Σάββατο, Αυγούστου 10, 2024

 

Μητρόπολη Πάφου:

Περὶ ἐπιταφίου θρήνου καὶ ἐγκωμίων τῆς Παναγίας. 

Εἶναι στὴν Παράδοσή μας;

 


  

Ἐν Πάφῳ τὴν 8η Αὐγούστου 2024
τοῦ ἁγίου Αἰμιλιανοῦ τοῦ ὁμολογητοῦ, ἐπισκόπου Κυζίκου
Γραφεῖο κατὰ τῶν αἱρέσεων

 

"Ἡ Μ.Εκκλησία κατακρίνουσα πᾶν ὅ,τι καινοφανὲς καὶ κακόζηλον,
ἔστω καὶ γινόμενον πρὸς τὶμὴν τῆς Θεοτόκου,
ἀποδοκιμάζει ταῦτα ἐπισήμως καὶ ἀπαγορεύει μάλιστα αυστηρῶς"

 

Τὰ τελευταῖα χρόνια ἔχει παρατηρηθεῖ σὲ κατὰ τόπους ἐνορίες μία ἀνάρμοστη προσθήκη στὸ τυπικὸ τῆς Ἐκκλησίας μας "πρὸς πλείοντα τάχα δόξαν"1 καὶ τιμὴ τῆς Ὑπεραγίας ἡμῶν Θεοτόκου. Ἡ ἀντικανονικὴ αὐτὴ ἀλλαγὴ ἔγκειται στὸ γεγονὸς τῆς τέλεσης "ἐπιταφίου θρήνου τῆς Παναγίας" πρὸς μίμηση τῆς ἀκολουθίας τοῦ ἐπιταφίου τοῦ Μ.Σαββάτου.
Ἂν καὶ μπορεῖ νὰ φαίνεται ὅτι μὲ τὰ ἐγκώμια, δίνουμε μεγαλύτερη τιμὴ στὴν Παναγία μας, ὀφείλουμε νὰ ἔχουμε τὴν ταπείνωση νὰ ἀκολουθοῦμε τὴν Παράδοση καὶ τὴ λειτουργικὴ τάξη τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπως ἀκριβῶς... τὴν παραλάβαμε, ἐφόσον πιστεύουμε ὅτι οἱ θεῖοι Πατέρες "τὰ πάντα καλῶς διαταξάμενοι"2. Τὰ ἐγκώμια, μᾶς ἔχουν παραδοθεῖ μόνο πρὸς τιμὴ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Ἄλλωστε, ὁ "ἐπιτάφιος θρῆνος" μὲ τὰ "ἐγκώμια τῆς Παναγίας" δὲν βρίσκονται σὲ κανένα ἐπίσημο λειτουργικὸ βιβλίο ποὺ χρησιμοποιοῦμε στὶς ἐκκλησίες μας. Ἡ τάξη τῆς ἀκολουθίας εἶναι καθορισμένη ὅπως αὐτὴ φαίνεται στὸ Μηναῖο τοῦ Αὐγούστου καὶ στὸ βιβλίο "Τάξις ἱερῶν ἀκολουθιῶν"3 τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου, ὅπου κανένα ἀπὸ τὰ δύο δὲν περιέχει "ἐπιτάφιο θρῆνο".

Κάνοντας μία σύντομη ἱστορικὴ ἀναδρομὴ στὸ τυπικὸ τῆς ἡμέρας σὲ ἄλλες τοπικὲς Ἐκκλησίες, θὰ ἐντοπίσουμε πὼς ἐγκώμια κατ΄εξαίρεση ψάλλονται μόνο στὸ πατριαρχεῖο Ἱεροσολύμων καὶ συγκεκριμένα στὴν Γεθσημανὴ ὅπου βρίσκεται καὶ ὁ τάφος τῆς Παναγίας. Δηλαδὴ κατ΄ όμοιο τρόπο, ὅπως γίνονται καὶ ἄλλες εἰδικὲς ἀκολουθίες μόνο σὲ ὁρισμένο τόπο γιὰ συγκεκριμένο λόγο, ὅπως εἶναι ἡ ἀκολουθία τῆς ἁφῆς Ἁγίου Φωτός, τοῦ Ἁγίου Μύρου στὸ πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως, οἱ προεόρτιες ἀκολουθίες τοῦ ἁγίου Δημητρίου στὸ ναό του στὴν Θεσσαλονίκη κτλ.

