Δευτέρα, Απριλίου 29, 2024

 

Η ΜΑΚΡΟΘΥΜΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

 


 

Τοῦ μακαριστοῦ ἐπισκόπου Φλωρίνης Αὐγουστίνου Καντιώτη

«Φθάσαντες πιστοὶ τὸ σωτήριον πάθος Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ,τὴν ἄφατον αὐτοῦ μακροθυμίαν δοξάσωμεν...»

(αἶν. Μ. Δευτ.)

 


Ἀπόψε, ἀγαπητοί μου, ἀρχίζει ἡ ἁγία καὶ Μεγάλη Ἑβδομάδα. Ἡ Ἐκκλησία μας, φιλόστοργη μάνα, κάνει μία «οἰκονομία»· ὥρισε τὰ «γράμματα» τοῦ ὄρθρου τῆς αὐριανῆς ἡμέρας νὰ διαβάζωνται σήμερα.

Τὰ τροπάρια τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος εἶνε κατανυκτικά. Κεντοῦν καὶ μαλακώνουν καὶ τὴν πιὸ σκληρὴ καρδιά. Τὴν κάνουν νὰ σκεφθῇ τ᾿ ἁμαρτήματά της, νὰ πονέσῃ, νὰ κλάψῃ, καὶ μετανοιωμένη νὰ πέσῃ στὰ πόδια τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ πῇ σὰν τὸ λῃστὴ «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 23,42).

Ἀρχίζει ἀπόψε ἡ ἁγία καὶ Μεγάλη Ἑβδομάδα. Πολλὰ τροπάρια ἀκούγονται. Ἀπ᾿ ὅλα αὐτὰ θὰ πάρουμε ὡς θέμα ἐκεῖνο ποὺ λέει· «Φθάσαντες πιστοὶ τὸ σωτήριον πάθος Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, τὴν ἄφατον αὐτοῦ μακροθυμίαν δοξάσωμεν…» (αἶν. Μ. Δευτ.). Τί σημαίνει αὐτό;

Πέλαγος ἦταν ἡ ἁγία καὶ Μεγάλη Τεσσαρακοστή, κ᾿ ἐμεῖς τὸ διαπλεύσαμε. Ἐρχόμαστε, ὕστερα ἀπὸ ταξίδι σαράντα ἡμερῶν, νὰ ῥίξουμε ἄγκυρα στὸ λιμάνι τοῦ Ἐσταυρωμένου.

Φτάσαμε, λέει, πιστοί. Ποῦ; Στὴν ἁγία καὶ Μεγάλη Ἑβδομάδα. Γιατί ὀνομάζεται Μεγάλη Ἑβδομάδα; Διότι μεγάλα εἶνε ὅσα τελοῦνται κατ᾿ αὐτήν. Ἂν ρωτήσουμε, ποιά εἶνε ἡ σπουδαιότερη ὥρα τῆς ἀνθρωπότητος ἀπὸ τότε ποὺ δημιουργήθηκε μέχρι σήμερα, μερικοὶ τεχνοκράτες θ᾿ ἀπαντήσουν, ὅτι εἶνε ἡ ὥρα ποὺ ὁ ἄνθρωπος πάτησε στὴ Σελήνη. Ματαιότης! Δὲν εἶνε αὐτὴ ἡ σπουδαιότερη ὥρα. Ἡ σπουδαιότερη ὥρα εἶνε ὅταν ὁ Θεάνθρωπος ὑψώθηκε στὸ σταυρό, μετέωρος μεταξὺ οὐρανοῦ καὶ γῆς, καὶ εἶπε τὸ «Τετέλεσται» (Ἰω. 19,30). Διότι τότε συνετρίβη τὸ κράτος τοῦ διαβόλου καὶ τῆς ἁμαρτίας.

Φθάσαμε, λοιπόν, στὴ Μεγάλη Ἑβδομάδα καὶ θὰ γιορτάσουμε τὰ σεπτὰ πάθη τοῦ Κυρίου. Γιὰ τὰ πάθη ἂς κάνουμε μιὰ θεολογικὴ παρατήρησι. Ὁ Χριστὸς δὲν εἶνε ἁπλῶς ἄνθρωπος, ὅπως ἐμεῖς· εἶνε καὶ Θεός. Αὐτὴ εἶνε ἡ πίστι τῆς ἁγίας μας Ὀρθοδοξίας. Ὁ Χριστός, ὅπως λένε οἱ θεολόγοι, εἶνε «διφυὴς ἄνθραξ». Πάρτε ἕνα κάρβουνο καὶ βάλτε το στὴ φωτιά. Θὰ γίνῃ κόκκινο· καὶ δὲν ξεχωρίζει ἡ φωτιὰ ἀπὸ τὸ κάρβουνο. Ὅπως λοιπὸν τὸ ἀναμμένο κάρβουνο ἀποτελεῖται ἀπὸ δύο οὐσίες ποὺ δὲν χωρίζουν, ἔτσι καὶ ὁ Θεάνθρωπος. Ἄνθραξ εἶνε ἡ σάρκα του ἡ ἁγία, καὶ πῦρ φωτεινὸ ἡ θεότητά του. Ὡς Θεὸς εἶνε ἀπαθής· ὡς ἄνθρωπος ὑφίσταται τὰ σεπτὰ πάθη.

Πάσχει σωματικῶς ὁ Χριστός. Ἕνας χυδαῖος ὑπηρέτης πλησιάζει καὶ δίνει ἰσχυρὸ ῥάπισμα στὸ πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου. Ἕνας βάναυσος στρατιώτης κατασκευάζει φραγγέλλιο καὶ μαστιγώνει τὸν Ἰησοῦ. Ἄλλος τὸν φτύνει στὸ πρόσωπο. Ἄλλος μὲ μυτερὰ καρφιὰ καὶ σφυριὰ καρφώνει τὰ ἅγια χέρια καὶ πόδια του. Ἄλλος τὸν λογχίζει. Ἄλλος τοῦ προσφέρει νὰ πιῇ ὄξος καὶ χολή. Καὶ ἄλλοι «διεμερίσαντο τὰ ἱμάτιά» του καὶ «ἐπὶ τὸν ἱματισμόν» του «ἔβαλον κλῆρον» (Ψαλμ. 21,19).

Πάσχει τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, πάσχει καὶ ἡ ψυχή του πιὸ φρικτά. Πάσχει, ὅταν ὁ ἕνας μαθητής του τὸν προδίδει, ὁ ἄλλος τὸν ἀρνῆται, οἱ ἄλλοι τὸν ἐγκαταλείπουν, καὶ μόνος μονώτατος ὑπομένει τὸ μαρτύριο τοῦ σταυροῦ. Τότε ἀπὸ τὰ πανάχραντα χείλη του βγαίνουν τὰ δυσερμήνευτα ἐκεῖνα λόγια «Θεέ μου Θεέ μου, ἱνατί με ἐγκατέλιπες;» (Ματθ. 27,46)· λόγια, ποὺ μέχρι σήμερα κανένας θεολόγος δὲν μπόρεσε νὰ συλλάβῃ τὸ βάθος τους.

Πάσχει ὁ Ἰησοῦς ὡς ἄνθρωπος. Ἀλλ᾿ ὡς Θεὸς μένει ἀπαθής. «Ὡς λέων ἐκοιμήθη», λέει ὁ ἐμπνευσμένος ποιητής (αἶν. Μ. Σαββ. καὶ Γέν. 49,9). Εἶνε ἀρνίον ὁ Ἰησοῦς, πρᾶος καὶ ἀνεξίκακος· ἀλλὰ εἶνε καὶ λέων. Ποιός τολμᾷ νὰ πλησιάσῃ λέοντα, ἀκόμα κι ὅταν κοιμᾶται; Αὐτὸς ποὺ δημιούργησε τὸν λέοντα, τὰ θηρία τοῦ δρυμοῦ καὶ τὶς δυνάμεις τοῦ κόσμου, τώρα ὡς ἀρνίον ἄκακον πάσχει.

Ἂν ἤθελε ὁ Χριστός, μποροῦσε μόνο τὸ δαχτυλάκι του νὰ κουνήσῃ καὶ νὰ γίνουν σκόνη ὅσοι τὸν ἄγγιζαν. Μποροῦσε νὰ μαρμαρώσῃ τὰ χέρια τῶν σταυρωτῶν· νὰ ξεράνῃ τὴ γλῶσσα ἐκείνων ποὺ τὸν βλαστημοῦσαν, νὰ κάνῃ κάρβουνο καὶ στήλη ἅλατος ὅσους τόλμησαν νὰ τὸν διαπομπεύσουν. Ἀλλὰ μακροθυμεῖ καὶ τὰ ὑπομένει ὅλα. Ἂς δοξάσουμε «τὴν ἄφατον αὐτοῦ μακροθυμίαν», ἀναφωνεῖ μὲ θαυμασμὸ ὁ ἐμπνευσμένος Βυζαντινὸς ποιητής. «Δόξα τῇ μακροθυμίᾳ σου, Κύριε, δόξα σοι», θ᾿ ἀ κούσουμε καὶ τὸ βράδυ τῆς Μεγάλης Πέμπτης. «Δόξα τῇ μακροθυμίᾳ σου, Κύριε», ἐπαναλαμβάνουμε κ᾿ ἐμεῖς.

Ἐκεῖνα ὅμως ποὺ ὑπέφερε τότε, ἀγαπητοί μου, εἶνε λίγα μπροστὰ σ᾿ αὐτὰ ποὺ ὑποφέρει τώρα ἀπὸ μᾶς. Τὸ μαρτύριο τοῦ Χριστοῦ συνεχίζεται διὰ μέσου τῶν αἰώνων. Οἱ Ἑβραῖοι τὸν σταύρωσαν μιὰ φορά· ἐμεῖς, οἱ λεγόμενοι Χριστιανοί, τὸν σταυρώνουμε κάθε μέρα. Ἑκατομ μύρια λαοῦ χριστιανικοῦ, στὴν Ἑλλάδα καὶ στὴν Εὐρώπη, στὸ Παρίσι, στὸ Λονδῖνο, στὸ Βερολῖνο καὶ ἀλλοῦ, ἄνθρωποι ποὺ καυχώμε θα γιὰ τὸ χριστιανισμό μας, σταυρώνουμε ἐκ νέου τὸ Χριστό. Καμμία γενεὰ δὲν ἁμάρτησε τόσο ὅσο ἡ δική μας. Γενεὰ ἄπιστος καὶ διεστραμμένη, ποιό ἔγκλημα δὲν διέπραξες! μοιχεία, πορνεία, ψευδομαρτυρίες, ἀπάτες, ἐγκλήματα φρικτὰ καὶ ἀποτρόπαια. Ποικίλη διαφθορὰ κατέκλυσε τὴν ἀνθρωπότητα.

Καὶ ὄχι μόνο ἁμαρτάνουμε, ἀλλὰ καὶ δὲν μετανοοῦμε. Καὶ ὁ Κύριος τί κάνει; Μακροθυμεῖ! «Δόξα τῇ μακροθυμίᾳ σου, Κύριε». Μὲ ὅση εὐκολία ἐμεῖς μποροῦμε νὰ συνθλίψουμε κάτω ἀπὸ τὸ πέλμα μας ἕνα σκουλήκι, ἔτσι ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ συνθλάσῃ ὑπὸ τὸ κράτος τῆς παντοδυναμίας του τὸν ἁμαρτωλὸ ἄνθρωπο, τὸ σκουλήκι αὐτὸ κατὰ τὸν ψαλμῳδό· «Ἐγὼ δέ εἰμι σκώληξ καὶ οὐκ ἄνθρωπος…» (Ψαλμ. 21,7). Μποροῦσε ὁ Χριστός, ὁ «ἐπιβλέπων ἀβύσσους» (θ. Λειτ. Μ. Βασ.), ὁ κυβερνῶν τὰ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ, ὁ βασιλεὺς τῶν ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων, ὁ Δημιουργὸς τοῦ σύμπαντος, νὰ διατάξῃ νὰ φουσκώσουν οἱ ποταμοὶ τὰ νερά τους νὰ καλύψουν τὶς κορυφὲς καὶ τῶν ὑψηλῶν ὀρέων. Μποροῦσε ὁ Θεὸς νὰ πῇ στὸν ἥλιο νὰ πλησιάσῃ καὶ νὰ κάψῃ τὰ κεφάλια τῶν ἐνόχων. Μποροῦσε νὰ διατάξῃ τὰ ἄστρα νὰ γίνουν ἀστροπελέκια καὶ νὰ πέσουν πάνω στοὺς ἀσεβεῖς καὶ βλασφήμους. Καὶ ὅμως δὲν τὸ κάνει. Μακροθυμεῖ. «Δόξα τῇ μακροθυμίᾳ σου Κύριε».

