Κυριακή, Ιουλίου 13, 2025

 

Η Δ΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ

ΚΑΙ ΟΙ ΑΙΡΕΤΙΚΟΙ ΜΟΝΟΦΥΣΙΤΕΣ

 


Η Εκκλησία διαχρονικά προκαλείτο από διάφορους αιρετικούς. Τα προβλήματα που αυτοί προκαλούσαν, ως προβατόσχημοι λύκοι, καθώς και τα ζητήματα που προέκυπταν τα αντιμετώπιζε Συνοδικά. Διά των Συνόδων η Εκκλησία εξήγησε ό,τι ήταν ήδη παραδεδομένο από το Θεό -αλλά αμφισβητήθηκε από την αίρεση- και μάλιστα, κατα τρόπο που να μην επιδέχεται πλέον παρερμηνεία, ώστε οι πιστοί να γνωρίζουν επακριβώς την πίστη τους και έτσι, έχοντας ορθά θεολογικά κριτήρια, να μην παρασύρονται από τους κακοπροαίρετους αιρεσιάρχες. Το έτος 451 μ.Χ., λοιπόν, επί Αυτοκρατορίας του Αγίου Μαρκιανού και της Αγίας Πουλχερίας, συγκλήθηκε Σύνοδος από 630 Πατέρες στην Χαλκηδόνα (πόλη που βρίσκεται στις ακτές του Βοσπόρου, απέναντι από την Κωνσταντινούπολη), η οποία εκαλείτο να αντιμετωπίσει την αίρεση του μονοφυσιτισμού, της οποίας κύριοι εκπρόσωποι απέβησαν οι αιρετικοί Ευτυχής και Διόσκορος. Η Σύνοδος του 451 αναγνωρίστηκε από την Εκκλησία ως η Δ’ Οικουμενική.

 

Ο Ευτυχής

Ο Ευτυχής ήταν αρχιμανδρίτης και ηγείτο ενός μοναστηριού στην Κωνσταντινούπολη. Σύμφωνα με τη θεωρία του, στο ένα πρόσωπο του Ιησού Χριστού δεν υπάρχουν δύο φύσεις, αλλά μόνο μία, η Θεία, διότι δεν δεχόταν πως ο σαρκωθείς Υιός και Λόγος του Θεού, ως άνθρωπος, είχε ομοούσια φύση με την μητέρα του, την Κυρία Θεοτόκο. Το καίριο και κύριο αυτό δογματικό ολίσθημα ο Ευτυχής επιχειρούσε να δικαιολογήσει λέγοντας ότι η ανθρώπινη φύση του Χριστού απορροφήθηκε από τη Θεία του φύση. Έτσι ο Ευτυχής ακύρωνε το έργο της Θείας Οικονομίας.

Ως εκ τούτου, λοιπόν, ο Ευτυχής καθαιρέθηκε, από Ενδημούσα Σύνοδο στην Κωνσταντινούπολη, η οποία συγκλήθηκε με Πρόεδρο τον Αρχιεπίσκοπο τον Άγιο Φλαβιανό. Ο αιρεσιάρχης Ευτυχής, όμως, συνεργούντος του Χρυσαφίου, κατάφερε να πετύχει αποκατάστασή του με σύγκλιση μεγάλης συνόδου στήν Έφεσο, όπου αυτή τη φορά προήδρευε ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Διόσκορος. Η σύνοδος αυτή έγινε το 449 και ονομάστηκε Ληστρική, λόγω των θλιβερών και αντιεκκλησιαστικών γεγονότων που σημειώθηκαν κατά την διάρκειά της.

Ο Διόσκορος

Ο Διόσκορος, σύμφωνα με τις πηγές, συντάχθηκε με τον αιρετικό Ευτυχή και μάλιστα προέβηκε σε κάθε ενέργεια, προκειμένου να επικρατήσει η θεωρία του μονοφυσιτισμού. Η φράση που εκφώνησε «συντιθέμεθα τούτοις και ημείς πάντες», θα μείνει στην ιστορία. Ο Διόσκορος αποκατέστησε τον Ευτυχή και διακήρυξε τη θεολογική του συμφωνία με τον εν λόγω αιρεσιάρχη, εξάσκησε ψυχολογική βία και απείλησε με σωματική εξόντωση όσους θα τολμούσαν να διαφωνήσουν μαζί του, καθαίρεσε και φόνευσε τον Άγιο Φλαβιανό.

