καί καθαρά ἀπό κάθε ρύπο, σέ ἀδιάλειπτη ἐπικοινωνία μ' Ἐκεῖνον ἀπό τόν ὁποῖο ἁγιάζονται καί ἐνισχύονται.

 

Ὁ ἄνθρωπος δοξάζει τό Θεό μέ τό σῶμα του καί μέ τό πνεῦμα του, πρῶτα, ὅταν θυμᾶται ὅτι ἁγιάστηκε ἀπό τό Θεό καί ἑνώθηκε μαζί του, καί ὕστερα, ὅταν ἑνώνει τή θέληση τοῦ μέ τή θέληση τοῦ Θεοῦ ὥστε νά ἐκτελεῖ πάντοτε τό ἀγαθό καί εὐάρεστο καί τέλειο θέλημα Του. Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος δέν ζεῖ γιά τόν ἑαυτό του, ἀλλά γιά τό Θεό. Ἐργάζεται γιά τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ στή γῆ. Δοξάζει σέ ὅλα τό Θεό, μέ λόγια καί μέ ἔργα. Οἱ πράξεις του, πού γίνονται γιά τό καλό τῶν συνανθρώπων του, δίνουν ἀφορμή δοξολογίας τοῦ θείου ὀνόματος. Ἡ ζωή του, καταυγαζαμένη ἀπό τό θεῖο φῶς, λάμπει σάν φῶς δυνατό. Ἔτσι ἡ πολιτεία του γίνεται ὁδηγός πρός τό Θεό γιά ὅσους ἀκόμη δέν Τόν γνώρισαν.

 

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ



 

ΑΓΙΟΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ

O ΠΟΛΥΠΑΘΟΣ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ


 

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητοῦ

Οὐδέποτε ἔλειψαν ἀπό τήν Ἐκκλησία μας οἱ ἅγιοι καί αὐτό εἶναι τό μόνιμο θαῦμα στή δισχιλιόχρονη ἱστορική της πορεία. Οἱ ἅγιοι, ἄνδρες καί γυναῖκες, εἶναι τά ὁρατά σημεῖα τῆς λυτρωτικῆς ἐνέργειας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό Ὁποῖο ἀναγεννᾶ τούς ἀνθρώπους καί τούς καθιστᾶ θεοειδεῖς ὑπάρξεις, εἰκόνες καθαρές τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ.

Μιά τέτοια καθαρή εἰκόνα τοῦ Θεοῦ ὑπῆρξε καί ὁ νεοφανής ἅγιος Νεκτάριος ὁ θαυματουργός. Γεννήθηκε τό 1846 στή Σηλυβρία τῆς Θράκης ἀπό πολυμελῆ καί εὐσεβῆ οἰκογένεια. Ὀνομάζονταν Ἀναστάσιος Κεφαλάς. Ἐξ αἰτίας τῆς φτώχειας, σέ ἡλικία 13 ἐτῶν βρέθηκε στήν Κωνσταντινούπολη γιά ἐργασία. Ἐργαζόταν σέ συσκευαστήριο καπνοῦ, ὅπου ὁ ἐργοδότης του τόν ἐκμεταλλεύονταν καί τόν ξυλοκοποῦσε. Αὐτός ὑπόμεινε τίς προσβολές χωρίς διαμαρτυρίες. Μάλιστα στίς συσκευασίες τοῦ καπνοῦ φρόντιζε νά βάζει χαρτάκια μέ ρητά ἀπό τό Εὐαγγέλιο. Κάποια μέρα πού τόν ξυλοκοποῦσε ὁ ἐργοδότης του τόν εἶδε ἕνας ἔμπορος, τό λυπήθηκε καί τόν πῆρε στό ἐπιπλοποιεῖο του. Τοῦ ἄφησε χρόνο ἐλεύθερο νά πηγαίνει στό σχολεῖο καί στήν Ἐκκλησία. Ἐργάστηκε στόν καλό ἐκεῖνο ἐργοδότη ἑπτά χρόνια καί τέλειωσε τό σχολεῖο.

 

Σέ ἡλικία εἴκοσι ἐτῶν πῆγε στή Χίο νά ἐργαστεῖ ὡς δάσκαλος γιά δέκα χρόνια. Ἐκεῖ ἀποφάσισε νά γίνει μοναχός. Στά 1877 χειροτονήθηκε διάκονος καί πῆρε τό ὄνομα Νεκτάριος. Τόν ἴδιο χρόνο ἦρθε στήν Ἀθήνα γιά τή συνέχιση τῶν σπουδῶν του. Κατόπιν βρέθηκε στήν Ἀλεξάνδρεια νά ὑπηρετήσει κοντά στόν Πατριάρχη Σωφρόνιο, ὁ ὁποῖος ἐντυπωσιάσθηκε ἀπό τήν προσωπικότητα τοῦ νεαροῦ διακόνου. Τόν ἔστειλε ξανά στήν Ἀθήνα νά φοιτήσει στή Θεολογική Σχολή τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν. Ὁ Νεκτάριος διέπρεψε καί πρώτευσε. Τό 1885 ἀναχώρησε ξανά γιά τήν Ἀλεξάνδρεια, ὅπου χειροτονήθηκε πρεσβύτερος καί τοῦ ἀνατέθηκαν καθήκοντα πατριαρχικοῦ γραμματέα καί ἱεροκήρυκα, ὁ ὁποῖος ἀναδείχτηκε δεινός ρήτορας. Τό 1889 ἐκλέχτηκε ἐπίσκοπος Πενταπόλεως Λιβύης.

