Πέμπτη, Ιανουαρίου 02, 2025

 



ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

Εν Πειραιεί τη 16η Δεκεμβρίου 2024 

ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΕΣ ΟΙ ΑΝΤΙΧΑΛΚΗΔΟΝΙΕΣ «ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ»;

(Σχολιασμός κειμένων σχετικά με την πρόσφατη συνάντηση του «Διμερούς Θεολογικού Διαλόγου της Ορθοδόξου Εκκλησίας και των  Αρχαίων Ανατολικών Εκκλησιών»)

          Στα πλαίσια της λεγομένης «Οικουμενικής Κινήσεως» η Εκκλησία μας διεξάγει εδώ και πολλές δεκαετίες θεολογικούς διαλόγους με διάφορες αιρετικές ομάδες, με απώτερο σκοπό την μεταστροφή των αιρετικών και την επιστροφή τους στην Μία και Αδιαίρετη Εκκλησία του Χριστού, ήτοι: στην Ορθοδοξία την αληθινή και μοναδική Εκκλησία, η οποία, μόνη Αυτή διατηρεί την γνησιότητα της βιβλικής και αγιοπατερικής παράδοσης. Μόνον Αυτή σέβεται με απόλυτη πιστότητα την Συνοδική Παράδοση, δια της οποίας οριοθετείται, εν Αγίω Πνεύματι, η σώζουσα αλήθεια. Αλλά, επειδή όλες οι αιρετικές ομάδες, οι οποίες συμμετέχουν στους θεολογικούς διαλόγους, δεν πείθονται και δεν εκδηλώνουν διάθεση για αποβολή των κακοδοξιών τους και την επιστροφή τους στην Μία και αδιαίρετη Εκκλησία, η Ορθοδοξία συνεχίζει να διαλέγεται, με το αιτιολογικό, «να δίνει την ορθόδοξη μαρτυρία στους ετεροδόξους αδελφούς μας». Δυστυχώς οι διάλογοι έχουν οδηγηθεί σε πλήρη αναποτελεσματικότητα και εν πολλοίς βαίνουν σε βάρος της Ορθοδοξίας, διότι οι ορθόδοξοι αναγκάζονται να «κατανοούν» τις πλάνες των αμετανόητων αιρετικών ως «ορθόδοξες διαφορετικές παραδόσεις», τις οποίες έχει «παρανοήσει» η Ορθοδοξία! 

     Ορισμένες από αυτές τις θρησκευτικές κοινότητες, που διαλλέγεται η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, είναι και οι λεγόμενες «Αντιχαλκηδόνιες Εκκλησίες», και κύρια όσες ακολουθούν τον κλάδο το Μονοφυσιτισμού. Για ενημέρωση των αναγνωστών μας αναφέρουμε πως, «Με την γενική ονομασία “Μονοφυσίτες” εννοούμε ένα πλήθος θρησκευτικών ομάδων με μικρές δογματικές διαφορές αναμεταξύ τους. Το μεγαλύτερο λάθος της διδασκαλίας τους- εξ ου και η ονομασία τους- είναι πως ο Χριστός είχε μια φύση, την θεϊκή. Αυτό διότι κατά την ένωση της θείας με την ανθρώπινη φύση- όπως υποστηρίζουν- υπερτέρησε η πρώτη και ούτε λίγο ούτε πολύ “απορρόφησε” την δεύτερη. Αυτήν την αυθαίρετη θεωρία επινόησε ο Αρχιμανδρίτης Ευτυχής τον 5ο αιώνα παρασύροντας μαζί του στην πλάνη πολλούς ακόμη (π.χ. Σεβήρος, Διόσκουρος κλπ.). Η 4η Οικουμενική Σύνοδος καταδίκασε αυτήν την αίρεση. Η απόφαση επικυρώθηκε με το γνωστό θαύμα της Αγίας Ευφημίας. Δυστυχώς πολλοί αποκόπηκαν από την Εκκλησία μένοντας έως τώρα στην πλάνη και παραδεχόμενοι μόνον τις 3 πρώτες Συνόδους. Φυσικά όποιος δεν αποδέχεται μέρος τις αληθείας την αρνείται ολόκληρη. Απόγονοι αυτών είναι οι Κόπτες, Συριάνοι, Ιακωβίτες, Αρμένιοι, Αιθίοπες κ.α.»[1]. Αυτές τις πλάνες, τις οποίες δεν απορρίπτουν οι σύγχρονοι Μονοφυσίτες, καλούνται και εν πολλοίς εξαναγκάζονται, να «ερμηνεύσουν ορθοδόξως» οι εκπρόσωποι των Ορθοδόξων Εκκλησιών στους διμερείς θεολογικούς διαλόγους!

      Αφορμή για την παρούσα ανακοίνωσή μας πήραμε από Έκθεση Πεπραγμένων του  «Διμερούς Θεολογικού Διαλόγου της Ορθοδόξου Εκκλησίας και των  Αρχαίων Ανατολικών Εκκλησιών» από τον Ελλογιμώτατο Καθηγητή της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Δ. Μόσχο, το οποίο έλαβε χώρα στο Παπικό Κέντρο Logos, στην Μονή Αγίου BishoyWadi El Natrum, στην Αίγυπτο, από την 16η έως 17η Σεπτεμβρίου ε.ε., με τίτλο: «“η γαρ αγάπη του Χριστού συνέχει ημάς” (Β΄ Κορ.δ΄,14)» και την εισήγηση με τίτλο: «Ο Διμερής Διάλογος με τις Ανατολικές Ορθόδοξες Εκκλησίες και η Εκκλησία της Ελλάδος».

      Αφού μελετήσαμε με προσοχή τα δύο κείμενα, παρατηρούμε ως αρχή την εσφαλμένη αναφορά στις αιρετικές κοινότητες των αντιχαλκηδονίων ως «Ανατολικές Ορθόδοξες Εκκλησίες», ένας όρος, ο οποίος έχει παγιωθεί σ’ αυτές τα τελευταία χρόνια. Όμως ο όρος «ορθοδοξία», που σημαίνει «ορθή δόξα», έχει υιοθετηθεί εξ’ αρχής από την Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία μας, για να ορίσει την γνήσια, απαραχάρακτη και μόνη σώζουσα πίστη, την οποία κατέχει μόνο Αυτή, όπως διδάχτηκε από τον Κύριο, κηρύχτηκε από τους Αγίους Αποστόλους στην οικουμένη, οριοθετήθηκε από τις Άγιες Συνόδους και τηρήθηκε από τους Αγίους Πατέρες. Οι Αντιχαλκηδόνιες «εκκλησίες» δεν είναι και δεν μπορούν να ονομάζονται ορθόδοξες, διότι διέστρεψαν την ορθή πίστη και καταδικάστηκαν από τις Άγιες Συνόδους ως αιρετικές. Σφετερίζονται τον όρο «ορθόδοξες», προφανώς για παραπλάνηση. Και αυτό είναι, κατά τη γνώμη μας, ένα πολύ σοβαρό ζήτημα, το οποίο παραβλέπεται από ορθοδόξου πλευράς. Αν λοιπόν οι Αντιχαλκηδόνιες «εκκλησίες» είναι «ορθόδοξες», τότε γιατί συνεχίζει να διαλέγεται η Εκκλησία μας με αυτές και γιατί δεν κάνει την ένωση; Δεν είναι αυτό μια κραυγαλέα αντίφαση;

      Όσον αφορά στο κείμενο του Καθηγητή κ. Δ. Μόσχου, της αναφοράς του στα πεπραγμένα της συνάντησης, δεν έχουμε να κάμουμε κάποιες παρατηρήσεις, αφού περιορίζεται στη σύνθεση και τις εργασίες της συνάντησης. Αρκέστηκε να κάμει μια επισκόπηση των αντιδράσεων, από ορθοδόξου πλευράς, μετά την δεκαετία του 1990 και ιδίως του 2000. Στην εισήγησή του «επεσήμανε την ανάγκη να επιταχυνθούν οι διαδικασίες καθώς συντρέχουν και γεωπολιτικοί λόγοι που απαιτούν την ενότητα των Χριστιανών ειδικά μεταξύ των Ορθοδόξων και Αρχαίων Ανατολικών».  Προβληματιζόμαστε βεβαίως για την όποια επιτάχυνση.

     Ο κ. Καθηγητής κ. Δ. Μόσχος ανάγνωσε και την εισήγηση του Σεβ. Μητροπολίτη Ν. Ιωνίας και Φιλαδελφείας κ. Γαβριήλ. Στην εισήγησή του ο Σεβασμιώτατος ορθότατα έκανε μια λεπτομερή παράθεση γεγονότων και λεγομένων στις ως τώρα συναντήσεις. Από τις παραθέσεις δηλώσεων από μέρους των Αντιχαλκηδονίων, διαφαίνεται ξεκάθαρα η πλήρης απροθυμία τους να αποποιηθούν τις πλάνες τους και να ενταχτούν στην αδιαίρετη Εκκλησία. Μάλιστα συχνά προβάλλουν εξωφρενικές απαιτήσεις, όπως λ.χ. άρση των αναθεμάτων κατά των «αγίων» του Μονοφυσιτισμού, Δίσκουρο και Σεβήρο!

       Επ’ αυτού του θέματος έχουν αποφανθεί κορυφαίοι ορθόδοξοι θεολόγοι, ότι οι πεισματικά αρνούμενοι τους Όρους της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου αιρετικοί, μεταχειρίζονται λεκτικά σχήματα για να «αποδείξουν» την δήθεν «ορθοδοξία» τους, ενώ στην ουσία παραμένουν πεισματικά στις πλάνες τους. Ισχυρίζονται ότι δήθεν η Ορθόδοξη Εκκλησία «λειτούργησε» υπό το κράτος μισαλλοδοξίας και δεν θέλησε να κατανοήσει τον ορθόδοξο τρόπο σκέψης και έκφρασής τους.   

       Παραθέτουμε ορισμένα αποσπάσματα σχετικών κειμένων, για να καταλάβουν οι αναγνώστες μας ότι οι Αντιχαλκηδόνιες «εκκλησίες» βρίσκονται και εμμένουν στις πλάνες τους. Και ότι, οι εκ των ορθοδόξων, οι οποίοι τις «βλέπουν» ως «ορθόδοξες», σφάλουν και βλάπτουν, τόσο την Εκκλησία, όσο και τους ίδιους τους αιρετικούς, τους οποίους δημιουργούν την ψευδαίσθηση ότι βρίσκονται στην αλήθεια, ότι οι «εκκλησίες» τους είναι γνήσιες και επεργάζονται τη σωτηρία. 