Ἀντιθέτως, τὸ τυπικὸ ποὺ ἀκολουθεῖ ἡ Ἐκκλησία τῆς Κύπρου εἶναι τὸ "Τυπικόν τῆς τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας" γνωστὸ ὡς ΤΜΕ, ποὺ ἔχει ἰσχὺ μέχρι τὶς μέρες μας. Στὸ τυπικὸ τῆς ΙΕ’ Αὐγούστου, ἡ σχετικὴ 4η σημείωση γιὰ τὰ ἐγκώμια ἀναφέρει χαρακτηριστικά: "Εὐθὺς μετὰ τὴν Καταβασίαν τῆς θ’ συνειθίζεται ἐνιαχοῦ, ὅπου πανηγυρίζεται ἡ ἑὸρτὴ αὕτη μεγαλοπρεπῶς, πρὸς πλείονα τάχα δόξαν καὶ τιμὴν τῆς Θεοτόκου, ἵνα ψάλλωνται τὰ λεγόμενα ἐγκώμια τῆς Παναγίας, κατὰ μίμησιν τῶν τοῦ Κυρίου ἡμῶν, τῶν ψαλλομένων ἐν τῷ Ὄρθρῳ τοῦ Μ. Σαββάτου. Ἡ Μ.Εκκλησία κατακρίνουσα πᾶν ὅ,τι καινοφανὲς καὶ κακόζηλον, ἔστω καὶ γινόμενον πρὸς τὶμὴν τῆς Θεοτόκου, ἀποδοκιμάζει ταῦτα ἐπισήμως καὶ ἀπαγορεύει μάλιστα αυστηρῶς."4

Στὸν ἑλλαδικὸ χῶρο τὰ ἐγκώμια πρὸς τιμὴ τῆς Θεοτόκου, πρωτοεμφανίστηκαν σὲ Κυκλαδίτικα νησιά, γεγονὸς ποὺ ἀνάγκασε τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος νὰ ἐκδώσει σχετικὴ ἐγκύκλιο τὸ 1865 καὶ νὰ ἀπαγορεύσει αὐτὴ τὴν ἀκολουθία ὡς ἀσυνήθης "καὶ πάντη ξένη εἰς τὴν καθ’ ὅλου ὀρθόδοξον Ἀνατολικὴν τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίαν"5

Ἂς διατηρήσουμε λοιπόν, καὶ νὰ μὴ μεταβάλλουμε κατὰ τὴν ἐκκοσμικευμένη τάση τῆς ἐποχῆς μας, τὰ παραδιδόμενα, συνεχίζοντας νὰ τιμοῦμε τοὺς ἁγίους, τὴν Παναγία καὶ τὸν Κύριό μας, ὅπως ἀκριβῶς μας παραδόθηκε μακρυὰ ἀπὸ νεωτερισμοὺς εἴτε αὐτοὶ φαίνονται εὐσεβεῖς εἴτε ὄχι.

Τὴν ΙΕ’ Αὐγούστου ἑορτάζουμε τὴν Μετάστασιν τῆς Θεομήτορος, καὶ ὅπως ψάλλουμε "ἐν τῇ Κοιμήσει τὸν κόσμον οὐ κατέλιπες Θεοτόκε"6 – πρὸς τί ὁ θρῆνος ἐν τῷ τάφῳ; "Ὅτε ἐξεδήμησας Θεοτόκε Παρθένε, ... σύμπας ὁ θεῖος τῶν Ἀποστόλων χορός, ... τὸ θεοδόχον σου σῶμα κηδεύσαντες, ἔχαιρον πανύμνητε."7 Χαρὰ καὶ ἀγαλλίασις λοιπόν, ἂν εἴχαμε κηδεία θὰ εἴχαμε καὶ νηστεία. Κάτι τέτοιο μπορεῖ νὰ ὁμοιάσει μὲ τὴν αἱρετικὴ θεώρηση τῶν πραγμάτων, ὅπως δηλαδή τό ἀντιλαμβάνονται οἱ παπικοί, τὴν ἐμμονὴ σὲ ἕναν ἀδικαιολόγητο θρῆνο ἀγνοῶντας τὴν Χαρὰ τῆς Ἀναστάσεως, ἦθος ποὺ εἶναι ἐντελῶς ξένο ὡς πρὸς τὴν Ὀρθόδοξη πνευματικὴ ζωή.
"Πανηγυριζέτωσαν οἱ θεόφρονες"8 λοιπὸν ἐν κατανύξει καὶ σεμνοπρεπώς, ἀπέχοντας ἀπὸ κάθε τι τὸ ξένο ὡς πρὸς τὴν πατερικὴ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας. Μόνον ἔτσι θὰ ἑορτάσουμε ἀσφαλῶς καὶ ὀρθοδόξως τὶς ἑορτὲς τῆς Ἐκκλησίας μας.