Αὐτὴ εἶνε, ἀγαπητοί μου, μία πρακτικὴ ἑρμηνεία τοῦ γλυκυτάτου τροπαρίου ποὺ λέει «Φθάσαντες πιστοὶ τὸ σωτήριον πάθος Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, τὴν ἄφατον αὐτοῦ μακροθυμίαν δοξάσωμεν· ὅπως τῇ αὐτοῦ εὐσπλαγχνίᾳ συνεγείρῃ καὶ ἡμᾶς, νεκρωθέντας τῇ ἁμαρτίᾳ, ὡς ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος».

Ἀδελφοὶ καὶ πατέρες! Ἂς δοξάσουμε τὸ Θεὸ ποὺ φθάσαμε στὸ λιμάνι τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος. Ὁ Κύριος μᾶς δίνει νέα προθεσμία. Διαβάσατε τὸ Εὐαγγέλιο; Εἴδατε τί λέει; Λέει γιὰ κάποιον γεωργὸ ποὺ πῆγε στὸ ἀμπέλι του· εἶδε μιὰ συκιὰ ἄκαρπη, ἦταν ἕτοιμος νὰ τὴν κόψῃ μὲ τὸ τσεκούρι, καὶ κάποιος τοῦ εἶπε· Ἄφησέ την κι αὐτὸ τὸ χρόνο, μήπως κάνῃ καρπό (βλ. Λουκ. 13,8). Ἐμεῖς εἴμαστε ἡ συκιὰ ἡ ἄκαρπη. Ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ γεωργός. Θὰ φιλοτιμηθοῦμε ἀπὸ τὴ μακροθυμία του; Θὰ κάνουμε ἐπὶ τέλους τὸ βῆμα τῆς μετανοίας;

Ὦ Θεέ μου, ποῦ μιλῶ; σὲ ἀνθρώπους ἢ σὲ βράχια; Ἀλλὰ καὶ τὰ βράχια τοῦ Γολγοθᾶ συγκλονίσθηκαν. Ξέρω πολὺ καλά, ὅτι ἀρκετοὶ ἀπὸ σᾶς ποτέ δὲν ἐξωμολογηθήκατε, ποτέ ἀπὸ τὰ μάτια σας δὲν ἔσταξε δάκρυ μετανοίας. Κλάψατε γιὰ τὸν πατέρα σας, γιὰ τὴ μητέρα σας, γιὰ ἄλλα προσφιλῆ σας πρόσωπα, ἀλλὰ γιὰ τ᾿ ἁμαρτήματά σας δὲν κλάψατε. Εἰς μάτην πάει ἡ ζωή σας. Προθεσμία μᾶς δίνει ὁ Θεός, γιὰ νὰ ἐξοφλήσουμε τὰ χρέη τῶν ἁμαρτιῶν μας. Γι᾿ αὐτὸ ἔρχεται ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα καὶ ἡ Μεγάλη Παρασκευή. Ὁ καθένας μας, ὅπως ὁ λῃστὴς ἐπὶ τοῦ σταυροῦ, νὰ συναισθανθοῦμε τ᾿ ἁμαρτήματά μας. Κανείς δὲν εἶνε ἀναμάρτητος· εἴτε ἐπίσκοπος εἴτε πρεσβύτερος εἴτε ἀσκητὴς τοῦ Ἁγίου Ὄρους, εἴτε ἄντρας εἴτε γυναίκα, εἴτε ἀσπρομάλλης γέροντας εἴτε μικρὸ παιδί, ὅλοι ἁμαρτάνουμε. Ὅπως δὲν ὑπάρχει ψάρι ποὺ νὰ μὴ βρέχεται ἀπὸ τὴ θάλασσα, ἔτσι δὲν ὑπάρχει ἄνθρωπος ποὺ νὰ μὴν τὸν βρέχῃ τὸ κῦμα τῆς ἁμαρτίας.

Ἀδελφοί μου, ἂς δοξάσουμε τὸ Θεό, ποὺ φτάσαμε στὴν ἁγία καὶ Μεγάλη Ἑβδομάδα. Νὰ μετανοήσουμε εἰλικρινά, νὰ ἐξομολογηθοῦμε, νὰ λουσθοῦμε στὰ ῥεῖθρα τοῦ Ἰορδάνου, καὶ τὴ νύχτα τοῦ Πάσχα μὲ καθαρὴ καρδιὰ νὰ ποῦμε κ᾿ ἐμεῖς· «Τὴν ἀνάστασίν σου, Χριστὲ Σωτήρ, ἄγγελοι ὑμνοῦσιν ἐν οὐρανοῖς, καὶ ἡμᾶς τοὺς ἐπὶ γῆς καταξίωσον ἐν καθαρᾷ καρδίᾳ σὲ δοξάζειν»· ἀμήν.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος 

Κυριακή Σύντομον Κήρυγμα. Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 27-4-1975 τὸ βράδυ. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 20-4-2003, ἐπανέκδοσις 22-3-2014.



 

 

«ΤΟΝ ΝΥΜΦΩΝΑ ΣΟΥ ΒΛΕΠΩ»

  

  

Γέρων Ἐφραὶμ Φιλοθεΐτης
Τὸν νυμφώνα Σου βλέπω, Σωτήρ μου, κεκοσμημένον καὶ ἔνδυμα οὐκ ἔχω, ἴνα εἰσέλθω ἐν αὐτῶ· λάμπρυνόν μου τὴν στολὴν τῆς ψυχῆς, Φωτοδότα καὶ σῶσον μέ», ψάλλει ἡ Ἐκκλησία μας.

Ἡ ψυχὴ τοῦ χριστιανοῦ, ἡ μετανοημένη ψυχή, αὐτὴ ποὺ ἔχει συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητος καὶ τῆς εὐθύνης, στρέφει τὰ μάτια της πρὸς τὸν Νυμφίον τῆς Ἐκκλησίας καὶ γοερῶς ἀναφωνεῖ: «Σωτήρα μου, Εὐεργέτα μου, Σὺ ποὺ σταυρώθηκες γιὰ μένα τὴν ἁμαρτωλὴ ψυχή· δὲν ἔχω...χιτώνα καθαρό, χιτώνα λελαμπρυσμένο ἀπὸ τὰ δάκρυα καὶ τὴν μετάνοια· ἔνδυμα δὲν ἔχω ἁγνό. Πῶς θὰ παρουσιασθῶ ἐνώπιόν Σου, Οὐράνιε Νυμφίε κάθε μετανοημένης καὶ καθαρᾶς ψυχῆς! Ὁ νυμφώνας Σου εἶναι κεκοσμημένος, εἶναι θαυμάσια στολισμένος καὶ ὄμορφος. Ἐγὼ ὅμως δὲν ἔχω ἔνδυμα, ἴνα εἰσέλθω καὶ κατοικήσω αἰωνίως ἐν αὐτῶ. Σὲ παρακαλῶ, Σὲ ἱκετεύω, Οὐράνιε Νυμφίε τῆς ψυχῆς μου, λάμπρυνον μέ· καθάρισε τὸ ἔνδυμα τῆς ψυχῆς μου, δῶσε μου τὰ ἀπαιτούμενα μέσα καθάρσεως γιὰ νὰ λαμπρυνθῆ τὸ ἔνδυμα αὐτὸ καὶ νὰ ἀξιωθῶ νὰ γίνω μέτοχος, νὰ γίνω ἄξιος νὰ κατοικήσω μέσα σ' αὐτὸν τὸν οὐράνιο καὶ αἰώνιο νυμφῶνά Σου».

Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἡ Ἄνω Ἱερουσαλήμ, ὁ οὐράνιος κόσμος, ὁ αἰώνιος καὶ ἀναλλοίωτος εἶναι ὁ νυμφώνας τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖ ποὺ κατοικεῖ ὁ Θεὸς ἐν φωτί, ἐκεῖ ποὺ οἱ ἄγγελοι ψάλλουν ἀκαταπαύστως τό: «Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος εἰ ὁ Θεὸς ἠμῶν». Σ' ἐκεῖνον τὸν οὐράνιο κόσμο βρίσκεται ἡ μακαριότητα τοῦ Θεοῦ, ἡ εὐτυχία, τὸ κάλλος καὶ ἡ ὀμορφιά. 

Ψυχὲς κεκαθαρμένες καὶ μὲ τὰ δάκρυα ἀγνισμένες, αἰσθάνονται αὐτὸν τὸν οὐράνιο νυμφώνα· ἀπὸ τώρα τὸν γεύονται· τὸν βλέπουν μὲ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς· τὸν ὀρέγονται, τὸν ποθοῦν καὶ νοσταλγοῦν τὴν ἡμέρα καὶ τὴν ὥρα ποὺ θὰ ἀπέλθουν διὰ νὰ κατοικήσουν εἰς αὐτόν. 

Ἠμεῖς ὅμως οἱ ταλαίπωροι ἄνθρωποι δὲν ἔχουμε τὴν πληροφόρησι τῆς συνειδήσεως, γιατί ἡ ψυχή μας δὲν εἶναι καθαρή, μήτε τὸ σῶμα μας. Γι' αὐτὸ ἀκριβῶς καὶ δὲν εἶναι ἀνοιγμένα τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μας, νὰ δοῦμε τὸν οὐράνιο αὐτὸ κόσμο, αὐτὴν τὴν ὀμορφιά, τὴν ὁποία εἶδε γιὰ λίγο ὁ Ἀπόστολος Παῦλος καὶ ἀνεφώνησε ἀπὸ ἔκπληξι καὶ θάμβος καὶ εἶπε: «Ὢ βάθος πλούτου καὶ σοφίας καὶ γνώσεως Θεοῦ! Ὡς ἃ- νεξερεύνητα τὰ κρίματα αὐτοῦ καὶ ἀνεξιχνίαστοι αἳ ὁδοὶ αὐτοῦ!...» (Ρώμ. 11, 33), καὶ ἀλλοῦ πάλιν «Ἃ ὀφθαλμὸς οὐκ εἶδε καὶ οὖς οὐκ ἤκουσε καὶ ἐπὶ καρδίαν ἄνθρωπου οὐκ ἄνεβη, ἃ ἠτοίμασεν ὁ Θεὸς τοῖς ἀγαπῶσιν Αὐτὸν» (Ἃ'Κόρ. 2, 9). 

Σ' αὐτὸν τὸν νυμφώνα τὸν οὐράνιο καλούμεθα νὰ γίνουμε οἰκήτορες, νὰ κατοικήσουμε, νὰ συναυλιζώμεθα μετὰ τῶν Ἀγγέλων, μετὰ τῶν Ἁγίων, σὲ οὐράνια παστάδα, στὴν Ἄνω Ἱερουσαλήμ, στὸ κάλλος τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, στὸ φῶς τὸ ἀπρόσιτον, στὸν ὑπερφωτον γνόφον τῆς ἀγνωσίας τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ καθάρουμε τὸν χιτώνα τῆς ψυχῆς μας. 

