Παρασκευή, Ιουλίου 25, 2025

 


 

                          ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ[: Ματθ. 9, 27-35]

 Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:

«Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΕΥΧΗΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΚΑΙ Η ΑΞΙΑ ΤΗΣ»

 [εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 25-7-1982]   (Β73) 

 

    Κάποτε, αγαπητοί μου, ο Κύριος, διερχόμενος σε έναν τόπον, Τον συνήντησαν δύο τυφλοί, οι οποίοι έκραζαν: «Ἰησοῦ, υἱέ Δαυΐδ, ἐλέησον ἡμᾶς». «Ιησού, απόγονε του Δαβίδ», δηλαδή Μεσσία, «ελέησέ μας».

    Είναι πολύ συγκινητικό να βλέπει κανείς τυφλούς ανθρώπους γενικά ασθενείς, να σπεύδουν να βρουν την υγεία των, πολύ δε περισσότερο, όταν αυτή είναι όρασις και δεν βλέπουν γύρω τίποτα, παρά μόνο σκοτάδι, να σπεύδουν να ζητήσουν την θεραπεία τους από τον Θεό. Αλλά εκείνο που κάνει κατάπληξη είναι ότι εκείνοι που είχαν τα μάτια τους δεν έβλεπαν, για να ομολογήσουν τον Ιησού «υιό του Δαβίδ». Δηλαδή Μεσσία. Διότι ο τίτλος «υἱός Δαυΐδ» σημαίνει Μεσσίας, δηλαδή Χριστός. Εκείνοι που δεν είχαν τα μάτια τους και δεν είχαν δει κανένα θαύμα, παρά μόνο είχαν μάθει, είχαν ακούσει, συνεπώς είχαν πιστέψει, αυτοί να ομολογούν τον Ιησούν «υἱόν Δαυΐδ». Κάνει εντύπωση αυτό. 

    Και λίγο πιο κάτω, όταν ο Κύριος θα τους πει «Τι θέλετε;», μάλιστα επί λέξει να σας το πω: «Πιστεύετε ὅτι δύναμαι τοῦτο ποιῆσαι;»«Πιστεύετε -Είδατε; Στη πίστιν ο Κύριος μένει- ότι αυτό Εγώ μπορώ να το κάνω;». «Λέγουσιν αὐτῷ· ναί, Κύριε». Δεν λέγουν: «Ναι, Ιησού». Δεν λέγουν: «Ναι, υιέ Δαβίδ». Αλλά λέγουν: «Ναί, Κύριε». Συνεπώς με το να πουν «Κύριον» τον Ιησούν, ομολογούν την θεότητά Του. Με το να πουν τον Ιησούν «Ἰησοῦν», ομολογούν την ανθρωπότητά Του. Και με το να Τον ονοματίσουν «υἱόν Δαυΐδ», δηλαδή Μεσσίαν, δηλαδή Χριστόν, ομολογούν την θεανθρωπίνη Του φύση και το θεανθρώπινον έργον της σωτηρίας. Είναι καταπληκτικό.

     Αλλά όμως, αγαπητοί μου, η τύφλωσις δεν είναι τόσο σπουδαίο πράγμα, όταν είναι στα μάτια. Τι τώρα, τι αύριο, τι του χρόνου, τι κάποια μέρα, θα κλείσουμε τα μάτια μας. Και θα τα ανοίξομε σε μιαν άλλη ζωή. Αλλά τα μάτια μας δεν θα τ’ ανοίξομε σε μιαν άλλη ζωή, αν από τούτη τη ζωή δεν έχουν ανοίξει κάποια άλλα μάτια. Και αυτά είναι τα μάτια της ψυχής. Συνεπώς εδώ δεν πρόκειται περί τυφλών στο σώμα. Αλλά περί τυφλών στην ψυχή. Όλοι οι άνθρωποι είμεθα τυφλοί. Σε τι; Στο να δούμε τον Θεό. Αν το θέλετε, ο Χριστός εθεράπευε όχι βεβαίως για να φέρει κάποιαν κοινωνικήν, θα λέγαμε, ευτυχίαν. Απόδειξις ότι η Εκκλησία που άφησε στον κόσμον αυτόν και το Πνεύμα το Άγιον, που μένει μέσα στην Εκκλησία, δεν θεραπεύει όλους τους αρρώστους. Έχομε πολλούς αρρώστους. Και οι πιο πολλοί άγιοι, αν όχι όλοι, ήσαν άρρωστοι. Συνεπώς δεν έκανε ο Χριστός θαύματα για να αφήσει μια κληρονομιά θεραπείας όσων θα προσήρχοντο εις την Εκκλησία Του. Τότε η πίστις θα κατηργείτο. Ο Χριστός έκανε θαύματα για να πιστώσει την θεότητά Του. Αλλά και κάτι παραπέρα. Ο Χριστός άνοιγε τα μάτια των τυφλών, τα αυτιά των κωφών και φυγάδευε τους δαίμονες από τους ανθρώπους, για να μπορούν οι άνθρωποι με τις αισθήσεις τους και με τον νου τους να δουν τον Θεό. Ακούσατε· να δουν τον Θεό. Γιατί αυτοί που έβλεπαν τον Ιησούν, έβλεπαν τον Θεό. Γιατί ήταν ο Ενανθρωπήσας Θεός.

     Έτσι λοιπόν οι αισθήσεις αποκαθίστανται, για να δει ο άνθρωπος όχι με τα μάτια μόνο της ψυχής, αλλά και με τα μάτια του σώματος τον Θεό. Αυτό το πράγμα είναι ακατανόητο και πολλοί θα ‘θελαν να το ψιλοκόψουν, δηλαδή να το κάνουν ιδεαλισμόν, βγάζοντας τα μάτια του σώματος, τάχα για να δουν μόνο με τα μάτια της ψυχής των τον Θεό. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης λέγει στην πρώτη του επιστολή την καθολική ότι «ὀψόμεθα Αὐτόν καθώς ἐστίν». «Θα Τον δούμε όπως είναι και όπως είμαστε»Όπως θα αναστηθούμε με τα σώματά μας, με τα πλήρη σώματά μας, θα δούμε και Εκείνον με την πλήρη Του σωματική ύπαρξη, που είναι στον ουρανό. Δηλαδή θα Τον δούμε όπως είμαστε, όπως είναι. Γι’ αυτό άνοιγε ο Χριστός τα μάτια και τα αυτιά θεράπευε κ.ο.κ.

    Αλλά, αγαπητοί μου, εδώ πρέπει να μείνομε σε κάτι. Τι είναι εκείνο που άνοιξε τελικά τα μάτια αυτών των δύο τυφλών; Ήταν μία κραυγή. Μάλιστα μία συνεχής κραυγή. Λέγει εδώ ότι οι τυφλοί έκραζαν. Και μάλιστα ο Κύριος δεν τους πρόσεξε -σκοπίμως, εντός εισαγωγικών- για να αποφύγει το πλήθος, που θα έκανε το θαύμα αυτό, κι όταν μπήκε σε ένα σπίτι, οι τυφλοί αυτοί μπήκαν κι αυτοί μέσα στο σπίτι κι εκεί ακόμη συνέχισαν να κράζουν: «Υἱέ Δαυΐδ, ἐλέησον ἡμᾶς!». Συνεπώς έβλεπαν, είχαν μπροστά τους τον Ιησούν, του Οποίου το πρόσωπον δεν αμφισβητούν, προς τον Οποίον αποτείνονται. Γι΄αυτό σας είπα, το «Ιησούς» δεν το ονομάζουν εδώ αλλά προϋποτίθεται,  Τον αποκαλούν «υἱόν Δαυΐδ»Τι είναι εκείνο που τους έκανε να ανοίξουν τα μάτια τους; Αυτή η ομολογία. Προσέξατέ την. «Ιησού, υιέ Δαβίδ», συ που είσαι Κύριος, «ελέησέ μας».

    Δηλαδή να το βάλω σε μία τάξη. «Κύριε»· γιατί το «Ιησού, υιέ Δαβίδ» θα πει «Χριστέ», «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησέ μας». Σας λέει τίποτα αυτό; Είναι η γνωστή προσευχή. Η γνωστή ευχή. «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον ημάς». Αυτή είναι η ευχή. Δεν είναι λοιπόν παρά η καταγωγή της ευχής, της γνωστής ευχής «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» ή «ἐλέησον ἡμᾶς» , η καταγωγή της είναι από την Αγία Γραφή. Δεν είναι επινόησις των ανθρώπων. Μας την εδίδαξαν και οι Απόστολοι ακόμα. Δεν έχω τον χρόνο να σας πω πιο πολλά. Ο Απόστολος Παύλος, ο Απόστολος Πέτρος και ο ευαγγελιστής Ιωάννης, που αναφέρονται ακριβώς σ’ αυτήν την επίκλησιν του Ιησού Χριστού. Και αυτό το παντοδύναμο όνομα, γιατί πίσω από το όνομα είναι ένα παντοδύναμο πρόσωπο, το πρόσωπο του Θεανθρώπου Ιησού, του τελείου Θεού, του τελείου ανθρώπου· που έχει ειδικήν αποστολή από τον Πατέρα, για την σωτηρία του κόσμου ολόκληρου. Αυτό το πρόσωπο είναι το παντοδύναμο. Μπροστά στο οποίο κάμπτει παν γόνυ, επουρανίων και επιγείων και καταχθονίωνΑυτό λοιπόν άνοιξε τα μάτια των τυφλών.