       Ο Ομότιμος Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ π. Θεόδωρος Ζήσης, στο περιοδικό «ΘΕΟΔΡΟΜΙΑ», δημοσίευσε ένα αρκετά διαφωτιστικό σχετικό άρθρο με θέμα: «Η "ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ" ΤΩΝ ΑΝΤΙΧΑΛΚΗΔΟΝΙΩΝ ΜΟΝΟΦΥΣΙΤΩΝ», στο οποίο ξεκαθαρίζεται η θέση των αντιχαλκηδονίων «εκκλησιών». Μεταξύ των άλλων τόνισε: «Εἶναι γνωστὸν ὅτι μεταξὺ τῶν διαλόγων ποὺ διεξάγει ἡ Ὀρθόδοξος Καθολικὴ Ἐκκλησία μὲ τοὺς ἑτεροδόξους συμπεριλαμβάνεται καὶ ὁ διάλογος μὲ τοὺς Μονοφυσίτας ἢ τοὺς Ἀντιχαλκηδονίους ἢ τοὺς Προχαλκηδονίους ἢ τοὺς Ἀρχαίους Ἀνατολικοὺς ἢ τοὺς ἐσχάτως καὶ ἄντικρυς πρὸς τὴν Παράδοση ἀποκαλουμένους Ὀρθοδόξους Ἀνατολικούς. Ὁ διάλογος αὐτὸς στὸ ἐπίπεδο τῆς Μεικτῆς Θεολογικῆς Ἐπιτροπῆς ποὺ τὸν διεξάγει ἔχει καταλήξει σὲ συμφωνία, ἀπὸ τὴν ὁποία προκύπτει ὅτι δῆθεν δὲν μᾶς χωρίζει τίποτε στὴν πίστη, ὅτι οἱ θεωρούμενες μέχρι τώρα διαφορὲς ὀφειλόταν σὲ παρανόηση καὶ παρεξήγηση τῆς θεολογικῆς ὁρολογίας, ποὺ τὴν κατάλαβαν τώρα καλύτερα οἱ εἰδικοὶ θεολόγοι ἐπιστήμονες ἀπὸ τοὺς ἁγίους Πατέρας, καὶ ὅτι ἡ ἀρχικὴ ἀπόσχιση τῶν Ἀντιχαλκηδονίων ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία δὲν ὀφειλόταν σὲ θεολογικοὺς ἀλλὰ σὲ πολιτικοὺς λόγους»[2].

     Και συνεχίζει: «Ἡ παραμορφωτικὴ αὐτὴ τῶν πραγμάτων εἰκόνα κυκλοφοροῦσε κυριαρχικὰ ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῶν συνομιλιῶν, τόσο στὶς τέσσαρες ἀνεπίσημες συνδιασκέψεις Ὀρθοδόξων καὶ Ἀντιχαλκηδονίων, ποὺ σημειωτέον ἔγι­ναν μὲ πρωτοβουλία τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν, ὅσο καὶ στὶς ἐπίσημες συναντήσεις τῆς Διορθοδόξου ἐπὶ τοῦ διαλόγου αὐτοῦ Ἐπιτροπῆς καὶ στὶς συνδια­σκέψεις κατόπιν τῆς Μεικτῆς Θεολογικῆς Ἐπιτροπῆς. Ὑπῆρχαν μάλιστα καὶ πρόσωπα, μέλη τοῦ διαλόγου καὶ ἐκπρόσωποι Ἐκκλησιῶν, ποὺ πίστευαν ὅτι ἡ "Ὀρθοδοξία" τῶν Ἀντιχαλκηδονίων εἶναι ἀναμφίβολος καὶ ἐκτὸς πάσης ἀμφισβητήσεως, περιττεύει ἐπομένως καὶ ὁ θεολογικὸς διάλογος, ποὺ θὰ περιπλέξει περισσότερο τὰ πράγματα. Συνιστοῦσαν γι' αὐτὸ καὶ ἐπρότειναν νὰ προχωρήσουν οἱ Ἑκκλησίες σὲ ἁπλὴ διακήρυξη τῆς ἑνώσεως, γιατὶ οἱ δεκαπέντε αἰῶνες χωρισμοῦ ἦσαν ἀδικαιολόγητοι, καὶ ἐπομένως κατὰ τὸ σκεπτικὸ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία βρισκόταν ὅλους αὐτοὺς τοὺς αἰῶνες σὲ πλάνη, καὶ ἔκαναν λάθος οἱ ἑκατοντάδες τῶν μεγάλων καὶ ἐπιφανῶν καὶ σοφῶν καὶ φωτισμένων ἁγίων Πατέρων ποὺ ἀγωνίσθηκαν καὶ ἔγραψαν ἐναντίον τῶν Μονοφυσιτῶν, Ἰακωβιτῶν, Ἀκεφάλων, Σεβηριανῶν κ.τ.λ., ἀλλὰ καὶ τὸ πλῆθος τῶν ἁπλῶν ἀλλὰ φωτισμένων καὶ ἁγίων γερόντων, οἱ ὁποῖοι, ὅπως φανερώνουν πάμπολλες διηγήσεις στὰ Γεροντικά, οὔτε νὰ συνομιλήσουν δεχόταν μὲ Ἀντιχαλκηδονίους, μέχρις ὅτου ἀποκηρύξουν τὴν αἵρεση καὶ ἀναγνωρίσουν τὶς ἀποφάσεις τῆς Δ' ἐν Χαλκηδόνι Οἰκουμενικῆς Συνὸδου»[3].

      Εξίσου διαφωτιστική είναι και σχετική μελέτη της Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους, με συντάκτη τον Μοναχό Λουκά Γρηγοριάτη, με τίτλο: «Ο σύγχρονος διάλογος Ορθοδόξων και Αντιχαλκηδονιων υπό το φως της παραδόσεως της Εκκλησίας».  Μεταξύ των άλλων τονίστηκε πως, «Στην εποχή μας δόθηκε ή δυνατότης για νέο διάλογο. Αναντιρρήτως υπήρξε εκ μέρους ορισμένων Αντιχαλκηδονίων υγιής πρόθεσις προσεγγίσεως και ειλικρινούς διαλόγου. Προφανώς και ή Ορθόδοξος Εκκλησία, συνεπής στην αποστολικότητά της, δεν ήτο δυνατόν να αρνηθή τον διάλογο, ό οποίος άρχισε με πρωτοφανή αισιοδοξία. Ή δυσχερής θέσις των χριστιανικών αυτών λαών εν τω μέσω της μουσουλμανικής πλημμυρίδος και ή ημετέρα φυσική συμπάθεια προς τους πονεμένους αυτούς ανθρώπους υπήρξε ισχυρό κίνητρο επισπεύσεως των διαδικασιών. Όμως το κλίμα ευφορίας επέτειναν και αρνητικοί από Ορθοδόξου απόψεως παράγοντες, όπως ή οικουμενιστική προοπτική του 20οϋ αιώνος και ή άμβλυνσις γενικώς των θεολογικών κριτηρίων. Διερευνών τους λόγους της πρώτης αυτής ευφορίας ό μετριοπαθής στις κρίσεις του Σεβ. Μητροπολίτης Εφέσου Χρυσόστομος σημειώνει: “Ίσως διότι δεν ήτο δυνατόν να είχον συνειδητοποιηθή εκ πρώτης αρχής αι ιστορικοθεολογικαί δυσκολίαι δια μίαν τοιαύτην ποθητήν ένωσιν”. Ό ανεπίσημος Διάλογος (1964-1971) ωδήγησε σε συμφωνίες θεολογικώς απαράδεκτες. Βεβαιώθηκε ή πλήρης και βαθεία συμφωνία επί της ουσίας του Χριστολογικού δόγματος. Ό Όρος της Δ' Οικουμενικής Συνόδου αποσιωπήθηκε και άντ' αυτού προτάθηκε ή σύνταξις νέας διατυπώσεως (formula) της κοινής υποτίθεται πίστεως. Ή συναρίθμησις των μετέπειτα τεσσάρων Οικουμενικών Συνόδων Ε΄ έως Ζ' παρεκάμφθη με θεολογικές σοφιστείες (διάκρισις "προθέσεως" και "ορολογίας" της Συνόδου). Και, τέλος, ή άρσις των αναθεμάτων θεωρήθηκε δυνατή εφ' όσον ή πίστις είναι δήθεν κοινή και εφ' όσον δεν υποχρεούνται οι Εκκλησίες να αποδεχθούν ως αγίους τους πρώην αιρεσιάρχας και αναθεματισμένους»[4].

      Όσον αφορά στην συμπάθειά μας και στην πικρία μας για τις δοκιμασίες των εντός του ισλαμικού κόσμου διαβιούντων Μονοφυσιτών, είναι δεδομένη, όπως και για κάθε άνθρωπο. Αλλά δεν μπορεί και δεν πρέπει να επηρεάζει τη θέση μας όσον αφορά τις πλάνες τους, τις οποίες οφείλουμε να προβάλουμε και να ελέγχουμε, με γνώμονα πάντοτε την αγάπη. Το ως άνω κείμενο επισημαίνει: «Και ἀσφαλῶς οἱ ἅγιοι Πατέρες καὶ οἱ ὅσιοι γεροντάδες δὲν εἶχαν λιγώτερη ἀγάπη καὶ κατανόηση ἀπὸ τοὺς σημερινοὺς ὑπερμάχους τῆς ἑνώσεως, ἀντίθετα ἡ στάση τους ὀφειλόταν σὲ φροντίδα, ποιμαντικὴ καὶ παιδαγωγική, νὰ συνειδητοποιήσουν οἱ ἐκτραπέντες τὸ λάθος καὶ νὰ ὁδηγηθοῦν στὴν ὁρθὴ πίστη ποὺ εἶναι ἀπαραίτητη προϋπόθεση σωτηρίας. Ἀγαπᾶ ἐκεῖνος ποὺ λέγει τὴν ἀλήθεια, ἔστω καὶ ἂν πικραίνει κατ' ἀρχὴν καὶ δημιουργεῖ ἀντίδραση, καὶ ὄχι ἐκεῖνος ποὺ παραπλανᾶ καὶ κρύβει τὴν ἀλήθεια, ὑπολογίζοντας στὶς πρόσκαιρες ἀνθρώπινες σχέσεις καὶ ὄχι στὶς αἰώνιες πραγματικότητες»[5].