Σ' αὐτὴν τὴν κάθαρσι τοῦ χιτῶνος, ποὺ καλούμεθα νὰ ἐπιτύχουμε, μᾶς βοηθεῖ πάρα πολὺ ἡ Ἐκκλησία μας. Γι' αὐτό, τὸν χρόνο αὐτό, ποὺ ἀνοίχθηκε μπροστά μας καὶ φέτος, αὐτὲς τὶς ἅγιες ἡμέρες -μὲ τὴν γενικὴ ἄποψι τῆς νηστείας, ὄχι μόνον ἀπὸ τροφές, ἀλλὰ κυρίως ἀπὸ ἐγκράτεια κακῶν ἐπιθυμιῶν-πρέπει ὁ κάθε χριστιανὸς ποὺ ποθεῖ νὰ σωθῆ, νὰ ἀνασυγκροτήσει τὶς σκέψεις καὶ τὶς ἀποφάσεις του καὶ νὰ ἀγωνισθῆ νὰ ζήση πιὸ σεμνά, πιὸ ἀπέριττα, πιὸ ἁπλά, σταματώντας τὴν ἐξωτερικὴ προσπάθεια τῆς καλλωπίσεως καὶ στρεφόμενος στὸν ἐσωτερικὸ καλλωπισμό του. Τὸ ἐξωτερικὸ σκεῦος καταστρέφεται, διαλύεται, γίνεται βορὰ καὶ τροφὴ τῶν σκωλήκων καὶ τῆς φθορᾶς. Τὴν ὀμορφιὰ ὅμως τῆς ψυχῆς, ὄχι μόνο κανένα πράγμα δὲν τὴ φθείρει, ἀλλὰ μᾶλλον τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ τὴν ἐξωραΐζει πρὸς τὸ εὐγενέστερον. Ὁ χρόνος ὁλοένα καὶ συντέμνεται, ὅλο καὶ λιγοστεύει. 

Κάθε ἡμέρα ποὺ περνᾶ, εἶναι καὶ ἕνα βῆμα πρὸς τὸν θάνατο. Νὰ ξέρετε, ὅτι καὶ ἕνα μόνο δάκρυ ἰσοδυναμεῖ μὲ τὸ λουτρό. Ὅπως τὸ λουτρὸ ἀνακουφίζει τὸ σῶμα καὶ τὸ πλύσιμο καθαρίζει τὸ ἔνδυμα, οὕτω πὼς καὶ τὰ δάκρυα τῆς μετανοημένης ψυχῆς ἀγνίζουν τὴν καρδιά, ἀγνίζουν τὸ νοῦ, ἀγνίζουν τὸ σῶμα, ἀγνίζουν τὴν ζωή, ἀγνίζουν τὸν λόγο, ἀγνίζουν ἀκόμα καὶ τὴν κάθε ἔκφρασι τοῦ ἀνθρώπου. 

Νὰ γονατίζουμε καὶ νὰ προσευχώμεθα μὲ πολλὴ ταπείνωσι. Σὲ κάθε μετανοημένη ψυχὴ δίδεται λόγος, τῆς δίδεται φωτισμένη προσευχή. Αὐτὸ τὸ βλέπουμε στὴν πόρνη τοῦ Εὐαγγελίου κατὰ τὴν Μεγάλη Τρίτη. Ποῦ ἤξερε αὐτή, μία γυναίκα τοῦ δρόμου νὰ κάνη προσευχή; Ἀφ' ἢς στιγμῆς ὅμως ἀπεφάσισε νὰ μετανοήση καὶ ἄρχισε νὰ κλίνη πρὸς τὸ φῶς καὶ πρὸς τὴν ἀλήθεια, τῆς δόθηκε πνεῦμα προσευχῆς. Πόσο ὡραία εἶναι τὰ λόγια της μπροστὰ στὸν Σωτήρα! Γονάτισε μπροστά Του καὶ ἀσφαλῶς ἔκανε ἕναν ἐσωτερικὸ διάλογο μαζί Του! Ἐξέφρασε μὲ ὅλη τὴν καρδιὰ τῆς τὴν μετάνοιά της, διότι τῆς ἀπεκαλύφθη ὅτι Αὐτὸς εἶναι ὁ μόνος Σωτήρας της καὶ ὅλοι οἱ ἄλλοι τὴν ἐξηπάτησαν. Εἶδε ὅτι μόνον ὁ Ἰησοῦς, ὁ Χριστός, εἶναι Αὐτὸς ποὺ θὰ τῆς δώση τὸ φῶς, τὴν ἀνακούφισι, τὴν χαρὰ καὶ τὴν ἄφεσι τῶν πολλῶν της ἐγκλημάτων. 

«Δέξαι μὲ -εἶπε- τὴν ἁμαρτωλή, δέξαι μου τὸ πέλαγος τῆς ἁμαρτίας!». Καὶ εἴδατε ὅτι τὰ δάκρυά της ἦταν τόσα πολλά, ποὺ ἔβρεξαν τὰ ἄχραντα πόδια τοῦ Χριστοῦ καὶ ἀναγκάσθηκε νὰ τὰ σκουπίση μὲ τὴν πλούσια κόμη της. Δὲν χρειαζόταν ἄλλο μύρο γιὰ τὸν Χριστό μας. Τὸ πολυτιμότερο μύρο ἦταν τὰ δάκρυά της, ποὺ ἄξιζαν μεγάλο πλοῦτο. 

Ἦταν σὲ θέσι νὰ ἐξαλείψουν ὅλο τὸ χρέος ποὺ εἶχε ἀπέναντι στὸν Θεό. Καὶ ἐνῶ ἦταν καταβουρκωμένη, καταπνιγμένη στὴ βρωμιὰ καὶ στὴ δυσωδία, τὰ πολύτιμα ἐκεῖνα δάκρυα τὴν βοήθησαν νὰ λαμπρύνη τὸ ἔνδυμα τῆς ψυχῆς της καὶ νὰ γίνη ἀποδεκτὴ ἀπὸ τὸν Σωτήρα μας. Ἐμεῖς, ἄραγε, πότε θὰ λαμπρύνουμε τὸ ἔνδυμα τῆς ψυχῆς μας; 

Ἔτσι καὶ κάθε ἁμαρτωλὴ ψυχὴ ποὺ κλαίει, ποὺ βρέχει νοερῶς τὰ πόδια τοῦ Χριστοῦ μας, δέχεται τὴν αὐτὴν ἀνταπόκρισιν, τὴν ὁποία δέχθηκε καὶ ἡ πόρνη γυναίκα. Δὲν εἶναι μόνον τὸ ὅτι σώθηκε, ἀλλὰ καὶ ἔγινε φωτεινὸ παράδειγμα γιὰ κάθε ψυχὴ παραστρατημένη, γιατί τῆς δείχνει τὸν τρόπο, τὸν δρόμο καὶ τὸ φῶς γιὰ ἐπιστροφή. Ἂν μποροῦσε κανεὶς νὰ ἐμβαθύνη στὴν ψυχὴ αὐτῆς τῆς γυναίκας, καθ' ἢν στιγμὴν ὠλοφύρετο καὶ ἔκλαιγε καὶ ἔβρεχε τοὺς ἀχράντους πόδας τοῦ Ἰησοῦ, θὰ ἔβλεπε ὁποία ἡ ἀνακούφισις, ὁποῖον βάρος τῆς ἔφυγε καὶ ὁποίαν ἀνάπαυσιν ἔλαβε ἡ συνείδησίς της. Ὁ Χριστὸς γι' αὐτὰ τὰ δάκρυά της τῆς ἔδωσε πλήρη τὴν ἄφεσι ὅλων τῶν ἁμαρτιῶν της. Ἔτσι καὶ σὲ κάθε ἄνθρωπο, ποὺ ἐπιστρέφει κοντά Του, τοῦ δίνει πλούσια τὴν συγγνώμη, ἀρκεῖ νὰ μετανοήση εἰλικρινά. Οὐδὲν πρόβλημα μετὰ τὴν μετάνοια. «Οὐ θελήσει θέλω τὸν θάνατον τοῦ ἁμαρτωλοῦ, ὡς τὸ ἐπιστρέψαι καὶ ζῆν αὐτόν», λέγει ὁ Κύριος. Ὁρκίζεται στὸν ἑαυτὸν Τοῦ ὁ Θεὸς καὶ λέγει: «δὲν θέλω κανένας ἄνθρωπος, καμμία ψυχὴ νὰ χαθῆ καὶ νὰ κολασθῆ, ἀλλὰ θὰ τὴν περιμένω. Θὰ ἐξαντλήσω κάθε περιθώριο χρόνου καὶ κάθε προσμονὴ γιὰ τὴν ἐπιστροφή της». 

Ἂς ἀκολουθήσουμε τὸν φωτεινὸ δρόμο τῆς μετανοίας· ἐὰν μετανοήσουμε εἰλικρινά, τότε ὁ Θεὸς δέχεται τὴν μετάνοιά μας καὶ δημιουργεῖ νέα σχέσι μαζί μας. Πολλὲς φορὲς ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας, ἔρχεται στὸ σημεῖο νὰ λέγη: «Μά, δύναται ὁ Θεὸς νὰ μοῦ συγχωρέση αὐτὰ ποῦ ἔκανα;». Ἀπὸ τὴ μία πλευρὰ ἔχει δίκηο. Νοιώθει τὸ βάρος κι ἀναρωτιέται, ἂν τόσο βάρος μπορεῖ νὰ τὸ σηκώση ὁ Θεός! Γιὰ ὄνομα τοῦ Θεοῦ! Δὲν μπορεῖ ὁ Θεός, ὁ Χριστός, τὸ πέλαγος τῆς εὐσπλαχνίας καὶ τῶν οἰκτιρμῶν, νὰ σηκώση τὸ βάρος μίας ψυχῆς ἁμαρτωλῆς; Μία χούφτα ἄμμος ὅταν ριφθῆ, μέσα στοὺς ὠκεανούς, ἔχει καμμία ὑπόστασι; Καμμία ὑπόστασι, χάνεται. Φαίνεται τίποτε στὴν ἐπιφάνεια; Μηδαμῶς. Ἀκριβῶς ἔτσι εἶναι καὶ ὅλα τὰ ἁμαρτήματα τῆς ἀνθρωπότητος. Εἶναι ἕνα μηδὲν ἐμπρὸς στὴν ἄβυσσο τῆς εὐσπλαχνίας τοῦ Θεοῦ. Πολλῶ μᾶλλον τὰ ἁμαρτήματα μίας καὶ μόνον ψυχῆς! 

Ἔρχεται ὅμως ἀπὸ τὰ δεξιά, ὁ ἀλλότριος της σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου, ὁ δαίμων καὶ συμβουλεύει τὴν ψυχή: «δὲν συγχωρεῖσαι μὲ τίποτε!» τὴν σπρώχνει, τὴν πιέζει καὶ τὴν «πρεσσάρει» γιὰ νὰ τὴν ἐξωθήση στὸ ἔγκλημα τῆς αὐτοκτονίας. Γι' αὐτὸν τὸν λόγο, ἠμεῖς ποτὲ νὰ μὴ πιστέψωμε κάτι τέτοιο, ἀκόμη καὶ ἂν κάθε ἡμέρα ἐγκληματοῦμε. Ποτὲ νὰ μὴ χάσουμε τὴν ἐλπίδα, ὅσα κι ἂν πράττουμε, ὅσο κι ἂν πίπτουμε, ὅσο κι ἂν τραυματιζώμεθα καὶ χτυπᾶμε· μηδαμῶς ἀπελπισία καὶ ἀπόγνωσις. Μά, θὰ πῆ ὁ λογισμός: «Ἕως πότε θὰ μὲ περιμένη ὁ Θεός;» Ἐφ' ὅσον ὁ Θεός σου χαρίζει ζωή, αὐτὸ εἶναι μία ἐγγύησις τοῦ Θεοῦ ὅτι σὲ περιμένει. Δὲν μπορεῖς ἐσὺ νὰ ἀποκλείσης τὸ δικαίωμα τῆς προσμονῆς τοῦ Θεοῦ. Μ' αὐτὴν τὴν ἐλπίδα, μ' αὐτὸ τὸ θάρρος νὰ προσερχώμεθα στὸν Θρόνο τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ. 

Ἔχουμε ἀναρίθμητα φωτεινὰ παραδείγματα μετανοίας ἀνθρώπων, μακράν του Θεοῦ εὐρισκομένων, οἱ ὁποῖοι ἐπέστρεψαν καὶ ὄχι ἁπλῶς σώθηκαν, ἀλλὰ ἄγγιξαν μεγάλα μέτρα ἁγιότητος. 