     Λοιπόν κι εμείς… ω κι εμείς, μη ζητούμε… δεν μας το απαγορεύει ο Θεός να ζητήσομε και την θεραπεία του σώματός μας, αγαπητοί μου, δεν μας το απαγορεύει· είπε να το ζητούμε κι αυτό. Πολλές φορές όμως η αγάπη Του δεν μας δίνει την θεραπεία σε μία σωματική μας αρρώστια.  Πρέπει όμως να γίνει  καλά η ψυχή μας οπωσδήποτε. Οπωσδήποτε. Γι’ αυτό λοιπόν, με την τύφλωση που έχομε και δεν μπορούμε να δούμε τον Θεό, δεν μπορούμε να νιώσομε την παρουσία Του, δεν μπορούμε να Τον εγγίσομε,  εκείνο που θα μας κάνει να Τον εγγίσομε, να Τον πλησιάσομε, είναι αυτή η ευχή«Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με».

    Αλλά ας προσέξομε, αγαπητοί μου, κάτι εδώ. Η προσευχή αυτή η τόσο μικρή, ευμνημόνευτη, είναι πλήρης προσευχή. Όταν λέμε «πλήρης προσευχή» σημαίνει έχει όλα εκείνα τα στοιχεία, για να αποτελέσει μία προσευχή. Και να γίνει ευπρόσδεκτη από τον Θεό. Αν έχετε προσέξει, στις προσευχές της Εκκλησίας μας, που πρότυπον είναι η Κυριακή Προσευχή, το «Πάτερ ἡμῶν» υπάρχουν δύο θέσεις ή καλύτερα, δύο τμήματα. Στο πρώτο τμήμα, το οποίον είναι και πρώτον, προτάσσεται δηλαδή, αναφερόμεθα εις τον Θεόν και τις ιδιότητές Του. Στο δεύτερο τμήμα αναφερόμεθα εις τα προβλήματά μας. Πάρτε το «Πάτερ ἡμῶν». Κοιτάξτε: «Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά Σου, ἐλθέτω ἡ βασιλεία Σου, γενηθήτω τό θέλημά Σου». Αυτά όλα αναφέρονται στο πρόσωπον του Θεού. Μετά στα δικά μας θέματα: «Γενηθήτω τό θέλημά σου ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς. Τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον· καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν· καὶ μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν, ἀλλὰ ῥῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ». Αιτήματα δικά μας. Σε κάθε, λοιπόν, προσευχή έχομε αυτά τα δύο τμήματα. Την θεολογία, δηλαδή αποτεινόμεθα στον Θεό και στα ζητήματά μας. Όταν λέμε όμως «την θεολογία» αναφερόμενοι στην θεολογία, αναφερόμεθα στην δοξολογία του Θεού. Γιατί όταν πω τον Θεό «Πατέρα», αυτό είναι δόξα· διότι είναι Πατήρ και Τον ομολογώ Πατέρα. Συνεπώς είναι μία δόξα προς τον Θεό. Όταν πω «να αγιασθεί», δηλαδή να δοξαστεί το όνομά Του, είναι μία δόξα στον Θεό. Έχω προσέξει, υπάρχουν ευχές, και μάλιστα λειτουργικές, όπως είναι η ευχή του Τρισαγίου Ύμνου, που λέμε στην Θεία Λειτουργία, τα τρία τέταρτα της όλης ευχής είναι δοξολογία προς τον Θεό. Συνεπώς είναι το πρώτο τμήμα. Γι΄αυτό λέγει κανείς με έναν τόνο φωνής κατά τέτοιο τρόπο, που αποτείνεται βέβαια προς τον Θεό, εκεί αλλάζει τον τόνο της φωνής, για να πάει στο τελευταίο τέταρτο του όλου μεγέθους της ευχής, που αποτείνεται στο να μας συγχωρεθούν οι δικές μας οι αμαρτίες και να μας αξιώσει ο Θεός κι εμείς να ψάλλομε τον Τρισάγιον Ύμνον.

   Έτσι κι εδώ, αυτή η ευχή είναι πλήρης. Ακούσατέ την. «Κύριε Ιησού Χριστέ» είναι το πρώτον μέρος, το θεολογικόν. «Ελέησόν με». Είναι το δεύτερον μέρος. Εκείνο που αφορά σε μένα, τον άνθρωπο. Ώστε, λοιπόν, να μία πλήρης προσευχή.

     Αλλά, αγαπητοί μου, ας την αναλύσομε. Όταν λέμε «Κύριε» στο δεύτερον πρόσωπον της Αγίας Τριάδος, Το αποκαλούμε «Θεόν». Διότι ο τίτλος «Κύριος» θα πει Θεός. «Ιησού» θα πει «άνθρωπος». Συνεπώς εδώ ομολογούμε ότι ο Ιησούς είναι και Θεός είναι και άνθρωπος πλήρης«Κύριε Ιησού Χριστέ». Το «Χριστέ» θα πει Μεσσίας, που θα πει το ειδικό έργο που ανέλαβε ο Ενανθρωπήσας Υιός του Θεού. Ήτοι, η Ενανθρώπησις, ο Σταυρός, η Ανάστασις, η Ανάληψις, η Δευτέρα Του παρουσία. Όλα αυτά είναι στον κύκλο του Μεσσίου. Συνεπώς το απολυτρωτικόν έργον του Μεσσίου για τον άνθρωπο, για την Δημιουργία ολόκληρη. Άρα λοιπόν κλείνεται στον κύκλο «Χριστέ» όλο το μυστήριον της θείας Οικονομίας· το οποίον εδώ ομολογούμε, και με την ομολογία μας αυτή δοξάζομε τον ΘεόΔοξάζομε όχι μόνον το πρόσωπο το δεύτερο της Αγίας Τριάδος, αλλά και τον όλον Άγιον Τριαδικόν Θεόν. Ώστε λοιπόν βλέπομε αγαπητοί μου, ότι το μέρος αυτό, το πρώτο είναι θεολογικό, δοξολογικό και αναφέρεται εις την δόξα του Θεού.

      Αλλά και κάτι ακόμα. Είδατε ότι εις την Λειτουργίαν λέμε το Σύμβολον της Πίστεως. Είναι θεμελιώδες αυτό. Τι σημαίνει λέγω το Σύμβολον της Πίστεως; «Πιστεύω εἰς ἕνα Θεόν Πατέρα Παντοκράτορα...καί εἰς ἕνα Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν... καί εἰς τό Πνεῦμα τό Ἅγιον».  Δηλαδή; Αυτό που στο τέλος θα πούμε, συγνώμη, στην αρχή του Συμβόλου της Πίστεως, για να ομολογήσομε, «Πατέρα, Υἱόν καί Ἅγιον Πνεῦμα Θεόν». Δηλαδή τον Άγιον Τριαδικόν Θεόν. Είναι η υψίστη ομολογίαΕίναι η υψίστη θεολογίαΠρέπει λοιπόν να πούμε το Σύμβολο της Πίστεως, για να διακηρύξομε την πίστη μας εις τον Άγιον Τριαδικόν Θεόν, διότι σε λίγο θα κοινωνήσομε, και είναι βαρύτατο αμάρτημα να κοινωνήσει κανείς το σώμα και το αίμα του Χριστού και δεν πιστεύει σε δύο πράγματα. Στην θεότητα, δηλαδή στην Αγία Τριάδα και δεύτερον εις το μυστήριον της θείας Οικονομίας. Βαρύτατο αμάρτημα. Μέχρι που λέγει ο Απόστολος Παύλος: «Γι΄ αυτό αρρωσταίνουν πολλοί και κοιμώνται (:πεθαίνουν) ικανοί». Αυτό είναι το μεγάλο αμάρτημα. Η απιστία. Λοιπόν, ανανεώνομε με το να πούμε το Σύμβολον της Πίστεως, την πίστη μας εις τον Άγιον Τριαδικόν Θεόν και εις το μυστήριον της Θείας Οικονομίας, δηλαδή της Ενανθρωπήσεως.