Ἡ ραγδαία ἄνοδος καί ἡ μεγάλη ποιμαντική καί κοινωνική δράση του Νεκταρίου θορύβησε τούς ἄλλους ἐπισκόπους, οἱ ὁποῖοι τόν θεώρησαν ἀπειλή γιά τίς φιλοδοξίες τους νά διαδεχτοῦν τόν ὑπέργηρο Σωφρόνιο στό θρόνο του. Διέδωσαν φρικτές συκοφαντίες ἐναντίον, φροντίζοντας νά φτάσουν ὡς τόν Πατριάρχη. Παύτηκε ἀπό τά καθήκοντά του χωρίς ἀπολογία. Συγχωρῶντας τούς συκοφάντες του, ἀναχώρησε γιά τήν Ἀθήνα. Ἀλλά καί ἐκεῖ δέ βρῆκε ἠρεμία, διότι φρόντισαν νά φτάσουν ὡς ἐκεῖ οἱ συκοφαντίες τους, ὥστε νά μή γίνεται πουθενά δεκτός γιά ἐργασία. Τοῦ παρακρατοῦσαν ἐπίσης καί τούς μισθούς του καί ὡς ἐκ τούτου βίωνε ἔσχατη πενία! Δέ μποροῦσε νά πληρώνει τό ἐνοίκιο ἑνός μικροῦ δωματίου καί δέν εἶχε χρήματα νά τραφεῖ! Ὁ ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν, παρά τή συμπάθεια πρός αὐτόν, ἀδυνατοῦσε νά τόν βοηθήσει, λόγῳ τῶν πιέσεων πού δέχονταν ἀπό τούς συκοφάντες του.

Ὕστερα ἀπό καιρό κατόρθωσε νά διοριστεῖ ἱεροκήρυκας στή Χαλκίδα, ἀλλά οἱ ἄσπονδοι ἐχθροί του, ἔστελναν ἀνθρώπους νά τόν ἀποδοκιμάζουν κάτω ἀπό τόν ἄμβωνα!

Τό 1891, δύο χρόνια μετά, ἡ μία μετά οἱ συκοφαντίες ἐναντίον του κατέρρευσαν, ἀποκαλύφτηκαν οἱ ραδιοῦργοι συκοφάντες του καί ἀπαλλάχτηκε ἀπό ὅλες τίς κατηγορίες. Ὁ ἐπίσκοπος Χαλκίδος καί ὁ λαός τῆς περιοχῆς πληροφορήθηκαν μέ ἀνακούφιση τήν εἴδηση καί ἄρχισαν νά ἀποθεώνουν τόν ἱεροκήρυκά τους. Κήρυττε πιά ἐλεύθερος ἀπό τά στίγματα τοῦ παρελθόντος. Ἡ φήμη του ξεπέρασε τήν Εὔβοια καί ἔφτασε στήν Ἀθήνα.

Τό 1894 διορίστηκε διευθυντής τῆς Ριζαρίου Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς στήν Ἀθήνα. Τό ἔργο του στήν ὀνομαστή σχολή ὑπῆρξε μεγάλο καί πρωτοπόρο. Κυρίως

ἐπικεντρώθηκε στόν ὀρθόδοξο τρόπο σκέψης, διότι εἶναι ἡ ἐποχή πού ἡ δυτική θεολογία διεισδύει ἐπικίνδυνα στόν ἑλληνικό χῶρο. Ἐπιδεικνύει ἀπίστευτα δείγματα λαμπροῦ παραδείγματος στούς σπουδαστές καί στούς ἐργαζομένους. Ἐργαζόταν, δίδασκε, μελετοῦσε, ἔγραφε καί προσευχόταν ὧρες ἀτέλειωτες. Οἱ σπουδαστές καί οἱ ἐργαζόμενοι τόν ὑπεραγαποῦσαν. Ἡ δράση του ἐκτείνονταν καί ἐκτός τῆς σχολῆς. Χιλιάδες ἄνθρωποι εὐεργετοῦνταν ποικιλότροπα ἀπό αὐτόν. Ὑπηρέτησε στή σχολή 14 ἔτη, ὡς τό 1908, ὅπου καί παραιτήθηκε γιά λόγους ὑγείας.

