Σάββατο, Δεκεμβρίου 30, 2023

 

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΚΗΦΙΣΙΑΣ ΑΜΑΡΟΥΣΙΟΥ ΩΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΜΑΡΑΘΩΝΟΣ

ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

ΝΕΑΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ - ΩΡΩΠΟΥ

 

ΑΝΘΗ ΠΑΡΑΔΕΙΣΕΝΙΑ

         ΤΕΥΧΟΣ 3                                             ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ   2023


 

Ἐπιμέλεια   π.Δ.Μ.

  

ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

ΑΓΙΟΣ ΣΠΥΡΙΔΩΝ Ο ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ

ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΤΡΙΜΥΘΟΥΝΤΟΣ ΚΥΠΡΟΥ

 


Τύπος ἑορτῆς: Ἑορτάζει στὶς 12 Δεκεμβρίου ἑκάστου ἔτους.

Πολιοῦχος: Κέρκυρα, Μεσολόγγι, Πειραιᾶς, Κίσαμος Χανίων, Ἐλαφόνησος, Βόνιτσα

Ἱερὰ Λείψανα: Τὸ Λείψανο τοῦ Ἁγίου βρίσκεται ἀδιάφθορο στὸν ὁμώνυμο Ναὸ Κερκύρας. Ἀπότμημα τοῦ Ἱεροῦ Λειψάνου τοῦ Ἁγίου βρίσκονται στὴ Λαύρα Ἁγίου Ἀλεξάνδρου Νέβσκι Ἁγίας Πετρουπόλεως καὶ στὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τῶν Ἑλλήνων Βενετίας

Ὁ Ἅγιος Σπυρίδων γεννήθηκε τὸ 270 μ.Χ. στὸ τώρα κατεχόμενο χωριὸ Ἄσσια (Ἄσκια) τῆς Κύπρου (καὶ ὄχι στὴν Τριμυθούντα - σημερινὴ Τρεμετουσιά - ὅπως γράφουν πολλοὶ) ἀπὸ οἰκογένεια βοσκῶν, ποὺ ἦταν κάπως εὔπορη. Ἂν καὶ μορφώθηκε ἀρκετὰ δὲν ἄλλαξε ἐπάγγελμα. Συνέχισε καὶ αὐτὸς νὰ εἶναι βοσκός. Σὰν χαρακτῆρας, ὁ Ἅγιος, ἦταν ἁπλός, ἀγαθός, γεμᾶτος ἀγάπη γιὰ τὸν πλησίον του. Τὶς Κυριακὲς καὶ τὶς γιορτές, συχνὰ ἔπαιρνε τοὺς βοσκοὺς καὶ τοὺς ὁδηγοῦσε στοὺς ἱεροὺς ναούς, καὶ κατόπιν τοὺς ἐξηγοῦσε τὴν εὐαγγελικὴ ἢ τὴν ἀποστολικὴ περικοπή. Ὁ Θεὸς τὸν εὐλόγησε νὰ γίνεται συχνὰ προστάτης χήρων καὶ ὀρφανῶν. Νυμφεύθηκε εὐσεβῆ σύζυγο καὶ ἀπέκτησε μιὰ κόρη, τὴν Εἰρήνη. Γρήγορα, ὅμως, ἡ σύζυγός του πέθανε. Γιὰ νὰ ἐπουλώσει τὸ τραῦμα του ὁ Σπυρίδων ἀφοσιώθηκε ἀκόμα περισσότερο στὴ διδαχὴ τοῦ θείου λόγου. Μετὰ ἀπὸ πολλὲς πιέσεις, χειροτονήθηκε ἱερέας. Καὶ πράγματι, ὑπῆρξε ἀληθινὸς ἱερέας τοῦ Εὐαγγελίου, ἔτσι ὅπως τὸν θέλει ὁ θεῖος Παῦλος: «Ἀνεπίληπτον, νηφάλιον, σώφρονα, κόσμιον, φιλόξενον, διδακτικόν, τέκνα ἔχοντα ἐν ὑποταγῇ μετὰ πάσης σεμνότητας» (Α' πρὸς Τιμόθεον γ' 2-7). Δηλαδὴ ἀκατηγόρητο, προσεκτικό, ἐγκρατῆ, σεμνό, φιλόξενο, διδακτικό, καὶ νὰ ἔχει παιδιὰ ποὺ νὰ ὑποτάσσονται μὲ κάθε σεμνότητα. Ἔτσι καὶ ὁ Σπυρίδων, τόσο σωστὸς ὑπῆρξε σὰν ἱερέας, ὥστε ὅταν χήρεψε ἡ ἐπισκοπὴ Τριμυθοῦντος στὴν Κύπρο, διὰ βοῆς λαὸς καὶ κλῆρος τὸν ἐξέλεξαν ἐπίσκοπο. Ἀπὸ τὴ θέση αὐτὴ ὁ Σπυρίδων προχώρησε τόσο  στὴν ἀρετή, ὥστε τὸν ἀξίωσε ὁ Θεὸς νὰ κάνει πολλὰ θαύματα. Νὰ σημειώσουμε ἐδῶ ὅτι ὁ Ἅγιος Σπυρίδων μὲ τὸ κῦρος τῆς ἁγίας καὶ ἠθικῆς ζωῆς του στὴν Α' Οἰκουμενικὴ σύνοδο, ποὺ ἔγινε στὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας (Μικρὰ Ἀσία) καὶ στὴν ὁποία συμμετεῖχε, κατατρόπωσε τοὺς Ἀρειανοὺς καὶ ἀναδείχτηκε ἀπὸ τοὺς λαμπροὺς ὑπερασπιστὲς τῆς Ὀρθόδοξης πίστης. Μάλιστα, ὅπως ἀναφέρει ἡ παράδοση, ἀφοῦ μίλησε γιὰ λίγο, κατόπιν ἔκανε τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ καὶ μὲ τὸ ἀριστερὸ χέρι, ποὺ κρατοῦσε ἕνα κεραμῖδι, εἰς τύπον τῆς Ἁγίας Τριάδος εἶπε: «Ἔἰς τὸ ὄνομα τὸῦ Πατρὸς» καὶ ἔκανε νὰ φανεῖ πρὸς τὰ ἐπάνω ἀπ' τὸ κεραμῖδι φωτιά, διὰ τῆς ὁποίας εἶχε ψηθεῖ αὐτό. Ὅταν δὲ εἶπε: «Καὶ τὸῦ Υἱοῦ», ἔρρευσε κάτω νερό, διὰ τοῦ ὁποίου ζυμώθηκε τὸ χῶμα τοῦ κεραμιδιοῦ. Καὶ ὅταν πρόσθεσε: «Καὶ τόῦ Ἁγίου Πνεύματος» ἔδειξε μέσα στὴ χούφτα του μόνο τὸ χῶμα ποὺ ἀπέμεινε. Ὁ Ἅγιος Σπυρίδων κοιμήθηκε στὶς 12 Δεκεμβρίου τοῦ 350 μ.Χ.