   Έτσι κι εδώ. Όταν λέμε «Κύριε Ιησού Χριστέ», ακούσατέ το, όταν πούμε «Κύριε», στρεφόμεθα εναντίον όλων των αιρετικών, με επικεφαλής τον Άρειον, που αμφισβήτησαν την θείαν φύσιν του Ιησού. Όταν λέμε «Ιησού», στρεφόμεθα εναντίον των μονοφυσιτών οι οποίοι αμφισβήτησαν… -και των Δοκητών, που αμφισβήτησαν την ανθρωπίνην φύσιν του Ιησού. Ότι ήτο κατά το φαινόμενον ή ότι απερροφήθη από την θείαν φύσιν. Κι όταν λέμε «Κύριε Ιησού Χριστέ», ομολογούμε όλο το έργον του Χριστού και στρεφόμεθα εναντίον όλων εκείνων των αιρετικών και μάλιστα συγχρόνων αιρετικών, οι οποίοι δεν ομολογούν τον Ιησούν ως Χριστόν. Δηλαδή, ως λυτρωτήν. Αλλά ως αναμορφωτήν της ανθρωπότητος, ως φιλόσοφον, ως Γκουρού· τελευταία έχομε κι αυτό, ότι είναι διδάσκαλος, με μία ινδική ονομασία, ή ό,τι άλλα θέλετε. Ώστε όταν πω «Κύριε Ιησού Χριστέ» έχω πλήρη ομολογία και στρέφομαι εναντίον όλων των αιρετικών με αυτήν μου την ομολογία.

      Άρα; Άρα είναι πλήρης προσευχή, πλήρης προσευχή. Γι'αυτό, αν κάνω μόνον αυτήν την ευχή, τα κάνω όλα. Γι΄αυτό πολλές φορές, ασκηταί που δεν έχουν την δυνατότητα ή δεν θα ήθελαν, απομονωμένοι, να κάνουν ακολουθίες της Εκκλησίας μας, τον Όρθρο, τον Εσπερινό, μένουν στην ευχή μόνη. Γιατί; Είναι πλήρης προσευχή, πλήρης.

    Αλλά προσέξτε όμως και κάτι άλλο. Αφού είναι πλήρης προσευχή, και αναφερόμεθα εις το «ελέησόν με», το οποίο θα σας αναλύσω λίγο πιο κάτω, δεν έχομε τι άλλο να πετύχομε παρά περιεκτικότατα την πρακτικήν αρετήν και την θεωρίαν.  Δηλαδή να πετύχομε τις αρετές και να φθάσομε με τον δρόμο της προσευχής, αυτής της ευχής, να φθάσομε να ίδομε το πρόσωπον του Χριστού.

     Αλλά προσέξτε όμως. Μερικοί θα έλεγαν την ευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν ημάς». Πολλοί όμως λέγουν «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Αυτό σε τύπον πληθυντικό εκφράζει κάτι. Εδώ οι δύο τυφλοί έλεγαν «ἐλέησον ἡμᾶς». Θα μπορούσε ο καθένας να έλεγε για λογαριασμό του, για τον εαυτό του «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Όπως λέμε στον στρατό πολλές φορές… απαγορεύεται να μιλήσομε σε ένα αίτημά μας σε πληθυντικό αριθμό. «Θέλομε ψωμί. Είμαστε άρρωστοι. Είμαστε κουρασμένοι». Απαγορεύεται. Γιατί θεωρείται στάσις. Θα πεις στον στρατό: «Θέλω ψωμί», όχι «θέλομε». «Είμαι κουρασμένος», «είμαι άρρωστος, δεν μπορώ», όχι «δεν μπορούμε». Εδώ αντίθετα. Δεν υπάρχει κανένας φόβος στάσεως, επαναστάσεως και απειθαρχίας. Υπάρχει η έκφραση της αγάπης. «Ἐλέησον ἡμᾶς». Ο κάθε τυφλός δεν μένει στον εαυτό του, αλλά και στον άλλον τυφλόν. Έτσι, άμα λέγουν «Ἐλέησον ἡμᾶς», θα ‘θελαν και οι δύο να θεραπευθούν. Θα ‘λεγε ίσως ο καθένας από πλευράς του: «Κύριε, αν θεραπεύσεις εμένα και δεν θεραπεύσεις τον άλλον, μην θεραπεύσεις ούτε εμένα. Και εμένα και τον άλλον». Αυτό εκφράζει πολλή αγάπη. Την δεύτερη εντολή, την μεγάλη, το «αγαπήσεις τον πλησίον σου ως εαυτόν». Όταν λοιπόν λέμε «ἐλέησον ἡμᾶς», αγκαλιάζομε όλους τους φίλους και τους εχθρούς και ολόκληρη την Δημιουργία. Κατά τον τύπον «Πάτερ ἡμῶν». Δεν λέμε «Πατέρα μου» αλλά «Πάτερ ἡμῶν»Πατέρα μαςΈτσι, αγαπητοί μου, έχομε μπροστά μας την πλήρωση των δυο εντολών. Της αγάπης προς τον Θεό, στον Οποίον αποτεινόμεθα και τον Οποίον δοξάζομε και ομολογούμε, αλλά και την αγάπη προς τον πλησίον με το να συμπεριλάβομε στην προσευχή μας και τα πρόσωπα των πλαϊνών μας, όλων των ανθρώπων.

   Αλλά ακόμα αυτό το «ἐλέησον», τι σημαίνει; Είναι περιεκτική λέξις. Και εκφράζει και δοξολογία και ευχαριστία και μετάνοια και δέηση. Όλα τα εκφράζει, όλα, μα όλα. Είναι περιεκτική αυτή η λέξις όπως σας είπα. Να γίνεις έλεος σε μένα. Να με βοηθήσεις. Να με ελεήσεις. Και τι σημαίνει «ελέησέ με»; Σημαίνει, όπως λέγει ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης «το έλεος του Θεού είναι η Χάρις του Παναγίου Πνεύματος». Αυτό είναι το έλεος του Θεού. Η χάρις του Παναγίου Πνεύματος. Ο δε άγιος Νικόδημος, στην Φιλοκαλία λέγει το εξής περίφημο: «Όταν θέλεις να ζητήσεις το έλεος του Θεού, θα έχεις στον νου σου τα εξής-επί λέξει έτσι τα γράφει. Μάλιστα τα μεταφράζει, είναι στον 5ο τόμο της Φιλοκαλίας, προς το τέλος, τα μεταφράζει για να γίνουν κατανοητά από όλους, για να μην μείνει κανείς που να μην κατανοεί αυτήν την ευχήν- Λυπήσου με και δος μου- πρώτον- πνεύμα δυνάμεως. Δώσε μου την δύναμη, να μην έχω δειλίαν». Διότι η δειλία είναι ίδιον των μη Χριστιανών. Μην το ξεχνάτε αυτό. Οι άνθρωποι που είναι κάτω από την κυριαρχία του σατανά έχουν δειλίαν. Ο πιστός δεν έχει ποτέ δειλίαν. Ακόμη κι όταν στέκομαι μπροστά στον όγκο της πνευματικής ζωής και λέγω … τι θα κάνω εγώ; Κάποτε, όταν διαβάσομε ένα βιβλίο και μας πει κάποιος πνευματικός ή ένα κήρυγμα γίνει, θεωρούμε υπερβολικά αυτά, πολύ βαριά και, είμαστε ανήμποροι εμείς να τα πραγματώσομε. Αγαπητοί μου, μας λείπει πνεύμα δυνάμεως. Γι΄αυτό λέγει ο Απόστολος Παύλος: «δεν μας έδωκε ο Θεός πνεύμα δειλίας, αλλά δυνάμεως και αγάπης και σωφρονισμού».

    «Λυπήσου με και δος μου –δεύτερον- πνεύμα σωφρονισμού. Να έχω μυαλό. Να μπορώ». Γιατί η σωφροσύνη έχει δύο σημασίες. Έχει την σημασία να σκέπτομαι σωστά αλλά και ακόμη να διατηρώ μακριά από τα σαρκικά αμαρτήματα το σκεύος μου, που είναι ναός του Θεού το σώμα μου. «Λυπήσου με και δος μου», τρίτον, «πνεύμα φόβου Θεού». Σήμερα προσπαθούμε να βγάλομε από την αγωγή της νεοτέρας γενεάς τον φόβο του Θεού. Και λέμε ότι δημιουργεί συμπλέγματα κατωτερότητος ο φόβος. Δεν είναι ο φόβος που δημιουργεί τα συμπλέγματα. Το δεχόμαστε κι εμείς, ναι. Ο φόβος δημιουργεί συμπλέγματα κατωτερότητος. Είναι κακό πράγμα ο φόβος. Είναι μεταπτωτικό φαινόμενο. Μα όχι ο φόβος του Θεού. Ο φόβος του Θεού είναι γονιμοποιός. Γονιμοποιεί την ψυχή. Διότι όταν λέγει ο Απόστολος «μετά φόβου καί τρόμου κατεργαζόμενοι τήν ἡμῶν σωτηρίαν», τι άλλο θέλει να πει; Με φόβο και με τρόμο να κατεργάζομαι την σωτηρία μου, μήπως την χάσω, μήπως χάσω τον Θεό. Αυτός ο φόβος είναι γονιμοποιός. «Ἀρχή σοφίας -δηλαδή αρχή αρετής, σοφία στους Εβραίους θα πει αρετήφόβος Κυρίου». Έβγαλες τον φόβον αυτόν τον γονιμοποιόν; Δεν πρόκειται, αδελφέ μου, ουδέποτε να αποκτήσεις αρετή. Και τότε, από σκαλοπάτι σε σκαλοπάτι θα κατεβαίνεις στο βάθος των κακών και της ασεβείας. Επειδή ακριβώς οι άνθρωποι πέταξαν τον φόβο του Θεού, γι΄αυτό τον λόγο πέφτουν εις τον βυθόν της ασεβείας. Τι είπε ο ληστής ο ένας στον άλλον; «Οὐδὲ φοβῇ σὺ τὸν Θεόν;» . «Δεν φοβάσαι τον Θεό; Και βλασφημάς εναντίον του Ιησού;». Ο ένας ληστής επί του σταυρού, στον άλλον ληστήν επί του σταυρού. Δεν φοβάσαι τον Θεό; Δος μου λοιπόν, Κύριε, λυπήσου με και δώσε μου φόβον Θεού.