Ἀποσύρθηκε στήν Αἴγινα, σέ ἕνα ἐγκαταλειμμένο μοναστήρι στή θέση Ξάντο, μέ τέσσερις γυναῖκες – πνευματικά του παιδιά ἀπό τήν Ἀθήνα. Ἐκεῖ μέ ἄσκηση, προσευχή καί νηστεία ἱκανοποιεῖ τήν παλιά του ἐπιθυμία νά ζήσει ὡς μοναχός. Ταυτόχρονα ἀρχίζουν τά σημάδια τῆς ἁγιότητάς του. Θεράπευσε ἕναν ντόπιο δαιμονισμένο καί μέ τίς δεήσεις του ἔβρεξε, ὕστερα ἀπό τρία χρόνια ἀνομβρίας στό νησί. Ἡ φήμη του μεγάλωνε, πλήθη ἀπό ὅλη τήν Ἑλλάδα ἔτρεχαν στήν Αἴγινα. Μέ τήν προσωπική του ἐργασία μεγάλωσε τούς χώρους τῆς Μονῆς καί παράλληλα φρόντισε γιά τή νομική ἀναγνώρισή της. Ὅμως ὁ τότε μητροπολίτης Ἀθηνῶν Θεόκλητος ἀρνοῦνταν νά τήν ἀναγνωρίσει καί δέν ἀναγνωρίστηκε ὅσο ζοῦσε ὁ Νεκτάριος. Ἀλλά ἔρχεται καί νέα δοκιμασία γιά τό Νεκτάριο. Μητέρα μιᾶς ἀπό τίς μοναχές τόν κατηγόρησε γιά ἀνηθικότητα. Εὐτυχῶς κατάρρευσε καί αὐτή ἡ συκοφαντία.

Ἡ ὑγεία του ὅμως ἐπιδεινώνονταν συνεχῶς. Οἱ περιπέτειες τῆς πολυκύμαντης ζωῆς του του ἐπιφύλασσαν ἕνα ἐπίπονο τέλος τῆς ζωῆς του. Τό 1920 εἰσήχθη στό Ἀρεταίειο νοσοκομεῖο Ἀθηνῶν ὅπου διαγνώστηκε καρκίνος τοῦ προστάτη. Κοιμήθηκε, λίγες ἡμέρες μετά, στίς 8 Νοεμβρίου.

Ἡ ἁγιότητά του δέν ἄργησε νά φανεῖ. Τό τίμιο σκήνωμά του ἔμεινε ἄφθορο γιά 30 χρόνια, παρά τίς 3 ἐκταφές του. Ἄπειρα θαύματα ἄρχισαν νά ἐπιτελοῦνται καί συνεχίζουν ὡς τά σήμερα στό ὄνομά του.

Ὁ πολύπαθος ἅγιος Νεκτάριος, διακρίνεται καί ὡς ἕνας ἀπό τούς μεγαλύτερους ἐκκλησιαστικούς συγγραφεῖς τῶν νεωτέρων χρόνων. Τά ἔργα του ἀποπνέουν ἄρωμα Ὀρθοδοξίας καί ἁγιότητας, τά ὁποῖα συνέγραφε παράλληλα μέ τίς ἄδικες θλίψεις πού ἀντιμετώπιζε!

Τό μελάνι πού εἶναι γραμμένα εἶναι ἀνακατεμένο μέ τά δάκρυα τοῦ ἄδικου πάθους ὁλόκληρης τῆς ζωῆς του!



 

Ἐγκώμιο στόν θεῖο Ἀρχάγγελο Μιχαήλ τόν Παμμέγιστο

 