 

1.ΤΜΕ Κωνσταντινουπόλεως 1988, σελίδα 318
2.Συναξάριον ἁγίας καὶ Μ.Πέμπτης
3.impaphou.org/typikai-diataxeis
4.ΤΜΕ Κωνσταντινουπόλεως 1988, σελίδα 318
5.Ἐγκύκλιος 185.  Ἀριθ. Πρώτ. 4319. Ἐν Ἀθήναις, τὴν 21 Ἀπριλίου 1865.

Πὲρὶ ἀπαγορεύσεως Ἐπιταφίου ὕμνου εἰς τὴν ἑὸρτὴν τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου.
Πρὸς τοὺς κατὰ τὸ Κράτος Σεβ. ἱεράρχας.
Πρὸ τινων ὀλίγων ἐνιαυτῶν ἐπληροφορήθη ἡ Σύνοδος, ὅτι ἔν τισι τῶν Κυκλάδων Νήσων παρεισαχθεῖσα ἐψάλλετο κατὰ τὴν ἑορτὴν τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τῇ 15 Αὐγούστου ἀκολουθία Ἐπιταφίου ὕμνου κατὰ μίμησιν τῆς κατὰ τὴν νύκτα τῆς ἁγίας καὶ Μεγάλης Παρασκευῆς ψαλλομένης· καὶ ἐπειδὴ ἡ τοιαύτη ἀκολουθία εἶναι ἀσυνήθης καὶ πάντη ξένη εἰς τὴν καθ ̓ ὅλου ὀρθόδοξον ̓Ἀνατολικὴν τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίαν, μήτε ἐγκεκριμένη, μὴδ ̓ ἀνεγνωρισμένη πούποτε, ἡ Σύνοδος ἀπηγόρευσεν αὐτὴν, παραγγείλασα τὰ δέοντα πρὸς τὸὺς ἁρμοδίους ἱεράρχας.
Ἐπειδὴ δ ̓ ἐπ ̓ ἐσχάτων ἐξεδόθη ὑπὸ τοῦ Σ. Ἐπισκόπου Καρυστίας εἰς φυλλάδιον τοιοῦτος Ἐπιτάφιος ὕμνος εἰς τὴν Κοίμησιν τῆς Θεοτόκου, καὶ ἐπειδὴ τοῦτο δύναται νὰ θεωρηθῇ παρὰ τινος, ὅτι ἡ Σύνοδος παραδέχεται καὶ ἐπιδοκιμάζει τὸ ὡς εἴρηται ξένον τοῦτο ἔθιμον, διὰ τοῦτο ἀναγγέλλουσα τοῦτο πρὸς ὑμᾶς, ἐντέλλεται ὑμῖν, ἵνα μὴ ἐπιτρέψητε τὴν εἰσαγωγὴν αὐτοῦ εἰς τὴν καθ ̓ ὑμᾶς Ποιμαντορίαν, καὶ ἐὰν ποὺ τυχὸν παρεισέφρησε, νὰ ἐμποδίσητε τὴν περαιτέρω χρῆσιν αὐτοῦ. ἡ Ἐκκλησία ἐκανόνισεν ἀνέκαθεν τὰς ἱὲρὰς ἀκολουθίας τοῦ ὅλου ἐνιαυτοῦ, καὶ κατανυκτικώτατά εἰσι τὰ εἰς τὴν Κοίμησιν τῆς ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου ψαλλόμενα ἄσματα, οὐδὲ ἀνάγκη ἑτέρων ὑπάρχει, καὶ κατὰ βούλησιν ἑκάστου πεποιημένων. 