     «Δος μου Κύριε πνεύμα αγάπης. Να σε αγαπώ. Είναι η κορυφή όλων. Να σε αγαπώ. Να φθάνω όταν λέγω την ευχή, να νιώθω ότι δεν υπάρχει τίποτα άλλο στον κόσμο πλην Σου. Ο κόσμος παράγει. Ο κόσμος περνά. Δεν μένει τίποτα εις την θέση του. Βοήθησέ με λοιπόν να αισθάνομαι ότι το μόνο σταθερόν είσαι Συ και μόνον Εσύ. Το μόνον αξιαγάπητον πρόσωπον, το αξιέραστον πρόσωπον, το άκρως εφετόν είναι το πρόσωπό Σου. Βοήθησέ με, λοιπόν, δος μου το έλεός Σου, δηλαδή βοήθησέ με να Σε αγαπήσω. Ναι, Κύριε. Δος μου πνεύμα ειρήνης. Να ειρηνεύει η ψυχή μου. Να είμαι σε συνδιαλλαγή μαζί σου. Να μην αισθάνομαι ένοχος απέναντί Σου. Και μέσ’ τον κόσμον αυτόν να αισθάνομαι ειρήνη. Ότι είμαι ασφαλισμένος μέσα στο χέρι το δικό Σου. Ναι, Κύριε. Δος μου πνεύμα καθαρότητος. Να καθαρεύω σε όλα. Να έχω ειλικρίνεια, να είμαι καθαρός στην ψυχή, καθαρός στο σώμα. Λυπήσου με, Κύριε, ελέησέ με και δώσε μου πνεύμα ταπεινοφροσύνης. Να βλέπω ότι είμαι πολύ μικρός. Ότι είμαι ένα μικρό Σου πλάσμα, πλην πλάσμα Σου. Αλλά πολύ μικρό μέσα στην Δημιουργία. Να αισθάνομαι ότι δεν είμαι τίποτα, ότι το παν είσαι Εσύ».

     Έτσι, αγαπητοί μου, θα πουν όλα αυτά και πλήθος όλα τ’ άλλα, ό,τι δεν είπαμε, τα παίρνω από τον άγιο Νικόδημο αυτά που σας είπα, σημαίνουν «ἐλέησον ἡμᾶς». Ελέησέ με. «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς».

     Σύντομη ευχή. Επαναλαμβανομένη. Διαρκώς. Πόσο διαρκώς; Μας το λέγει ο Απόστολος Παύλος: «Ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε». Μπορούμε να δουλεύομε και να ‘χομε στον νου μας τον Θεό. Να ταξιδεύομε, να διαβάζομε, κι εκείνοι που έχουν προχωρήσει στην ευχή, τότε την ευχή την λέγει κι η καρδιά τους όταν κοιμώνται. Παράξενο. Περίεργο. Κι όμως αληθινό, αγαπητοί. Αληθινό είναι. Μπορεί να λέγει κανείς την ευχή όταν κοιμάται; Ναι, σας λέγω, είναι αληθινό! Και επαληθεύει εκείνο που λέγει το «Ἆσμα Ἀσμάτων»: «Ἐγώ καθεύδω καί ἡ καρδία μου ἀγρυπνεῖ». Αγρυπνεί η καρδία και λέγει την ευχή. Αλλά μόνον για κείνους που έχουν πάρα πολύ προχωρήσει στην ευχή. Έτσι, λοιπόν, όταν μας παραγγέλλει ο Απόστολος Παύλος «αδιαλείπτως προσεύχεσθε», στο ερώτημα «και τι μπορούμε αδιαλείπτως να προσευχόμεθα», η απάντηση θα ήταν: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον ημάς».

     Δεν είναι λοιπόν μία ευχή που αφορά τους μοναχούς. Δεν είναι μία ευχή που βγήκε από τα μοναστήρια. Απλώς καλλιεργείται στα μοναστήρια. Είναι μία ευχή που βγαίνει από την Αγία Γραφή. Βλέπομε αυτούς τους τυφλούς να λέγουν: «Υἱέ Δαυίδ, ἐλέησον ἡμᾶς». Κύριε, υιέ Δαβίδ, Ιησού, ελέησον ημάς. Χριστέ, ελέησον ημάς. Έτσι μπορούν να την λέγουν όλοι. Καθένας που βαφτίστηκε. Μικρός ή μεγάλος, μορφωμένος ή αμόρφωτος, με πολλήν σοφία κατά κόσμον ή με απλότητα άνθρωπος· που δεν έχει πολλά πράγματα στη ζωή του να ξέρει. Όλοι μπορούν να λέγουν την ευχή. Οπουδήποτε. Και στο κρεβάτι άμα είμαστε άρρωστοι. Κι όταν είμαστε όρθιοι…[Δυστυχώς, στο σημείο αυτό τελείωσε η κασέτα μαγνητοφώνησης της ομιλίας του μακαριστού γέροντα και δεν ολοκληρώθηκε η ηχογράφησή της].

            ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ

και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,

 ψηφιοποίηση της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας και επιμέλεια: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:

·       Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.

·       http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_150.mp3



 


Σχετική εικόνα
ΑΓΙΑ ΟΛΥΜΠΙΑΔΑ Η ΑΦΟΣΙΩΜΕΝΗ ΔΙΑΚΟΝΙΣΣΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ


      Στο πολυπληθές στερέωμα των αγίων γυναικών της Εκκλησίας μας ξεχωρίζει ένα λαμπρό άστρο, το οποίο φωτίζει στους αιώνες και φανερώνει την γυναικεία αξία, την οποία ανήγαγε στη σωστή της διάσταση μόνον ο Χριστιανισμός και καταξίωσε η αγία μας Εκκλησία. Πρόκειται για την αγία Ολυμπιάδα, την ηρωική και αφοσιωμένη διακόνισσα, της οποίας η ζωή και το έργο είναι συνδεδεμένα με τον μέγα ιεράρχη της Εκκλησίας μας τον ιερό Χρυσόστομο και καταδεικνύει το μεγαλείο της κοινωνικής διακονίας.
      Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 368 από αριστοκράτες και πολύ πλούσιους γονείς. Ο πατέρας της ονομαζόταν Σέλευκος και η μητέρα της Θεοδοσία, η οποία ήταν αδελφή του αγίου Αμφιλοχίου, επισκόπου Ικονίου (344-394). Ο παππούς της Αβλάβιος είχε διατελέσει κυβερνήτης της Ασίας και της Θράκης. Οι εύποροι γονείς της προσπάθησαν να της δώσουν τη μεγαλύτερη δυνατή μόρφωση. Όμως ενωρίς ένοιωσε τη θλίψη στη ζωή της. Παιδί όντας, πέθαναν οι γονείς της και έμεινε ορφανή και απροστάτευτη. Την προστασία της ανάλαβε ο συγγενής της Προκόπιος, ένας βυζαντινός αξιωματούχος, έπαρχος της Κωνσταντινουπόλεως και φίλος του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, ο οποίος βρισκόταν, από το 379, στη Βασιλεύουσα για να αντιμετωπίσει τη λαίλαπα της αρειανικής αιρέσεως.
     Μέσω του θείου της Προκοπίου συνδέθηκε με τον άγιο Γρηγόριο, τον οποίο αισθάνονταν και τον αποκαλούσε «πατέρα» της. Ο άγιος Γρηγόριος εκτίμησε και αυτός το σεμνό χαρακτήρα της και τα χαρίσματά της και την αγάπησε σαν παιδί του. Μάλιστα αυτή η αγάπη του είναι αποτυπωμένη σε ποίημά του, το οποίο αφιέρωσε στο γάμο της. Μια θαυμάσια ποιητική σύνθεση, η οποία εξυμνεί τη γυναικεία φύση και παρουσιάζει το ιδεώδες της έγγαμης γυναίκας. Αλλά και εκείνη ωφελήθηκε από το μεγάλο άγιο και δεινό θεολόγο Γρηγόριο. Η θεολογία του υπήρξε σταθμός για εκείνη.
     Ένας αριστοκράτης νέος, ο Νεβρίδιος, έπαρχος Κωνσταντινουπόλεως, τη ζήτησε σε γάμο. Εκείνη δέχτηκε και παντρεύτηκαν. Όμως μια νέα συμφορά χτύπησε την αριστοκράτισσα Ολυμπιάδα. Λίγο καιρό μετά το γάμο τους, ο Νεβρίδιος αρρώστησε και πέθανε. Η Ολυμπιάδα βιώνει το πρόβλημα της χηρείας. Ο ιστορικός Παλλάδιος αναφέρει πως ήταν τόσο σύντομη η συζυγική της ζωή ώστε «λέγεται αμίαντος κεκοιμήσθαι παρθένος» 
     Η ομορφιά της, τα πλούτη της και η κοινωνική της θέση την κάνουν αξιοζήλευτη υποψήφια νύφη στην Κωνσταντινούπολη. Εκατοντάδες επιφανείς νέοι την πολιορκούν να δεχτεί να τους παντρευτεί. Όμως εκείνη παραμένει αμετάπειστη στη μνήμη του συζύγου της. Η απάντησή της ήταν σταθερή: «αν ο Θεός ήθελε να ξαναπαντρευτώ δεν θα μου έπαιρνε τον πρώτο σύζυγό μου». Ο ίδιος ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος (379-395) ασκεί τεράστια πίεση να εξαναγκαστεί να παντρευτεί το συγγενή του Ελπίδιο. Αλλά η Ολυμπιάδα αρνείται κατηγορηματικά, διότι θεώρησε την πρώιμη χηρεία της ως κλήση από το Θεό να υπηρετήσει την Εκκλησία Του και τους πονεμένους ανθρώπους. Ο αυτοκράτορας επιμένει και αρχίζει να ασκεί διώξεις εναντίον της, δημεύοντας μεγάλο μέρος της πατρικής της περιουσίας. Η Ολυμπιάδα του έστειλε επιστολή με βαρυσήμαντη απάντηση και σκωπτική διάθεση. Ο δε Ελπίδιος, τυφλωμένος από το πάθος του έρωτα για εκείνη, της στερεί το δικαίωμα να πηγαίνει στην εκκλησία.  Ούτε αυτό το μέτρο την έκανε να αλλάξει γνώμη. Έτσι βλέποντας ο αυτοκράτορας ότι ήταν ανώφελο να προσπαθεί να την πείσει, αλλάζει γνώμη, παύοντας τις διώξεις. Της επέστρεψε την δημευμένη περιουσία της και της υποσχέθηκε ότι δεν θα την ενοχλήσει ξανά.
      Η ευσεβής Ολυμπιάδα, ελεύθερη πλέον από κάθε εξαναγκασμό, ρυθμίζει τη ζωή της ανάλογα με τις εσωτερικές της παρορμήσεις. Φλέγεται να αφιερώσει τη ζωή της στην υπηρεσία του Χριστού, στα έργα αγάπης. Πρώτη της ενέργεια να απαλλαγεί από την μέριμνα του πλούτου. Μοιράζει το μεγαλύτερο μέρος  της τεράστιας περιουσίας της σε χρυσάφι, πολύτιμους λίθους, ασήμι, έπιπλα, κτήματα και επαύλεις, στην Εκκλησία, με τον όρο να χρησιμοποιηθούν για την ανακούφιση των ενδεών.
     Ήταν ήδη τριάντα ετών. Το 393 τίθεται στη διάθεση του αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως Νεκταρίου (381-397) να εργαστεί στον κοινωνικό τομέα. Ο Νεκτάριος τη χειροτόνησε διακόνισσα και την ενέταξε στον εθελοντικό στρατό της αγάπης των 250 γυναικών, οι οποίες υπηρετούσαν το κοινωνικό έργο της Εκκλησίας. Τίθεται στις διαταγές των ομαδαρχών και εκτελεί, αυτή η αρχοντοπούλα, με θαυμαστή προθυμία και τις πιο κοπιαστικές και τις πλέον ταπεινές υπηρεσίες. 
      Το 397 πεθαίνει ο Νεκτάριος και στο θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως ανεβαίνει το 398 ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Η Ολυμπιάδα είναι από τα πρόσωπα που θα γίνει στενός συνεργάτης του αγίου αρχιεπισκόπου. Δώρισε την εναπομείνασα περιουσία της και έκτισε μικρή μονή στο κέντρο της Πόλης, δίπλα στην Αγία Σοφία, όπου έμεινε πλέον, συγκεντρώνοντας μια ομάδα πολυπληθών γυναικών τις οποίες έχρισε συνεργάτες της. Μαζί της η Πενταδία, χήρα ενός στρατηγού, η Καρτερία, η Χαλκιδία, κ.α. οι οποίες πλαισίωσαν το έργο του Χρυσοστόμου. 
        Χάρις σ’ αυτή και τις συνεργάτιδές της, συνεχίζεται και επεκτείνεται το κοινωνικό έργο της Εκκλησίας της Βασιλεύουσας. Αυτή προΐσταται, με τις ευλογίες του Ιωάννη, στο μεγαλειώδες ανθρωπιστικό έργο του. Οι αναξιοπαθούντες όχλοι της Πόλεως σιτίζονται και στεγάζονται από την Εκκλησία, χάρις στη μέριμνα και το έργο εκείνης. Παράλληλα εργάζεται και για την προετοιμασία των πολυπληθών ιεραποστόλων, οι οποίοι στέλνονται από το Χρυσόστομο σε χώρες, που δεν είχε κηρυχτεί το Ευαγγέλιο.
       Συνδέεται με στενούς πνευματικούς δεσμούς με τον άγιο ιεράρχη. Έγινε ο πατέρας της και εκείνη η κόρη του, η οποία μοιράζεται πια τις ανυπέρβλητες δυσκολίες, τα προβλήματα και κυρίως τις πίκρες και τις διώξεις του από την διεφθαρμένη αριστοκρατία και την εξουσία. Τα βάσανα, οι διώξεις και οι εξορίες του πνευματικού της πατέρα της τρυπούν ως δίστομη ρομφαία την ευαίσθητη καρδιά της. Τα προβλήματα εκείνου γίνονται και δικά της προβλήματα. Εξαντλεί όλες τις δυνατότητές της να αποδείξει την αθωότητα του δασκάλου της και να αποκαλύψει τις σκευωρίες της δαιμονικής βασίλισσας Ευδοξίας, η οποία είχε θέσει ως σκοπό της ζωής της να καταστρέψει τον Ιωάννη. Άλλωστε δεν άργησαν, οι διώκτες του Χρυσοστόμου, να στραφούν και εναντίον της. Κατά την πρώτη εξορία του Ιωάννη (404) επιχειρεί να πάει κοντά του, αλλά συλλαμβάνεται και εξορίζεται στη Νικομήδεια.
     Κατόπιν τη συκοφαντούν ως ανήθικη. Στη συνέχεια τη σέρνουν στα δικαστήρια με την κατασκευασμένη κατηγορία ότι ευθύνεται για την πυρκαγιά του ναού της Αγίας Σοφίας, η οποία κάηκε από στάση του λαού της Βασιλεύουσας, κατά την πρώτη εξορία του ιερού Χρυσοστόμου. Στο δικαστήριο, με μειλίχιο, αλλά και σοβαρό ύφος απολογείται και προσπαθεί να αποδείξει την αθωότητά της. Μάλιστα δε διστάζει, όταν οι ψευδομάρτυρες αποθρασύνθηκαν, να χρησιμοποιήσει σκωπτικό και ειρωνικό ύφος, προκειμένου να δείξει τον οίκτο της για αυτούς τους τραγικούς ανθρώπους, οι οποίοι, κατ’ αυτήν, δεν ήξεραν τι κάνουν!
     Το αποτέλεσμα της δίκης ήταν πολύ οδυνηρό για την ηρωική διακόνισσα. Της επιβλήθηκε βαρύτατο χρηματικό πρόστιμο, το οποίο δεν είχε τη δυνατότητα να εξοφλήσει, διότι δεν είχε πια καθόλου δική της περιουσία. Την εξόρισαν σε διαφόρους τόπους, χρησιμοποιώντας εξευτελιστικούς τρόπους να τη μειώσουν και να
την πικράνουν, επειδή δεν ήθελε κοινωνία με τον μοιχεπιβάτη αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως Αρσάκιο. Η όλη κατάσταση επιβαρύνει την υγεία της. Αρρώστησε βαριά. Μόνη της παρηγοριά, η αλληλογραφία της με τον αγαπημένο της πνευματικό πατέρα, το Χρυσόστομο από την εξορία του. Της έστειλε 17 υπέροχες επιστολές, αληθινά διαμάντια ευσέβειας, τρυφερότητας και αγάπης προς εκείνη για την άδολη αφοσίωσή της.
     Έκτοτε δεν έχουμε πληροφορίες για το υπόλοιπο της ζωής της. Δεν γνωρίζουμε που και πότε έφυγε από τη γήινη ζωή. Προφανώς ακολούθησε το δάσκαλό της στην αιωνιότητα, από πίκρα, λίγο μετά το θάνατο του, το 407. Η μόνη πληροφορία που έχουμε είναι, αυτή του ιστορικού Παλλαδίου, ο οποίος έγραψε το γνωστό σύγγραμμά του στα 408, για τον δάσκαλό του Ιωάννη Χρυσόστομο, αναφέροντας και την Ολυμπιάδα. Σε αυτό εκθειάζει την πίστη της, το ήθος της, τον ηρωισμό της και την αφοσίωση της στον μαρτυρικό αρχιεπίσκοπο και πνευματικό της πατέρα.
     Η Εκκλησία μας την ανακήρυξε αγία και όρισε να τιμάται η μνήμη της στις 25 Ιουλίου.   