Ἁγίου Νεοφύτου τοῦ Ἐγκλείστου  

Μιχαήλ τόν παμμέγιστο καί μεγάλο ταξιάρχη, Μιχαήλ τόν φωτεινό σάν πυρσό καί ὁλόλαμπρο ἥλιο, Μιχαήλ τόν ταξιάρχη τῶν οὐρανῶν, τόν βοηθό τῶν ἀνθρώπων, ἐπιθύμησα νά ἐξυμνήσω, ὅσο μου εἶναι δυνατόν, τόν ἐπί κεφαλῆς καί ἄρχοντα τῶν ἀσωμάτων δυνάμεων, τήν μεγάλη δόξα τῶν ἀνθρώπων καί τό φίμωτρο τῶν δαιμόνων, τό ὁλάνθιστο καί σκιερό δένδρο τοῦ οὐράνιου θόλου· ὁ σεμνότατος καί μέγιστος ἰατρός τῶν ἐπίγειων κακῶν, ὁ μέγιστος καί ταχύτατος ἀετός «τοῦ μεγάλου βασιλέως», πού μέ πίστη περιτρέχει γρήγορα ὅλη τήν ὑφήλιο.
Ὁ θαυμαστός καί πύρινος στύλος, πού φθάνει μέχρι τόν οὐρανό, ὁ ψηλός καί γεμάτος κλαδιά κέδρος, τό ἀμάραντο καί ἐκλεκτό κλαδί, ὁ θεῖος ἀσπάλαθος, πού ξεπερνᾶ κάθε εὐωδία, αὐτός πού ἀπαλλάσσει τούς πάσχοντες ἀπό τή δαιμονική δυσωδία, τό κατάσκιο κλαδί καί ὁ θεοφύτευτος βλαστός, πού ἐξαφανίζει ἀμέσως τόν καύσωνα τῶν δαιμόνων, τό θεϊκό κυπαρίσσι καί τό ψηλό πλατάνι, πού κάτω ἀπό τή σκιά του θεραπεύονται ποικίλες ἀσθένειες καί δυσκολοθεράπευτα πάθη, τώρα ἄς ἐγκωμιαστεῖ καί ἀπό ἐμᾶς τούς μικρούς ὁ παμμέγιστος, καί, ἀφοῦ τοῦ προσφέρουμε λίγα μικρά ἐγκώμια, θά τοῦ ἀπευθύνουμε χαιρετισμούς.
Ὁ θεῖος, ἱερός καί σεβάσμιος ναός του μοιάζει μέ λιμάνι σωτηρίας καί οὐρανός μέ πολλά ἄστρα, κατοικία θείων ἀγγέλων, ἀξίνα καί μαχαίρι πού κατακόπτει ὅλα τά εἴδη τῶν παθῶν καί ἄριστο ἰατρεῖο, πού σταματᾶ τούς πόνους διαφόρων ἀσθενειῶν…

Ἀλλά νομίζω, ὅτι πρέπει νά σταματήσω τά ἐγκώμια γιά τόν ναό, ἄν καί δέν μπόρεσα νά πῶ κάτι ἀξιόλογο. Ἐάν δέ, δέν μπορέσαμε νά ποῦμε κάτι ἀντάξιο γιά τόν ἐπίγειο ναό, ἀπό τόν ὁποῖον βλέπουμε νά πηγάζουν τά θεία θαύματα, πῶς θά μπορέσουμε νά μιλήσουμε ἤ νά ἐγκωμιάσουμε τόν πνευματικό καί οὐράνιο οἰκοδεσπότη; Ξέρουμε ὅτι πρέπει νά ἔχει ἀγγελικό καί οὐράνιο νοῦ αὐτός πού πρόκειται νά γράψει γι’ αὐτόν ἐγκώμιο.

Γνωρίζουμε ὅμως ὅτι παρακινεῖ ὁ πόθος πολλές φορές κάποιον νά μιλᾶ γιά τόν Θεό. Καί ἐάν γιά τόν Θεό, τόν δημιουργό τῶν ἀγγέλων καί ὅλης της κτίσεως, ὁ θεῖος ἔρωτας πείθει νά τολμοῦμε νά μιλοῦμε, γιατί εἶναι παράδοξο νά ποῦμε μερικά γιά τόν θεῖο ἀρχιστράτηγο ἀπό τόν ὁποῖον ζητῶ νά μοῦ δώσει τήν χάρη τοῦ Θεοῦ;

Και πρίν ἀπ’ αὐτό, ζητῶ τή χάρη τοῦ θείου καί ζωοποιοῦ Πνεύματος γιά νά φωτίσει πλούσια τή φτωχή μου σκέψη. Χωρίς αὐτή δέν μπορεῖ κανείς ἄνθρωπος νά μιλήσει γιά τά οὐράνια. Μέ κινεῖ οὐράνιος πόθος νά ἐγκωμιάσω τόν οὐράνιο ἀρχιστράτηγο, ἀλλά ὁ γήινος νοῦς καί ἡ φθαρτή σάρκα μέ τραβᾶ πρός τά κάτω.

Ἀλλά ἐσύ μέγιστε Ἀρχάγγελε, ἀνέβασέ με πρός τά ἄνω, «καθάρισέ μου τή γλώσσα», δυνάμωσε τό χέρι μου, καί χαρίτωσε τόν νοῦ μου, ὥστε ἀφοῦ μέ ἐγκώμια χαιρετίσω τό μεγαλεῖο σου, ἱκανοποιήσω τήν ἐπιθυμία καί τελειώσω τό λόγο. Νομίζω δέ ὅτι εἶναι καλύτερο νά ἀρχίσω τούς χαιρετισμούς, ἀπό ἐκεῖ πού σου ἔχει δωρηθεῖ ἡ ὕπαρξη καί ἡ ἐξουσία.

Χαῖρε Ταξιάρχη, δημιούργημα τοῦ ἄναρχου φωτός καί δευτερεῦον φῶς μαζί μέ τούς συμμετόχους σου ἀγγέλους.