       Το κείμενο της Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους αποδομεί πλήρως όσους νομίζουν δια την δήθεν «ορθοδοξία» των αιρετικών αντιχαλκηδονίων. «Ή θεολογική κριτική που ασκήθηκε εν τω μεταξύ αποδεικνύει ότι οι Κοινές Δηλώσεις είναι καρπός δογματικών υποχωρήσεων εκ μέρους των Ορθοδόξων. Οι Αντιχαλκηδόνιοι δεν υποχώρησαν ούτε βήμα από την Χριστολογία του Σεβήρου, την οποία και διετύπωσαν με σαφήνεια στις Κοινές Δηλώσεις. Αυτό φαίνεται από τα εξής: 1) Καταδικάζουν τον νεστοριανισμό και τον ευτυχιανισμό, αλλά δεν καταδικάζουν τον σεβηριανισμό που είναι ό μονοφυσιτισμός των συγχρόνων μας Αντιχαλκηδονίων. 2) Αποσιωπούν την Δ' Οικουμενική Σύνοδο στο σύνολο της. Αναφέρονται στην διδασκαλία των Οικουμενικών Συνόδων Ε', ΣΤ' και Ζ', όχι ως ορθοδόξου διδασκαλίας αποδεκτής και από αυτούς τους ιδίους, αλλά ως χριστολογικής ερμηνείας των Ορθοδόξων, την οποία οι Αντιχαλκηδόνιοι δεν έχουν λόγους να την αρνηθούν στους Ορθοδόξους. 3) Αναφέρονται στην θεία φύσι του Χριστού μετά των φυσικών της ιδιοτήτων και στην ανθρωπινή φύσι Του μετά των φυσικών της ιδιοτήτων, αλλά σταματούν στο σημείο αυτό. Έτσι αναδιατυπώνουν το εκ δυο φύσεων. Όμιλούν στην συνέχεια περί ενώσεως των φύσεων, αλλά δεν αναφέρονται στην ύπαρξι των φύσεων εν τη ενώσει: δεν αναδιατυπώνουν δηλαδή το εν δύο φύσεσι. Επιτρέπουν στους Ορθοδόξους να διατηρούν την δυοφυσιτική ορολογία, εφ' όσον δι' αυτής δεν νεστοριανίζουν, αλλά νομιμοποιούν τους Αντιχαλκηδονίους να διατηρούν την σεβηριανή ορολογία, ωσάν αυτή να είναι άμοιρος μονοφυσιτικού φρονήματος. 4) Ομολογούν ότι ό Σαρκωθείς Λόγος είναι το υποκείμενο πάσης θελήσεως και ενεργείας εν Χριστώ (ορθώς, διότι προφυλάσσει από τον νεστοριανισμό), αλλά δεν λέγουν ταυτοχρόνως ότι οι φύσεις εν Χριστώ είναι φυσικώς ενεργητικές και θελητικές, ώστε ό Χριστός να είναι ό ενεργών καθ' εκατέραν των φύσεων μετά της θατέρου κοινωνίας. Ή περικεκομμένη διατύπωσις εισάγει σιωπηρώς και τεχνηέντως τον σεβηριανό μονοενεργητισμό. 5) Παραχωρούν στους Αντιχαλκηδονίους την δυνατότητα να ορίζουν το υποστατικώς εν τω Χριστώ ως μίαν ηνωμένην θεανθρωπίνην φύσιν. Εισάγουν έτσι με άλλες λέξεις την σεβηριανή μία σύνθετη φύσι»[6].

      Δεν έχουμε τα περιθώρια να επεκταθούμε περισσότερο για να καταδείξουμε ότι οι αντιχαλκηδόνιες «εκκλησίες» παραμένουν αιρετικές και ότι οι απόψεις των ορθοδόξων θιασωτών  της «ορθοδοξίας» αυτών παραμένουν έωλες και ίσως βλαπτικές για τους ίδιους, για την ορθόδοξη αυτοσυνειδησία και κύρια για την συνειδητοποίηση των αιρετικών των πλανών τους, για μετάνοια και επιστροφή στην σωστική αγκαλιά της Μίας και Αδιαίρετης Εκκλησίας του Χριστού. Χαρακτηριστική και λίαν προβληματική είναι η κοινή δήλωση ορθοδόξων και μονοφυσιτών: «Κατενοήσαμεν τώρα σαφῶς ὅτι ἀμφότεραι αἱ οἰκογένειαι διετήρησαν πάντοτε πιστῶς τὴν αὐτὴν αὐθεντικὴν Ὀρθόδοξον Χριστολογικὴν πίστιν καὶ τὴν ἀδιάκοπον συνέχειαν τῆς ἀποστολικῆς παραδόσεως, καίτοι ἐχρησιμοποίησαν χριστολογικοὺς ὅρους κατὰ διάφορον τρόπον»[7]!      

      Περαίνουμε την ανακοίνωσή μας με την παρατήρηση ότι δεν μπορούμε, δεν έχουμε το δικαίωμα να μεταθέτουμε όρια που έθεσαν οι θεοφώτιστοι και θεηγόροι άγιοι Πατέρες. Και τούτο διότι η διδασκαλία τους εκφράζει την σώζουσα αλήθεια, καρπός προσευχής και αγιότητας, έκφραση της επενέργειας του Παναγίου Πνεύματος, το Οποίο οδηγεί την Εκκλησία «εις πάσαν την αλήθειαν» (Ιωάν.16,13). Οι άγιοι Πατέρες, τα στόματα του Αγίου Πνεύματος, αποφάνθηκαν, Συνοδικώ τω τρόπω, ότι οι Μονοφυσίτες (αρχαίοι και σύγχρονοι) παρέκλιναν από την ορθή πίστη, ότι δεν φρονούσαν και συνεχίζουν να μην φρονούν την σώζουσα αλήθεια της Μιας και Αδιαίρετης Εκκλησίας. Ως εκ τούτου, εμείς οι σύγχρονοι, για να τους ενώσουμε ξανά στην Εκκλησία, θα πρέπει να έχουμε οδηγούς τους Πατέρες, οι οποίοι, από αγάπη και ευθύνη, αναγκάστηκαν να τους αποκόψουν από το εκκλησιαστικό σώμα, «ως σεσηπότα μέλη». Η όποια αυστηρότητά μας θα πρέπει να είναι εναρμονισμένη με αυτή των Πατέρων, η οποία εν τέλει, ήταν απαύγασμα αγάπης προς αυτούς και όχι προϊόν μισαλλοδοξίας, όπως συκοφαντικά διατείνονται ορισμένοι. Πόσο πιο «φιλάνθρωποι» μπορούμε να φανούμε εμείς από τους Πατέρες της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου, οι οποίοι καταδίκασαν και αναθεμάτισαν, «Εὐτυχῆ καὶ Διόσκορον δυσφημήσαντας, τῆς θείας αὐλῆς ἐξελάσασα, συναποβάλλοντες αὐτοῖς Σεβῆρον, Πέτρον καὶ τὴν πολυβλάσφημον αὐτῶν ἀλληλόπλοκον σειράν»[8]; Με ποιο δικαίωμα θα άρουμε τα αναθέματα αυτών των αιρεσιαρχών («αγίων» των Μονοφυσιτών) και θα τους συγκατατάξουμε με τους αγίους Πατέρες, οι οποίοι δίκαια τους αναθεμάτισαν; 

Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και Παραθρησκειών



[1] https://www.impantokratoros.gr/monofysites.el.aspx

[2] https://www.theodromia.gr/625DC6B1.el.aspx

[3] Όπου ανωτέρω

[4]https://www.zoiforos.gr/index.php?option=com_k2&view=item&id=9660:o-sygxronos-dialogos-orthodokson-kai-antixalkidonion-ypo-to-fos-tis-paradoseos-tis-ekklisias&Itemid=167

[5] https://www.theodromia.gr/625DC6B1.el.aspx

[6]https://www.zoiforos.gr/index.php?option=com_k2&view=item&id=9660:o-sygxronos-dialogos-orthodokson-kai-antixalkidonion-ypo-to-fos-tis-paradoseos-tis-ekklisias&Itemid=167

[7]Δευτέρα κοινὴ Δήλωσις καὶ προτάσεις πρὸς τὰς Ἐκκλησίας τῆς Μεικτῆς ἐπὶ τοῦ Διαλόγου Ἐπιτροπῆς (Γενεύη, Σεπτέμβριος 1990)

[8] https://www.theodromia.gr/625DC6B1.el.aspx



 

 

Ἀγιουβέρδα, διαλογισμός, γιόγκα, τρόποι λήθης τοῦ ἀληθινοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ


 

Τοῦ κ. Β. Χαραλάμπους, θεολόγου

 

   Ἡ ποικιλότροπη διάδοση τῆς ἀγιουβέρδα, τοῦ διαλογισμοῦ, τῆς γιόγκα, ἔχει αὐξηθεῖ κατὰ πολύ. Κέντρα ἐναλλακτικῶν θεραπειῶν (κέντρα Reiki, κέντρα ὁλιστικῆς ἰατρικῆς κ.λπ.), γυμναστήρια, “ἰδιωτικὲς” προσφορὲς” ἀνακοινώνουν κύκλους μαθημάτων γιόγκα, ἀγιουβέρδα, διαλογισμοῦ κ.λπ.

  Ἡ ποικιλία τῶν μορφῶν ποὺ παρουσιάζονται εἶναι ἀρκετὰ μεγάλη. Προσφέρονται ὡς karma yoga, sivananda yoga, hatha dynamic yoga, hot yoga; aghor yoga, nidra – satyananda yoga, agni yoga, angelica yoga κ.λπ.

  Δὲν εἶναι λίγοι οἱ Χριστιανοὶ οἱ ὁποῖοι καταφεύγουν σ’ αὐτά. Δὲν συνάδουν αὐτὰ μὲ τὴν ἐν Χριστῷ ζωή. Δὲν ἀντιλαμβάνονται τὶς ἰνδουιστικὲς καταβολές των; Ἀποτελεῖ τρόπο λήθης τοῦ ἀληθινοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. “Οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ”, μένουν μακριὰ ἀπὸ αὐτά.

  Κάποιοι ὁμιλοῦν καὶ γιὰ γιόγκα στὰ πλαίσια “ἑνοποιητικῆς ὁλιστικῆς θεραπείας”. Κέντρα γιόγκας καὶ ὁλιστικῆς θεραπείας (yoga & holistic therapy centre), γιὰ παράδειγμα στὴν Εὐρώπη κάνουν ἀναφορὰ στὰ λεγόμενα “ἐργαστήρια ἀγγέλων”, ὅτι δῆθεν θὰ λάβουν μεγάλη “πνευματικὴ” θεραπεία καὶ καθοδήγηση, μὲ “ἀγγέλους” “ἀρχαγγέλους” (ἄπαγε τῆς βλασφημίας) καὶ “ἀναληφθέντες δασκάλους”. Πρόκειται γιὰ πλάνες, σύμφωνα μὲ τὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας.

Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἐναλλακτικὴ πλάνη τῆς καλούμενης «ἀγγελοθεραπείας», ποὺ προσφέρεται σὲ τέτοια κέντρα, ὑπάρχει καὶ ἡ πλάνη τῆς angelica yoga. Ὁμιλοῦν οἱ ἀσχολούμενοι μὲ τὴν πλάνη αὐτή, γιὰ δῆθεν θεραπευτικὲς ἰδιότητες τῶν 72 καλουμένων “ἀγγέλων” τῆς μεθόδου αὐτῆς τῆς angelica yoga. Ἔχει σχέση ἡ πλάνη αὐτὴ μὲ τὴ λεγόμενη “ἀγγελολογία” τῶν ἐναλλακτικῶν πλανῶν.

Ὁμιλοῦν γιὰ “ἐσωτερικὸ μετασχηματισμό”, γιὰ “καθαρισμὸ καὶ ἀνάπτυξη τῆς συνείδησης”. Μάλιστα γίνεται καὶ σχετικὴ ἀπαγγελία μὲ ἐπανάληψη τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ ποὺ καλοῦν “ἄγγελο”, σὰν ἕνα “μάντρα”.

Αὐτὴ ἡ ἀπαγγελία, ἰσχυρίζονται, ἀπελευθερώνει ἰσχυρὰ ἀνοίγματα τῆς συνείδησης ποὺ ἐκδηλώνονται σὲ αὔξηση τῆς συχνότητας τῶν ὀνείρων. Καὶ ὅταν ὁμιλοῦν γιὰ ὄνειρα, ἐννοοῦν αὐτὰ ποὺ βλέπουν ξύπνιοι.

Ὁμιλοῦν καὶ γιὰ “διόραση”, “διακοὴ” καὶ ἐξωσωματικὲς ἐμπειρίες. Ὁ ἀσχολούμενος μὲ τὴν angelica yoga, ἐκείνη τὴ στιγμὴ ζεῖ ὄχι μόνο τὴν ἀπόλυτη λησμοσύνη τοῦ δοτῆρος τῆς πραγματικῆς εἰρήνης Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ καὶ τὴ διάσταση τῆς πλάνης αὐτῆς.