Τὰ 648 μ.χ. ἡ Κύπρος ἀντιμετώπιζε μεγάλες ἐπιδρομὲς ἀπὸ τοὺς Σαρακηνοὺς καὶ τὸ λείψανο μεταφέρθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Ἰουστινιανό. Τοποθετήθηκε στὸν Ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων μαζὶ μὲ τὸ λείψανο τῆς Αὐγούστας Θεοδῶρας (βλέπε 11 Φεβρουαρίου). Παρέμεινε στὴν βασιλίδα τῶν πόλεων μέχρις ὅτου ὁ ἱερέας Γρηγόριος Πολύευκτος λίγες μέρες πρὶν τὴν πτώση πῆρε τὰ δύο λείψανα καὶ τὰ μετέφερε μέσῳ Σερβίας, Θράκης καὶ Μακεδονίας στὴ Παραμυθιὰ τῆς Ἠπείρου. Τρία χρόνια περιπλανήθηκε ἀπὸ τόπο σὲ τόπο μέχρις ὅτου φτάσει στὴν Κέρκυρα. Ὅλο αὐτὸ τὸ διάστημα εἶχε τοποθετήσει τὰ λείψανα σὲ σακιὰ μὲ ἄχυρα καὶ ὅποιος τὸν ρωτοῦσε τοὺς ἔλεγε πὼς εἶναι τροφὴ γιὰ τὸ ὑποζύγιό του. Τὸ 1456 μ.Χ. ἔφτασε στὴν Κέρκυρα γιατί πίστευε πὼς τὰ λείψανα θὰ ἦταν ἀσφαλισμένα. Τὰ Ἑπτάνησα ἐκείνη τὴν ἐποχὴ βρίσκονταν κάτω ἀπὸ τὴν ἐξουσία τῶν Ἑνετῶν. Ὁ ἱερέας Γρηγόριος Πολύευκτος βρῆκε ἕνα συμπολίτη τοῦ πρόσφυγα τὸν ἱερέα Γεώργιο Καλοχαιρέτη καὶ τοῦ κληροδότησε τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ ὁ Γεώργιος Καλοχαιρέτης ἄφησε κληρονομιὰ στοὺς γιούς του στὸ Λουκᾶ καὶ Φίλιππο τὸ λείψανο τοῦ Ἅγιου Σπυρίδωνα Οἱ δύο ἀδελφοὶ θέλησαν νὰ μεταφέρουν τὸ λείψανο στὴν Βενετία. Ἡ ὑπόθεση μάλιστα ἐκδικάστηκε ἀπὸ τὴν Ἑνετικὴ Γερουσία. Τὸ ἀνώτατο δικαστικὸ ὄργανο τοῦ κράτους ἀποφάσισε ὅτι τὸ λείψανο ἀποτελεῖ ἰδιοκτησία τῶν ἀδελφῶν, ἄρα διατηροῦν το ἀναφαίρετο δικαίωμα νὰ τὸ μεταφέρουν ὅπου ἐκεῖνοι ἐπιθυμοῦν. Τελικὰ ὅμως ἡ μεταφορὰ δὲν πραγματοποιήθηκε διότι ὑπῆρξαν ἔντονες ἀντιδράσεις ἀπὸ τὸν Κερκυραϊκὸ λαὸ καὶ τὸ ἀνώτατο δικαστικὸ ὄργανο δὲν ἐπέμεινε καὶ ἐπικράτησε ἡ σκέψη ὅτι δὲν ἔπρεπε νὰ δημιουργοῦνται δυσαρέσκειες στοὺς λαοὺς οἱ ὁποῖοι βρίσκονται κάτω ἀπὸ τὴ Βενετικὴ σημαία. Τὸ 1512 μ.Χ. συντάχθηκε στὴν Ἄρτα δωρητήριο συμβόλαιο στὸ ὄνομα τῆς Ἀσημίνας Καλοχαιρέτη, κόρη τοῦ Φιλίππου, ἡ ὁποία παντρεύτηκε τὸν Σταμάτιο Βούλγαρη καὶ ἡ ὁποία μὲ τὴ σειρά της ἄφησε διαθήκη ποὺ χρονολογεῖται ἀπὸ τὶς 25 Νοεμβρίου 1571 μ.Χ. καὶ ὁρίζει πὼς τὸ Ἱερὸ Λείψανο τοῦ Ἁγίου παραμένει ὡς κληρονομιὰ στοὺς γιούς της καὶ στοὺς ἀπογόνους τους. Ὁ ναὸς ὁ ὁποῖος στεγάζει σήμερα τὸ σκήνωμα τοῦ σγίου, κτίστηκε στὰ 1589 μ.Χ. καὶ ἀνήκει στὸ ρυθμὸ τῆς μονόκλιτης βασιλικῆς. Τὸ ψηλὸ καὶ πυργωτὸ καμπαναριό, ὡς συμπλήρωμα τοῦ ναοῦ, κτίστηκε τὸ 1620 μ.Χ. Τὸ σημερινὸ τέμπλο τοῦ ναοῦ, κατασκευασμένο ἀπὸ μάρμαρο τῆς Πάρου, κατασκευάστηκε τὸ 1864 μ.Χ. καὶ εἶναι ἔργο τοῦ αὐστριακοῦ ἀρχιτέκτονα Μάουερς,  οἱ εἰκόνες τοῦ τέμπλου εἶναι φτιαγμένες ἀπὸ τὸν  Κερκυραῖο ζωγράφο, Σπύρο Προσαλένδη. Ἡ σημερινὴ λάρνακα φτιάχτηκε στὴ Βιέννη τὸ 1867 μ.Χ. Εἶναι ἀπὸ σκληρό, πολυτελὲς ξύλο μὲ ἐξωτερικὴ ἀσημένια ἐπένδυση. Βρίσκεται τοποθετημένη μέσα στὴν κρύπτη, ἡ ὁποία δημιουργήθηκε εἰδικὰ γιὰ νὰ δεχθεῖ τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνα, τὸ ὁποῖο ἐπισκέπτονται χιλιάδες ξένοι καὶ ντόπιοι ἐπισκέπτες. Εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ τρία ἄφθορα λείψανα στὸ Ἰόνιο, τοῦ Ἅγιου Σπυρίδωνα, τοῦ Ἅγιου Γεράσιμου καὶ τοῦ Ἁγίου Διονυσίου.