 

                  Γιόγκα καί Διαλογισμός: Μύθοι καί ἀλήθειες


 


ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΧΑΛΚΙΔΟΣ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ 


Α’«Ἡ Γιόγκα ἐπινοήθηκε προκειμένου νά βελτιωθεῖ ἡ ψυχοσωματική ὑγεία τῶν ἀνθρώπων». ΜΥΘΟΣ

Ἡ Γιόγκα, κατά τόν Καθηγητῆ Θρησκειολογίας τοῦ Πανεπιστημίου Ἄαρχους Δανίας, Γιοχάνες Ἄαγκαρντ, εἶναι «τέχνη θανάτου πού γεννήθηκε ἀρχικά γιά νά βοηθήσει γερασμένους Ἰνδούς νά ξεπεράσουν τό φόβο τοῦ θανάτου στά τελευταῖα δύσκολα χρόνια τῆς ζωῆς τους καί μετεξελίχθηκε σέ σύστημα πού στόχο ἔχει νά προσφέρει μιά ἄλλη ἐσωτερική ζωή στόν ἄνθρωπο ὡς ὑποκατάστατο τῆς ζωῆς ἀπ’ τήν ὁποία θέλει νά ξεφύγει. Μέ τή συνδρομή τῆς ἰνδουϊστικῆς προέλευσης θεωρίας τοῦ κάρμα (=πεπρωμένου) καί τῆς μετενσάρκωσης, δηλαδή τῆς προσπάθειας νά λυτρωθεῖ ὁ ἄνθρωπος ἀπό τίς συνεχεῖς ἐπαναγεννήσεις!».

Β’ «Ἡ Γιόγκα ὅπως καί ὁ Διαλογισμός δέ συνιστοῦν θρησκεία, οὔτε ἔχουν θρησκευτικό ἤ φιλοσοφικό ὑπόβαθρο». ΜΥΘΟΣ

Ὁ Διαλογισμός παρουσιάζεται ὡς τό «βασικό πνευματικό μονοπάτι γιά τήν ἀπόλυτη ἰσορροπία τοῦ ἀνθρώπου καί τή δημιουργική ἐπαφή μέ τόν ἑαυτό του», ἐνῶ συχνά καί λίαν παραπλανητικά ἀποκρύπτονται ἀπό τίς διάφορες ὁμᾶδες τά πραγματικά πνευματικά θεμέλιά του. Ἐξάλλου, «γιόγκα» σημαίνει «ἕνωση» μέ τήν Ὑπερβατική Πραγματικότητα- ἀπρόσωπη θεότητα. Γιόγκα καί Διαλογισμός προβάλλονται ἀπό ὅλες τίς γκουρουϊστικές ὁμᾶδες ὡς ἡ «ἀτραπός» (=μονοπάτι) πού ὁδηγεῖ στήν ἕνωση μέ τόν ἀπρόσωπο «Θεό» τῆς Νέας Ἐποχῆς πού ἔχει πολλά ὀνόματα ὅπως : Οἰκουμενικό Πνεῦμα, Ὑπερσυνειδητότητα, Συμπαντική Ἀρχή, Παγκόσμια Ἐνέργεια,

Γ’ «Ἡ Γιόγκα δέν εἶναι εἶδος γυμναστικῆς πού συντελεῖ στήν ‘εὐεξία’, οὔτε συνιστᾶ ἐπιστημονική μέθοδο». ΑΛΗΘΕΙΑ

Πολλοί παρουσιάζουν πληθώρα εὐεργετικῶν ἐπιδράσεων τῆς Γιόγκα στήν ψυχοσωματική ὑγεία, χωρίς ποτέ νά ἀναφέρουν συγκεκριμένες ἐπιστημονικές μελέτες, οὔτε διεθνῶς πιστοποιημένα ἐκπαιδευτικά-ἐρευνητικά κέντρα. Ἀπό μόνο του τό γεγονός ὅτι σέ ἕνα ἀπό τά πιο ἱερά κείμενα τοῦ Ἰνδουϊσμοῦ, τήν Μπαγκαβάτ Γκιτά (δηλ. θεϊκό τραγούδι), δηλώνεται πώς ὁ Θεός Κρίσνα ἀποκάλυψε στούς ἀνθρώπους τήν Γιόγκα, σημαίνει πώς αὐτή δέν εἶναι καθόλου μιά ἐπιστημονική μέθοδος. Τέλος, σύμφωνα μέ τόν ἐρευνητῆ-ἀθλίατρο κ. Χρῆστο Ταγαράκη, ἡ Γιόγκα συνιστᾶ μιά ἐπικίνδυνη σωματική ἄσκηση ἡ ὁποία προτείνει στατικές ἀσκήσεις πού ὁδηγοῦν σέ ὑποκινητικότητα πού μέ τή σειρά της προκαλεῖ πλῆθος καρδιαγγειακῶν καί ἐγκεφαλικῶν παθήσεων. Ἀντίθετα, ὁ κ.Ταγαράκης προτείνει ἀσκήσεις πού τονώνουν ὁμᾶδες μυῶν ὅπως ἡ ἀεροβική γυμναστική, τό κολύμπι, ἡ ποδηλασία, τό μπάσκετ, τό γρήγορο βάδισμα, κ.λ.π.

Δ’ «Ἡ Γιόγκα δέν ἄμεση σχέση, οὔτε προϋποθέτει τήν πρακτική τοῦ Διαλογισμοῦ». ΜΥΘΟΣ

Σύμφωνα μέ τόν ἱστότοπο www.wikipedia.com «βασική τεχνική στήν πραγμάτωση τῆς Γιόγκα εἶναι ὁ Διαλογισμός…χωρίς τήν ταυτόχρονη ἄσκηση τοῦ Διαλογισμοῦ…ἡ Γιόγκα δέν θά μπορέσει νά δώσει τά ἐπιθυμητά ἀποτελέσματα». Ἄλλωστε, ὡς γνωστόν, ἡ Γιόγκα δέν εἶναι σωματική ἄσκηση, ἀλλά σύστημα Ἰνδικῆς φιλοσοφίας πού ἐπιτυγχάνει τήν «ἕνωση» τῆς ψυχῆς μέ τόν «Θεό» μέσῳ – κυρίως – τοῦ Διαλογισμοῦ.

Ε’ «Ἡ Γιόγκα καί ὁ Διαλογισμός εἶναι πιθανόν νά προκαλέσουν σοβαρές ψυχοσωματικές βλάβες στόν ἄνθρωπο» ΑΛΗΘΕΙΑ

Στό ἔγκριτο περιοδικό Cultic Studies Review ἀναφέρεται πώς «τά ἐπιβλαβῆ ἀποτελέσματα τοῦ Διαλογισμοῦ…συμπεριλαμβάνουν σπασμούς στό πρόσωπο, ἀϋπνία, ψυχωτικούς νευρικούς κλονισμούς, ἐπιληπτικές ἐγκεφαλικές προσβολές, παραισθήσεις, ψύχωση φόβου-εὐτυχίας, σχιζοφρένεια, μανιακή παράνοια – σύμφωνα μέ ἔρευνες στά Πανεπιστήμια Berkley, Heidelberg, Laurentian (Καναδάς)». Ἀλλά καί σέ πολλά βιβλία πού ἔχουν ὡς ἀντικείμενο τή Γιόγκα, προειδοποιεῖται ὁ ἀναγνώστης ὅτι οἱ διάφορες τεχνικές μπορεῖ νά προκαλέσουν βλάβη στήν ὑγεία! Αὐτό ἐπιβεβαιώνει καί ὁ Σύλλογος Γιόγκα Ἑλλάδος ὑπογραμμίζοντας πώς «ἡ ὑπερβολική εὐλυγισία, ἄν δέν συνοδεύεται ἀπό τήν ἀνάλογη δύναμη, τότε μπορεῖ νά εἶναι ἕως καί ἐπικίνδυνη γιά τήν ὑγεία» (www.en-gr).