«Ὡσανεὶ νεφέλαι τινὲς ζοφώδεις», κατὰ τὴ φράση τοῦ Ἁγίου Διαδόχου Φωτικῆς, σκοτίζουν τὸ νοῦ τοῦ ἀνθρώπου, κατακρατώντας τον στὶς ψευδαισθήσεις τῆς πλάνης αὐτῆς. Πέραν τῶν ἄλλων ἀντιστρατεύονται τὸ “ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε” (Α΄ Θεσ. ε΄ 17) καὶ τὸ “γρηγορεῖτε καὶ προσεύχεσθε, ἵνα μὴ εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν” (Ματθ. κστ΄ 41).



 

 

ΑΓΙΟΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΤΟΥ ΣΑΡΩΦ:

ΕΝΑΣ ΑΓΙΑΣΜΕΝΟΣ ΣΤΑΡΕΤΣ ΤΗΣ

ΡΩΣΙΚΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ


 

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητοῦ

Μεγάλη μερίδα τοῦ ἁγιολογίου τῆς Ἐκκλησίας μας ἀνήκει στή ρωσική Ὀρθοδοξία, ἡ ὁποία ἀποτέλεσε καί ἀποτελεῖ μιά ἀκένωτη πηγή ἀνάδειξης ἁγίων. Ἕνας ἀπό αὐτούς εἶναι καί ὁ ἅγιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, ὁ μεγάλος ἀσκητής καί στάρετς.

Γεννήθηκε στά 1759 στήν πόλη Κούρσκ καί τό βαπτιστικό του ὄνομα ἦταν Πρόχορος. Οἱ φτωχοί ἀλλά εὐσεβεῖς γονεῖς του τοῦ ἐνέπνευσαν τήν εὐσέβεια. Ἔμεινε στόν τόπο του ὡς τά δεκαεννιά του χρόνια καί κατόπιν πῆρε τήν ἀπόφαση νά γίνει μοναχός καί ἀποσύρθηκε στή Μονή τοῦ Σάρωφ. Ἐνῷ ἀκόμη ἦταν δόκιμος ἀρρώστησε βαριά ἀπό ὑδρωπικία καί θεραπεύτηκε θαυματουργικά ἀπό τή Θεοτόκο. Τό 1786 ἐκάρη μοναχός καί ἔλαβε τό ὄνομα Σεραφείμ. Τήν ἴδια χρονιά χειροτονήθηκε διάκονος καί μετά ἀπό ἑπτά χρόνια πρεσβύτερος. Ἡ ἄσκηση, ἡ προσευχή καί ἡ κάθαρση τόν ἀξίωσαν νά βλέπει τήν ὥρα τῆς Θείας Λειτουργίας θαυμαστά ὁράματα, νά πετᾶ στά οὐράνια καί νά ἀκούει ἀγγελικές μελωδίες.

Ἕνα χρόνο μετά τή χειροτονία του ζήτησε ἀπό τόν ἡγούμενο τῆς Μονῆς νά ἀποσυρθεῖ σέ ἐρημική περιοχή γιά νά ἀφοσιωθεῖ στήν ἡσυχία, τήν προσευχή καί στή σιωπή. Ἐγκαταστάθηκε στό βάθος ἑνός πυκνοῦ δάσους, ζῶντας ὡς ἄγγελος γιά δεκαέξι χρόνια. Πάνω σέ μιά μεγάλη πέτρα προσευχόταν ἀδιάκοπα. Λέγεται πώς πάνω σ’ αὐτή πέρασε χίλιες νύχτες προσευχόμενος! Παράλληλα μελετοῦσε ἀκατάπαυτα τήν Ἁγία Γραφή, τήν ὁποία θεωροῦσε ὡς τήν τροφή τῆς ψυχῆς του. Εἶχε συνεχῶς στό μυαλό του τή μορφή τῆς Θεοτόκου, τήν ὁποία εἶχε ὡς προστάτη καί συντροφιά του στήν ἐρημία τοῦ δάσους. Ἡ τροφή του ἀποτελοῦνταν ἀπό ἄγρια χόρτα καί φροῦτα τοῦ δάσους.

Τρεῖς φορές ἀντιμετώπισε ἐπιθέσεις ληστῶν, οἱ ὁποῖοι τοῦ ἅρπαζαν ὅ, τί εἶχε στήν καλύβα του καί τόν τραυμάτιζαν βαριά. Ὅμως ἡ Κυρία Θεοτόκος, ἡ μόνιμη συντροφιά καί προστασία του, τόν προστάτευε ἀπό τό θάνατο καί τόν θεράπευε θαυματουργικά. Φανερό δεῖγμα τῆς ἁγιότητάς του ἦταν ἡ φιλία του μέ τά πουλιά καί τά ἄγρια ζῶα τοῦ δάσους. Μιά πελώρια γκρίζα ἀρκούδα ἐρχόταν καθημερινά στήν καλύβα του καί φιλεύονταν ἀπό τά ἁγιασμένα χέρια του! Ὁ ἁγιασμένος ἀσκητής Σεραφείμ ζοῦσε τήν προπτωτική παραδείσια κατάσταση τῶν πρωτοπλάστων!

Στά 1810 ἀποφάσισε νά ἐπιστρέψει στή Μονή τοῦ Σάρωφ, μένοντας ἔγκλειστος στό κελί του, ἀσκῶντας τήν ἀρετή τῆς σιωπῆς καί τῆς ἡσυχίας. Ἀτέλειωτες ὧρες ἔμεινε ἐκστατικός, ζῶντας οὐράνιες πνευματικές ἐμπειρίες, γιά τίς ὁποῖες δέ μιλοῦσε σέ κανέναν ἀπό ταπείνωση. Ἀπέφευγε νά δέχεται κόσμο. Ὅμως ἀργότερα σέ ἡλικία 56 ἐτῶν ἄνοιξε τό κελί του καί ἄρχισε νά δέχεται ἐπισκέψεις. Ἔνοιωσε ὥριμος πιά νά βοηθήσει πνευματικά τους συνάνθρωπους του. Ἡ φήμη του ὡς φωτισμένου ἁγίου ἔφτασε μακριά καί γιά τοῦτο πλῆθος πονεμένων καί ταλαιπωρημένων ἀνθρώπων ἔφταναν ὡς τό κελί του γιά νά πάρουν τήν εὐλογία του, τίς πνευματικές του νουθεσίες καί νά παρηγορηθοῦν. Ὅμως γιά δέκα ἀκόμη χρόνια δέν εἶχε βγεῖ ἀπό τό κελί του.

Στά 1825, ἤδη 66 χρονῶν, εἶδε σέ ὅραμα τή Θεοτόκο, ἡ ὁποία τοῦ ὑπόδειξε νά ἀφιερωθεῖ ὁλοκληρωτικά στή διακονία τῶν πιστῶν, νά γίνει στάρετς, δηλαδή πνευματικός καθοδηγητής καί δάσκαλος. Χιλιάδες διψασμένες ψυχές συνέρρεαν στό ταπεινό κελί του γιά νά βροῦν γαλήνη καί σωτηρία. Ὅσοι δέ μποροῦσαν νά πᾶνε αὐτοπροσώπως ἐπικοινωνοῦσαν μέ ἐπιστολές.

Δέν ἀπόπαιρνε κανέναν, οὔτε τούς μεγάλους ἁμαρτωλούς. Ἀλλά, ὡς ἔμπειρος πνευματικός ἰατρός, εἰσχωροῦσε στά βάθη τῶν ψυχῶν καί ξετρύπωνε τίς ὀλέθριες αἰτίες πού τούς βασάνιζαν. Τούς μύρωνε μέ λάδι ἀπό τό ἀκοίμητο κανδήλι τῆς Παναγίας καί τούς εὐλογοῦσε. Μιά μυστική δύναμη τούς διαπερνοῦσε καί τούς

μεταμόρφωνε σέ εἰρηνικούς καί πράους ἀνθρώπους. Ἔφευγαν μέ τήν καρδιά τους γεμάτη ἀπό τή χάρη τοῦ Θεοῦ, πού σκορποῦσε ὁ ἅγιος Σεραφείμ, ὡς πολύτιμο δοχεῖο

της. Ἐπέστρεφαν στά σπίτια τους ἀλλαγμένοι καί ζοῦσαν πλέον μέ μετάνοια καί ἐλπίδα στό Θεό.

Εἶχε ἀξιωθεῖ ἀπό τό Θεό νά ἔχει προορατικό χάρισμα, μποροῦσε νά διαβάζει τά μυστικά τῶν ψυχῶν τῶν ἀνθρώπων καί νά τίς θεραπεύει. Μιλοῦσε στούς ἀναρίθμητους ἐπισκέπτες του σάν νά τούς γνώριζε ἀπό παλιά καί νά ἤξερε τά μυστικά τους! Ἀπαντοῦσε σέ ἐπιστολές, πού δέν τίς εἶχε ἀνοίξει καί διαβάσει! Ὁ Θεός τόν ἀξίωσε νά κάνει στό ὄνομά Του καί θαύματα. Πλῆθος ἀρρώστων βρῆκαν τή γιατρειά τους, ἐπισκεπτόμενοι τόν ἅγιο.

Ὁ ἅγιος Σεραφείμ ἦταν λουσμένος ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα καί ἐξέπεμπε τίς ἄκτιστες ἐνέργειές Του. Στούς ἐπισκέπτες του συνήθιζε νά λέει: «ὁ πραγματικός σκοπός τῆς χριστιανικῆς ζωῆς εἶναι ἡ ἀπόκτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Δίδασκε πώς ἡ παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στή ζωή μας ἐκδηλώνεται ὡς εἰρήνη. Ζοῦσε ἐπίσης ὀντολογικά τό γεγονός τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Μιλοῦσε γι’ αὐτή καί χαιρετοῦσε τούς ἐπισκέπτες τοῦ ἀποκλειστικά μέ τό «Χριστός Ἀνέστη χαρά μου»! Κάθε φορά πού κοινωνοῦσε ἔψαλλε τόν κανόνα τοῦ Πάσχα: «Ἀναστάσεως ἡμέρα...»!

Στίς 2 Ἰανουαρίου τοῦ 1833 βρέθηκε νεκρός στό κελί του, γονατισμένος τήν ὥρα πού προσευχόταν καί εἶχε τά μάτια του προσηλωμένα στήν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου. Τήν προηγούμενη ἡμέρα εἶχε ἀποχαιρετήσει τούς ἀδελφούς του καί εἶχε κοινωνήσει τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Τό 1903 ἔγινε ἡ ἁγιοκατάταξή του καί ἡ μνήμη του ὁρίστηκε στίς 2 Ἰανουαρίου, τήν ἡμέρα τῆς ὁσιακῆς κοίμησής του καί στίς 19 Ἰουλίου, τήν ἡμέρα ἀνακομιδῆς τοῦ ἱεροῦ τῶν λειψάνων, τά ὁποῖα ἐπί κομουνισμοῦ εἶχαν ἐξαφανιστεῖ. Ὅμως τό 1990 βρέθηκαν καί ἀποτελοῦν πηγή ἁγιασμοῦ τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν.