Ὁ ΑΘΗΝΩΝ ΘΕΟΦΙΛΟΣ Πρόεδρος
Ὁ ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ ΠΡΟΚΟΠΙΟΣ ΜΟΝΕΜΒΑΣΙΑΣ καὶ ΣΠΑΡΤΗΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ
Ὁ ΝΑΞΟΥ ΠΑΡΘΕΝΙΟΣ
ὁ Γραμματεὺς Κύριλλος Χαιρωνίδης
↩︎

 

6.ἈπολυτίκιοντῆςἙορτῆς
7.ΔοξαστικὸἀποστίχωντῆςἙορτῆς
8. Ἡ ἀκροστιχὶς τοῦ πρώτου κανόνα τῆς Ἑορτῆς

Ἐκ τοῦ Γραφείου κατὰ τῶν αἱρέσεων
τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πάφου



 

 

Η πανσεβάσμια κοίμηση της

Υπεραγίας Θεοτόκου

(Γέροντας Φιλόθεος Ζερβάκος)

 


 

“Ας επικαλούμαστε πάντοτε την Παναγία, γέροντες, νέοι, γυναίκες, παιδιά. Όλοι στο στόμα μας ας έχουμε το όνομα της Παναγίας”


 

Ὅταν ὁ πατριάρχης Ἰακώβ, ἀναχωρῶντας ἀπό τή πατρική ἑστία, ἐξ αἰτίας τῆς κατ’ αὐτοῦ ἀπειλῆς τοῦ ἀδελφοῦ τοῦ Ἠσαύ, ἔφθασε κοντά στή δύση τοῦ ἡλίου σέ ἔρημο τόπο, πῆρε ἕναν λίθο, τόν ἔβαλε κάτω ἀπό τό κεφάλι του καί κοιμήθηκε.

Εἶδε τότε σκάλα στηριγμένη στή γῆ, τῆς ὁποίας ἡ κεφαλή ἔφθανε στόν οὐρανό καί οἱ Ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ ἀνέβαιναν καί κατέβαιναν σέ αὐτήν, ὁ δέ Κύριος στηριζόταν πάνω της... Ὅταν σηκώθηκε ὁ Ἰακώβ ἀπό τόν ὕπνο, εἶπε: «Ὡς φοβερός ὁ τόπος οὗτος! Οὐκ ἔστι τοῦτο ἀλλ’ ἤ οἶκος Θεοῦ καί αὕτη ἡ πύλη τοῦ οὐρανοῦ» (Γέν. 28:17).

Ἡ σκάλα ἐκείνη ἡ μυστική ἦταν τύπος καί εἰκόνα τῆς νοητῆς κλίμακας, τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καί Ἀειπαρθένου Μαρίας, τῆς ὁποίας τήν σεβάσμια Κοίμηση περιχαρώς ἑορτάζουμε.

Μετά τήν παράβαση καί παρακοή τῶν πρωτοπλάστων, μεταξύ οὐρανοῦ καί γῆς δέν ὑπῆρχε καμία ἐπικοινωνία. Πεθαίνοντας οἱ ἄνθρωποι μετέβαιναν στόν Ἅδη. Πέρασαν περίπου πέντε χιλιάδες ἔτη καί δέν βρισκόταν μέσον γιά νά ἐπικοινωνήσει ἡ γῆ μέ τόν οὐρανό, ὁ ἄνθρωπος μέ τόν Θεό. Ὑπῆρχε τεῖχος. Ὑπῆρχε φραγμός ἀδιάρρηκτος. Βρέθηκε, τέλος, τό μέσον πού χάλασε τόν μεσότοιχο, διέρρηξε τόν φραγμό, κατέβασε ἀπό τούς οὐρανούς τόν Θεό, ἀνέβασε τόν ἄνθρωπο στόν οὐρανό, ἕνωσε τά ἐπίγεια μέ τά ἐπουράνια καί ἔγινε εὔκολη ἡ διάβαση καί ἡ ἀνάβαση τῶν ἀνθρώπων ἀπό τή γῆ στά οὐράνια. Ὅλα, ὅλα αὐτά γνωρίζετε, ἀγαπητοί μου, ποιός τά ἐπετέλεσε; Ἡ πανύμνητη Παρθένος πού ἑορτάζουμε σήμερα!