Στὴν Κέρκυρα τὸ σκήνωμα τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος λιτανεύεται τέσσερις φορὲς τὸ χρόνο. Τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων γιὰ τὴν ἀπαλλαγὴ τοῦ νησιοῦ ἀπὸ ἐπιδημία πανώλης τὸ 1629 μ.Χ. Τὸ Μεγάλο Σάββατο γιατί τὸ ἔτος 1533 μ.Χ. τὸ νησὶ ἐπλήγη ἀπὸ μεγάλη καταστροφὴ τῆς σοδιὰς τῶν σιτηρῶν. Τὴν 11η Αὐγούστου γιὰ τὴν διάσωση τοῦ νησιοῦ ἀπὸ σφοδρὴ ἐπιδρομὴ τῶν Τούρκων τὸ 1716 μ.Χ. καὶ τὴν πρώτη Κυριακὴ τοῦ μηνὸς Νοεμβρίου γιὰ δεύτερη ἐπιδημία πανώλης τὸ 1673 μ.Χ.

 Από τά Θαύματα τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνα

 Τὸ 1715 μ.Χ. ὁ καπουδὰν Χοντζὰ πασᾶς, ἀφοῦ κατέκτησε τὴν Πελοπόννησο κατὰ διαταγὴ τοῦ σουλτάνου προχωρεῖ γιὰ νὰ καταλάβει καὶ τὰ Ἑπτάνησα. Καὶ πρῶτα - πρῶτα βαδίζει πρὸς τὴν Κέρκυρα, ποὺ τόσο αὐτή, ὅσο καὶ τὰ ἄλλα νησιὰ βρισκόντουσαν κάτω ἀπὸ τὴν Ἑνετικὴ κυριαρχία. Ἕνα πρωὶ τῆς 24ης Ἰουνίου 1716 μ.Χ. ἡ τουρκικὴ στρατιὰ μὲ ἐπικεφαλής τον σκληρὸ στρατηγό της ἐπέδραμε καὶ πολιόρκησε τὴν πόλη κι ἀπ' τὴν ξηρὰ κι ἀπὸ τὴ θάλασσα. Ἐπὶ πενῆντα μέρες τὸ αἷμα χυνόταν ποτάμι κι ἀπὸ τὶς δύο μεριές. Οἱ ὑπερασπιστὲς Ἕλληνες καὶ Βενετσιάνοι ἀγωνιζόντουσαν ἀπεγνωσμένα γιὰ νὰ σώσουν τὴν πόλη. Τὰ γυναικόπαιδα, μαζεμένα στὸν ἱερὸ ναὸ τοῦ ἁγίου μαζὶ μὲ τοὺς γέρους κι ὅσους δὲν μποροῦσαν νὰ πάρουν ὅπλα προσεύχονται στὰ γόνατα καὶ μὲ στεναγμοὺς ἐκζητοὺν τοῦ προστάτη ἁγίου τὴ μεσιτεία. Σὰν πέρασαν οἱ πενῆντα μέρες οἱ ἐχθροὶ ἀποφάσισαν νὰ συγκεντρώσουν ὅλες τὶς δυνάμεις τους καὶ νὰ κτυπήσουν μὲ πιὸ πολλὴ μανία τὴν πόλη. Κερκόπορτα ζητοῦν κι ἐδῶ οἱ ἐχθροὶ γιὰ νὰ τελειώσουν μιὰ ὥρα γρηγορώτερα τὸ ἔργο τους. Ἀπ' τὴν Κερκόπορτα δὲν μπῆκαν κι οἱ προγονοί τους καὶ κατέκτησαν τὴ Βασιλεύουσα; Γι' αὐτὸ καὶ προβάλλουν δελεαστικὲς ὑποσχέσεις, γιὰ νὰ πετύχουν κάποια προδοσία. Τὸ ἑπόμενο πρωινὸ ἕνας Ἀγαρηνὸς μὲ τηλεβόα κάνει προτάσεις στοὺς μαχητὲς νὰ παραδοθοῦν, ἂν θέλουν νὰ σωθοῦν. Τὴν ἴδια ὥρα ὅμως ἀραδιάζει κι ἕνα σωρὸ ἀπειλὲς στὴν περίπτωση, ποὺ οἱ ὑπερασπιστὲς δὲν θὰ δεχόντουσαν τὴ γενναιόδωρη πρόταση του. Περνοῦν οἱ ὧρες. Ἡ ἀγωνία κι ὁ φόβος συνέχει τὶς ψυχές. Οἱ Ἀγαρηνοὶ ἑτοιμάζονται γιὰ τὸ τελειωτικὸ κτύπημα, ὅπως λένε. Μὰ κι οἱ ὑπερασπιστὲς ἐμψυχωμένοι ἀπὸ τὶς προσευχὲς τόσο τῶν ἴδιων, ὅσο καὶ τῶν ἰδικῶν τους μένουν ἀλύγιστοι κι ἀκλόνητοι στὶς θέσεις τους. Ἡ πρώτη ἐπίθεση ἀποκρούεται μὲ πολλὰ τὰ θύματα κι ἀπὸ τὶς δύο μεριές. Ἡ πόλη τῆς Κέρκυρας περνᾶ τρομερὰ δύσκολες στιγμές. Ἡ θλίψη, ὅμως, τῶν στιγμῶν ἐκείνων «ὑπομονὴν κατεργάζεται, ἡ δὲ ὑπομονὴ δοκιμήν, ἡ δὲ δοκιμὴ ἐλπίδα, ἡ δὲ ἐλπὶς οὐ καταισχύνει» (Ρώμ. ε', 3-5). Ἡ ἐλπίδα στὸν Θεὸ οὐδέποτε στ' ἀλήθεια ντροπιάζει ἢ διαψεύδει αὐτὸν ποὺ τὴν ἔχει. Κι ὁ λαὸς ἐλπίζει καὶ προσεύχεται. Προσεύχεται καὶ πιστεύει πῶς ὁ ἀκοίμητος φρουρὸς καὶ προστάτης ἅγιος του, δὲν