Ἡ Ὁσία Μαρία ἡ Αἰγύπτια τί ἦτο; Πόσοι καὶ πόσες σὰν τὴν Ὁσία Μαρία, δὲν ὑπῆρξαν ἁμαρτωλοὶ ἄνθρωποι, ποὺ ἔγιναν ἅγιοι κατόπιν! Γι' αὐτὸ κανεὶς νὰ μὴν ἀπελπίζεται, ἀλλὰ νὰ προσέρχεται μὲ μετάνοια στὸν πνευματικό, ποὺ δύναται μὲ τὸν λόγο του νὰ οἰκειώση τὸν ἁμαρτωλὸ μετὰ τοῦ Θεοῦ, νὰ τὸν δικαιώσει αὐτοστιγμεί. «Ὅσα ἐὰν λύσητε ἐπὶ τῆς γής, ἔσται λελυμένα καὶ ἐν τῷ οὐρανῶ. Ἡ Χάρις τοῦ Παναγίου Πνεύματος ἔχει σὲ συγκεχωρημένον καὶ λελυμένον καὶ ἐν τῷ νῦν αἰώνι καὶ ἐν τῷ μέλλοντι». Αὐτομάτως τὸ «κομπιοῦτερ» τοῦ Θεοῦ χτυπάει μηδὲν ἁμάρτημα καὶ συγχρόνως ἀνοίγεται ἡ πύλη τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν. ὁ νυμφώνας τοῦ Χριστοῦ δέχεται τὸν ἄνθρωπο, τὸν προηγουμένως μὴ ἔχοντα «λελαμπρυσμένον» τὸν χιτώνα τῆς ψυχῆς. 

Γι' αὐτὴν τὴν μεγάλη εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ, ἂς τὸν εὐχαριστήσουμε, ἂς τὸν προσκυνήσουμε μὲ ὅλη τὴν εὐγνωμοσύνη τῆς ψυχῆς μας. Ἐὰν ὁ Θεὸς δὲν ἦτο τόσον ἀπείρως εὔσπλαχνος, οὐδεὶς ὁ σωζόμενος. Κανεὶς δὲν θὰ ἐσώζετο, διότι οὐδεὶς εὑρίσκεται καὶ ὑπῆρξεν ἐπὶ τῆς γὴς ἄμεμπτος καὶ χωρὶς σφάλμα καὶ κηλίδα. Οὐδεὶς ἠμπορεῖ νὰ καυχηθῆ ὅτι ἐτήρησε τὴν καρδίαν τοῦ ἄμεμπτη καὶ καθαρή. Ἡ εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ ὅμως εἶναι τόσο δραστική, τὸ φάρμακο αὐτὸ εἶναι τόσο φοβερὸ καὶ τρομερό, ποὺ ἐξαλείφει τὰ πάντα. Κάνει τρομερὲς ἐπεμβάσεις, ἀπίθανες ἐγχειρήσεις καὶ σώζει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ βέβαιο ψυχικὸ θάνατο. 

Ἐδῶ βλέπουμε ψυχές, ποὺ ἔφυγαν ἀπὸ τὴν ζωὴ ἀμετανόητες καὶ «θεία ἐπεμβάσει καὶ θεία προνοία» διὰ πρεσβειῶν ἁγίων ἀνθρώπων, ἐπεστράφησαν πίσω καὶ ἔλαβαν τὴν συγγνώμη. «Μετὰ θάνατον οὐκ ἐστὶ μετάνοια» ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν κολασμένη ψυχή. Γιὰ νὰ μετανοήση ἡ ἴδια, πρέπει νὰ ἐπιστρέψη στὴν ζωή. Ἀκόμη καὶ τέτοια θαύματα ἔκανε ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ σώση τὸν ἄνθρωπο. 

Ὁ νυμφώνας «ἠνέωκται», ὁ Χριστὸς μᾶς περιμένει· δὲν πρέπει νὰ βραδύνουμε. Τὸ στάδιον τῆς νηστείας καὶ τῆς καθάρσεως τὸ βαδίζουμε τώρα, τὸ λουτρὸ τῆς μετανοίας μᾶς περιμένει. Ἂς ἀξιοποιήσουμε τὸν χρόνο τώρα, ποὺ ὅλα συμβάλλουν στὴν μετάνοια. Τὰ λόγια της Ἐκκλησίας εἶναι ὅλα κατανυκτικά, ἀρκεῖ νὰ προσέξουμε τὴν ἔννοια τῶν. Ἂς γονατίζουμε κάθε μέρα, κάθε νύχτα καὶ ἂς ἐπικαλούμεθα πνεῦμα κατανύξεως καὶ δακρύων νὰ μᾶς χαρίζη ὁ Θεός. 

Κι ὅταν ἀγγίξη ὁ Θεὸς τὰ μάτια μας, νὰ τὸν εὐχαριστήσουμε, νὰ ταπεινωθοῦμε καὶ νὰ Τοῦ ἐκφράσουμε τὴν ἀδυναμία μας, κι ὅτι μὲ τὴν εὐσπλαχνία Του καὶ μόνον μετανοοῦμε καὶ ὄχι ὅτι εἴμεθα ἱκανοὶ καὶ ἄξιοι γιὰ μετάνοια. καὶ τὸ ὅτι πιστεύουμε στὸν Θεὸ καὶ τὸ ὅτι ἀναγνωρίζουμε τὴν ἁμαρτωλότητά μας εἶναι Χάρις Θεοῦ, εἶναι εὐσπλαχνία. Ἐὰν ἡ Χάρις δὲν ἐπισκιάση, ὁ ἄνθρωπος δὲν ἀλλάζει. Ἐὰν σκεπτώμεθα ἐπιστροφή, ἐὰν μετανοοῦμε, ἐὰν ἀλλάζουμε, αὐτὸ εἶναι Χάρις Θεοῦ. Γιὰ νὰ ἔλθη ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, εἴμεθα δεκτοὶ ἀπὸ τὴν Χάρι. 

Ἂς μετανοήσουμε ὅσο εἶναι στὴν διάθεσί μας ὁ χρόνος, ὅσο ἔχουμε τὸν καιρὸ μπροστά μας. Ὁ Θεὸς εἶναι τόσο καλός, ὁ Οὐράνιος Πατέρας ἔχει τέτοια καρδιὰ ποὺ ὅλοι χωρᾶμε μέσα Του, ἀρκεῖ νὰ προσέλθουμε ἐν μετανοία καὶ ἐξομολογήσει. Ἰδιαίτερα τώρα νὰ προσερχώμεθα στὶς Προηγιασμένες Λειτουργίες, διότι εἶναι γεμάτες κατάνυξι καὶ χάρι. Τί ὡραῖο τὸ Χερουβικό της Προηγιασμένης Λειτουργίας! Μά, κι ἐκεῖνο τὸ Χερουβικό του Μεγάλου Σαββάτου, τί δογματικὴ καὶ θεολογία περιέχει! 

Ἂς βιάσουμε τοὺς ἑαυτούς μας, γιὰ νὰ βρεθοῦμε γρηγοροῦντες καὶ νήφοντες καὶ νὰ καταπολεμήσουμε τὴν ἀμέλεια καὶ τὴ ραθυμία, γιατί αὐτὰ ἐμποδίζουν τὰ ἀγαθὰ τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπο. Ἔρχεται ὁ δαίμων καὶ μᾶς φέρνει κόπωσι, κομάρες καὶ μᾶς ψιθυρίζει: «μὴ κάνης τὶς μετάνοιες, μὴ σηκώνεσαι τώρα γιὰ προσευχή, εἶσαι κουρασμένος, κοιμήσου λίγο παραπάνω, θὰ πᾶς γιὰ δουλειὰ καὶ τόσα ἄλλα». Ἂς μὴ τὸν ἀκούσουμε, ἂς βιασθοῦμε, διότι δὲν ξέρουμε μετὰ ἀπὸ λίγες στιγμὲς τί μπορεῖ νὰ συμβῆ. «Ὅπου εὕρω σέ, ἐκεῖ καὶ κρινῶ σέ». Ἂν μᾶς βρὴ ἐπάνω στὴ βία, θὰ μᾶς κατάταξη μετὰ τῶν βιαστῶν. Ἂν μᾶς βρὴ στὴν ἀμέλεια καὶ στὴ ραθυμία, θὰ μᾶς κατατάξη μετὰ τῶν ραθύμων καὶ τῶν ἀποτυχημένων. 

 

Νὰ βοηθήσουμε καὶ τοὺς συνανθρώπους μας· νὰ τοὺς μιλήσουμε γιὰ τὸν Θεό, γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Οὐρανίου Πατρός· νὰ τοὺς δώσουμε θάρρος κι ἐλπίδα. Μία ψυχὴ νὰ βοηθήσουμε, εἶναι ἡ μεγαλυτέρα ἐλεημοσύνη. Ὅπως κι ἐμᾶς μᾶς βοήθησαν ἄλλοι ἄνθρωποι, ὀφείλουμε κι ἐμεῖς νὰ κάνουμε τὸ ἴδιο. 

Ἂς βιασθοῦμε λοιπὸν σὲ ὅλα, γιὰ νὰ εἰσέλθουμε στὸν νυμφώνα τοῦ Χριστοῦ· διότι «τῶν βιαστῶν εἶναι ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν». Ἀμήν. 

 

πηγή κειμενου: γέροντος Ἐφραὶμ Φιλοθεΐτου «Ἡ τέχνη τῆς σωτηρίας», ἔκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Φιλοθέου, Ἅγιον Ὅρος, 2005 



 

Σάββατο, Απριλίου 20, 2024

 

Ε ΚΥΡΙΑΚΗ ΝΗΣΤΕΙΩΝ

ΟΣΙΑΣ ΜΑΡΙΑΣ ΤΗΣ ΑΙΓΥΠΤΙΑΣ


 

 

(Γέροντος Πετρώνιου Τανάσε)

 

...Ἀπό τίς ὑπόλοιπες ἑβδομάδες τῆς νηστείας, ἡ Πέμπτη κατέχει ἰδιάζουσα θέση, καθ’ ὅσον περιέχονται σ’ αὐτήν δύο ἰδιαίτερα γεγονότα: ὁ Μέγας Κανών τῆς Πέμπτης καί ὁ Ἀκάθιστος Ὕμνος τοῦ Σαββάτου.

Τήν Πέμπτη πρωί στόν ὄρθρο διαβάζεται ὁλόκληρος ὁ Κανών τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου, πού διαβάστηκε κατά τό Μέγα Ἀπόδειπνο τῶν πρώτων τεσσάρων ἡμερῶν τῆς πρώτης ἑβδομάδος. Μαζί μέ τόν Κανόνα διαβάζεται καί ἡ ζωή τῆς ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας, πού εἶναι γραμμένη ἀπό τόν πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Σωφρόνιο.

Ἡ αἰτία γιά τήν ὁποία τοποθετήθηκαν τά παραπάνω σ’ αὐτή τήν ἑβδομάδα, ὅπως λέγει τό συναξάριο τοῦ Τριωδίου, εἶναι ὅτι πλησιάζει πρός τό τέλος ἡ νηστεία καί οἱ ἄνθρωποι δέν θά πρέπει νά ἀποκάμουν ἀπό ἀκηδία στόν πνευματικό τους ἀγῶνα καί νά ἐγκαταλείψουν τόν δρόμο τῆς ἀσκήσεως καί ταπεινώσεως.

Ὁ ἅγιος Ἀνδρέας μέ τίς ἱστορίες πού μνημονεύει στόν Κανόνα του γιά τά καλά ἔργα τῶν ἀνθρώπων τῆς Παλαιᾶς καί τῆς Καινῆς Διαθήκης, παροτρύνει τούς ἀγωνιστές χριστιανούς ν’ ἀντιμετωπίσουν ἀνδρείως τούς νοητούς ἐχθρούς. Ἐνῷ ὁ ἅγιος Σωφρόνιος μέ τήν τερπνή καί ὡραία διήγηση ἐνισχύει καί προτρέπει τούς πιστούς πρός τόν Θεό, ὥστε νά μήν ἀπελπισθοῦν, ὅσοι ἔπεσαν σέ ἁμαρτίες, καί ὅτι τό ἔλεος καί ἡ ἀγαθότης τοῦ Θεοῦ ἀπέναντι στούς ἁμαρτωλούς, καθώς φαίνεται ἀπό τήν ζωή τῆς ὁσίας Μαρίας, εἶναι μεγάλη.