Ὁ ἅγιος Σεραφείμ ἀνήκει στούς μεγάλους μυστικούς ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ ὁποῖος, μέ τόν προσωπικό του ἀγῶνα κατέστη δοχεῖο τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ. Ἄς ἔχουμε τίς ἀέναες πρεσβεῖες του στό θρόνο της μεγαλοσύνης τοῦ Θεοῦ, τίς ἔχουμε ἀπόλυτη ἀνάγκη!



Τετάρτη, Ιανουαρίου 01, 2025

 

Μέγας Βασίλειος: Ὁ κορυφαῖος Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας μας (1 Ἰανουαρίου †)

Τοῦ Λάμπρου κ. Σκόντζου Θεολογου – Καθηγητο
Τόσο ἡ ἱστορία ὅσο ἡ Ἐκκλησία ὑπῆρξαν φειδωλὲς στὸν χαρακτηρισμὸ τοῦ «Μεγάλου». Ἐλάχιστοι ἔλαβαν τὸν τίτλο «Μέγας». Ένας ἀπὸ αὐτοὺς ὑπῆρξε ὁ κορυφαῖος ἅγιος τς Ἐκκλησίας μας Μέγας Βασίλειος, ὁ ὁποῖος ἔλαβε ἐπάξια αὐτὸν τὸν τίτλο, διότι σφράγισε μὲ τὴν προσωπικότητά του τὴν ἱστορία σὲ μιὰ ἀπὸ τὶς κρισιμότερες ἱστορικὲς φάσεις τῆς ἀνθρωπότητας.
Γεννήθηκε τὸ 330 στη Νεοκαισάρεια το Πόντου. Ὁ πατέρας του Βασίλειος ηταν ὀνομαστὸς ρήτορας τῆς περιοχῆς καὶ ἡ μητέρα του Εμμέλεια ηταν ἀπόγονος ἀριστοκρατικῆς ρωμαϊκῆς οἰκογένειας. Ἦταν ἔνθερμοι Χριστιανοί. Σπουδαῖο ρόλο... στὴ ζωὴ τοῦ ἔπαιξε ἡ γιαγιὰ του Μακρίνα, ἡ ὁποία ὑπῆρξε μαθήτρια τοῦ ἁγίου Γρηγοριου Νεοκαισαρείας. Αὐτὴ τὸν μύησε στὴν χριστιανικὴ εὐσέβεια. Στὴν οἰκογένεια ὑπῆρχαν ἄλλα ὀκτὼ παιδιά, τὰ περισσότερα εἶχαν ἀφιερωθεῖ στὴ διακονία τῆς Ἐκκλησίας (Γρηγόριος Νύσσης, ἀσκητὴς Ναυκράτιος, μοναχὴ Μακρίνα, Πέτρος ἐπίσκοπος Σεβάστειας).
        Οἱ εὐκατάστατοι γονεῖς τοὺς φρόντισαν νὰ δώσουν στὰ παιδιά τους, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν εὐσέβεια καὶ σπουδαία μόρφωση. Ὁ Βασίλειος διδάχτηκε τὰ πρῶτα γράμματα ἀπὸ τὸν πατέρα του. Στὴ συνέχεια πῆγε γιὰ σπουδὲς στην Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας καὶ ἀκολούθως στην Κωνσταντινούπολη. Τὸ 351 έφτασε στην Αθήνα για νὰ τελειοποιήσει τὶς σπουδές του στὴ γεωμετρία, τὴν ἀστρονομία, τὴν φιλοσοφία, τὴν ρητορική, τὴν ἰατρικὴ καὶ τὴν γραμματική. 

Οἱ σπουδὲς του διήρκησαν τεσσεράμισι χρόνια ὡς τὸ 355. Ἐκεῖ συνδέθηκε μὲ ἀδελφικὴ φιλία μὲ τον Γρηγόριο τὸν Ναζιανζηνὸ καὶ τον Ιουλιανό, τὸν μετέπειτα αὐτοκράτορα. Διέφερε ἀπὸ ὅλους τους ἄλλους φοιτητὲς γιὰ τὶς ἀρετές του καὶ τὴν αὐστηρὴ ἀσκητικὴ ζωή του. Λέγεται πὼς ὁ καθηγητὴς του Εύβουλος εντυπωσιαστηκε ἀπὸ αὐτὸν καὶ ἀσπάστηκε τὸν Χριστιανισμό. Μαζὶ μὲ τὸ Γρηγόριο εἶχαν ἱδρύσει στὴν κατείδωλη Ἀθήνα χριστιανικὸ φοιτητικὸ ὅμιλο καὶ εἶχαν σημαντικὴ ἱεραποστολικὴ δράση.

      Τὸ 356 ἐπέστρεψε στη Νεοκαισάρεια καὶ ἄσκησε γιὰ λίγο το ἐπικερδὲς ἐπάγγελμα τοῦ δικηγόρου καὶ τοῦ δασκάλου τῆς ρητορικῆς. Το 358, ὕστερα ἀπὸ τὸ θάνατο τοῦ ἀδελφοῦ του Ναυκράτιου καὶ τὴν παρότρυνση τῆς ἀδελφῆς του Μακρίνας, ἀφοῦ ἔλαβε τὸ Ἅγιο Βάπτισμα, ἀποφάσισε νὰ ἀκολουθήσει τὴ μοναχικὴ ζωὴ καὶ νὰ ἀφιερωθεῖ στὴν ὑπηρεσία τῆς Ἐκκλησίας. Ἀφοῦ μοίρασε τὸ μεγαλύτερο μέρος τῆς περιουσίας του στοὺς φτωχοὺς καὶ στὴν Ἐκκλησία, ξεκίνησε μεγάλη περιοδεία σὲ ὀνομαστὰ μοναστικὰ κέντρα της Μ. Ἀσίας, Συρίας, Αἰγύπτου και Μεσοποταμιας για νὰ γνωρίσει ἁγίους ἀσκητὲς καὶ νὰ μυηθεῖ στὴν ἀληθινὴ μοναχικὴ ζωή.  Το 360αποσύρθηκε μαζὶ μὲ τὸν φίλο του Γρηγόριο Ναζιανζηνό σε ἐρημητήριο στὸν Πόντο, στὶς ὄχθες το Ίρη ποταμο νὰ μονάσουν. Ἐκεῖ ἔμεινε ὡς τὸ 363 προσευχόμενος καὶ συγγράφοντας τὰ σημαντικότερα ἔργα του καὶ μαζί τους περιφημους «Κανονισμοὺς διὰ τὸν μοναχικὸν βίον», οἱ ὁποῖοι ἔγιναν ὁ ὁδηγὸς τοῦ κατοπινοῦ κοινοβιακοῦ μοναχισμοῦ.

      Ἡ φήμη τῆς ἁγιότητάς του ἔφτασε ὡς την Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας. Ὁ ἐπισκοπος Ευσέβιος τον κάλεσε καὶ τὸν χειροτόνησε πρεσβύτερο. Ὁ Βασίλειος ἐπέδειξε τεράστια ποιμαντικὴ καὶ φιλανθρωπικὴ δράση. Κατὰ τὸν φοβερὸ λιμὸ τοῦ 367-368 ἔσωσε ἀπὸ βέβαιο θάνατο ὅλους τους φτωχούς τς εὐρύτερης περιοχῆς τῆς Καισάρειας. Τὸ 370, ὅταν πέθανε ὁ Εὐσέβιος καὶ κατ’ ἐπιταγὴ τοῦ λαοῦ, ἐκλέχτηκε ἀρχιεπίσκοπος Καισαρείας. Ὡς ἐπίσκοπος πλέον ὁ Βασίλειος, ἐγκαινιάζει ἕνα κολοσσιαίων διαστάσεων ποιμαντικὸ καὶ κοινωνικὸ ἔργο. Ἀνέλαβε δράση κατὰ τῶν αἱρετικῶν ἀρειανῶν, οἱ ὁποῖοι εἶχαν τὴν ὑποστήριξη τοῦ ἀρειανόφρονα αὐτοκράτορα Ουαλη. Ἀντιμετώπισε μὲ σθένος καὶ ἀποτελεσματικότητα τὴν ἀπόπειρα το Ουάλη  καὶ τῶν ὁμοφρόνων του, νὰ ἐπιβάλουν στὴν ἐπισκοπὴ τοῦ τὸν αἱρετικὸ ἀρειανισμό. Παράλληλα καθάρισε τὴν Ἐκκλησία ἀπὸ ἀναξίους κληρικούς.

       Ἀξιοθαύμαστο καὶ πρωτόγνωρο γιὰ τὴν ἐποχὴ του ὑπῆρξε τὸ κοινωνικὸ ἔργο του. Ἵδρυσε τὴν περίφημη«Βασιλειάδα», ἕνα τεράστιο συγκρότημα εὐποιΐας, τὸ ὁποῖο περιλάμβανε νοσοκομειο, ὀρφανοτροφεῖο, πτωχοκομεῖο, ἐπαγγελματικὲς σχολές, κλπ. Μέσα σὲ αὐτὸ ἔβρισκαν καταφύγιο καὶ βοήθεια χιλιάδες ἄνθρωποι, ἀνεξάρτητα ἂν ἦταν ἢ ὄχι Χριστιανοί. Πλῆθος ἐθελοντῶν προσέφεραν τὶς ὑπηρεσίες τους καὶ ἀνάμεσά τους ὁ ἅγιος Ἐπίσκοπος Βασίλειος, ἐργαζόταν ὡς ἰατρός. 

       Τιτάνιο ὑπῆρξε ἐπίσης καὶ τὸ συγγραφικό του ἔργο. Ὑπῆρξε δεινὸς θεολόγος καὶ μέγας συγγραφέας, τοῦ ὁποίου τὸ ἔργο ἀποτελεῖ μέχρι σήμερα πρωτοπόρο. Τὰ ἔργα του διακρίνονται σὲ δογματικά, θεολογικά, ἑρμηνευτικά, ἐπιστολὲς κλπ. Ἕνα ἀπὸ τὰ γνωστότερα ἔργα του ὑπῆρξε η «Ἑρμηνεία εἰς τὴν Ἑξαήμερον», στὴν ὁποία εἶναι ἀποτυπωμένη ἡ σπάνια εὐρυμάθειά του. Γνωστὸ ἐπίσης ἔργο τοῦ εἶναι ἡ ὁμώνυμη τοὺ «Θεία Λειτουργία», ἡ ὁποία τελεῖται δέκα φορὲς τὸ χρόνο (τὶς πέντε Κυριακές τς Μ. Τεσσαρακοστῆς, τὴν παραμονὴ τῶν Χριστουγέννων, τὴν παραμονὴ τῶν Φώτων, τὴν Μ. Πέμπτη, τὸ Μ. Σάββατο καὶ τὴν 1η Ιανουαρίου). Τὰ πολυπληθῆ θεολογικὰ ἔργα τοῦ ἱεροῦ Πατρὸς ἀποτελοῦν γιὰ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν κατοπινὴ θεολογικὴ ἐπιστήμη, ἀνεκτίμητη παρακαταθήκη.