θὰ τὸν ἐγκαταλείψει. Στὸν ἱερὸ ναὸ οἱ προσευχὲς τοῦ ἄμαχου πληθυσμοῦ συνεχίζονται θερμὲς κι ἀδιάκοπες. Ξημέρωσε ἡ 10η Αὐγούστου. Κάτι ἀσυνήθιστο γιὰ τὴν ἐποχὴ παρατηρεῖται τὴν ἥμερα αὐτὴ ἀπὸ τὸ πρωί. Ὁ οὐρανὸς εἶναι σκεπασμένος μὲ μαῦρα πυκνὰ σύννεφα. Ἀπὸ στιγμὴ σὲ στιγμὴ ἑτοιμάζεται νὰ ξεσπάσει τρομερῆ καταιγίδα. Καὶ νά! Πολὺ πρὶν ἀπὸ τὸ μεσημέρι μιὰ βροχή, καταρρακτώδης, βροχὴ κατακλυσμιαῖα ἀρχίζει νὰ πέφτει στὴ γῆ. Μοναδικὴ ἡ περίπτωση. Νύχτωσε κι ἀκόμη ἔβρεχε. Σὰν ἀποτέλεσμα τῆς κακοκαιρίας αὐτῆς καμιὰ ἐπιθετικὴ προσπάθεια δὲν ἀναλήφθηκε ἐκείνη τὴν ἥμερα. Ἡ νύχτα περνᾶ ἥσυχα. Περὶ τὰ ξημερώματα τῆς 11ης Αὐγούστου συνέβη κάτι τὸ ἐκπληκτικό, τὸ ἀναπάντεχο. Μιὰ Ἑλληνικὴ περίπολος ποὺ ἔκαμνε ἀναγνωριστικὲς ἐπιχειρήσεις, γιὰ νὰ ἐξακριβώσει ἀπὸ ποὺ οἱ ἐχθροὶ θὰ ἐπιτίθεντο, βρῆκε τὰ χαρακώματα τῶν Τούρκων γεμᾶτα νερὸ ἀπὸ τὴ βροχὴ καὶ πολλοὺς Τούρκους στρατιῶτες πνιγμένους μέσα σ' αὐτά. Νεκρικὴ σιγὴ βασίλευε παντοῦ. Στὸ μεταξὺ ξημέρωσε γιὰ καλά. Οἱ χρυσὲς ἀκτῖνες τοῦ ἥλιου πέφτουν στὴ γῆ καὶ χαιρετοῦν τὴν ἄγρυπνη πόλη. Οἱ τηλεβόες σιγοῦν. Οἱ ἐχθροὶ δὲν φαίνονται. Μήπως κοιμοῦνται; Τί νὰ συμβαίνει ἄραγε; Μὰ δὲν τὸ εἴπαμε; Ἡ ἐλπίδα στὸν Θεὸ «οὐ καταισχύνει». Δὲν ντροπιάζει ποτὲς ἐκεῖνο ποὺ τὴν ἔχει. Καὶ νά! Ὅλη τὴ νύχτα ὁ θαυματουργὸς ἐκεῖνος ὑπερασπιστὴς τῆς νήσου, ὁ ἅγιος Σπυρίδωνας τῆς Κύπρου μὲ οὐράνια στρατιὰ συνοδεία κτύπησε ἄγρια τοὺς Ἀγαρηνούς, καὶ τοὺς διέλυσε καὶ τοὺς διεσκόρπισε. Αὐτὰ ὁμολογοῦσαν οἱ ἴδιοι οἱ Ἀγαρηνοὶ τὸ πρωὶ ποὺ ἔφευγαν «χωρὶς διῶκον τός». Σωρεία τὰ πτώματα στὴν παραλία. Τὰ ἀπομεινάρια τῆς τούρκικης στρατιᾶς μαζεμένα στὰ λίγα πλοῖα ποὺ ἀπέμειναν, φεύγουνε ντροπιασμένα γιὰ τὴν Κωνσταντινούπολη. Ἀληθινά! «Τὸν ἐλπίζοντα ἐπὶ Κύριον ἔλεος κυκλώσει». Καὶ «αὐτὴ ἐστὶν ἡ νίκη ἡ νικήσασα τὸν κόσμον, ἡ πίστις ἡμῶν». (Α' Ἴωάν. ε', 4). Δηλαδὴ αὐτὴ εἶναι ἡ δύναμη ποὺ νίκησε τὸν κόσμο, ἡ πίστη μας. Ἡ Κέρκυρα πανηγυρίζει. Ὁ πιστὸς λαός, μαζεμένος στὴν ἐκκλησία τοῦ ἁγίου, δοξολογεῖ τὸν Θεὸ καὶ ψάλλει μὲ δυνατὴ φωνή: «Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ... δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διά σου... Ναί! δόξα στὸν Παντοδύναμο Χριστό, ποὺ σὲ δόξασε. Δόξα καὶ σὲ σένα ἅγιε, ποὺ μὲ τὴ χάρη Τοῦ ἐνεργεῖς τὰ τόσα θαύματα σου». Ἡ ἀνέλπιστη σωτηρία τῆς νήσου ἀπὸ τὴν ἐκστρατεία τῶν Τούρκων ἀνάγκασε κι αὐτὴ τὴν ἀριστοκρατία τῶν Ἑνετῶν, νὰ ἀναγνωρίσει ὡς ἐλευθερωτὴ τῆς Κέρκυρας τὸν ἅγιο Σπυρίδωνα. Καὶ ὡς ἐκδήλωση εὐγνωμοσύνης νὰ προσφέρει στὸν ναὸ μιὰ ἀσημένια πολύφωτη κανδήλα, καὶ νὰ ψηφίσει ὥστε τὸ λάδι ποὺ θὰ χρειαζόταν κάθε χρόνο γιὰ τὸ ἄναμμα τῆς κανδήλας αὐτῆς, νὰ προσφέρεται ἀπὸ τὸ Δημόσιο. Μὲ ψήφισμα  πάλι ἡ Ἑνετικὴ διοίκηση καθιέρωσε τὴν 11 Αὐγούστου, σὰν ἡμέρα ἑορτῆς τοῦ ἁγίου καὶ λιτανεύσεως τοῦ ἱεροῦ Σκηνώματός Του.