 

Η Σύνοδος του 451 μ. Χ.

Ο αυτοκράτορας Μαρκιανός συγκάλεσε το 451 την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο στην Χαλκηδόνα με σκοπό την αντιμετώπιση της αίρεσης του μονοφυσιτισμού και των πρωταγωνιστών της λεγόμενης Ληστρικής συνόδου.

Στη Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο, λοιπόν, καθαιρέθηκε ο Ευτυχής και ο Διόσκορος και παράλληλα διατυπώθηκε ο περίφημος, πλέον, Όρος:

«Επόμενοι τοίνυν τοις Αγίοις Πατράσιν, ένα και τον αυτόν ομολογείν Υιόν τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν συμφώνως άπαντες εκδιδάσκομεν, τέλειον τον αυτόν εν θεότητι και τέλειον τον αυτόν εν ανθρωπότητι, Θεόν αληθώς και άνθρωπον αληθώς τον αυτόν εκ ψυχής λογικής και σώματος, ομοούσιον τω Πατρί κατά την Θεότητα και ομοούσιον ημίν κατά την ανθρωπότητα, κατά πάντα όμοιον ημίν χωρίς αμαρτίας· προ αιώνων μεν εκ του Πατρός γεννηθέντα κατά την Θεότητα, επ’ εσχάτων δε των ημερών τον αυτόν δι’ ημάς και διά την ημετέραν σωτηρίαν εκ Μαρίας της Παρθένου της Θεοτόκου κατά την ανθρωπότητα, ένα και τον αυτόν Χριστόν, Υιόν, Κύριον, Μονογενή, εν δύο φύσεσιν ασυγχύτως, ατρέπτως, αδιαιρέτως, αχωρίστως γνωριζόμενον, ουδαμού της των φύσεων διαφοράς ανηρημένης διά την ένωσιν, σωζομένης δε μάλλον της ιδιότητος εκατέρας φύσεως και εις εν πρόσωπον και μίαν υπόστασιν συντρεχούσης, ουκ εις δύο πρόσωπα μεριζόμενον ή διαιρούμενον, αλλ’ ένα και τον αυτόν Υιόν Μονογενή, Θεόν Λόγον, Κύριον Ιησούν Χριστόν, καθάπερ άνωθεν οι προφήται περί αυτού και αυτός ημάς Ιησούς Χριστός εξεπαίδευσε και το των Πατέρων ημίν παρέδωκε Σύμβολον».

Τέλος οι Άγιοι και θεοφόροι Πατέρες εξέδωσαν 30 Ιερούς κανόνες οι οποίοι περιέχονται στο Ιερό Πηδάλιο και έχουν να κάνουν με την ορθή διοίκηση της Εκκλησίας μας.

Φυσικά η Δ ΄ Οικουμενική Σύνοδος, δεν έφερε κάτι το καινούργιο που δεν υπήρχε μέχρι τότε στο χώρο της Εκκλησίας μας. Αυτό που ήδη υφίστατο και το βίωνε το σώμα των πιστών, οι Άγιοι Πατέρες το διευκρίνισαν το οριοθέτησαν, και έτσι βοηθήθηκαν και βοηθούμαστε οι πιστοί στο να γνωρίζουμε ποια ακριβώς είναι η Πίστη μας. Ποιοι οι όροι αυτής της πίστεως με τις τόσες υπαρξιακές προεκτάσεις στη ζωή μας.

Μετά δε την υπογραφή του Όρου, οι Θεοφόροι Πατέρες αναφώνησαν προς τον Αυτοκράτορα:

«Διά σου βεβαία η πίστις. Τους αιρετικούς συ εδίωξας. Νεστορίω καί Ευτυχεί ανάθεμα. Ανάθεμα και Διοσκόρω ... Νεστορίω και Ευτυχεί και Διοσκόρω ανάθεμα ... τους αιρετικούς υμείς εξεβάλετε· Νεστορίω και Ευτυχεί και Διοσκόρω ανάθεμα. Η Τριάς τους τρεις καθείλε· η Τριάς τους τρεις εξέβαλε».

 

Σημ: αρκετά χρόνια αργότερα, το 787, η Ζ´ Οικουμενική Σύνοδος αποκάλεσε τον Διόσκορο επίσης αιρετικό.

Παναγιώτης Θεοδώρου, Θεολόγος.