         Ἡ αὐστηρὴ ἀσκητικὴ ζωή του καὶ ἡ ἐξαντλητική του ἐργασία κλόνισαν σοβαρὰ τὴν εὔθραυστη ὑγεία του. Στις 31 Δεκεμβρίου τοῦ 379 πέθανε σὲ ἡλικία μόλις 49 ετων. Ἡ κηδεία του ἔγινε τὴν 1η Ιανουαρίου τοῦ 380, μὲ τὴ συμμετοχὴ ἀμέτρητου πλήθους Χριστιανῶν, ἐθνικῶν καὶ Ἰουδαίων, οἱ ὁποῖοι θρηνοῦσαν ἀπαρηγόρητοι γιὰ τὸν χαμὸ τοῦ μεγάλου Ἱεράρχη καὶ προστάτη τους. Ἡ μνήμη του ἑορτάζεται την 1η Ιανουαρίου.

        Ο Μ. Βασίλειος ἀνήκει στοὺς μεγάλους ἄνδρες τῆς ἱστορίας. Ἔζησε σὲ μιὰ ἐποχὴ ποὺ ὁ παλιὸς εἰδωλολατρικὸς κόσμος ἔδυε ὁριστικὰ καὶ ἕνας νέος κόσμος, ὁ χριστιανικὸς ἀνέτειλε. Αὐτός, μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους μεγάλους Πατέρες τοῦ 4ου μ. Χ. αἰώνα, ὑπῆρξε ἕνας ἀπὸ τοὺς φορεῖς αὐτοῦ το νέου κόσμου. Καὶ ἀκόμη περισσότερο: ὁ μεγάλος αὐτὸς ἄνδρας, συνέβαλε καθοριστικὰ στὴν ὁμαλὴ μετάβαση στὴν νέα πολιτισμικὴ πραγματικότητα.

Ἀξιολόγησε μὲ θαυμαστὸ τρόπο τὰ θετικὰ στοιχεῖα τοῦ ἀρχαίου κόσμου, τὰ ὁποῖα ἐνέταξε στὴ νέα πίστη καὶ στὸν νέο ἀναδυόμενο χριστιανικὸ πολιτισμό. Χρησιμοποίησε μὲ καταπληκτικὴ δεξιότητα τὴν ἀρχαιοελληνικὴ φιλοσοφικὴ σκέψη καὶ τὸν πλοῦτο τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας, μέσω τῶν ὁποίων ἐξέφρασε τὶς αἰώνιες καὶ σώζουσες ἀλήθειες τῆς Θείας Ἀποκαλύψεως. Ὑπῆρξε, τέλος, ὁ κατ’ ἐξοχὴν θεοφόρος Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, ὁ ὁποῖος κατέστησε τὴν χριστιανικὴ πίστη τρόπο ζωῆς καὶ πολιτείας καὶ τοὺς πιστοὺς ἀληθινὸ «βασίλειον ἱεράτευμα», ὅπως ψάλλουμε στὸ ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς του!           


Τρίτη, Δεκεμβρίου 31, 2024

 



«ΠΕΡΙΤΟΜΗΝ ΘΕΛΗΣΕΙ ΚΑΤΑΔΕΧΗ ΣΑΡΚΙΚΗΝ»
(Θεολογικό σχόλιο στην εορτή της Περιτομής του Κυρίου)
     Η ενανθρώπηση του Θεού Λόγου δεν είναι κάποιο αφηρημένο θεωρητικό σχήμα, ούτε κάποια μυθοπλασία κάποιου ευφάνταστου μυθογράφου, αλλά πραγματικό γεγονός, το οποίο έλαβε χώρα σε συγκεκριμένο χώρο και χρόνο (Γαλ.4,4). Η μεγάλη δεσποτική εορτή της Περιτομής του Κυρίου μας υπενθυμίζει αυτή την μεγάλη αλήθεια και τονίζει ιδιαίτερα την πραγματική ανθρώπινη φύση, την οποία εκών ενδύθηκε, για χάρη της δικής μας σωτηρίας.
    Η καθιέρωση του εορτασμού της Περιτομής του Κυρίου από την Εκκλησία, συνέτεινε αναμφίβολα η δράση κάποιων αιρετικών κύκλων της αρχαίας Εκκλησίας, οι οποίοι αρνούνταν  την πραγματική ενανθρώπηση του Θεού Λόγου και δίδασκαν την μη πραγματική ενανθρώπηση του Θεού Λόγου. Τέτοιοι υπήρξαν οι αιρετικοί δοκήτες, οι οποίοι δίδασκαν την κακοδοξία ότι δήθεν η ενανθρώπηση του Χριστού έγινε φαινομενικά, «κατά δόκησιν», όπως τόνιζαν. Αυτοί μαζί με τους μαρκιωνίτες, τους μανιχαίους και άλλους αιρετικούς, όλοι τους πρόδρομοι των αιρετικών Μονοφυσιτών του 5ου αιώνα, επιχείρησαν να νοθεύσουν την αλήθεια της Εκκλησίας μας.