 Ὁ ἀρχιναύαρχος τοῦ Ἑνετικοῦ στόλου καὶ διοικητὴς τῆς νήσου Κερκύρας, Ἀνδρέας Πιζάνης, θέλοντας κατὰ ἕνα τρόπο πιὸ φανερὸ καὶ πιὸ θεαματικὸ νὰ ἐκδηλώσει τὴν εὐγνωμοσύνη του στὸν ἅγιο γιὰ τὴ σωτηρία, ἀποφάσισε νὰ στήσει στὸν ναὸ ἕνα θυσιαστήριο ἀκόμη. Ἕνα θυσιαστήριο γιὰ νὰ γίνεται ἐπάνω σ' αὐτὸ τὸ μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας κατὰ τὸ Λατινικὸ δόγμα. Τὸ θυσιαστήριο, ἀλτάριο κατὰ τοὺς Λατίνους, θὰ κτιζόταν δίπλα στὴν Ἁγία Τράπεζα τῶν Ὀρθοδόξων κι ἐκεῖ θὰ γινόταν ἀπὸ Λατῖνο ἱερέα ἡ θεία Λειτουργία. Στὴ σκέψη τοῦ αὐτὴ πολὺ ἐνισχύθηκε ὁ Ἑνετὸς διοικητὴς καὶ ἀπὸ ἕνα θεολόγο Λατῖνο σύμβουλο του, κάποιο Φραγκίσκο Φραγγιπάνη. Ὁ τελευταῖος θεώρησε τὴν εὐκαιρία μοναδικὴ γιὰ νὰ τοποθετήσει στὸ ναὸ τοῦ ἁγίου ἀλτάριο, δηλαδὴ ἁγία Τράπεζα φράγκικη καὶ νὰ τελεῖται μέσα στὸν ὀρθόδοξο ναὸ τοῦ ἁγίου ἡ θεία Λειτουργία μὲ ἄζυμα, κατὰ τὸ δικό τους τὸ δόγμα. Μετὰ τὴ γνωμοδότηση, ποὺ πῆρε ἀπὸ τὸν σύμβουλό του ὁ διοικητὴς Ἀνδρέας Πιζάνης, κάλεσε τοὺς ἱερεῖς τοῦ Ναοῦ καὶ τοὺς ἀνακοίνωσε τὸν σκοπό του καὶ ζήτησε κατὰ κάποιο τρόπο ἀπὸ αὐτοὺς καὶ τὴ συγκατάθεσή τους. Ἐκεῖνοι, ὅπως ἦτο φυσικό, ἀρνήθηκαν κι ὑπέδειξαν, πὼς αὐτὸ θὰ ἦταν μιὰ καινοτομία ἀσύγγνωστη καὶ ἐπιζήμια καὶ γι' αὐτὸ δὲν ἔπρεπε νὰ γίνει. Στὴν ἄρνηση τῶν ἱερέων νὰ συγκατατεθοῦν στὴν τοποθέτηση τοῦ ἀλταρίου, ὁ διοικητής τους ἀπείλησε κι ἀποφάσισε νὰ προχωρήσει στὴν ἐκτέλεση τοῦ σχεδίου του χωρὶς τὴν ἄδεια τους. Οἱ ἱερεῖς στὴν ἐπιμονή του κατέφυγαν μὲ δάκρυα στὸν ἅγιο τους καὶ ζήτησαν μὲ θερμὴ προσευχή, τὴ βοήθεια καὶ τὴν προστασία του. Ὁ διοικητὴς μὲ τὸ δικαίωμα ποὺ τοῦ ἔδινε ἡ ἐξουσία, προσπάθησε ἀνεμπόδιστα νὰ προχωρήσει στὴν ἐκτέλεση τῆς παράνομης ἐπιθυμίας του. Ἀλλὰ καὶ ὁ ἅγιος, γιὰ νὰ προλάβει μιὰ τέτοια ἀπαράδεκτη πράξη, παρουσιάστηκε δύο κατὰ συνέχεια νύκτες στὸν ὕπνο του μὲ τὸ ἔνδυμα ὀρθόδοξου μοναχοῦ καὶ τοῦ συνέστησε νὰ παραιτηθεῖ ἀπὸ τὴν ἀπόφαση