Χαῖρε Ταξιάρχη, τοῦ αἰωνίου φωτός φωτεινό καί πυρίμορφο κτίσμα, μαζί μέ τίς οὐράνιες δυνάμεις.

Χαῖρε Ταξιάρχη, πού δέν σέ ἔπεισε, οὔτε σέ ἔκανε νά σκεφτεῖς ὅσα δέν πρέπει, τό ὕψος τῆς δόξας, πού σῦ δόθηκε, ἀλλά σκέφτηκες ἐκεῖνα, πού ἁρμόζουν σ’ Αὐτόν πού σέ δημιούργησε, σέ τίμησε καί σέ δόξασε. Καί μέ εὐγνωμοσύνη διατηρεῖς ἀκέραια τήν πίστη σου σ’ Αὐτόν καί μέ μετριοφροσύνη ὑπηρετεῖς μέ ὑπακοή, ὅπως πρέπει, τόν Δημιουργό καί Παντοκράτορα Θεό πού συγκρατεῖ τά σύμπαντα.

Εὖγε, εὖγε, παμμέγιστε, γιά τήν ἀξιοθαύμαστη ἀπόφασή σου, ἀλλοίμονο δέ σ’ ἐκεῖνον τόν ὑψηλόφρονα καί ὑπερήφανο, πού κακῶς σκέφθηκε, ὀλέθρια διανοήθηκε, καί θέλησε νά στήσει στόν οὐρανό τό θρόνο του, καί νά τοποθετήσει τά τάγματά του, ἐπιθυμώντας νά ὁμοιωθεῖ πρός τόν Ὕψιστο.

Αὐτός δίκαια ἀνταμείφθηκε, καί ἔγινε ἀπό ἀρχάγγελος ἀρχιδαίμονας, ἀπό φωτεινός σκοτεινός, ἀντί δέ ὑψηλοῦ θρόνου καί οὐρανίων νεφελῶν, ἔγινε καταχθόνιος καί ἀπόκτησε καταχθόνια κατοικία, καί ἀντί νά ὁμοιωθεῖ πρός τόν Θεό, ἔγινε ἀνόμοιος ἀπό ὅλα τά δημιουργήματα.

Αυτά εἶναι τά ἀποτελέσματα τῆς κενόδοξης καί ὑπερήφανης γνώμης. Γιατί, ὅταν κάποιος ζητᾶ καί ἐπιθυμεῖ ὅ,τι εἶναι πάνω ἀπό τήν ἀξία του τοῦ ἀφαιρεῖται καί ἐκεῖνο πού νομίζει ὅτι ἔχει. Αὐτό ἔπαθε ὁ διάβολος πού ἔπεσε καί ὁ ἄνθρωπος πού θέλησε νά γίνει θεός καί ἀπό ἀθάνατος ἔγινε θνητός. Ἀλλά καί μέχρι σήμερα πολλοί ἄνθρωποι ὑποφέρουν ἀπ’ αὐτό· θέλοντας νά ἀποκτήσουν μεγαλύτερη ἀξία, χάνουν καί αὐτήν πού ἔχουν.

Χαῖρε Ταξιάρχη, πύ ἀρκέσθηκες στή θεόσδοτη τάξη καί δόξα καί δέν οἰκειοποιήθηκες τίποτε περισσότερο πού δέν ἦταν δικό σου.

Χαῖρε Ταξιάρχη, ἀρχηγέ τῶν οὐρανίων ταγμάτων καί μέγιστε βοηθέ τῶν ἀνθρώπων, πού φιλονικώντας κάποτε γιά τό ἀνθρώπινο σῶμα τοῦ προφήτη Μωυσῆ ἀπάντησες στόν ἀντίπαλο.

Τόν ἐπιτίμησες ὄχι μέ δική σου πρωτοβουλία, ἀλλά ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ καί ὡς φιλόθεος καί φίλος του Κυρίου ἔλεγες: «Νά σέ ἐπιτιμήσει ὁ Κύριος διάβολε». Μέ αὐτό λοιπόν, τό ἐπιτίμιο σέ παρακαλῶ, ἀρχιστράτηγε, νά μή σταματήσεις καί γιά μᾶς νά ἐπιτιμᾶς τόν τύραννο, μέχρι πού μέ τή δική σου καθοδήγηση καί μεσιτεία, θεοχαρίτωτε, συναντήσουμε τόν γεμάτο ἔλεος Θεό.

Χαῖρε λαμπρότατε Ταξιάρχη, πού στέκεσαι στά δεξιά τοῦ θείου θρόνου, πού δέν μπορεῖ νά περιγραφεῖ.

Χαῖρε Ταξιάρχη, φωτεινέ ὑπηρέτη τοῦ ἀρχιφώτου φωτός τοῦ τρισαγίου Θεοῦ.