 

 

Περισσότερες λεπτομέρειες για την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο

Σύγκληση και σύνθεση της Συνόδου

Η Σύνοδος συγκλήθηκε στις 8 Νοεμβρίου του 451. Μετά από το καθολικό αίτημα των μελών της εκκλησίας οι νέοι αυτοκράτορες Μαρκιανός και Πουλχερία αποφάσισαν να ικανοποιήσουν τα αίτημα της εκκλησίας ώστε να επιλυθεί το παρατεινόμενο και διογκούμενο πρόβλημα της χριστολογικής έριδας. Η σύνοδος τελικώς συγκροτήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και συγκεκριμένα στο ναό της Αγίας Ευφημίας, στο προάστιο της πόλεως που αποκαλείτο Χαλκηδόνα. Το προσκλητήριο παραδόθηκε στους επισκόπους προς συγκρότηση της συνόδου για τη Νίκαια της Βιθυνίας στις 1 Σεπτεμβρίου του 451 αρχικώς, λόγω όμως «της απασχολήσεως του αυτοκράτορος εις πολεμικάς προπαρασκευάς, ως και διαφόρων μηχανορραφιών του Διοσκόρου, διετάχθη η μεταφορά της έδρας»,  με αποτέλεσμα η σύνοδος να καθυστερήσει ένα και πλέον μήνα.

Η σύνοδος της Χαλκηδόνος αποτέλεσε τη μεγαλύτερη σε συμμετοχή Οικουμενική Σύνοδο αφού συμμετείχαν σε αυτή περίπου 630 επίσκοποι,  αν και έχει εκφραστεί η άποψη ότι σε κάθε συνεδρία είναι πιθανό να μην παρευρίσκοντο περισσότεροι από 350.

 Προεδρεύοντες της συνόδου ήταν ο Ανατόλιος επίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως και οι παπικοί αντιπρόσωποι, ενώ σημαντικό ρόλο διαδραμάτισαν για την τάξη της συνόδου οι αυτοκρατορικοί αντιπρόσωποι. Ο Πάπας Λεόντιος δεν παρευρέθη στη σύνοδο επικαλούμενος την ανάγκη παρουσίας του στην Ιταλία λόγω των επιδρομών του Αττίλα.  Κυριότερες προσωπικότητες της συνόδου ήταν ο Μάξιμος Αντιοχείας, ο Ιουβενάλιος Ιεροσολύμων, οι Πασχασίνος, Λουκίνσιος,  Βονιφάτιος  και Ιουλιανός, αντιπρόσωποι του Πάπα Ρώμης στη σύνοδο, ο Δορυλαίου Ευσέβιος και ο Θεοδώρητος Κύρου .

 

Οι διεργασίες και το έργο της Συνόδου

Η Σύνοδος κατά την πρώτη συνεδρία κήρυξε τη «Ληστρική» σύνοδο της Εφέσου ως παράνομη και καταδίκασε άμεσα το Διόσκορο για τα πεπραγμένα του κατά τη διάρκεια της Ληστρικής συνόδου. Επίσης καταδίκασε τον Ευτυχή και τις απόψεις του, ενώ αποκατέστησε τους αναθεματισμένους επισκόπους της «Ληστρικής» συνόδου. Ταυτόχρονα δικαίωσε και το Φλαβιανό Κωνσταντινουπόλεως, αφού έκανε δεκτό το δογματικό χριστολογικό όρο που είχε αποδώσει στον Αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β΄. Μετά την αποκατάσταση της τάξης η σύνοδος προέβη στο κανονικό και δογματικό της έργο. Βάση του δογματικού όρου υπήρξε αναμφισβητήτως ο «Όρος των Διαλλαγών» καθώς και «η χριστολογική διδασκαλία των Αλεξανδρινών θεολόγων και μάλιστα του Κυρίλλου Αλεξανδρείας της των Αντιοχέων και ιδιαίτατα του Θεοδώρητου, και της των δυτικών, ως απετυπώθη από τη επιστολή Λέοντος προς τον Φλαβιανόν». Σε αυτή τη φάση μάλιστα μετά τη μεγάλη νίκη της Αλεξανδρινής θεολογίας στη Γ΄ Οικουμενική σύνοδο θα λέγαμε πως παρατηρήθηκε μεγάλη νίκη των αντιοχειανών θεολόγων.