του, διαφορετικὰ θὰ τὸ μετάνοιωνε πολὺ πικρά. Τρομαγμένος ὁ διοικητὴς κάλεσε τὸν σύμβουλο του καὶ τοῦ φανέρωσε καὶ τὶς δύο φορὲς τὴν ἀπειλὴ τοῦ ἁγίου. Ὁ θεολόγος σύμβουλος γέλασε καὶ τὶς δύο φορὲς κι ὑπέδειξε πῶς δὲν ἔπρεπε αὐτὸς ἕνας μορφωμένος ἄρχοντας νὰ βασισθεῖ στὰ ὄνειρα, ποὺ εἶναι ἔργο, ὅπως τοῦ εἶπε, τοῦ διαβόλου καὶ ποὺ σκοπὸ ἔχουν νὰ παρεμποδίσουν καὶ νὰ ματαιώσουν ἕνα καλὸ καὶ θεάρεστο ἔργο. Τὰ λόγια τοῦ συμβούλου διασκέδασαν τὸν φόβο τοῦ διοικητοῦ, ὁ ὁποῖος μάλιστα τὴν ἑπομένη ἥμερα 11 Νοεμβρίου 1718 μ.Χ. ἀκολουθούμενος ἀπὸ τὴ συνοδεία τοῦ πρωί-πρωὶ ξεκίνησε γιὰ τὴν ἐκκλησία τοῦ ἁγίου γιὰ νὰ προσκυνήσει τάχατες τὸ λείψανο καὶ νὰ ἀνάψει τὸ καντήλι του. Οὐσιαστικὰ ὅμως πῆγε ἐκεῖ γιὰ νὰ καταμετρήσει τὸ μέρος ποὺ θὰ κτιζόταν τὸ ἀλτάριο καὶ νὰ καθορίσει καὶ τὶς διαστάσεις του, μῆκος, πλάτος καὶ ὕψος. Ἐκεῖ στὸν ναὸ γιὰ μιὰ ἀκόμη φορὰ ἀγωνίστηκαν οἱ ἱερεῖς μὲ κάθε τρόπο, νὰ τὸν ἀποτρέψουν ἀπὸ τοῦ νὰ ἐκτελέσει τὸ σχέδιό του. Ἄδικα, ὅμως. Ὁ ἄρχοντας, ὄχι μόνο δὲν μεταπείσθηκε, ἀλλὰ καὶ μὲ σκληρὸ καὶ βάναυσο τρόπο τους ἀπείλησε πῶς, ἂν τοῦ ξαναμιλοῦσαν γι' αὐτὸ τὸ θέμα, θὰ τοὺς ἔστελλε φυλακὴ στὴ Βενετία. Ἔφυγε ὁ διοικητὴς μὲ τὴ συνοδεία του, μὲ τὴν ἀπόφαση τὴν ἑπομένη τὸ πρωί, δηλαδὴ στὶς 12 τοῦ Νοέμβρη, οἱ ἄνθρωποί του νὰ ἐρχόντουσαν νά. ἀρχίσουν τὸ ἔργο. Οἱ ἱερεῖς κι ἕνας ἀριθμὸς πιστῶν ἔμειναν ἐκεῖ, συνεχίζοντας μὲ δάκρυα τὶς παρακλήσεις τους μπροστὰ στὴν ἀνοικτὴ λάρνακα, ποὺ περιεῖχε τὸ σεπτὸ λείψανο. Πέρασε ἡ μέρα. Νύχτωσε. Κοντὰ στὰ μεσάνυχτα, ὅπως μᾶς διηγεῖται ὁ ὑπέροχος χρονικογράφος Ἀθανάσιος ὁ Πάριος, στὸ βιβλίο του «ΟΥΡΑΝΟΥ ΚΡΙΣΙΣ», βροντὲς καὶ κεραυνοὶ συνταράζουν τὴν πόλη. Ὁ σκοπός, ποὺ βρισκόταν στὴν εἴσοδο τοῦ φρουρίου κοντὰ στὴν πυριτιδαποθήκη βλέπει κάποιο μοναχὸ νὰ προχωρεῖ μ' ἕνα δαυλὸ ἀναμμένο στὸ χέρι καὶ νὰ μπαίνει στὸ Φρούριο. Πρόφτασε καὶ τοῦ φώναξε: «Ποιός εἶσαι; Ποῦ πάς»; Μιὰ φωνή του