Ω μεγαλεῖα, μεγαλεία τῆς Παρθένου! Τά μεγαλεῖα σου, Παρθένε, ποιός θά τά διηγηθεῖ! Ἄν ἐκεῖνος ὁ οὐρανόπεμπτος ἀρχάγγελος Γαβριήλ, πού ὑπηρέτησε στό μέγα αὐτό μυστήριο, ἐξεπλάγη ἀπό θαυμασμό, πῶς ἐμεῖς οἱ ταλαίπωροι, ὑλικοί καί χοϊκοί νά μήν ἔλθουμε σέ ἀπορία καί ἔκσταση; Ἀλλά ἄς παραλείψουμε τά τοῦ ὕψους τοῦ μυστηρίου, καί ἄς στραφοῦμε στό ζήτημα τῆς σωτηρίας. Στό πῶς δηλαδή θά σωθοῦμε καί πῶς θά μπορέσουμε νά ἀνεβοῦμε στόν οὐρανό μέσῳ τῆς νοητῆς κλίμακας, τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.

Ὅσοι, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἐπιθυμεῖτε νά ἀνεβεῖτε ἀπό τή γῆ στόν οὐρανό, νά γίνετε πολῖτες της ἄνω Ἱερουσαλήμ, συμπολῖτες τῶν Ἀγγέλων καί οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ, υἱοί Θεοῦ καί θεοί κατά χάριν, ἐλᾶτε καί ἀκοῦστε. Στρέψετε τά αὐτιά τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος καί προσέξτε τούς λόγους μου, τοῦ ἐλαχίστου καί εὐτελοῦς. Σᾶς μιλῶ μέ ἀγάπη καί ἀλήθεια καί μέ συγκίνηση καρδιᾶς. Σᾶς λέω μέ πλήρη πεποίθηση ὅτι δέν θά βρεῖτε ἄλλο μέσον οὔτε εὐκολότερο οὔτε ἀσφαλέστερο νά ἀνεβεῖτε στούς οὐρανούς ἀπό αὐτή τή νοητή κλίμακα, τήν Παναγία Παρθένο καί Θεοτόκο Μαρία.

Κανείς ἄς μή διστάσει. Κανείς ἄς μή δειλιάσει. Κανείς ἄς μήν ἀμφιβάλλει. Καί ἄν κανείς εἶναι βεβαρημένος καί βαρυφορτωμένος ἀπό πολλές καί ποικίλες ἁμαρτίες, ἄς γίνει πρόθυμος, ἄς ἔχει θάρρος, ἄς μήν ἀπελπίζεται.

Ἀλλά πῶς καί μέ ποιόν τρόπο εἶναι δυνατόν νά ἀνεβοῦμε ἀπό τή γῆ στούς οὐρανούς; Τόσο ὕψος! Αὐτό εἶναι κόπος, κίνδυνος, φόβος. Αὐτό κι ἐγώ τό ὁμολογῶ, ὅτι εἶναι κόπος καί πόνος, ἀλλά ὑπάρχει μέσον εὔκολο, ἡ Παναγία Παρθένος, ἡ νοητή κλίμακα, μέσῳ τῆς ὁποίας θά ἀνέλθουμε στούς οὐρανούς.

Ὅσοι πιστεύετε στόν Θεό, πιστεύετε ὅτι ὑπάρχει μέλλουσα κρίση καί ἀνταπόδοση καί ὅτι «οἱ τά ἀγαθά ποιήσαντες ἀπελεύσονται εἰς ἀνάστασιν ζωῆς, οἱ δέ τά φαῦλα πράξαντες εἰς ἀνάστασιν κρίσεως» (Ἰω. 5:29), καί γι’ αὐτό ζεῖτε ἐνάρετη ζωή, γιά νά ἀξιωθεῖτε τῆς οὐρανίου βασιλείας, μή λησμονεῖτε, ἀλλά πάντοτε, στό στάδιο τῆς παρούσας ζωῆς, νά ἐπικαλεῖσθε τήν Θεοτόκο, διότι αὐτή μέ τή μεσιτεία της μπορεῖ νά σᾶς εἰσαγάγει στούς οὐρανούς.