Τό Κοντάκιο εἶναι μία δυνατή προτροπή ἐγρηγόρσεως καί προετοιμασίας γιά τήν μέλλουσα φοβερή ἀπολογία: «Ψυχή μου, ψυχή μου, ἀνάστα, τί καθεύδεις; Τὸ τέλος ἐγγίζει καὶ μέλλεις θορυβεῖσθαι! Ἀνάνηψον οὖν, ἵνα φείσηταί σου Χρίστὸς ὁ Θεός, ὁ πανταχοῦ παρὼν καὶ τὰ πάντα πληρῶν».

Στόν ὄρθρο τοῦ Σαββάτου, διαβάζονται σέ τέσσερις στάσεις οἱ Χαιρετισμοί τῆς Θεοτόκου μέ πανηγυρική χάρη καί μέ ἐπανάληψη πολλές φορές τοῦ πρώτου κοντακίου πού λέγεται πρός τιμήν αὐτῆς τῆς ἑορτῆς: «Τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ τὰ νικητήρια...».

Ἡ ἑορτή αὐτή καθορίσθηκε πρός τιμήν καί μνήμην τῶν νικῶν πού ἐκέρδισαν οἱ χριστιανοί μαχητές μέ τήν θαυμαστή βοήθεια τῆς Θεομήτορος, πρῶτον ἐναντίον των Σκυθών καί Περσῶν, δεύτερον ἐναντίον των Σαρακηνών καί τρίτον ἐναντίον τῶν Ἀγαρηνῶν, οἱ ὁποῖοι μέ ἄπειρο πλῆθος στρατιωτῶν πολιόρκησαν ἀπό ξηρᾶς καί θαλάσσης τήν Κωνσταντινούπολη. Ὁ πατριάρχης Σέργιος μαζί μέ τόν κλῆρο καί τούς χριστιανούς ἐτέλεσαν ἀγρυπνία, προσευχή καί λιτανεία μέ τίς ἱερές εἰκόνες καί ἰδιαίτερα μέ τήν θαυματουργό εἰκόνα τῆς Θεοτόκου, τῆς ὁποίας ἡ ἀήττητος δύναμις δέν ἄργησε νά φανερωθεῖ. Διότι οἱ ἄπιστοι, ὄντας ἀσυγκρίτως περισσότεροι, ἀπ’ ὅτι ἦσαν οἱ χριστιανοί, ἐνικήθησαν τελείως, ἐνῷ τά πλοῖα τους βυθίσθηκαν μέσα στήν φουρτουνιασμένη θάλασσα. Γιά ν’ ἀποδώσουμε στήν Ὑπέρμαχο Στρατηγό τά εὐχαριστήρια, ἡ ὁποία φυλάγει τό γένος τῶν χριστιανῶν ἀπροσμάχητον καί τό ἐλευθερώνει ἐκ παντοίων κινδύνων, ψάλλουμε τό Κοντάκιό της «Τῇ Ὑπερμάχῳ Στρατηγῷ...», ποιήμα τοῦ πατριάρχου Σεργίου.

Ἡ πέμπτη Κυριακή παρουσιάζει ἐνώπιόν μας ἕνα μεγάλο πρότυπο ὑψηλῆς πνευματικῆς στάθμης, τήν ζωή τῆς ὁσίας Μητρός ἡμῶν Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας. Ἐάν ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος τῆς περασμένης Κυριακῆς εἶναι τό πρότυπο τῆς μοναχικῆς ζωῆς καί ὅλων τῶν ἀνθρώπων πού ποθοῦν τήν σωτηρία τους, χωρίς παρεκκλίσεις καί παλινδρομήσεις ἀπό τόν ἀληθινό δρόμο, ἡ ὁσία Μαρία εἶναι τό ὑπόδειγμα μετανοίας αὐτῶν πού ἁμάρτησαν ἤ πλανήθηκαν ἀπό τήν ὁδό τῆς σωτηρίας καί αὐτῶν πού ταξιδεύουν μετ’ ἐμποδίων καί πτώσεων. Εἶναι ἀκόμη ὑπόδειγμα μετανοίας καί γι’ αὐτούς πού ἀγωνίζονται, ὅσον ἠμποροῦν, νά ὑψωθοῦν στήν κλίμακα τῆς ἁγιότητος.

Ὅπως διηγεῖται ἡ ἴδια, ἐπέρασε τήν νεότητά της μέσα στά πλέον ἀδιάντροπα καί ἀχαλίνωτα πάθη. Κάποτε, βλέποντας μερικά πλοῖα πού ἑτοιμάζοντο νά πλεύσουν πρός τήν Ἱερουσαλήμ, γιά τήν ἑορτή τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ἀνεχώρησε καί αὐτή μέ μία ὁμάδα νεαρῶν ἀγοριῶν, ὄχι μέ σκοπό νά προσκυνήσει, ἀλλ’ ἐπειδή εὑρῆκε εὐκαιρία καί ἀνθρώπους γιά νά ἱκανοποιήσει τήν ἀχόρταστη πορνική ἐπιθυμία της.

Ἔφθασε στά Ἱεροσόλυμα, μετά ἀπό ἕνα ἁμαρτωλό ταξίδι, καί ἐπῆγε μαζί μέ ὅλο τόν κόσμο στόν ναό γιά τήν προσκύνηση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Ὅμως δέν ἠμπόρεσε νά προχωρήσει πιό μέσα στόν νάρθηκα, ὅσο καί νά ἐβίαζε τόν ἑαυτό της, διότι μία ἀόρατος δύναμις τήν ἐμπόδιζε. Τότε λοιπόν, ἐξύπνησε μέσα της τό αἴσθημα τῆς ἐνοχῆς καί ἀμαρτωλότητος. Βλέποντας δίπλα τήν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου, προσευχήθηκε μέ μετάνοια καί ἐσωτερική συντριβή. Ἀφοῦ αἰσθάνθηκε κάποια καρδιακή ἀνακούφιση, δοκίμασε πάλι νά μπεῖ στήν ἐκκλησία. Πράγματι καμία δύναμις δέν τήν ἐμπόδισε τώρα νά μπεῖ μέσα. Προσκύνησε μέ μεγάλη ταπείνωση τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου καί, ὅταν ἐξῆλθε τοῦ ναοῦ, ὕψωσε ἄλλη θερμή προσευχή πρός τήν Θεοτόκο. Ἐκείνη ἄκουσε τήν μετά δακρύων προσευχή της καί τῆς εἶπε νά περάσει τόν Ἰορδάνη ποταμό καί νά ὑπάγει στήν ἔρημο. Μετά ἀπό μία σύντομη στάση στήν ἐκκλησία τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ στόν Ἰορδάνη, ὅπου καί ἀξιώθηκε τῆς κοινωνίας τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, πέρασε τά σύνορα τῆς ἐρήμου καί ἄρχισε μιά καινούργια ζωή. Πράγματι, ἔκαμε μία ὑπεράνθρωπη ζωή πού τήν συνέχισε μέχρι τό θάνατό της. Σαράντα ἑπτά χρόνια ἔζησε μέ δύο καί ἥμισυ κομμάτια ψωμί, τά ὁποῖα εἶχε πάρει κατά τήν ἀναχώρησή της ἀπό τήν Ἱερουσαλήμ. Ὅλη αὐτή τήν περίοδο βασανιζόταν ἀπό τήν πεῖνα, τήν δίψα, τήν γυμνότητα, τόν καύσωνα τοῦ ἡλίου, τήν ἀνυπόφορη παγωνιά τῆς νυκτός καί ἀπό τήν ἀδιάκοπη πάλη μέ τά ἀκάθαρτα πνεύματα.

Στά τελευταῖα της χρόνια, κατά θεία οἰκονομία, συναντήθηκε μέ τόν ὅσιο Ζωσιμά, ὁ ὁποῖος τῆς προσέφερε πρό τοῦ θανάτου της τήν Θεία Κοινωνία καί μᾶς διηγήθηκε τήν ζωή της, ὅπως τήν ἄκουσε ἀπό τό στόμα τῆς Ὁσίας. Μετά ἀπό τόσα χρόνια ἀσκήσεως στήν ἔρημο ἡ ὁσία Μαρία ἐξομοιώθηκε περισσότερο μέ τούς ἀγγέλους παρά μέ τούς ἀνθρώπους. Διότι, ὅταν προσευχόταν, ἀνυψωνόταν στόν ἀέρα. Ἐπέρασε τόν Ἰορδάνη χωρίς νά βραχεῖ, προεγνώριζε τούς διαλογισμούς τῶν ἀνθρώπων καί προέβλεπε τά μακράν καί τά μέλλοντα, ὡσάν νά τά εἶχε μπροστά της.

Ἡ ὁσία Μαρία μας καταπλήσσει κατά τό ξεκίνημά της γιά τήν καινούργια ζωή μέ δύο σπουδαῖα ἔργα: τήν ἀσάλευτη ἀπόφασή της ν’ ἀρχίσει μιά ἄλλη ζωή καί τήν τελεία ἀποκοπή της ἀπό τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας. Ἡ ἁμαρτία εἶναι αἰχμαλωσία, ἡ σωτηρία εἶναι ἐλευθερία. Δέν ὑπάρχει σωτηρία στήν χώρα τῆς ἁμαρτίας. Ὁ Ἑβραϊκός λαός ἔφυγε ἀπό τήν δουλεία τῆς Αἰγύπτου, γιά νά περάσει στή Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας. Ὁ Ἄσωτος Υἱός, μόνον ὅταν ἐπέστρεψε στό πατρικό του σπίτι, ἐφόρεσε τήν πρώτη στολή καί τιμήθηκε. Ἡ ὁσία Μαρία, ὄχι στήν Αἴγυπτο, πού ἦτο ὁ τόπος τῶν ἁμαρτιῶν της, ἀλλά μακριά, στήν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνου, ἐκεῖ ἐλευθερώθηκε ἀπό τήν ἁμαρτία καί ἁγιάσθηκε. Συνεπῶς, γιά ν’ ἀρχίσουμε μιά καινούργια ζωή μέ τόν Χριστό, πρέπει νά κόψουμε τελείως τίς σχέσεις μας μέ τήν ἁμαρτία. Δέν ἠμποροῦμε νά βάλουμε καλῆ ἀρχή, ἐάν δέν μισήσουμε τήν ἁμαρτία ἀπό τά βάθη τῆς ψυχῆς μας.

Ὁ ἅγιος Αὐγουστῖνος, πού κι αὐτός στήν νεότητά του ἔκανε αὐτή τήν ἁμαρτωλή ζωή, προσευχόταν μέ μεγάλη μετάνοια λέγοντας: «Κύριε, βοήθησέ με νά Σέ ἀγαπήσω μέ τόση ἀγάπη, μέ ὅση ἀγάπησα τήν ἁμαρτία στό παρελθόν!».

Αὐτό εἶναι τό πρῶτο ἔργο στήν ζωή τῆς ὁσίας Μαρίας, τό ὁποῖον δέν πρέπει νά ξεχνοῦμε. Ἐάν θέλουμε νά ἐπιτύχουμε κάτι μέ τήν προσευχή, τήν νηστεία καί τίς ἄλλες χριστιανικές ἀσκήσεις, πρέπει νά ἐξέλθουμε ἀπό τήν Αἴγυπτο, νά κατοικήσουμε στήν ἔρημο, νά περάσουμε τόν Ἰορδάνη καί νά πᾶμε στήν Ἱερουσαλήμ νά σηκώσουμε τόν σταυρό. Νά φύγουμε δηλαδή ἀπό τήν ἁμαρτία καί νά φιλοξενηθοῦμε στήν γῆ τῆς ἀναμαρτησίας μέ τήν σταθερή ἀπόφαση νά κάνουμε μόνο τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.