ἀπήντησε. «Εἶμαι ὁ Σπυρίδων». Τὴν ἴδια ὥρα τρεὶς φλόγες βγῆκαν ἀπὸ τὸ καμπαναριὸ τῆς ἐκκλησίας ἐνῶ ἕνα χέρι ἅρπαξε τὸν σκοπὸ καὶ τὸν πέταξε στὴν ἄλλη μεριὰ τοῦ κάστρου. Ὁ σκοπὸς ἔπεσε ὄρθιος χωρὶς νὰ πάθει τίποτα. Ταυτόχρονα μιὰ δυνατή, ἐκκωφαντικὴ ἔκρηξη ἀκούστηκε. Καὶ τὸ φρούριο τινάχτηκε στὸν ἀέρα μὲ ὅλα τα γύρω σπίτια. Ἡ καταστροφὴ ὑπῆρξε τρομερῆ. Χίλια περίπου πρόσωπα σκοτώθηκαν. Ὁ διοικητὴς Ἀνδρέας Πιζάνης βρέθηκε νεκρὸς μὲ τὸν τράχηλο ἀνάμεσα σὲ δύο δοκάρια. Καὶ ὁ θεολόγος σύμβουλος του, νεκρὸς ἔξω ἀπὸ τὸ τειχόκαστρο μέσα σὲ ἕνα χαντάκι, στὸ ὁποῖο ἔτρεχαν τὰ ἀκάθαρτα νερὰ τῶν ἀποχωρητηρίων τῆς πόλεως. Τὸ ἀσημένιο πολύφωτο κανδήλι, ποὺ ἔκανε δῶρο ὁ ἄρχοντας στὴν ἐκκλησία τοῦ ἁγίου, κατέπεσε μὲ ἀποτέλεσμα νὰ καταστραφεῖ ἡ βάση του. Τὸ κανδήλι κρεμάστηκε πάλι στὸ ἴδιο μέρος, ὅπου βρέθηκε πεσμένο. Ἔτσι μὲ ἀλάλητη φωνὴ μαρτυρεῖ ὡς σήμερα τὴ συμφορά, ποὺ ἔγινε. Καὶ στὴ Βενετία, ἐκεῖ μακρυὰ στὴ Βενετία, τὴν ἴδια στιγμὴ ἔπεσε κεραυνὸς στὸ μέγαρο τοῦ Ἀνδρέα Πιζάνη, τρύπησε τὸν τοῖχο κι ἔκαψε τὸ πορτραῖτο τοῦ ἄρχοντα. Τὴν εἰκόνα του. Μόνο τὴν εἰκόνα του. Ἡ τιμωρία παραδειγματική. Καὶ τὸ δίδαγμα ἀπὸ τὸ περιστατικὸ μοναδικό. Ἡ Ὀρθοδοξία δὲν μπορεῖ νὰ συγχέεται μὲ τὸν παπισμό. Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι φῶς, ἀλήθεια, ζωή. Ὁ παπισμὸς σκοτάδι, αἵρεση, πλάνη. Τὴν ἄλλη μέρα, μετὰ ἀπὸ αὐτὰ ποὺ συνέβησαν, ὁ Λατῖνος ἐπίσκοπος διέταξε νὰ σηκώσουν τὰ ὑλικά, ποὺ μετέφεραν ἀπὸ μπροστὰ στὴν ἐκκλησία καὶ νὰ ματαιώσουν τὸ ἔργο ποὺ σκέφθηκαν νὰ ἐκτελέσουν. Τὴν ἴδια μέρα ὁ λαὸς τῆς Κέρκυρας, μαζεμένος στὸν ἱερὸ ναὸ τοῦ ἁγίου ψάλλει μὲ ἀγαλλίαση καὶ χαρὰ στὸν ἀκοίμητο προστάτη τῆς νήσου: «Ὡς τῶν Ὀρθοδόξων ὑπέρμαχον, καὶ τῶν κακοδόξων ἀντίπαλον, Παμμακάριστε Σπυρίδων, εὐφημοῦμεν oι πιστοὶ καὶ ὑμνοῦμεν σέ, καὶ δυσωποῦμεν σέ, φυλάττειν τὸν λαὸν καὶ τὴν πόλιν σου, πάσης κακοδοξίας καὶ ἐπιδρομῆς βαρβάρων ἀπρόσβλητον».