    Η Εκκλησία μας μεταχειρίστηκε κάθε μέσον να προασπίσει την άπαξ αποκαλυφθείσα και παραδοθείσα αλήθεια (Ιουδ.3). Ακόμα και εορτές καθιέρωσε για να περιχαρακώσει τις ύψιστες και σωτήριες αλήθειές Της. Είναι ιστορικά βεβαιωμένο πως  οι εορτές των Χριστουγέννων, της Περιτομής και των Θεοφανείων καθιερώθηκαν από την ανάγκη του αντιαιρετικού αγώνα της Εκκλησίας μας και κατόπιν έλαβαν εορταστικό χαρακτήρα, όπως εμείς τις βιώνουμε  σήμερα.
    Η περιτομή ήταν μια πρακτική συνηθισμένη σε πολλούς λαούς της αρχαιότητας. Ο Ηρόδοτος αναφέρει πως πρώτοι που έκαναν περιτομή στα άρρενα τέκνα τους ήταν οι Αιθίοπες και οι Αιγύπτιοι, κυρίως για λόγους υγιεινής (Ηροδ.Ιστ.Β΄,104). Ιστορικά ίσως οι Εβραίοι πήραν την συνήθεια αυτή από τους Αιγυπτίους. Σύμφωνα με την Παλαιά Διαθήκη όμως την περιτομή θέσπισε ο Ίδιος ο Θεός κατά παραγγελία Του στον πιστό Αβραάμ, ως μια πράξη διαφοροποιήσεως των απογόνων του από τους άλλους λαούς, ώστε μέσω αυτών να υλοποιηθεί το σχέδιο της σωτηρίας του κόσμου. «Αύτη η διαθήκη, ην διατηρήσεις, ανά μέσον εμού και υμών και ανά μέσον του σπέρματός σου μετά σε εις τας γενεάς αυτών΄ περιτμηθήσεται υμών παν αρσενικόν, και περιτμηθήσεθε την σάρκαν της ακροβυστίας υμών, και έσται εις σημείον διαθήκης ανά μέσον εμού και υμών. Και παιδίον οκτώ ημερών περιτμηθήσεται υμίν» (Γεν.17,12).    
    Η περιτομή όλων των αρένων νηπίων γινόταν από τον πατέρες τους ή από ειδικούς στην περιτομή που ονομάζονταν mohel, την ογδόη ημέρα από τη γέννησή τους, όπως είχε διατάξει ο Θεός. Γινόταν στα σπίτια των νηπίων ή συχνότερα στις συναγωγές ενώπιον συγγενών και φίλων. Η τελετουργία της περιτομής ήταν για τους Ιουδαίους της εποχής εκείνης μεγάλης σπουδαιότητας γεγονός. Το παιδί που περιτέμνονταν θεωρούνταν πια μέλος του λαού του Θεού, τηρητής της διαθήκης, η οποία συνήφθη μεταξύ του Θεού και του Αβραάμ (Γεν,17,12). Ο περιτετμημένος ήταν υποχρεωμένος να τηρεί τις διατάξεις του Νόμου και είχε το αποκλειστικό δικαίωμα να εορτάζει το Πάσχα, σε αντίθεση με τους απερίτμητους, οι οποίοι δεν είχαν αυτό το δικαίωμα.
      Μαζί με την περιτομή γινόταν και η ονοματοδοσία. Η τελετουργία της περιτομής ήταν κάτι σαν το χριστιανικό βάπτισμα, του οποίου υπήρξε τύπος. Όπως ο περιτετμημένος γινόταν μέλος του λαού της Διαθήκης, ξεχωριστός από τους μη περιτετμημένους, έτσι και ο βαπτισμένος αναγεννιέται και γίνεται άγιος, ξεχωριστός, μέλος της Εκκλησίας του Χριστού, προορισμένος να κληρονομήσει τη βασιλεία του Θεού (Ρωμ.6,4).
         Σύμφωνα με τον ευαγγελιστή Λουκά, την ογδόη ημέρα από τη γέννηση του Κυρίου, ο Ιωσήφ και η Μαρία τήρησαν τη μωσαϊκή εντολή της περιτομής. Με λακωνικό τρόπο ο ιερός ευαγγελιστής αναφέρει πως «ότε επλήσθησαν αι ημέραι του περιτεμείν το παιδίον, και εκλήθη το όνομα αυτού Ιησούς, το κληθέν υπό του αγγέλου προ του συλληφθήναι αυτόν εν τη κοιλία» (Λουκ.2,21). Ο άγιος Εφραίμ ο Σύρος αναφέρει την πληροφορία ότι την περιτομή του Κυρίου έκαμε ο μνήστωρ Ιωσήφ. Επίσης ο άγιος Επιφάνειος Κύπρου αναφέρει πως η περιτομή έγινε στο Σπήλαιο της Γεννήσεως. Βεβαίως ο ιερός ευαγγελιστής αποσιωπά κάθε λεπτομέρεια από την τελετή αυτή, διότι προφανώς δεν έχουν να μας προσφέρει, σύμφωνα με τους Πατέρες, όφελος για τη σωτηρία μας.    
        Την Εκκλησία μας δεν ενδιέφερε αυτή καθ’ εαυτή η εκπλήρωση αυτής της νομικής διάταξης του μωσαϊκού νόμου από τον Κύριο. Την ενδιέφερε κυρίως να τονισθεί, δια της περιτομής Του, και να αποδειχθεί, η πραγματική ανθρώπινη φύση Του, την οποία αρνούνταν οι αιρετικοί. Ο θεόπνευστος ευαγγελιστής συμπεριέλαβε στο ευαγγέλιό του και το γεγονός της περιτομής για να μπορεί η Εκκλησία να αποκρούει κάθε δοκητική, μανιχαϊστική και μονοφυσιτική κακοδοξία.     
    Η μη παραδοχή της ορθοδόξου διδασκαλίας της Εκκλησίας μας, περί της αληθινούς ενανθρωπήσεως του Υιού και Λόγου του Θεού, εκθεμελιώνει κυριολεκτικά ολόκληρο το οικοδόμημα της εν Χριστώ απολυτρώσεως του ανθρωπίνου γένους. Αν δεν έγινε πραγματικά η σάρκωση του Λυτρωτή δεν έχουμε πραγματική σωτηρία, ο Χριστός δεν είναι πραγματικός σωτήρας, αλλά ένας από τους πολλούς ιδρυτές θρησκειών της ανθρωπότητας. Το πρόβλημα αυτό απασχόλησε έντονα την Εκκλησία τον 5ο αιώνα, όταν ο αρχιμανδρίτης Ευτυχής από την Κωνσταντινούπολη αρνούνταν την ανθρώπινη φύση του Χριστού. Για το λόγο αυτό συγκλήθηκε η Δ΄ εν Χαλκηδόνι Οικουμενική Σύνοδος, το 451.
    Ο Υιός και Λόγος του Θεού είναι ο φυσικός Υιός του Θεού, απόρροια της δικής Του φύσεως. Γεννήθηκε προπάντων των αιώνων από τον Πατέρα, όπως μας βεβαιώνει ξεκάθαρα η αγία Γραφή. «Υιός μου ει συ εγώ σήμερον γεγέννηκά σε» (Εβρ.1,5) είπε, δια του Ψαλμωδού ο Θεός Πατέρας, στο Θεό Υιό. Η προαιώνια βουλή του Θεού αποφάσισε να αποστείλει τον Λόγο στον κόσμο ως σωτήρα του από τη φθορά της αμαρτίας και του θανάτου. Έτσι, «ότε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου» (Γαλ.4,4), ο Λόγος, δια της Παρθένου Μαρίας, προσέλαβε την ανθρώπινη φύση και αφού την καθάρισε από τους ρίπους της αμαρτίας, την αναδημιούργησε και την επανέφερε στην προπτωτική της κατάσταση, την έκαμε δική Του φύση, χωρίς να αφήσει ούτε στιγμή τη θεία φύση Του. Ένωσε ασύγχυτα και αρμονικά τις δύο φύσεις στο θεανδρικό Του πρόσωπο. Έγινε ο Θεάνθρωπος. Η ένωση των δύο φύσεων στο πρόσωπο του Λυτρωτή σημαίνει αντικειμενική πραγμάτωση της σωτηρίας μας.          
     Η ενανθρώπηση του Λόγου όμως είναι γεγονός ασύλληπτης αυτοταπείνωσής Του.   «Εν μορφή Θεού υπάρχων … εαυτόν εκένωσε μορφήν δούλου λαβών, εν ομοιώματι ανθρώπων γενόμενος, και σχήματι ευρεθείς ως άνθρωπος εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού»
 (Φιλιπ.2,7). Εάν δεν δούμε το μυστήριο της θείας συγκαταβάσεως υπό το πρίσμα της άμετρης αγάπης του Θεού για το πλάσμα Του τον άνθρωπο, αποτελεί αυτό το μεγαλύτερο σκάνδαλο όλων των εποχών. Το αρχαιοελληνικό αξίωμα «Θεός, ανθρώποις ου μείγνηται», πολλώ δε μάλλον η ανθρωποποίηση Θεού αποτελεί ορθολογικά τη χειρότερη μωρία της ιστορίας. Όμως η αγαθότητα και φιλανθρωπία του Θεού υπερέβη όλα τα διαχωριστικά με την ανθρωπότητα. Έκαμε τη μεγάλη κίνηση και ταπείνωσε τον Υιό Του και τον έκαμε άνθρωπο, προκείμενου να σωθεί το ανθρώπινο γένος. Κατέβηκε Αυτός στα ανθρώπινα πλαίσια, μέχρι και της κατάστασης του θανάτου για να αναστήσει τον άνθρωπο από την κατάσταση της πνευματικής νεκρώσεως και να τον ανεβάσει τον άνθρωπο στα ουράνια του θρόνου Του.
    Όσο καιρό ο σαρκωμένος Λόγος βρισκόταν στη γη, ταυτόχρονα ως Θεός βρισκόταν και στον ουρανό. Βρισκόταν παντού, ως πανταχού παρών, διότι με την πρόσληψη της ανθρωπίνης φύσεως δεν αποποιήθηκε τη θεία φύση Του. Σε αυτήν Του την διπλή ιδιότητα, ως αληθινού Θεού και αληθινού ανθρώπου, έγκειται και το γεγονός του αληθινού σωτήρα. Σώζει ως αληθινός Θεός με το ότι έγινε αληθινός άνθρωπος, καθ’ ότι προσέλαβε πραγματικά την ανθρώπινη φύση και την έσωσε στο πρόσωπό Του. Κάθε παρέκκλιση από αυτή την αλήθεια αποτελεί αίρεση για την Εκκλησία μας. Ο Νεστοριανισμός είχε αρνηθεί τη θεία φύση του Χριστού και ο Μονοφυσιτισμός είχε αρνηθεί την ανθρώπινη φύση του Χριστού. Και οι δυο αυτές δογματικές παρεκτροπές καταδικάστηκαν από την Γ΄ και Δ΄ Οικουμενικές Συνόδους, ως εκτροπή από την αλήθεια και ως έχοντες σοβαρότατες σωτηριολογικές συνέπειες. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης τόνισε ιδιαίτερα πως «οι μη ομολογούντες Ιησούν Χριστόν ερχόμενον εν σαρκί΄ ούτος εστιν ο πλάνος και ο αντίχριστος» (Β΄Ιωάν.7).     
     Αξίζει να αναφέρουμε δύο αποσπάσματα από τους δογματικούς όρους των αναφερόμενων αγίων Συνόδων, για να δούμε τη θεολογική σαφήνεια της Εκκλησίας μας για το μεγάλη αυτή αλήθεια: «… Ομολογούμεν τοιγαρούν τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, τον Υιόν του Θεού τον μονογενή, Θεόν τέλειον και άνθρωπον τέλειον εκ ψυχής λογικής και σώματος … ομοούσιον τω Πατρί τον αυτόν κατά την θεότητα, και ομοούσιον ημίν κατά την ανθρωπότητα. Δύο γαρ φύσεων ένωσις γέγονεν΄ δι’ ο ένα Χριστόν, ένα υιόν, ένα κύριον ομολογούμεν» (Γ΄ Οικουμ.Σύνοδος, Έκθεσις Πίστεως των Διαλλαγών). Και «Επόμενοι τοίνυν τοις αγίοις Πατράσιν ένα και τον αυτόν ομολογούμεν Υιόν τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν συμφώνως άπαντες εκδιδάσκομεν, τέλειον τον αυτόν εν θεότητι και τέλειον τον αυτόν εν ανθρωπότητι, Θεόν αληθώς και άνθρωπον αληθώς τον αυτόν εκ ψυχής λογικής και σώματος, ομοούσιον τω Πατρί κατά την θεότητα, και ομοούσιον ημίν τον αυτόν κατά την ανθρωπότητα … ένα και τον αυτόν Χριστόν, υιόν, κύριον, μονογενή, εν δύο φύσεσιν ασυγχύτως, ατρέπτως, αδιαιρέτως, αχωρίστως γνωρίζομεν, ουδαμού της των φύσεων διαφοράς ανηρημένης δια την ένωσιν, σωζομένης δε μάλλον της ιδιότητος εκατέρας φύσεως και εις εν πρόσωπον και μιαν υπόστασιν συντρεχούσης, ουκ εις δύο πρόσωπα μεριζόμενον ή διαιρούμενον, αλλ’ ένα και τον αυτόν υιόν, μονογενή, Θεόν, Λόγον, Κύριον Ιησούν Χριστόν…» (Όρος Δ΄Οικ. Συνόδου, παρά Ι. Καρμίρη, τα Δογματικά και Συμβολικά μνημεία, Αθήναι 1952, σελ.165).

     Το γεγονός της θείας ενανθρωπήσεως πρέπει να αποτελεί για κάθε πιστό χριστιανό τη βάση της πίστεώς του. Να μην έχει την παραμικρή αμφιβολία ότι «επεσκέψατο ημάς εξ ύψους ο Σωτήρ ημών», για να μας λυτρώσει από τη δουλεία της αμαρτίας και τη φθορά του θανάτου. Σύμφωνα με την θεσπέσια υμνολογία της εορτής, «Συγκαταβαίνων ο Σωτήρ τω γένει των ανθρώπων κατεδέξατο σπαργάνων περιβολήν΄ ουκ εβδελύξατο σαρκός την περιτομήν ο οκταήμερος κατά την Μητέρα και άναρχος κατά τον Πατέρα» για την ημών σωτηρία. Αυτός έκαμε τη μεγάλη κίνηση, περιμένοντας από τον άνθρωπο να κάνει τη δική του μικρή κίνηση, να Του δώσει το χέρι του, για να τον σώσει, να τον δοξάσει και να τον κάνει υιό και κληρονόμο της ατέρμονης βασιλείας Του. Είναι ανάγκη να ξεφύγουμε από τα νοητά δεσμά του αμαρτωλού κόσμου και να ανεβάσουμε το νου μας στα ουράνια. Μόνο έτσι θα επωφεληθούμε από τις δωρεές της θείας συγκαταβάσεως. 

     

 

Ἁγία Μελάνη ἡ Ρωμαία (31 Δεκεμβρίου †)

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητοῦ
Ἡ Ρώμη, ὅσο διατηροῦσε τήν ἁγία ὀρθόδοξη πίστη, ἀνάδειξε πάμπολλους ἁγίους, ἄνδρες καί γυναῖκες, οἱ ὁποῖοι λαμπρύνουν τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Μιά ἀπό αὐτές τίς ἅγιες μορφές εἶναι καί ἡ ἁγία Μελάνη, ὁ ὁποία ἀποτελεῖ λαμπρό παράδειγμα πιστῆς χριστιανῆς καί ἁγνότητας.
Γεννήθηκε στή Ρώμη τό ἔτος 338 ἀπό γονεῖς πλουσίους καί εὐγενεῖς, τούς ὁποίους διέκρινε ἡ βαθειά πίστη τους στό Θεό. Ἡ γέννηση τῆς Μελάνιας τούς γέμισε χαρά. Ἀπό μικρή ἔδειξε ἀσυνήθιστη ὡριμότητα καί σύνεση. Οἱ εὐσεβεῖς γονεῖς της τῆς ἐνέπνευσαν τήν εὐσέβεια καί τῆς ἑδραίωσαν τήν πίστη στό Θεό.
Ὅταν ἔγινε δεκατεσσάρων ἐτῶν, ἀποφάσισαν νά τήν παντρέψουν...μέ ἕνα δεκαεπτάχρονο νέο τόν Ἀπελλιανό, γόνο εὐγενοῦς οἰκογένειας. Ἄς μήν μας ξενίζει ἡ μικρή της ἡλικία, στά χρόνια ἐκεῖνα δέν ἦταν σπάνιο νά παντρεύουν τά παιδιά τους σέ μικρή ἡλικία. Τήν πάντρεψαν, διότι προσδοκοῦσαν νά ἀποκτήσουν διάδοχο, ὁ ὁποῖος θά κληρονομοῦσε καί θά διαχειρίζονταν τήν μεγάλη περιουσία τους. Ἀλλά ἡ Μελάνη δέν ἤθελε νά παντρευτεῖ, διότι ποθοῦσε τήν μοναχική ζωή. Ὅμως, ὑπέκυψε στή θέληση τῶν γονιῶν της καί δέχτηκε το γάμο.