Αὐτή ἡ ἀπόφασις δέν λαμβάνεται εὔκολα, διότι εὐθύς ἀμέσως ἀρχίζουν οἱ δυσκολίες. Σαράντα ἑπτά χρόνια στήν ἔρημο, συνεχής ἀγῶνας γιά τήν λύτρωση ἀπό τά τυραννικά πάθη, τά ὁποῖα βασανίζουν τήν ψυχή της, ἐνῷ τά ἔχει ἀπαρνηθεῖ. Ἡ ὁσία Μαρία εὑρίσκεται στήν ἔρημο, ὑποφέρει ἀπό τήν πεῖνα, τήν δίψα, δέν βλέπει κανέναν ἄνθρωπο μέσα στήν ἔρημο, δέν ἀκούει κανέναν, κι ὅμως δέκα ἑπτά χρόνια βασανίζεται ἀπό τήν φλόγα τῶν ἐμπαθῶν λογισμῶν, ἀπό τίς ἀναμνήσεις τῆς πορνείας, γαστριμαργίας καί μέθης, στά ὁποῖα ζοῦσε παλαιότερα. Ἀπ’ ἐδῶ καταλαβαίνουμε, ὅπως εἴδαμε καί στόν Ἄσωτο Υἱό, ὅτι ἡ ἁμαρτία εἶναι ὁ μεγαλύτερος ἐχθρός τῆς ψυχῆς μας. Ὄργανο τοῦ διαβόλου εἶναι ὁ ἴδιος ὁ διάβολος, ὁ ὁποῖος μέ ὑποκρισία, μέ πονηρία, μέ ψεῦδος καί ἀπάτη κρύβει τήν ἐχθρότητα πού τρέφει ἐναντίον μας, μέχρις ὅτου μᾶς πιάσει στήν παγίδα τῆς συνηθείας μέ τήν ἁμαρτία. Τότε λοιπόν, μᾶς παρουσιάζει ὅλο τό θανάσιμο μῖσος πού ἔχει ἐναντίον μας, δέν μᾶς λυπᾶται καθόλου, μᾶς βασανίζει καί δέν θέλει ν’ ἀναχωρήσει, χωρίς νά ὁδηγήσει καί τήν δική μας ψυχή στά βάσανα τοῦ ἅδου. Γι’ αὐτό ὅλοι οἱ Πατέρες μᾶς προτρέπουν νά ἀποφεύγουμε σάν δάγκωμα ὀχιᾶς τήν πρώτη ἐμπειρία τῆς ἁμαρτίας καί περιεργείας.

Ὅποιος φεύγει ἀπό τήν ἁμαρτία, λυτρώνεται ἀπό τόν φοβερό πόλεμο πού κατόπιν ἀκολουθεῖ, ἀπό τόν ὁποῖο δέν εἴμεθα σίγουροι ὅτι κάποτε θά λυτρωθοῦμε. Εἶναι πολύ σπουδαῖο νά ἔχουμε τήν θέληση καί τήν ἀποφασιστικότητα τῆς ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας.

Ἀλήθεια, ὅταν σκεπτώμεθα τήν ζωή, τούς ἀγῶνες καί τήν ὑπομονή της, κυριευόμεθα ἀπό θαυμασμό καί φόβο. Ἡ ἀσκητική πολιτεία της μᾶς φαίνεται ὑπεράνθρωπη. Κι ἔτσι εἶναι, διότι δέν γινόταν διαφορετικά. Τό δηλητήριο τῆς ἁμαρτίας δέν θεραπεύεται μέ τό νερό τῶν λουλουδιῶν. Ἔχει ἀνάγκη ἀπό δυνατά ἰατρικά φάρμακα, ὄχι μέ ἡμίμετρα ἀλλά μέ ἀγῶνα ζωῆς καί θανάτου. Οἱ πατέρες ἀπό τό Γεροντικό λέγουν ἕνα σοφό λόγο: «Δῶσε θέληση καί πᾶρε δύναμη», κι ἄλλος λέγει: «Δῶσε αἷμα καί λάβε πνεῦμα». Εἶσαι ἀδύνατος πνευματικά; Ὁ Σωτήρ γιά τούς ἀδυνάτους ἦλθε. «Θέλεις νά γίνεις ὑγιής;» μᾶς ἐρωτᾶ. Πρέπει μέ ὅλη σου τήν καρδιά νά δοθεῖς σέ Μένα καί θά πάρεις δύναμη. Πᾶρε δύναμη νά ξεπεράσεις τις στεναχώριες, νά ἀντιμετωπίσεις τόν νοητό ἐχθρό, νά μήν ὑποκύπτεις στόν ἀγῶνα, νά δώσεις αἷμα γιά νά λάβεις πνεῦμα. Ἡ Χάρις ἐνισχύει τις ἐξαντλημένες ἀπό τήν ἁμαρτία δυνάμεις, θεραπεύει τά ψυχικά τραύματα καί αὐτό πού μέ τήν θέλησή μας καταστρέψαμε, τώρα πρέπει νά τό ἐπανορθώσουμε μέ τήν καθαρή ἐξομολόγηση, μέ τήν εἰλικρινῆ μετάνοια, μέ τά καλά ἔργα, μέ τήν νηστεία καί τήν προσευχή. Ἐάν κάποτε μᾶς εὐχαρίστησε ἡ ψεύτικη ἀπόλαυσις τῆς ἁμαρτίας, τώρα πρέπει νά γευθοῦμε καί τήν ὠφέλιμη πικράδα τοῦ ἰατρικοῦ φαρμάκου. Ὅπως ὁ ἀσθενής ὑπομένει τήν ἐγχείρηση, τήν κοπή τῶν μελῶν, τό πικρό φάρμακο, γνωρίζοντας ὅτι αὐτά θά τοῦ χαρίσουν τήν ποθούμενη ὑγεία, ἔτσι πρέπει νά ὑπομείνουμε τούς κόπους τῆς νηστείας, μέ τήν ἐλπίδα ὅτι γρήγορα ἔρχεται ἡ ἑορτή της λαμπροφόρου Ἀναστάσεως. Ἔτσι ἀκόμη πρέπει νά ὑποδεχτοῦμε τά σωτηριώδη καί λυτρωτικά ἐκ τῆς ἁμαρτίας Πάθη τοῦ Χριστοῦ, τά ὁποῖα μᾶς ἀξιώνουν τῆς ἀθανάτου χαρᾶς, τῆς φωταυγείας καί γλυκύτητος τοῦ αἰωνίου Πάσχα μαζί μ’ ἐκείνους πού ὑπέμειναν τίς θλίψεις καί τά ποικίλα βάσανα αὐτῆς τῆς ζωῆς.

Τά γεγονότα αὐτῆς τῆς ἑβδομάδος ἔχουν στενό δεσμό μεταξύ τους καί μιά βαθιά πνευματική σημασία.

Ὅπως ἄλλοτε ἡ Κωνσταντινούπολις πολιορκήθηκε ἀπό τά βάρβαρα ἔθνη, γιά νά κατακτηθεῖ κατόπιν ἀπ’ αὐτά, ἔτσι καί σ’ αὐτή τήν ἐπίγεια ζωή, καί προπαντός στήν περίοδο τῶν πνευματικῶν ἀγώνων, ἡ βασιλική πόλις τῆς ψυχῆς μας πολιορκεῖται ἀπό τούς ἀοράτους ἀγαρηνούς καί σαρακηνούς, οἱ ὁποῖοι ἀποσκοποῦν νά λεηλατήσουν τόν πλοῦτο τῶν ἀρετῶν της καί νά τήν ρίξουν στόν βυθό τῆς ἁμαρτίας, πού εἶναι ὁ θάνατος.

Ἔχουμε ὅμως φοβερά καί ἀκαταμάχητη προστασία την Πανάχραντο Μητέρα τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία πάντοτε μᾶς λυτρώνει ἀπό κάθε δοκιμασία.

Κι ἄν ἀκόμη συμβεῖ κάποτε νά ἀμελοῦμε γιά τίς ἀρετές, καί ἄν πνιγόμεθα στίς ἀνθρώπινες μέριμνες, καί ὑποκύπτουμε στούς ἀοράτους ληστές καί πίπτουμε ἡμιθανεῖς, καί τότε ἀκόμη ἄς ἔχουμε τήν ἐλπίδα μας στό ἀμέτρητο ἔλεος Ἐκείνου, ὁ ὁποῖος ὄχι ἀπό τήν Σαμάρεια, ἀλλά ἀπό τήν Θεοτόκο Μαρία προῆλθε γιά τήν ἰδική μας σωτηρία.

Τό παράδειγμα τῆς ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας μᾶς ἐνισχύει καί μᾶς δίνει ἐλπίδα. Κι αὐτή ἔπεσε καί λεηλατήθηκε ἀπό τούς δαίμονες ληστές, ἀλλά λυτρώθηκε μέ τήν δύναμη τοῦ Σταυροῦ καί τήν ἀνίκητη δύναμη τῆς Κυρίας Θεοτόκου.

«Τὰ σκίρτήματα πάντα τὰ τῆς σάρκὸς χαλινώσασα πόνοις ἀσκητικοῖς, ἀνδρεῖον ἀπέδειξας τῆς ψυχῆς σοῦ τὸ φρόνημα· τὸν γὰρ Σταύρὸν πόθήσασα Κυρίου θέάσασθαι ἱερῶς ἀοίδιμε τῷ κόσμῳ ἐσταύρωσαι...» (Ὄρθρος Κυριακῆς).

«ἡ πορνείαις πρότερον μεμεστωμένη παντοίαις, Χριστοῦ νύμφη σήμερον, τῇ μετανοίᾳ ἐδείχθη, ἀγγέλων, τὴν πολιτείαν ἐπιποθοῦσα, δάίμονας Σταυροῦ τῷ ὅπλῳ καταπατοῦσα· διὰ τοῦτο βασιλείας ἐφάνης νύμφη Μάρία ἔνδοξε» (Κοντάκιον Κυριακῆς).

 

(Γέροντας Πετρώνιος Τανάσε, "Οἱ Πύλες τῆς Μετανοίας – Στοχασμοί στό Τριώδιο", Ἐκδόσεις "Ὀρθόδοξος Κυψέλη", Θεσσαλονίκη, 2003)




 

Ε ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ

ΟΣΙΑΣ ΜΑΡΙΑΣ ΤΗΣ ΑΙΓΥΠΤΙΑΣ

 



Ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς

 

Ἰδού ἡ πέμπτη Κυριακή τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἡ Κυριακή [πού σφραγίζει τήν ἑβδομάδα] τῶν μεγάλων ἀγρυπνιῶν καί τῶν μεγάλων ἀσκήσεων, τήν ἑβδομάδα τῶν μεγάλων θρήνων καί ἀναστεναγμῶν, ἡ Κυριακή τῆς πιό μεγάλης μεταξύ τῶν ἁγίων γυναικῶν Ἁγίας, τῆς ὁσίας μητρός ἡμῶν Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας…

Σαράντα ἑπτά χρόνια ἔκανε στήν ἔρημο, καί ὁ Κύριος τῆς ἔδωσε ἐκεῖνο πού σπάνια δίνει σέ κάποιον ἀπό τούς Ἁγίους. Χρόνια ὁλόκληρα δέν γεύθηκε ψωμί καί νερό. Στήν ἐρώτησι τοῦ ἀββᾶ Ζωσιμᾶ ἐκείνη ἀπάντησε: «Οὐκ ἐπ’ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος» (Ματθ. δ΄ 4). Ὁ Κύριος τήν ἔτρεφε μέ ἕναν ἰδιαίτερο τρόπο καί τήν ὡδηγοῦσε στήν ἐρημητική ζωή, στούς ἐρημητικούς της ἀγῶνες. Καί ποιό ἦταν τό ἀποτέλεσμα; Ἡ Ἁγία μετέτρεψε τήν κόλασί της σέ παράδεισο!

Νίκησε τόν διάβολο καί ἀνέβηκε ψηλά στόν Θεό! Πῶς, μέ τί; Μέ τήν νηστεία καί τήν προσευχή, μέ νηστεία καί προσευχή! Διότι ἡ νηστεία, ἡ νηστεία μαζί μέ τήν προσευχή, εἶναι δύναμις πού νικᾶ τά πάντα. Ἕνας θαυμάσιος... ὕμνος τῆς Μεγ. Τεσσαρακοστῆς λέγει: «ἀκολουθήσωμεν τῷ διά νηστείας ἡμῖν, τήν κατά τοῦ διαβόλου νίκην ὑποδείξαντι, Σωτῆρι τῶν ψυχῶν ἡμῶν». Μέ τήν νηστεία μᾶς ἔδειξε τήν νίκη κατά τοῦ διαβόλου… Δέν ὑπάρχει ἄλλο ὅπλο, δέν ὑπάρχει ἄλλο μέσον. Νηστεία! Ἰδού τό μέσον γιά νά νικήσῃς τόν διάβολο, τόν κάθε διάβολο. Παράδειγμα νίκης, ἡ ἁγία Μαρία ἡ Αἰγυπτία.