Χαῖρε Ταξιάρχη καί πυρίμορφε στύλε, πού παλαιότερα ὁδήγησες τόν Ἰσραηλιτικό λαό, ὅταν ἐγκατέλειψε τήν Αἴγυπτο.

Χαῖρε Ταξιάρχη, σύ πού παλαιότερα στούς παλαιούς ἤσουν ὁ ἀπεσταλμένος ἀπό τό Θεό ὑπερασπιστής.

Χαῖρε Ταξιάρχη, γρήγορε στρατιώτη τοῦ βασιλέως Θεοῦ καί πανένδοξε ὁπλίτη.

Χαῖρε Ταξιάρχη, ὁ περίφημος στρατάρχης τῆς οὐράνιας στρατιᾶς καί ὁ δυνατός ὑπερασπιστής τῶν ἐπιγείων στρατιῶν.

Χαῖρε Ταξιάρχη, ἡ μέγιστη δόξα τῶν φωτεινῶν ἀγγέλων καί τό ἀθεράπευτο τραῦμα τῶν σκοτεινῶν δαιμόνων.

Χαῖρε Ταξιάρχη, ὑπασπιστή τῶν βασιλέων καί βοηθέ τῶν ἀρχόντων.

Χαῖρε Ταξιάρχη, πού εἶσαι ὁπλίτης τῶν ἀρχιστρατήγων καί ὁ μέγιστος σύμμαχος τῶν στρατιωτῶν.

Χαῖρε Ταξιάρχη, ὑπηρέτη τοῦ Θεοῦ καί σπουδαῖο καύχημα τῶν ὑπηρετῶν του.

Χαῖρε Ταξιάρχη, πού εἶσαι φρουρός τῶν χριστιανῶν καί ἀφανισμός καί καταστροφέας τῶν ἀλλοπίστων· «διότι», λέει ἡ Ἁγία Γραφή, «ἐξῆλθε ἀπό τόν Θεό τιμωρός ἄγγελος, ὁ ὁποῖος θανάτωσε ἀπό τό στρατόπεδο τῶν Ἀσσυρίων ἑκατόν ὀγδόντα πέντε χιλιάδες ἄνδρες».

Χαῖρε Ταξιάρχη, ὑπασπιστή τῶν πιστῶν καί καταστροφή τῶν ἀπίστων.

Χαῖρε ἀγαθέ Ἀρχάγγελε, ἐνδοξότατε στρατιώτη τοῦ ἀγαθοῦ βασιλέα, γιατί τρέχεις ἀπό τήν ἀνατολή μέχρι τή δύση, ἐκτελώντας μέ ἀκρίβεια τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ· φθάνεις μέ ταχύτητα στή γῆ, στή θάλασσα καί στά πέρατα τοῦ κόσμου.

Χαῖρε Ταξιάρχη, πού τό φῶς σου εἶναι πολύ περισσότερο ἀπό τοῦ ἥλιου, τῆς σελήνης καί διαφόρων ἄστρων. Αὐτά δημιουργήθηκαν «γιά νά χρησιμεύουν στήν κανονική μεταβολή καί διάκριση τῶν ἐποχῶν, τῶν ἡμερῶν καί τῶν ἐτῶν καί γιά νά φωτίζουν τή γῆ», ἐσύ δέ γιά νά δοξάζεις τόν Θεό, γιά νά διοικεῖς τούς ἀγγέλους, γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, γιά νά φωτίζεις καί νά ὁδηγεῖς ἐμᾶς, πού εἴμαστε στή γῆ.

Σύ θά ὑπάρχεις ὄχι γιά λίγες «ἐποχές, ἡμέρες καί χρόνια», ἀλλά ἔχεις μερίδιο στήν ἀθανασία, πού σου δόθηκε ἀπό τόν ἀθάνατο Θεό, εἶσαι στρατηγός τῶν ἀγγέλων αἰωνίως, γιά νά ψάλλεις μαζί μέ ὅλα τά τάγματα, δηλ. τούς Ἀγγέλους, τούς Ἀρχαγγέλους, τίς Ἀρχές, τίς Ἐξουσίες, τίς Δυνάμεις καί Κυριότητες, τά Σεραφείμ καί τά Χερουβείμ, τούς θείους Θρόνους, τόν Τρισάγιο ὕμνο στόν τρισάγιο Θεό.

Χαῖρε Ταξιάρχη, τό καλύτερο δημιούργημα τοῦ Θεοῦ «πνεῦμα ἀπολύτου νοήσεως, ἅγιο» καί «φλόγα φωτιᾶς» μ’ αὐτούς πού εἶναι μαζί σου σύμφωνα μέ τή φωνή του. «Ὅταν ὁ Θεός» ι, λέι ἡ Ἁγία ἡ Γραφή, «διασκόρπιζε τά ἔθνη στά διάφορα μέρη τῆς γῆς καί ὅριζε τίς περιοχές πού θά μένουν, καθόριζε καί τά σύνορα τῶν ἐθνῶν σύμφωνα μέ τόν ἀριθμό τῶν ἀγγέλων».