ΣΤ’ «Γιόγκα καί Διαλογισμός συνιστοῦν μέθοδο προσηλυτισμοῦ τῆς Δύσης στόν Ἰνδουϊσμό καί τόν Βουδδισμό». ΑΛΗΘΕΙΑ

Συχνά ταυτίζεται ἀπό τούς δασκάλους τῆς Γιόγκα ἡ ἔννοια τῆς προσευχῆς μέ τό Διαλογισμό καί ἡ πνευματικές ἀσκήσεις μέ τή Γιόγκα. Μετά τό πρῶτο στάδιο ὅμως, ἐπιδιώκεται ἡ ἀπεμπλοκή τοῦ πιστοῦ ἀπό τή συνήθεια τῆς ἐπικλήσεως τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, φανερώνοντας πώς ἡ ἀρχική καλή διάθεση ἦταν μόνο ἕνα μέσο προσηλυτισμοῦ. Τότε ἀνανοηματοδοτεῖται ὁ ὅρος «προσευχή», παγιδεύοντας ἀνυποψίαστους Χριστιανούς. Ἀκόμη, στά σχετικά διαφημιστικά φυλλάδια, πολύ συχνά, παρουσιάζονται ἀναλυτικά ὅροι, ἔννοιες, φιλοσοφίες σχετικές μέ Γιόγκα/Διαλογισμό πού ὅμως σχετίζονται ἄμεσα μέ τόν Ἰνδουϊσμό (κάρμα, μετενσάρκωση, τσάκρας, μάντρας, κ.λ.π.).

Ζ’ «Οἱ ἐκπαιδευτές τῶν διαφόρων σχολῶν Γιόγκα/Διαλογισμοῦ δέν ἔχουν καμμία σχέση μέ τίς Ἀνατολικές Θρησκεῖες» ΜΥΘΟΣ

Συχνά οἱ δάσκαλοι αὐτοί εἶναι πολύ καλά ἐκπαιδευμένοι καί μυημένοι στά διάφορα ἀνατολικά φιλοσοφικά συστήματα καί διαδραματίζουν ρόλο δυτικοῦ «γκουρού»- πολλές φορές ἐκπαιδευμένοι στήν Κίνα κοντά σέ ἀνατολίτες γκουρού. Σύμφωνα μέ τό περιοδικό «Γιόγκι» τῆς ἰνδουϊστικῆς κίνησης Σατυανάντα άσραμ «ὅσοι ἀσχολοῦνται μέ τή Γιόγκα, πρέπει νά παραδίδονται στά χέρια τῶν γκουρού, οἱ ὁποίοι θά ἀλλάξουν κάθε ἵνα τῆς ὕπαρξής τους καί θά τούς ὁδηγήσουν σέ ἐμπειρίες καθαρά βουδδιστικῆς καί ἰνδουϊστικῆς θρησκευτικότητος». Ἀκόμη κι αὐτοί πού δέν ἐνδιαφέρονται νά ἁσπαστοῦν τόν Ἰνδουϊσμό, ἄς γνω ρίζουν πώς ἐν ἀγνοία τους ἐντάσσονται σέ ἀνατολίτικα θρησκευτικά συστήματα. Η’ «Τό Πιλάτες εἶναι μιά μοντέρνα ἄσκηση πού δέν ἔχει σχέση μέ τή Γιόγκα». ΜΥΘΟΣ Τό Πιλάτες εἶναι μιά «κινησιολογική προσέγγιση ἐνεργειακῆς ἐκγύμνασης μέσῳ χαλάρωσης». Σχετίζεται μέ τή Γιόγκα καί ἄλλες μεθόδους πού προέρχονται ἀπό τίς ἀνατολικές φιλοσοφίες, ὅπως ἔλεγχος τῆς ἀναπνοῆς, αὐτοσυγκέντρωση (δηλ. Διαλογισμός), ἡ θεωρία τῆς πράνα, τῶν τσάκρας, κ.ἄ.

Θ’ «Κανένας συσχετισμός δέν μπορεῖ νά γίνει μεταξύ προσευχῆς, ὀρθόδοξης ἄσκησης καί χριστιανικῆς ζωῆς μέ τόν Διαλογισμό καί τή Γιόγκα». ΑΛΗΘΕΙΑ

Πραγματικά, καμμιά σχέση ἤ ἔστω ἀντιστοιχία δέν ὑπάρχει. Ὁ Χριστιανός ὅταν προσεύχεται δέν προσπαθεῖ νά χαλαρώσει, οὔτε νά ἀδειάσει τό νοῦ του ἀπό κάθε σκέψη, ἀλλά μέ μετάνοια καί ταπείνωση στρέφει τό νοῦ καί τήν καρδιά του στον προσωπικό-Τριαδικό Θεό προκειμένου νά ἔρθει σέ κοινωνία ἀγάπης μαζί Του, ἑλπίζοντας στό ἄπειρο ἔλεός Του. Ἀκόμη, ὁ Χριστιανός ἀποδέχεται τήν ἀναξιότητά του καί καταφεύγει στή βοήθεια τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ προκειμένου νά λυτρωθεῖ καί νά ἐπιτύχει τήν ποθητή ἐπιστροφή του στήν προπτωτική του κατάσταση. Ἀντίθετα, ὁ τελικός σκοπός τῆς Γιόγκα καί τοῦ Διαλογισμοῦ εἶναι ἡ ἀνάδειξη τοῦ «Ἑαυτοῦ» σέ θεό. Ἡ αὐτοπραγμάτωση, ἡ αὐτοσωτηρία, ἡ αὐτοθέωση. Καί τελικά ὁ διαλογιζόμενος αὐτοπροβάλλεται ὡς «Θεός» καταπατώντας τή θεϊκή ἐντολή «…οὐκ ἔσονταί σοι θεοί ἕτεροι πλήν ἐμοῦ»!

Ι’ «Ἡ Γιόγκα καί ὁ Διαλογισμός εἶναι πρακτικές καί θεωρίες ἀσυμβίβαστες μέ τήν Ὀρθόδοξη Πίστη». ΑΛΗΘΕΙΑ

Εἶναι παντελῶς ἀσυμβίβαστες μέ τήν Ὀρθοδοξία ἀλλά καί τόν Χριστιανισμό γενικώτερα. Πρός ἐπίρρωσιν τοῦτου, καθίσταται γνωστό στό πλήρωμα τῆς τοπικῆς μας Ἐκκλησίας πώς ἡ Ζ’ Πανορθόδοξη Συνδιάσκεψη Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καί Ἱερῶν Μητροπόλεων γιά θέματα Αἱρέσεων καί Παραθρησκειῶν (1995) ἔχει κατατάξει πολλές ἐκ τῶν σχολῶν Γιόγκα/Διαλογισμοῦ καί Κινήσεων μεταξύ τῶν ἀσυμβίβαστων μέ τήν Ὀρθόδοξη Πίστη πρακτικῶν καί θεωριῶν, προκειμένου νά προστατεύσει τό Ὀρθόδοξο ποίμνιό της. Θεωρίες καί πρακτικές ὅπως τό κάρμα, τό ντάρμα, ἡ μετενσάρκωση, τά μάντρας, τά τσάκρας, οἱ ἐναλλακτικές θεραπεῖες καί πολλά ἄλλα, ἀνήκουν στό χῶρο – κυρίως – τοῦ πολυθεϊστικοῦ Ἰνδουϊσμοῦ καί τοῦ Βουδδισμοῦ.
Ἄς προσέξουν λοιπόν οἱ Χριστιανοί μήπως ἄθελά τους, παρασυρόμενοι ἀπό τήν «φρενίτιδα» τῆς οὐτοπικῆς «εὐεξίας», πέφτουν θύματα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως ἀκυρώνοντας ἀκόμη κι αὐτό τό ἅγιο Βάπτισμά τους!!!


Πηγές:

  1. Περιοδικό «Διάλογος» τῆς Πανελληνίου Ἑνώσεως Γονέων, τεύχη 16 (1999), 49 (2007), 57 (2009).
  2. Περιοδικό «Παρακαταθήκη», τεῦχος 44 (2005). 3) Περιοδικό «Ἑνημέρωσις», τεῦχος 31-33 (2004)
  3. π. Ἀντωνίου Ἀλεβιζοπούλου «Διαλογισμός ἤ Προσευχή;» , Ἐκδ. «Διάλογος», Ἀθήνα 1997.
  4. Ἐπισκόπου Καρπασίας κ.κ. Χριστοφόρου «Ἐγκυκλοπαιδικό Λεξικό Θρησκειῶν, Αἱρέσεων, παραχριστιανικῶν καί παραθρησκευτικῶν ὁμάδων καί συγχρόνων ἰδεολογικῶν ρευμάτων», Ἐκδ. Ἱ. Μ. Τροοδιτίσσης 2002.
  5. π. Ἀντωνίου Ἀλεβιζοπούλου «Ἀποκρυφισμός-Γκουρουϊσμός-Νέα Ἐποχή», Πρέβεζα 1990. 7) Χρήστου Ταγαράκη – Ἐρευνητοῦ Ἀθλητιατρικῆς – «Εἶναι ἡ Γιόγκα σωματική ἄσκηση-γυμναστική;», Ἐκδ. «Διάλογος», Ἀθήνα 2010.