 

Τί θεία δύναμις ἡ νηστεία! Νηστεία δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά νά σταυρώνῃς τό σῶμα, νά σταυρώνῃς τό σῶμα, νά σταυρώνῃς ὁ ἴδιος τόν ἑαυτό σου. Ἐφ’ ὅσον ὑπάρχει σταυρός, ἡ νίκη εἶναι σίγουρη. Τό σῶμα τῆς πρώην πόρνης τῆς Ἀλεξανδρείας, τῆς Μαρίας, μέ τήν ἁμαρτία παραδόθηκε στήν δουλεία τοῦ διαβόλου. Ἀλλά ὅταν ἀγκάλιασε τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, ὅταν πῆρε αὐτό τό ὅπλο στά χέρια της, νίκησε τόν διάβολο.

 

Νηστεία εἶναι ἡ ἀνάστασις τῆς ψυχῆς ἐκ νεκρῶν. Ἡ νηστεία καί ἡ προσευχή ἀνοίγουν τά μάτια τοῦ ἀνθρώπου, ὥστε νά ἀντικρύσῃ καί νά καταλάβῃ πραγματικά τόν ἑαυτό του, νά ἰδῇ τόν ἑαυτό του. Βλέπει τότε ὅτι κάθε ἁμαρτία στήν ψυχή του εἶναι ὁ τάφος του, ὁ τάφος, ὁ θάνατός του. Καταλαβαίνει ὅτι ἡ ἁμαρτία μέσα στήν ψυχή του δέν κάνει τίποτε ἄλλο ἀπό τό νά μετατρέπῃ σέ πτώματα ὅλα ὅσα ἀνήκουν στήν ψυχή: τούς λογισμούς της, τά συναισθήματά της καί τίς διαθέσεις της· σειρά ἀπό τάφους. Καί τότε…, τότε ξεχύνεται θρηνητική κραυγή ἀπό τήν ψυχή: «Πρίν εἰς τέλος ἀπόλωμαι, σῶσον με».

 

Αὐτή εἶναι ἡ κραυγή μας κατά τήν ἁγία αὐτή ἑβδομάδα: Κύριε, προτοῦ χαθῶ τελείως, σῶσε με. Ἔτσι προσευχηθήκαμε αὐτή τήν ἑβδομάδα στόν Κύριο, τέτοιες προσευχητικές ἀναβοήσεις μᾶς παρέδωσε στόν Μεγάλο Κανόνα του ὁ μεγάλος ἅγιος πατήρ ἡμῶν Ἀνδρέας Κρήτης. «Κύριε, πρίν εἰς τέλος ἀπόλωμαι, σῶσόν με». Αὐτή ἡ κραυγή μᾶς ἀφορᾶ ὅλους, ὅλους ὅσους ἔχουμε ἁμαρτίες. Ποιός δέν ἔχει ἁμαρτίες;

 

Εἶναι ἀδύνατον νά κυττάξῃς τόν ἑαυτό σου νά μή εὕρῃς κάπου, σέ κάποια γωνία τῆς ψυχῆς σου, νά μή ἐντοπίσῃς σέ κάποια ἄκρη της μία ξεχασμένη ἴσως ἁμαρτία. Καί… κάθε ἁμαρτία, γιά τήν ὁποία δέν ἔχεις μετανοήσει, εἶναι ὁ τάφος σου, εἶναι ὁ θάνατός σου. Καί ἐσύ, γιά νά μπορέσῃς νά σωθῇς καί νά ἀναστήσῃς τόν ἑαυτό σου ἀπό τόν τάφο σου, κρᾶζε μέ τίς προσευχητικές θρηνητικές κραυγές τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς: «Κύριε, πρίν εἰς τέλος ἀπόλωμαι, σῶσόν με». Ἄς μή ξεγελᾶμε τόν ἑαυτό μας, ἀδελφοί, ἄς μή ἀπατώμεθα. Καί μία μόνο ἁμαρτία ἄν ἔμεινε στήν ψυχή σου, καί σύ δέν μετανοεῖς καί δέν τήν ἐξομολογεῖσαι ἀλλά τήν ἀνέχεσαι μέσα σου, αὐτή ἡ ἁμαρτία θά σέ ὁδηγήσῃ στό βασίλειο τῆς κολάσεως. Γιά τήν ἁμαρτία δέν ὑπάρχει τόπος στόν παράδεισο τοῦ Θεοῦ. Γιά τήν ἁμαρτία δέν ὑπάρχει τόπος στήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.

 

Γιά νά ἀξιωθῇς τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, φρόντισε νά ἀποδιώξῃς ἀπό μέσα σου κάθε ἁμαρτία, νά ξεριζώσῃς ἀπό μέσα σου διά τῆς μετανοίας κάθε ἁμαρτία. Διότι, τίποτε δέν γλυτώνει ἀπό τήν μετάνοια τοῦ ἀνθρώπου. Τέτοια δύναμι ἔδωσε ὁ Κύριος στήν Ἁγία Μετάνοια. Κοίταξε! Ἀφοῦ ἡ μετάνοια μπόρεσε νά σώσῃ μία τόσο μεγάλη ἄσωτη γυναῖκα, ὅπως ἦταν κάποτε ἡ Μαρία ἡ Αἰγυπτία, πῶς νά μή σώσῃ καί ἄλλους ἁμαρτωλούς, τόν κάθε ἁμαρτωλό, καί τόν πιό μεγάλο ἁμαρτωλό καί ἐγκληματία; Ναί, ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή εἶναι τό πεδίο τῆς μάχης, ἐπί τοῦ ὁποίου ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί μέ τήν νηστεία καί τήν προσευχή νικᾶμε τόν διάβολο, νικᾶμε ὅλες τίς ἁμαρτίες, νικᾶμε ὅλα τά πάθη καί ἐξασφαλίζουμε στόν ἑαυτό μας τήν ἀθανασία καί τήν αἰώνιο ζωή.

 

Στήν ζωή τῶν ἁγίων καί ἀληθινῶν Χριστιανῶν ὑπάρχουν ἀναρίθμητα παραδείγματα πού δείχνουν ὅτι ὄντως μόνο μέ τήν προσευχή καί τήν νηστεία ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί νικᾶμε τούς δαίμονες, ὅλους ἐκείνους πού μᾶς βασανίζουν καί θέλουν νά μᾶς παρασύρουν στό βασίλειο τοῦ κακοῦ, στήν κόλασι. Αὐτή ἡ Ἁγία Νηστεία…! εἶναι νηστεία τῶν ἁγίων ἀρετῶν μας. Κάθε ἁγία ἀρετή ἀνασταίνει τήν ψυχή μου καί τήν ψυχή σου ἐκ τῶν νεκρῶν.

 

Προσευχή! Τί εἶναι ἡ προσευχή; Εἶναι ἡ μεγάλη ἀρετή πού σέ ἀνασταίνει καί μέ ἀνασταίνει. Σηκώθηκες μήπως γιά προσευχή, ἔκραξες πρός τόν Κύριο νά καθαρίσῃ τήν ψυχή σου ἀπό τίς ἁμαρτίες, ἀπό τό κάθε κακό, ἀπό κάθε πάθος; Τότε οἱ τάφοι σου καί οἱ τάφοι μου ἀνοίγουν καί οἱ νεκροί ἀνασταίνονται. Ὅ,τι εἶναι ἁμαρτωλό φεύγει, ὅ,τι σύρει πρός τό κακό ἐξαφανίζεται.

 

Ἡ ἁγία προσευχή ἀνασταίνει τόν καθένα ἀπό μᾶς, ὅταν εἶναι εἰλικρινής, ὅταν φέρνει ὅλη τήν ψυχή στόν οὐρανό, ὅταν ἐσύ μέ φόβο καί τρόμο λέγῃς στόν Κύριο: Δές, δές τούς τάφους μου, ἀναρίθμητοι εἶναι οἱ τάφοι μου, Κύριε! Μέσα σέ κάθε ἕναν ἀπό αὐτούς τούς τάφους, νά’την ἡ ψυχή μου, νά’την νεκρή, μακρυά ἀπό Σένα, Κύριε! Εἰπέ λόγον καί ἀνάστησον πάντας τούς νεκρούς μου! Διότι, Σύ, Σύ, Κύριε, μᾶς ἔδωσες πολλές θεῖες δυνάμεις νά μᾶς ἀνασταίνουν διά τῆς ἁγίας Ἀναστάσεως, νά μᾶς ἀνασταίνουν ἀπό τόν τάφο τῆς ραθυμίας. Ναί, μέ τήν ἁμαρτία, μέ τά πάθη μας, πεθαίνουμε ψυχικά. Ἡ ψυχή ἀποθνήσκει, ὅταν χωρίζεται ἀπό τόν Θεό.

 

Ἡ ἁμαρτία εἶναι δύναμις πού χωρίζει τήν ψυχή ἀπό τόν Θεό. Καί ἐμεῖς, ὅταν ἀγαπᾶμε τήν ἁμαρτία, ὅταν ἀγαπᾶμε τίς ἁμαρτωλές ἡδονές, στήν πραγματικότητα ἀγαπᾶμε τόν θάνατό μας, ἀγαπᾶμε τούς τάφους, τούς δυσώδεις τάφους, μέσα στούς ὁποίους ἡ ψυχή μας ἀποσυντίθεται. Ἀντίθετα, ὅταν ἀνανήψουμε, ὅταν μέ τόν κεραυνό τῆς μετανοίας χτυπήσουμε τήν καρδιά μας, τότε…, τότε οἱ νεκροί μας ἀνασταίνονται. Τότε ἡ ψυχή μας νικᾶ ὅλους τούς φονεῖς της, νικᾶ τόν κατεξοχήν δημιουργό ὅλων τῶν ἁμαρτιῶν, τόν διάβολο, νικᾶ μέ τήν δύναμι τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ.

 

Γι’ αὐτό, γιά μᾶς τούς Χριστιανούς δέν ὑπάρχει ἁμαρτία πιό ἰσχυρή ἀπό μᾶς. Νά εἶσαι βέβαιος ὅτι πάντοτε εἶσαι δυνατώτερος ἀπό κάθε ἁμαρτία πού σέ βασανίζει, πάντοτε εἶσαι δυνατώτερος ἀπό κάθε πάθος πού σέ βασανίζει. Πῶς; –ἐρωτᾶς. Μέ τήν μετάνοια! Καί τί εἶναι εὐκολώτερο ἀπό αὐτήν; Πάντοτε μπορεῖς μέσα σου, μέσα στήν ψυχή σου, νά κραυγάζῃς: «Κύριε, πρίν εἰς τέλος ἀπόλωμαι, σῶσόν με». Ἡ βοήθεια τοῦ Θεοῦ δέν θά σέ παραβλέψῃ. Θά ἀναστήσῃς τόν ἑαυτό σου ἀπό τούς νεκρούς καί θά ζῇς σ’ αὐτόν τόν κόσμο σάν κάποιος πού ἦρθε ἀπό ἐκεῖνον τόν κόσμο, πού ἀναστήθηκε καί ζῆ μία νέα ζωή, τήν ζωή τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου, πού ὑπάρχουν μέσα του ὅλες οἱ θεῖες δυνάμεις, ἔτσι ὥστε καμμία ἁμαρτία πλέον δέν μπορεῖ νά σέ φονεύσῃ. Ἴσως νά ξαναπέφτῃς, ἀλλά πλέον γνωρίζεις, γνωρίζεις τό ὅπλο, γνωρίζεις τήν δύναμι μέ τήν ὁποία ἀνασταίνεσαι ἐκ τῶν νεκρῶν. Ἄν πενήντα φορές τήν ἡμέρα ἁμαρτήσῃς, ἄν πενήντα φορές ντροπιασθῇς, ἄν πενήντα τάφους σκάψῃς σήμερα, μόνο φώναξε: «Κύριε, δός μου μετάνοια. Πρίν εἰς τέλος ἀπόλωμαι, σῶσόν με». Ὁ Ἀγαθός Κύριος, ὁ ὁποῖος γνωρίζει τήν ἀσθένεια καί ἀδυναμία τῆς ἀνθρωπίνης ψυχῆς καί τῆς ἀνθρωπίνης θελήσεως, εἶπε: Ἔλα, ἀδελφέ. Ἀκόμη κι ἄν ἑβδομηκοντάκις τήν ἡμέρα ἁμαρτήσῃς, πάλι ἔλα καί πές: ἥμαρτον (Ματθ. ιη΄, 21-22).