Ὅσοι εἶστε ἁμαρτωλοί, ἀπορρῖψτε μέ εἰλικρινῆ καί καθαρή μετάνοια καί ἐξομολόγηση τίς ἁμαρτίες καί ἐπικαλεσθεῖτε μέ ὅλη σας τήν ψυχή τή Θεοτόκο, γιά νά μπορέσετε νά ἀνεβεῖτε στούς οὐρανούς. Δέν βρίσκεται ἄλλο μέσον νά σᾶς βοηθήσει περισσότερο ἀπό τήν Παναγία. «Πολλά ἰσχύει δέησις Μητρός πρός εὐμένειαν Δεσπότου».

Αὐτή εἶναι ἡ πρόξενος τῆς σωτηρίας μας. Αὐτή κατέρριψε τόν μεσότοιχο τῆς μεταξύ ἡμῶν καί τοῦ Θεοῦ ἔχθρας. Αὐτή συμφιλίωσε ἐμᾶς μέ τόν Θεό καί μᾶς ἀπάλλαξε ἀπό τή αἰώνια καταδίκη καί μᾶς προξένησε τήν ἀφθαρσία. Αὐτή εἶναι ἡ γέφυρα ἡ μετάγουσα πρός τήν αἰώνιον ζωήν, ἡ κλίμακα πού μᾶς ἀνεβάζει στούς οὐρανούς καί ἡ ὁλκάς (τό πλοῖο) πού μᾶς ὁδηγεῖ στό ἀκύμαντο λιμάνι τοῦ Παραδείσου. Αὐτή εἶναι τῶν ἁμαρτωλῶν ἡ σωτηρία καί τῶν Ἀγγέλων ὁ γλυκασμός. Ὁ ἰατρός τῶν νοσούντων καί ἡ τροφή τῶν πεινώντων. Τῶν πονεμένων ὁ πλοῦτος καί τῶν τυφλῶν ἡ βακτηρία. Τῶν ἀδικουμένων προστάτης καί τῶν ξένων ἡ παράκληση.

Καί τί νά πῶ; Στούς πάντες εἶναι τά πάντα ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ καί μητέρα ἡμῶν τῶν χριστιανῶν. Ὅλοι ὅσοι βρισκόμαστε σέ θλίψεις, συμφορές καί ἀνάγκες πρός αὐτήν καταφεύγουμε, καί ὅλοι ὅσοι μέ πίστη προστρέχουμε, τά αἰτήματα λαμβάνουμε. «Οὐδείς προστρέχων ἐπί σοί κατησχυμένος ἀπό σοῦ ἐκπορεύεται, ἁγνή Παρθένε Θεοτόκε...».

Ὅσοι ὅμως εἶναι ἄπιστοι, ὅσοι εἶναι βλάσφημοι καί ὑβριστές τῆς Θεοτόκου, ὄχι μόνον τά αἰτήματά τους δέν λαμβάνουν, ἀλλά θά ἔχουν καί ἀντίδικη τήν Παναγία, ἐάν δέν σπεύσουν νά μετανοήσουν.

Ἄς σπεύσουμε, ἀγαπητοί φιλόχριστοι, μέ τή μετάνοια καί τήν ἐξομολόγηση νά καθαρίσουμε τόν ἑαυτό μας ἀπό κάθε ἁμαρτία, πρίν ἔλθει ἡ ὥρα καί ἡ στιγμή τοῦ θανάτου. Ἄς ἐπικαλούμαστε πάντοτε τήν Παναγία, γέροντες, νέοι, γυναῖκες, παιδιά. Ὅλοι στό στόμα μας ἄς ἔχουμε τό ὄνομα τῆς Παναγίας. Τό πρωί ὅταν σηκωνόμαστε, τό βράδυ ὅταν πρόκειται νά ἀναπαυθοῦμε, τό ὄνομα τῆς Παναγίας, τοῦ Ἰησοῦ καί τῶν Ἁγίων Τοῦ ἄς μή λείπει ἀπό τό στόμα μας. Καί ὅταν εἴμαστε ὑγιεῖς καί ὅταν ἀσθενεῖς καί ὅταν ψυχορραγοῦμε, ἄς ἐκπνεύσουμε μέ τό ὄνομα τῆς Παναγίας καί τοῦ Ἰησοῦ στό στόμα, γιά νά δοξασθοῦμε μαζί τους στούς αἰῶνες. Ἀμήν.

(Ἀπό τό περιοδικό «Ὅσιος Φιλόθεος τῆς Πάρου» 29, Ἐκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, σελ. 67.)