 


Σχετική εικόνα
ΑΓΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ: Η ΗΡΩΙΚΗ ΠΑΡΘΕΝΟΜΑΡΤΥΣ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

        Η Εκκλησία μας έχει να επιδείξει «νέφος μαρτύρων», ανδρών και γυναικών, νέων και γερόντων, ευγενών και ασήμων, πλουσίων και φτωχών, ελευθέρων και δούλων. Είναι οι καλλίμαχοι Μάρτυρες, οι οποίοι κλήθηκαν από τις περιστάσεις, να δώσουν τη μαρτυρία τους για τον Εσταυρωμένο και Αναστάντα Χριστό, ως τον μοναδικό Λυτρωτή του ανθρωπίνου γένους. Τη μαρτυρία τους αυτή επισφράγισαν με απίστευτες ταλαιπωρίες, το αίμα τους, και εν τέλει με την ίδια του τη ζωή. Ένα τέτοιο εύοσμο άνθος της αρχαίας Εκκλησίας είναι η μεγαλομάρτυς και παρθενομάρτυς αγία Παρασκευή.
     Γεννήθηκε στη Ρώμη το 2ο μ. Χ. αιώνα, όταν οι σκληροί και απάνθρωποι διωγμοί κατά τον Χριστιανών ήταν σε πλήρη εφαρμογή. Οι ευσεβείς χριστιανοί γονείς της Αγαθόνικος και Πολιτεία, προφανώς ελληνικής καταγωγής, οικονομικά εύποροι και κοινωνικά καταξιωμένοι, μετέδωσαν στην μονάκριβη κόρη τους την ευσέβειά τους και την πίστη στο Σωτήρα Χριστό. 
Την ονόμασαν Παρασκευή, διότι γεννήθηκε την ημέρα της Παρασκευής, κατά την οποία προπαρασκευαζόμαστε για να εορτάσουμε την εβδομαδιαία εορτή της Αναστάσεως του Κυρίου μας, την Κυριακή.
      Η ευσεβής κόρη από παιδί άρχισε να μελετά το λόγο του Ευαγγελίου και να προσαρμόζει τη ζωή της στη ζωή του Χριστού, τον Οποίο αγάπησε με όλη τη δύναμη της ψυχής της. Ξεχώριζε δε από τα άλλα κορίτσια της Ρώμης για τον ενάρετο βίο της και την αγνότητά της. 
      Σε ηλικία είκοσι ετών έχασε τους γονείς της. Το γεγονός αυτό στάθηκε αφορμή να αλλάξει η πορεία της ζωή της. Το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να μοιράσει την μεγάλη περιουσία της στους φτωχούς και κατόπιν αφιέρωσε τον εαυτό της στη διακονία της Εκκλησίας, ήτοι: στη φιλανθρωπία και την ιεραποστολή. Η ρωμαϊκή εκκλησία της ανέθεσε την κατήχηση στις γυναίκες της Ρώμης. Έμπαινε στις πλούσιες επαύλεις ή τα σπίτια των φτωχών και κήρυττε το Ευαγγέλιο και τις αρχές της χριστιανικής πίστεως με ιδιαίτερο ζήλο και θέρμη. Μετέβαινε συχνά και στα  απομακρυσμένα μέρη, για να μεταστρέψει όσο το δυνατόν περισσότερους στην εν Χριστώ σωτηρία. Η φήμη της έφτασε γρήγορα στις ρωμαϊκές αρχές, οι οποίες είχαν κηρύξει απηνή διωγμό εναντίον των Χριστιανών, από τα χρόνια του θηριώδους Νέρωνα (67 μ. Χ.).
     Βρισκόμαστε στα χρόνια του Αντωνίνου Πίου (138-161 μ. Χ.). Οι δραστηριότητες της ευγενούς χριστιανής κόρης έφτασαν ως το ανάκτορο του αυτοκράτορα, ο οποίος έδωσε διαταγή να τη συλλάβουν και να την οδηγήσουν μπροστά του. Η σεμνή και όμορφη αρχοντοπούλα στάθηκε μπροστά στον φανατικό ειδωλολάτρη ηγεμόνα με πρωτοφανές θάρρος. Ο Αντωνίνος εντυπωσιάστηκε από το κάλλος και το θάρρος της Παρασκευής και γι’ αυτό δεν ήθελε να εφαρμόσει το νόμο, που προέβλεπε φρικτά βασανιστήρια σε όσους από τους χριστιανούς δεν ήθελαν να θυσιάσουν στους παγανιστικούς «θεούς» και να κάψουν λιβανωτό στο «θεό» αυτοκράτορα.
      Άνοιξε διάλογο μαζί της, ελπίζοντας ότι θα την μετέπειθε και θα αρνιόταν τη χριστιανική πίστη και θα θυσίαζε στα είδωλα και στο δικό του άγαλμα. Προσπάθησε με φτηνές κολακείες και υποσχέσεις να την πείσει. Επίσης επιχείρησε να της εξηγήσει ότι ως ρωμαίοι, έπρεπε να θυσιάζουν στους «θεούς», δείχνοντας έτσι την ευαρέσκειά τους σ’ αυτούς που τους προστάτευαν. Αλλά η Παρασκευή έμεινε αμετακίνητη στην πίστη της, αντικρούοντας με περισσό θάρρος, διαύγεια πνεύματος και λογικά επιχειρήματα τα λόγια του Αντωνίνου, τονίζοντάς του ότι ο μόνος αληθινός Θεός είναι ο Τριαδικός, τον οποίο μας αποκάλυψε ο σαρκωμένος Υιός Του.
      Η στάση της και τα λόγια της εξόργισε τον αυτοκράτορα, ο οποίος, βλέποντάς την αμετάπειστη, έδωσε εντολή να τη βασανίσουν, ελπίζοντας ότι δε θα άντεχε τα μαρτύρια και θα αρνιόταν την πίστη της. Φοβεροί δήμιοι ειδωλολάτρες εφάρμοζαν φρικτά μέσα βασανισμών κατά των χριστιανών. Στην αρχή της έβαλαν πυρακτωμένη περικεφαλαία στο κεφάλι. Η αγία δε λύγισε και υπόμεινε καρτερικά τους αφόρητους πόνους του εγκαύματος. Μετά την έκλεισαν σε σκοτεινή φυλακή, απομονώνοντάς την από τις άλλες χριστιανές γυναίκες. Το δεσμωτήριό της το μετέβαλλε σε τόπο προσευχής και δοξολογίας του Θεού. Άγγελος Κυρίου κατέβηκε τη νύχτα και την ελευθέρωσε. Αλλά δεν άργησε να συλληφθεί και πάλι και να οδηγηθεί ενώπιον του αυτοκράτορα, όπου αντέκρουσε ξανά με περισσότερο θάρρος και ψυχική δύναμη τις κολακείες και τις απειλές του. Τότε διέταξε να την ρίξουν σε λέβητα με καυτό λάδι. Ο Θεός όμως την προστάτεψε και δεν κάηκε μέσα στο λάδι που κόχλαζε! Ο αυτοκράτορας νόμισε πως δεν έκαιγε το λάδι, πλησίασε στον λέβητα να δει και τυφλώθηκε από τις πύρινες αναθυμιάσεις. Η αγία τον θεράπευσε θαυματουργικά και γι’ αυτό θεωρείται προστάτιδα των ματιών. Ο Αντωνίνος την άφησε ελεύθερη και σταμάτησε τους διωγμούς!
      Ύστερα από λίγο καιρό πέθανε ο Αντωνίνος και τον διαδέχτηκε ο Μάρκος Αυρήλιος (161-180 μ. Χ.). Αν και στωικός φιλόσοφος, συνέχισε με την ίδια μανία και αυτός τους διωγμούς εναντίον των χριστιανών. Από τους πρώτους χριστιανούς που συνέλαβαν ήταν η Παρασκευή. Έδωσε εντολή σε δύο έπαρχους, τον Ασκληπιό και τον Ταράσιο να τη βασανίσουν  με αγριότητα. Ύστερα από φρικτά βασανιστήρια την αποκεφάλισαν. Οι χριστιανοί της Ρώμης με μύριους κινδύνους κατόρθωσαν και πήραν το τίμιο λείψανο της αγίας και το έθαψαν σε κάποια κατακόμβη με τιμές, όπως αρμόζει σε μια ηρωική Μάρτυρα του Χριστού. Η μνήμη της τιμάται στις 26 Ιουλίου.
     Αυτοί είναι οι καλλίμαχοι Μάρτυρες της Εκκλησίας μας. Τα εύοσμα άνθη της πίστης και της αγνότητας. Στις θυσίες και στα αίματά τους θεμελιώθηκε και ανδρώθηκε η Εκκλησία του Χριστού!