 

Αὐτό ἐντέλλεται ὁ Κύριος σέ ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους, τούς ἀσθενεῖς καί ἀδυνάτους. Συγχωρεῖ τούς ἁμαρτωλούς. Γι’ αὐτό καί δήλωσε ὅτι χαρά μεγάλη γίνεται ἐν τῷ οὐρανῷ ἐπί ἐνί ἁμαρτωλῷ μετανοοῦντι ἐπί τῆς γῆς (πρβλ. Λουκ. ιε΄ 7). Ὅλος ὁ οὐράνιος κόσμος ἀτενίζει σέ σένα, ἀδελφέ καί ἀδελφή, πῶς ζῆς στήν γῆ. Πέφτεις στήν ἁμαρτία καί δέν μετανοεῖς; Νά, οἱ Ἄγγελοι κλαῖνε καί θλίβονται στόν Οὐρανό ἐξ αἰτίας σου. Μόλις ἀρχίσῃς νά μετανοῇς, νά, οἱ Ἄγγελοι στόν Οὐρανό χαίρονται, καί σάν οὐράνιοι ἀδελφοί σου χορεύουν… Νά ἡ σημερινή μεγάλη ἁγία, ἡ Μαρία ἡ Αἰγυπτία. Πόσο ἁμαρτωλή! Ἀπό αὐτήν ὁ Κύριος ἔκανε μία ἁγία ὕπαρξι σάν τά Χερουβίμ. Μέ τήν μετάνοια ἔγινε ἰσάγγελη, μέ τήν μετάνοια κατέστρεψε τήν κόλασι, στήν ὁποία βρισκόταν, καί ἀνέβηκε ὁλόκληρη στόν παράδεισο τοῦ Χριστοῦ.

 

Δέν ὑπάρχει Χριστιανός ἀδύνατος σ’ αὐτόν τόν κόσμο, ἔστω κι ἄν τοῦ ἐπιτίθενται οἱ φρικωδέστερες ἁμαρτίες καί πειρασμοί αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Ἀρκεῖ μόνο ὁ Χριστιανός νά μή ξεχάσῃ τά μεγάλα του ὅπλα: τήν μετάνοια, τήν προσευχή, τήν νηστεία· νά ἐπιδοθῇ σέ κάποια εὐαγγελική ἄσκησι, σέ κάποια ἀρετή: εἴτε στήν προσευχή, εἴτε στήν νηστεία, εἴτε στήν εὐαγγελική ἀγάπη, εἴτε στήν εὐσπλαχνία. Ἄς θυμηθοῦμε τούς μεγάλους Ἁγίους τοῦ Θεοῦ, ἄς θυμηθοῦμε τήν ἑορταζομένη σήμερα μεγάλη Ἁγία, τήν ὁσία Μητέρα μας Μαρία τήν Αἰγυπτία, καί ἄς εἴμαστε βέβαιοι ὅτι ὁ Κύριος θά εἶναι εὔκαιρος βοηθός μας. Ἡ ἁγία Μαρία ἐβίωσε τόσο θαυμαστή βοήθεια ἀπό τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο καί σώθηκε ἀπό τήν φοβερή της κόλασι, ἀπό τούς φοβερούς της δαίμονες. Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος καί σήμερα καί πάντοτε μᾶς βοηθεῖ σέ ὅλες τίς εὐαγγελικές μας ἀρετές: στήν προσευχή, καί στήν νηστεία, καί στήν ἀγρυπνία, καί στήν ἀγάπη, καί στούς οἰκτιρμούς, καί στήν ὑπομονή, καί σέ κάθε ἄλλη ἀρετή. Εὔχομαι νά μᾶς βοηθῇ πάντα καί νά μᾶς καθοδηγῇ…

 

Γι’ αὐτό, ποτέ νά μήν ἀποκάμῃς στόν ἀγῶνα καί στόν πόλεμο μέ τίς ἁμαρτίες σου… Σέ ὅλες τίς δυσκολίες σου καί στίς πιό μεγάλες πτώσεις σου νά θυμᾶσαι τήν κραυγή αὐτῆς τῆς ἁγίας ἑβδομάδος, πού ἔχει τήν δύναμι νά σέ ἀναστήσῃ: «Κύριε, πρίν εἰς τέλος ἀπόλωμαι, σῶσόν με».




 

Παρασκευή, Απριλίου 19, 2024

 

Η ΣΥΝΑΞΗ ΤΩΝ ΠΡΟΚΑΘΗΜΕΝΩΝ

ΣΤΟ ΣΑΜΠΕΖΥ  (2016)

ἀποκαλύπτει τό προσωπεῖο τοῦ Πατριάρχη Κων/Πόλεως καί τῶν σύν αὐτῷ

 


Οἰκ. Πατριάρχης Βαρθολομαῖος: «Ὅλοι ἐδῶ οἱ παρόντες ἀναγνωρίζομεν ὡς τὸν μόνον κανονικὸν Ἱεράρχην, τὸν Μητροπολίτη Κιέβου κ. Ὀνούφριο (Σαμπεζύ, 2016)».

Ὑπενθυμίζεται ὅτι κατὰ τὴν τελευταία φάση τῆς προετοιμασίας τῆς λεγομένης «ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου» (Κρήτη, Ἰούνιος 2016) πραγματοποιήθηκε στὸ Ὀρθόδοξο Κέντρο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου στὸ Σαμπεζύ, Σύναξη τῶν Προκαθημένων τῶν Αὐτοκεφάλων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν (21-28 Ἰανουαρίου 2016) κατὰ τὴν ὁποία ἔγινε ἐκτενὴς συζήτηση γιὰ τὸ Οὐκρανικό.

Στὴ Σύναξη συμμετεῖχε καὶ ὁ κανονικὸς Μητροπολίτης Κιέβου κ. Ὀνούφριος , τὸν ὁποῖο ἀναγνώριζαν ὅλοι οἱ Προκαθήμενοι – καὶ ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Βαρθολομαῖος – ὡς τὸν μόνο κανονικὸ Μητροπολίτη Κιέβου.

Κατὰ τὴν ἐναρκτήριο συνεδρία τῆς 22ης Ἰανουαρίου 2016, ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης ἐξέφραζε τὴ χαρά του γιὰ τὴ συμμετοχὴ τοῦ Μητροπολίτη Κιέβου Ὀνουφρίου (τῆς κανονικῆς Ἐκκλησίας της Ουκρανίας ) στὴν ἀντιπροσωπεία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας, καὶ ἀπευθυνόμενος πρὸς τὸν Πατριάρχη Μόσχας Κύριλλο δήλωνε ἐπίσημα:

«Κατ’ ἀρχὴν καλωσορίζω ὅλην τὴν ἀντιπροσωπείαν σας καὶ χαίρω, διότι εἰς αὐτὴν συμπεριλαμβάνεται καὶ ὁ Μητροπολίτης Κιέβου κ. Ὀνούφριος, τὸν ὁποῖον ὅλοι ἐδῶ οἱ παρόντες ἀναγνωρίζομεν ὡς τὸν μόνον κανονικὸν ἱεράρχην τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας εἰς τὴν Οὐκρανίαν, βεβαίως μετὰ τῶν σὺν αὐτῷ ἄλλων ἁγίων ἀρχιερέων...»

Ἡ Σύναξη τῶν Προκαθημένων στὸ Σαμπεζὺ ἀποκαλύπτει τὸ προσωπεῖο τοῦ Πατριάρχη Κων/Πόλεως (2016).

Τὰ Πρακτικὰ τῆς Σύναξης αὐτῆς [1] φέρνουν στὸ φῶς τῆς δημοσιότητας τὸν ἔντονο διάλογο μεταξὺ τοῦ Οἰκ. Πατριάρχη Βαρθολομαίου καὶ τοῦ Πατριάρχη Μόσχας Κύριλλο.

Αὐτὴ ἦταν καὶ ἡ τελευταία φορὰ ποὺ οἱ δύο Προκαθήμενοι συζήτησαν δημοσίως καὶ σὲ τόσο ὑψηλὸ ἐπίπεδο, ἐνώπιον ὅλων τῶν Προκαθημένων, τὸ ζήτημα τοῦ Οὐκρανικοῦ σχίσματος.

Ἡ συγκλονιστικὴ ἔρευνα ποὺ ἐκπονήθηκε μὲ βάση τὶς συνομιλίες ποὺ καταγράφηκαν στὰ Πρακτικά [1], ἀποκαλύπτει ὅτι ὁ Πατριάρχης Κων/πόλεως Βαρθολομαῖος ἐξέφραζε ἐκ διαμέτρου ἀντίθετες ἀπόψεις ἀπὸ αὐτὲς ποὺ διατυπώνει σήμερα, καθὼς στὴ Σύναξη τῶν Προκαθημένων τὸ 2016:

        «Ἐκφράζει ρητῶς τὴ θέση ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρωσσίας ἔχει κανονικὰ δικαιώματα ἐπὶ τῆς Οὐκρανίας, τὰ ὁποῖα τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο δὲν ἀμφισβητεῖ,

        Ἀναγνωρίζει τὸν Μητροπολίτη Ὀνούφριο (Προκαθήμενο τῆς Αὐτονόμου Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας ποὺ ὑπάγεται στὸ Πατριαρχεῖο Μόσχας) ὡς τὸν μόνο κανονικὸ Μητροπολίτη Κιέβου,

        Καταδικάζει τοὺς σχισματικοὺς ποὺ δὲν ὑπάγονται στὴν ὑπὸ τὸν Μητροπολίτη Ὀνούφριο Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας,

        Δὲν ἀναγνωρίζει ἔγκυρη χειροτονία καὶ ὡς ἐκ τούτου ἔγκυρη ἀρχιερωσύνη στὸ σύνολο τῶν τάχα  «ἀρχιερέων» ποὺ εἶναι ἐνταγμένοι στὸ σχίσμα,

        Ὑπόσχεται ὅτι δὲν θὰ χορηγήσει αὐτοκεφαλία στὴν Οὐκρανία οὔτε θὰ νομιμοποιήσει μὲ ὁποιοδήποτε τρόπο τοὺς σχισματικούς,

        Δηλώνει ὅτι τὸ σχίσμα καὶ ἡ ἀρχιερωσύνη ὁρισμένων ἀρχιερέων μπορεῖ νὰ ἀποκατασταθοῦν σὲ συνεργασία μὲ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ρωσσίας».

Τὰ γεγονότα καὶ οἱ συνομιλίες ποὺ ακολούθησαν καί καταγράφηκαν ἐπισήμως , σχετικὰ μὲ τὴν ἀναγνώριση τοῦ σχισματικο-αἱρετικοῦ μορφώματος τῆς Οὐκρανίας εἶναι ἀδιάψευστα καὶ κατηγορηματικά.

Αὐτά τά γεγονότα καί οἱ συνομιλίες , ἐκθέτουν ἀνεπανόρθωτα τὸν Πατριάρχην κ. Βαρθολομαῖον καί ὅλους ὅσους τόν στηρίζουν καί τόν ἀκολουθοῦν, καὶ τούς καθιστούν φαρισαίους και υποκριτές  ,    ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, τῆς Ὀρθόδοξης Πίστης καὶ τῆς ἱστορίας.

 

 

 

        [1] Τόμος, Γραμματεία ἐπὶ τῆς Προπαρασκευῆς τῆς ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου, Σύναξις τῶν Προκαθημένων τῶν ἁγιώτατων Ὀρθόδοξων Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν, Πρακτικὰ-Κείμενα (ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθήνα 2021).