Κάποιος ἄλλος προφήτης παρατηροῦσε «μέχρις ὅτου τοποθετήθηκαν θρόνοι καί ὁ παλαιός τῶν ἡμερῶν, κάθισε στό θρόνο. Τό ἔνδυμά του ἦταν λευκό σάν τό χιόνι καί οἱ τρίχες τῆς κεφαλῆς του σάν τό καθαρό ὁλόλευκο μαλλί. Ὁ θρόνος του ἦταν φλόγα φωτιᾶς καί οἱ τροχοί του ἤσαν φωτιά. Πύρινος ποταμός ἔτρεχε μπροστά του καί χίλιες χιλιάδες ἀγγέλων τόν ὑπηρετοῦσαν καί μύριαι μυριάδες στέκονταν κοντά του». Μέ αὐτούς ὑπηρετοῦσες μέ πολύ εὐλάβεια καί ἐσύ πανένδοξε Μιχαήλ.

Χαῖρε Ταξιάρχη τῶν θείων ἀσωμάτων, πού φύλαξες ἀκέραιο τόν θεῖο ναό σου στίς Χώναις, ἀπό τήν ὑπερχείλιση τῶν δύο ποταμῶν, Λύκου καί Λυκοκάπρου, πού θέλησαν οἱ παράφρονες εἰδωλολάτρες νά ἀφανίσουν τό ἁγίασμά σου, τόν ἅγιο ναό σου καί τόν δοῦλο σου Ἄρχιππο. Ἐσύ δέ, φλογερέ πυρσέ καί πυρίμορφε, τοῦ ἐμφανίστηκες ὡς πύρινος στύλος, πού ἔφθανε ἀπό τή γῆ ὡς τόν οὐρανό, καί τόν συμβούλευες νά μή φοβηθεῖ τόν θόρυβο τῶν ποταμῶν, ἀλλά νά σταθεῖ καί νά βλέπει τήν ἀνίκητη δύναμη τοῦ Θεοῦ. Ἀφοῦ κτύπησες τή σκληρή πέτρα μέ τή ράβδο πού κρατοῦσες στό χέρι σου καί τήν χώρισες στά δύο, βύθισες σέ βάθος ἀβυσσαλέο τόν ὄγκο τῶν νερῶν τῶν ποταμῶν Λύκου καί Λυκοκάπρου, μέχρι σήμερα. Καί ὁ δοῦλος σου, μαζί μέ τό ἁγίασμα καί τόν θεῖο σου ναό διασώθηκε καί ἀκόμα ὑπάρχει. Ἡ περιοχή, πού πρίν ὀνομαζόταν Κολασσές, μετονομάσθηκε σέ« Χώναις», λόγω αὐτοῦ τοῦ μεγάλου θαύματος, καί τῆς χώνευσης τῶν νερῶν.

Χαῖρε ἀγαθέ Ταξιάρχη, τοῦ ἀγαθοῦ βασιλέα πανένδοξε στρατάρχη καί ἡ τελευταία παρηγοριά τῶν δούλων του. Ἐκεῖνοι πού τήν ὥρα τοῦ θανάτου καταξιώθηκαν τῆς φωτεινῆς παρουσίας σου, ἀπαλλάχθηκαν ἀπό τό πυκνό σκοτάδι τοῦ διαβόλου, ὅπως διαλύεται τό σκοτάδι ἀπό τό φῶς. Αὐτό μήν ἀρνηθεῖς νά τό κάνεις καί σέ μᾶς, πανάριστε, ἀλλά τώρα καί τότε «σκέπασέ μας μέ τά φτερά σου» καί φώτισέ μας μέ τό φῶς τοῦ προσώπου σου.

Χαῖρε Ταξιάρχη, ὑπερασπιστή τῶν δικαίων καί ὁδηγέ τῶν ὁσίων, μοναχῶν, ἐρημιτῶν καί κοινοβιατῶν.

Χαῖρε Ταξιάρχη, πού σκεπάζεις τούς φρόνιμους καί παιδαγωγεῖς τούς ἄτακτους.

Χαῖρε Ταξιάρχη, σαλπιγγόφωνε, πού θά ἀναγγείλεις τήν Δευτέρα παρουσία τοῦ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ μας, σείοντας τόν «οὐρανό, τή γῆ καί τά καταχθόνια» καί θά ξυπνήσεις τούς νεκρούς, πού κοιμοῦνται αἰῶνες, μέ τό νά πεῖς δυνατά: «Ἰδού ὁ νυμφίος ἔρχεται, ἐλᾶτε νά τόν προϋπαντήσετε».