 

Η Σύνοδος της Χαλκηδόνας οριστικά απέρριψε πως ο Ιησούς  Χριστός είναι «ψιλός» άνθρωπος και πως ο Λόγος απλώς εγκατοίκησε στο σώμα του Ιησού και πως η ένωσή Του ήταν απλώς ηθική και εν απλή συνάφεια (Νεστοριανισμός). Ταυτόχρονα τώρα απέκλεισε σύγκραση, σύγχυση ή τροπή των δύο φύσεων καθώς και την περίπτωση της μη ομοουσιότητας του σώματος του Χριστού προς την ανθρώπινη φύση και το πάθος της θεϊκής υποστάσεως (μονοφυσιτισμός). Διακήρυξε δε πως ο Ιησούς Χριστός είναι τέλειος θεός και τέλειος άνθρωπος, ομοούσιος καθεκάστη φύση προς το Θεό και τον άνθρωπο, πως η ένωση τελέσθη αδιαιρέτως και αχωρίστως (νεστοριανισμός), ασυγχήτως και ατρέπτως (μονοφυσιτισμός) σε μία υπόσταση. «Η δογματική αυτή διατύπωση, βασισθείσα επί της Αγίας Γραφής και της προηγηθείσης δογματικής παραδόσεως και εξελίξεως εν τη εκκλησία, αποτελεί επιτυχή και ορθόδοξον σύνθεσιν ένθεν μεν της νεστοριανικής διαιρέσεως του ενός χριστού και των δύο φύσεων αυτού, ετερώθεν δε της μονοφυστικής ενώσεως του ενός Χριστού και των δύο εν Χριστώ φύσεων». Επιπρόσθετα εκηρώθησαν τα σύμβολα των Α΄, Β΄ και Γ΄ Οικουμενικής Συνόδου, ενώ συντελέσθη και ιδιαίτερα σημαντικό κανονικό έργο, το οποίο αποδίδεται σε 30 κανόνες με ιδιαίτερη βάση σε διοικητικά ζητήματα.



 

Η Δ’ Οικουμενική Σύνοδος



Κήρυγμα του μακαριστού πρωτοπρ. Νικολάου Μανώλη

 

“Η Δ’ Οικουμενική Σύνοδος καταδίκασε οριστικά το μονοφυσιτισμό, αποδεικνύοντας ότι ο Χριστός είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος”

Η Εκκλησία μας έχει αφιερώσει την σημερινή Κυριακή στην Δ’ Οικουμενική εν Χαλκηδόνι Ιερά Σύνοδο, όπου 650 Θεοφόροι Πατέρες αποφάσισαν αυτά που θα σας αναφέρω στη συνέχεια.

Η Δ’ Οικουμενική Σύνοδος συγκλήθηκε από τον αυτοκράτορα Μαρκιανό και τη σύζυγό του Αυγούστα Πουλχερία, το 451 στη Χαλκηδόνα. Αποτελούνταν από 650 Επισκόπους και καταπολέμησε τη διδασκαλία του μονοφυσιτισμού, η οποία με πρωτεργάτη τον αρχιμανδρίτη Ευτυχή, δίδασκε ότι η θεία φύση του Χριστού απορρόφησε πλήρως την ανθρώπινη. Γι’ αυτό λέγονται και Μονοφυσίτες, δηλαδή πιστεύουν ότι υπήρχε μόνο μία φύση, η Θεία, όχι η ανθρώπινη.

Η Δ’ Οικουμενική Σύνοδος καταδίκασε οριστικά το μονοφυσιτισμό, αποδεικνύοντας ότι ο Χριστός είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος. Ο Χριστός κατά μεν τη θεϊκή του φύση εγεννήθη εκ του Πατρός κατά δε την ανθρώπινην φύση του εγεννήθη εκ της Μαρίας της Παρθένου, της Θεοτόκου, «εν δύο φύσεσιν ασυγχύτως, ατρέπτως, αδιαιρέτως, αχωρίστως γνωριζόμενον». Η Δ΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος δεν έφερε κάτι το καινούριο που δεν υπήρχε μέχρι τότε στο χώρο της Εκκλησίας μας. Αυτό που ήδη υφίστατο και το βίωνε το σώμα των πιστών, οι Πατέρες το διευκρίνισαν και το οριοθέτησαν κι έτσι βοήθησαν και βοηθούν κι εμάς τους πιστούς να γνωρίζουμε ποιά ακριβώς είναι η πίστη μας. Να γνωρίζουμε ποιοί είναι οι όροι αυτής της πίστεως με τις τόσες υπαρξιακές προεκτάσεις στη ζωή μας.