Μετά το γάμο της παρακάλεσε τόν σύζυγό της Ἀπελλιανό νά διατηρήσει τήν παρθενία της, νά ζήσουν μέ ἁγνότητα, σάν ἀδέλφια, χαρίζοντάς του ὅλα τά πλούτη της, ἀλλά ἐκεῖνος δέν δέχτηκε, διότι ἤθελε διάδοχο καί ἔτσι ἀπέκτησαν ἕνα χαριτωμένο κορίτσι. Παρ' ὅλα αὐτά ἡ Μελάνη ζοῦσε ἀσκητική ζωή, μέ ἀδιάλειπτη προσευχή, ἐγκράτεια νηστεία καί ἐλεημοσύνη. Μέ τό πέρασμα τοῦ χρόνου ἀποκτοῦσε ὅλο καί περισσότερες ἀρετές.
Ἡ Μελάνη ἔμεινε καί πάλι ἔγκυος καί παρ' ὅλη τήν προχωρημένη ἐγκυμοσύνη της συμμετεῖχε σέ ἀγρυπνία πρός τιμήν τοῦ ἁγίου Λαυρεντίου. Σιμά τό πρωί αἰσθάνθηκε τούς πόνους τῆς γέννας. Ὅμως τό ἀγόρι πού περίμενε ὁ Ἀπελλιανός γεννήθηκε νεκρό καί ὕστερα ἀπό καιρό ἀρρώστησε καί τό κορίτσι τους καί πέθανε. Ἀφάνταστη λύπη ἔνοιωσε τό νεαρό ζευγάρι. Τό διπλό αὐτό κτύπημα τό θεώρησαν ὡς σημάδι νά ξεκινήσουν πλέον πνευματική ζωή. Ἔτσι ἀποφάσισαν νά φύγουν ἀπό τή Ρώμη καί νά πᾶνε νά ζήσουν σέ ἕνα ἥσυχο καί ἤρεμο τόπο, μέ προσευχή καί ἐλεημοσύνη. Σκορποῦσαν ἀφειδῶς τά πλούτη τους σέ ἔργα φιλανθρωπίας.
Ὅμως ὁ μισόκαλος διάβολος, ὁ ὁποῖος μισεῖ θανάσιμα τό ἔργο τοῦ Θεοῦ, ἐνέβαλε πειρασμό στόν ἀδελφό τοῦ Ἀπελλιανοῦ, τόν Σεβῆρο, νά ἁρπάξει μέ δόλο τήν περιουσία τοῦ ἀδελφοῦ του. Ἀφοῦ ἀπήγαγε τούς δούλους τοῦ Ἀπελλιανοῦ, τούς ἀνάγκασε νά ψευδομαρτυρήσουν, βεβαιώνοντας ὅτι ἡ περιουσία τοῦ ἀδελφοῦ του ἀνῆκε σ' αὐτόν.
Τό ἱερό ζευγάρι ἀντιμετώπισε μέ ψυχραιμία καί πραότητα αὐτή τή δοκιμασία καί συνέχιζε τό πνευματικό τους ἀγῶνα. Ὅμως ἡ ἔλλειψη πόρων τους στέρησε τή δυνατότητα τῆς φιλανθρωπίας. Ὁ Θεός εἶχε ἄλλα σχέδια. Τό γεγονός αὐτό ἔφτασε ὡς τό παλάτι καί ἡ βασίλισσα Βερίνα τους κάλεσε γιά νά λύσει τό πρόβλημα. Ἡ Μελάνη παρουσιάστηκε στήν βασίλισσα μέ σεμνότητα, τήν ὁποία ἐκτίμησε ἐκείνη. Ἐξέτασε τήν ὑπόθεση καί τούς δικαίωσε, ἀποδίδοντάς τους ἕνα μεγάλο μέρος ἀπό τήν περιουσία τους. Μετά ἀπό αὐτό, ἡ Μελάνη καί ὁ Ἀπελλιανός περιόδευσαν σέ διάφορα μέρη, ὅπως τή Σικελία, τήν Ἱσπανία, τήν Βρετανία καί ἀλλοῦ, εὐεργετῶντας τούς ἐνδεεῖς.
Ἀλλά ὁ διάβολος ἑτοίμασε νέα πίκρα γι' αὐτούς. Ὅταν ἔφυγαν ἀπό τή Ρώμη, ὁ ἐκεῖ φιλάργυρος καί ἅρπαγας ἔπαρχος, τούς κατάσχεσε κι ἅρπαξε την ἐναπομείνασα περιουσία τους. Τό ἱερό ζευγάρι ἀντιμετώπισε καί πάλι μέ καρτερία καί ἀνεξικακία τή νέα δοκιμασία. Ὅμως δέν ἄργησε νά ξεσπάσει σ' αὐτόν ἡ θεία δικαιοσύνη. Δέν
πρόλαβε νά χαρεῖ τό προϊόν τῆς ἁρπαγῆς του, διότι ὁ λαός σέ κάποια στάση ἐναντίον τοῦ καί τήν εἰσβολή βαρβάρων δολοφονήθηκε!
Τώρα χωρίς χρήματα ταξίδευαν γιά τήν Καρχηδόνα τῆς Βορείου Ἀφρικῆς. Ὅμως ἀδίστακτοι πειρατές κατέλαβαν τό πλοῖο καί τό ὁδήγησαν σέ κάποιο νησί, ὅπου κρατοῦσαν ἀθώους, ζητῶντας λύτρα. Τό εὐσεβές ζευγάρι ἔδωσαν ό, τί τούς εἶχε ἀπομείνει καί ἀπελευθέρωσαν πολλούς κρατουμένους. Τελικά κατέληξαν στήν πόλη Θαγαστή, ὅπου ἐγκαταστάθηκαν καί ἔκτισαν δύο ὀνομαστά μοναστήρια, ἕνα ἀνδρικό καί ἕνα γυναικεῖο, ὅπου οἱ δυό τούς δημιούργησαν ἀντίστοιχες ἀδελφότητες, ζῶντας ἀσκητική ζωή καί προκόβοντας πνευματικά.
Ἡ Μελάνη ἀσκοῦσε τό διακόνημα τῆς ταχυγραφίας καί καλλιγραφίας, ἀντιγράφοντας πατερικά συγγράμματα. Αὐτό τή βοήθησε νά ἐντρυφήσει καί νά ἐμβαθύνει περισσότερο στήν ὀρθόδοξη διδασκαλία. Παράλληλά διάβαζε μέ πάθος τίς ἅγιες Γραφές. Ὡς συνεπής πνευματική καθοδηγήτρια δίδασκε στίς μοναχές τήν χριστιανική πίστη καί τίς καθοδηγοῦσε στόν πνευματικό ἀγῶνα τους. Ἡ ἴδια ζοῦσε ὡς ἐπίγειος ἄγγελος. Ἡ φήμη της ἔφτασε μακριά, ὡς καί τή Ρώμη, ὅπου ἡ μητέρα της πληροφορήθηκε μέ χαρά καί ἀγαλλίαση τίς πνευματικές προόδους τῆς κόρης της. Γι' αὐτό ἀποφάσισε νά πάει νά μονάσει μαζί της. Ἔτσι μητέρα καί κόρη ζοῦσαν στό κοινόβιο πιά σάν ἀδελφές.
Ὕστερα ἀπό ἑπτά χρόνια ἀποφάσισε μέ τή μητέρα της νά μεταβοῦν στά Ἱεροσόλυμα νά προσκυνήσουν τά ἅγια χώματα πού πάτησε ὁ Χριστός καί τά ἱερά σεβάσματα τῶν Ἁγίων Τόπων. Συγκλονίστηκε ὅταν προσκύνησε τόν Πανάγιο Τάφο, ὅπου τῆς ἄρεσε νά μένει ὧρες, ἡμέρες, ὁλόκληρες γονατισμένη νά προσεύχεται. Στό ὄρος τῶν Ἐλαιῶν ἔκτισε, μέ τά λιγοστά της χρήματά της  ἕνα μικρό κελί γιά τή μητέρα της.  Κατόπιν ταξίδεψε στήν Ἀλεξάνδρεια, γιά νά γνωρίσει πνευματικούς καί ἁγίους ἀνθρώπους. Μετά ἀπό λίγο καιρό ἐπέστρεψε στά Ἱεροσόλυμα καί ἔμεινε μέ τή μητέρα της στό Ὄρος τῶν Ἐλαιῶν, συναντῶντας μόνο τόν Ἀπελλιανό καί μιά ἀνηψιά της. Ἡ σχέση της μέ τόν Ἀπελλιανό ἦταν πλέον ἀδελφική, θεωροῦσε ὁ ἕνας τόν ἄλλο ὡς ἀδελφό καί ὄχι ὡς σύζυγο.
Μετά ἀπό δεκατέσσερα χρόνια κοιμήθηκε ἡ μητέρα της. Ἡ Μελάνη, μέ τήν ἄσκησή της ἔφτασε σέ μεγάλο ὕψος ἁγιότητας. Ἡ φήμη της διαδόθηκε παντοῦ καί ἔτσι ἔτρεχαν κοντά της πολλές νέες, ἄλλες εὐσεβεῖς καί ἄλλες ἀσεβεῖς νά μονάσουν ὑπό τή δική της καθοδήγηση. Ἡ ἴδια ἀρνιόταν νά δεχτεῖ τή θέση τῆς ἡγουμένης ἀπό ταπείνωση.
Μετά ἀπό καιρό κοιμήθηκε καί ὁ Ἀπελλιανός. Ἡ Μελάνη ἀποφάσισε νά κτίσει ἀνδρικό μοναστήρι στή μνήμη του. Δέν εἶχε χρήματα, ἀλλά αὐτά βρέθηκαν, τά κατέβαλε κάποιος πλούσιος ἄρχοντας τῆς περιοχῆς.
Στή Ρώμη εἶχε ἀναδειχτεί ἔπαρχος κάποιος θεῖος της, ὁ Βολοσιανός, ὁ ὁποῖος βρισκόταν γιά ὑπηρεσιακούς λόγους στήν Κωνσταντινούπολη. Κάλεσε τή Μελάνη στή Βασιλεύουσα γιά νά τή γνωρίσει μέ τήν αὐτοκράτειρα Εὐδοκία. Ἡ πρωτεύουσα συνταράσσονταν ἀπό τήν αἵρεση τοῦ Νεστορίου. Ἐκεῖ ἡ Μελάνη ἔδωσε μεγάλους ἀγῶνες γιά τήν Ὀρθοδοξία. Ἀφοῦ κόπασε ἡ αἵρεση ἀποφάσισε νά γυρίσει ξανά στούς Ἁγίους Τόπους, νά πεθάνει στήν Ἁγία Γῆ. Ἀνοικοδόμησε καί ἄλλο μοναστήρι, μέ χρήματα πού τῆς δώρισε ἡ Εὐδοκία.
Μετά ἀπό καιρό προεῖδε το θάνατό της. Ἦταν παραμονές Χριστουγέννων. Ζήτησε ἀπό τίς μοναχές νά τήν ὁδηγήσουν στή Βηθλεέμ, ὅπου προσκύνησε τόν τόπο πού γεννήθηκε ὁ Χριστός, μετέλαβε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων καί κοιμήθηκε εἰρηνικά. Ἦταν ἡμέρα Κυριακή, 31 Δεκεμβρίου. Πλῆθος κληρικῶν καί ἁπλῶν πιστῶν παρακολούθησαν τήν ἐξόδιο ἀκολουθία της, μέ ἐπικεφαλῆς τόν Ἐπίσκοπο Ἐλευρουπόλεως. Ἡ μνήμη της τιμᾶται στίς 31 Δεκεμβρίου.