Τότε, λέει ἡ Γραφή, «θά στείλει» ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου «τούς ἀγγέλους του νά σαλπίσουν δυνατά καί νά συνάξουν τούς ἐκλεκτούς του ἀπό τά τέσσερα σημεῖα τοῦ ὁρίζοντα, ἀπό τό ἕνα ἄκρο τοῦ κόσμου ὡς τό ἄλλο». Τότε, παμμέγιστε Ἀρχάγγελε τοῦ Θεοῦ, μή μέ ξεχάσεις, σέ ἱκετεύω, μή μέ ξεχωρίσεις, τόν ἀνάξιο, ἀπό ἐκείνη τή σύναξη, ἄν καί εἶναι μεγάλο αὐτό πού ζητῶ, μή μέ ξεπεράσεις, σέ παρακαλῶ, λόγω τῆς ταχύτατης πορείας σου.

Χαῖρε Ταξιάρχη, πού βρίσκεσαι μέ τούς ἀγγέλους σου γύρω ἀπό τόν Θεό ὑπηρετώντας καί τοῦ προσφέρεις σάν δῶρα τίς καθαρές ψυχές τῶν δικαίων. «Διότι ὅλοι» λέει ὁ ψαλμός, «πού εἶναι γύρω του θά προσφέρουν δῶρα». Μεταξύ τῶν ὁποίων, θεοπρόκριτε καί παμμέγιστε, παρακάλεσε νά εἶμαι καί ἐγώ ἀνάμεσα σ’ αὐτούς, ἔχοντας μέγιστο βοηθό καί τόν δικό σου ὁλοφώτεινο συνεργάτη, τόν ἀξιέπαινο πρόδρομο τῆς νέας χάριτος, τόν πραγματικά θεῖον ἀπόστολο, πού φανέρωσε τό μυστήριο στήν Παρθένο, ἐννοῶ τόν ὅμοιό σου ταξιάρχη καί συμμέτοχο στή δόξα Γαβριήλ, τόν θεῖο καί ἐνδοξότατο καί τόν ἄριστο ἀρχιδιάκονο τῆς σωτηρίας μας, πού εἶναι μάρτυρας σπουδαῖος καί ἀληθινός, τοῦ ὁποίου ἡ μαρτυρία, ὅπως λέει ἡ Γραφή, «δέν ὑπάρχει κανείς ἄλλος νά μέ βοηθήσει στίς ὑποθέσεις αὐτές, παρά μόνον ὁ ἄρχοντας τοῦ δικοῦ σας ἔθνους, ὁ Ἀρχάγγελος Μιχαήλ».

Ὤ θεῖε Μιχαήλ, Ἀρχιστράτηγε τῶν ἀγγελικῶν δυνάμεων, αὐτόν πού σοῦ ἔστειλα θεράπευσέ τον, γιατί ἡ θεία φαρμακαποθήκη σου εἶναι πάντοτε γεμάτη ἀπό φάρμακα πού ἀφαιροῦν τούς πόνους. Καί αὐτό τό ἐγκώμιο, ὅπως ὁ Κύριος δέχθηκε τά λεπτά τῆς χήρας, δέξου καί σύ καί ἀξίωσέ μας νά παραμένουμε στό θεῖο ναό σου, ἄν καί λόγω τῆς πνευματικῆς μας φτώχιας δέ μπορέσαμε νά σού προσφέρουμε κάτι πλουσιότερο καί ἀξιόλογο, διότι εἶναι μεγάλο καί δοσμένο ἀπό τόν Θεό τό ὕψος τῆς δόξης σου.

Ἐπειδή, δέν μπορεῖ νά ἐγκωμιάσει, ὅπως τοῦ ἀξίζει, ἀνθρώπινος νοῦς, ἐκεῖνον πού ὑπερβολικά δόξασε ὁ Θεός καί τόν τίμησε μέ τήν ἀρχηγία τοῦ χοροῦ τῶν ἀγγέλων καί ἀρχαγγέλων, γι’ αὐτό, ὅπως δέχθηκε τά δύο λεπτά ὁ Κύριος, δέξου καί σύ, θεοχαρίτωτε, τό ἐγκώμιο. Καί ἐπειδή εἰσακούεις γρήγορα, ἐκπλήρωσε τίς αἰτήσεις μας, καί στεῖλε πίσω ὑγιῆ αὐτόν πού σοῦ στείλαμε, ὥστε καί ἐμεῖς μέ ὅλους τούς πάσχοντες νά δοξάσουμε ἐσένα καί αὐτόν πού σέ δόξασε, γιατί στόν Τρισάγιο Θεό ἀνήκει ἡ δόξα καί ἡ τιμή καί ἡ προσκύνηση στούς αἰῶνες. Ἀμήν.

 Ἁγίου Νεοφύτου του Ἐγκλείστου