Ίσως να ξέρετε οι περισσότεροι χριστιανοί ότι κατά την περίοδο της Δ΄ ἐν Χαλκηδόνι Οικουμενικής Συνόδου συνετελέσθη το μεγάλο θαύμα επί του ιερού λειψάνου της Αγίας Ευφημίας. Η Αγία Ευφημία απέδειξε το ορθόδοξο δόγμα με θαυμαστό τρόπο. Ας θυμηθούμε αυτό το συγκλονιστικό θαύμα και αν κάποιοι δεν το γνωρίζουν, ας το μάθουν:

 

Όταν λοιπόν συνεκροτήθη η Σύνοδος αυτή, οι αιρετικοί δεν πείθονταν στις αποφάσεις της Συνόδου, παρότι καταδικάστηκαν και η πλάνη τους και αναθεματίστηκαν και αναθεματίστηκε και ο Ευτυχής. Τότε οι Πατέρες έκαναν το εξής: Έγραψαν τόσο οι Ορθόδοξοι όσο και οι αιρετικοί Μονοφυσίτες σε δύο ξεχωριστά βιβλία τις απόψεις επί του θέματος. Έπειτα άνοιξαν τη θήκη που περιείχε το λείψανο της Αγίας Ευφημίας και τοποθέτησαν τα δύο βιβλία στο στήθος της Αγίας.

Μετά από ορισμένο χρόνο άνοιξαν πάλι τη θήκη και είδαν το βιβλίο των Ορθοδόξων που περιείχε και την απόφαση της Συνόδου να το κρατάει η Μάρτυς στην αγκαλιά της. Είδαν όμως ότι το βιβλίο των αιρετικών η Αγία το είχε στα πόδια της. Έτσι η μεγαλομάρτυς Ευφημία με το εξαίσιο αυτό θαύμα επικύρωσε και υπέγραψε τον ορθόδοξο Τόμο και διεσάλπισε το Χριστολογικό δόγμα περί των δύο φύσεων του Χριστού μας εις τα πέρατα της Οικουμένης και απέδειξε την διδασκαλία του Ευτυχούς και των οπαδών του μονοφυσιτών ως σατανική πλάνη.

Από αυτό το θαύμα οι μεν Ορθόδοξοι στηρίχθηκαν στην πίστη και δόξασαν το Θεό οι δε αιρετικοί κατανικήθηκαν. Κατόπιν το Πατριαρχείο μετέφερε μαζί του στο ναό του Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι το Ιερό Λείψανο της Αγίας Ευφημίας όπου στο δεξιό μέρος αυτού του ναού έγινε παρεκκλήσι της Αγίας την εποχή του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γρηγορίου.

Η Εκκλησία μας εορτάζει την μνήμη της Αγίας Ευφημίας την 16η Σεπτεμβρίου αλλά το θαύμα αυτό που έγινε στη Χαλκηδόνα το εορτάζουμε την 11η Ιουλίου. Είναι χαρακτηριστικό ότι αποτυπώνεται το θαύμα αυτό στο απολυτίκιο της Αγίας. Ψάλλουμε: «Λίαν εύφρανας τους ορθοδόξους (πάρα πολύ εχαροποίησες τους Ορθοδόξους) και κατήσχυνας τους κακοδόξους (και ντροπίασες τους κακοδόξους), Ευφημία Χριστού καλλιπάρθενε· της γαρ Τετάρτης Συνόδου εκύρωσας, α οι Πατέρες καλώς εδογμάτισαν, Μάρτυς ένδοξε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος».

Το απολυτίκιον της Αγίας ομιλεί για κακοδόξους, έτσι τους λέγει τους αιρετικούς. Υπάρχουν όμως σήμερα δυστυχώς και Ορθόδοξοι που διδάσκουν πως αυτοί οι αιρετικοί δεν είναι κακόδοξοι. Άλλο λέγει η Αγία Ευφημία και εδογμάτισαν οι Πατέρες της Δ’ Οικουμενικής Συνόδου, άλλα λένε πολλοί, πάρα πολλοί σύγχρονοι Θεολόγοι, Πατριάρχες και Μητροπολίτες.

Όλους αυτούς τους Οικουμενιστές και φιλοαιρετικούς ας τους δώσει μετάνοια και φώτιση Ο Κύριος για να μην υποστούν τις συνέπειες της κακόβουλης πρακτικής τους από την Αγία και τους Πατέρες της σημερινής Εορτής. Αμήν!