 

ΠΗΓΗ: ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ


ΠΑΤΕΡΙΚΑ

 

ΔΙΔΑΧΕΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ

Περὶ τῆς θείας Εὐχαριστίας

Τὸ μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, ποὺ παρέδωσε ὁ Κύριος, εἶναι τὸ ἀνώτερο ὅλων τῶν μυστηρίων· εἶναι τὸ πιὸ ἀξιοθαύμαστο ἀπὸ τὰ θαύματα, ὅσα ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ ἐκτέλεσε· εἶναι τὸ ὑψηλότερο ἀπὸ ὅσα ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ ἐπινόησε· εἶναι δὲ καὶ τὸ πολυτιμότερο ὅλων τῶν χαρισμάτων, ὅσα ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ χάρισε στοὺς ἀνθρώπους· γι' αὐτὸ καὶ δίκαια μπορεῖ νὰ ὀνομαστεῖ καὶ νὰ θεωρηθεῖ τὸ θαῦμα τῶν θαυμάτων καὶ τὸ μυστήριο τῶν μυστηρίων.

Στὸ μυστήριο τῆς θείας μεταλήψεως κρύβεται ὄχι μόνο ἡ θεότητα ἀλλὰ καὶ ἡ ἀνθρωπότητα (τοῦ Χριστοῦ)· ἑπομένως εἶναι μυστήριο τῶν μυστηρίων· τὸ ἀπὸ κάθε ἄποψη ἀπόκρυφο· ποὺ ὑπερβαίνει ὅλους τοὺς ὅρους τῆς φυσικῆς γνώσεως. Μὲ τὸ μυστήριο αὐτὸ ὁ Θεὸς ἔδειξε σ' ἐμᾶς, ὡς δυνατός, τὸ μέγιστο κράτος τῆς θείας του παντοδυναμίας· ὡς σοφός, τὸ μέγιστο ὕψος τῆς θείας παναγαθίας.

Πῶς πρέπει νὰ προσερχόμαστε στὴ μετάληψη τῶν θείων μυστηρίων .

Τὸν τρόπο, μὲ τὸν ὁποῖο πρέπει νὰ προσερχόμαστε στὴ θεία Εὐχαριστία, μᾶς τὸν διδάσκει ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέγοντας: «Νὰ ἐξετάζει κανεὶς προσεκτικὰ τὸν ἑαυτό του, καὶ τότε νὰ τρώει ἀπὸ τὸν ἄρτο καὶ νὰ πίνει ἀπὸ τὸ ποτήριο· γιατί ὅποιος τρώει καὶ πίνει αὐτὰ μὲ τρόπο ἀνάξιο, πρὸς καταδίκη του τρώει καὶ πίνει, καθὼς δὲν ἀναγνωρίζει σὲ αὐτὰ τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου» (Α' Κόρ. 11:28-29).

Ἂς ἐξετάζει λοιπὸν καθένας τη συνείδησή του πρῶτα, γιὰ νὰ διαπιστώσει τὴν ἠθική του κατάσταση καὶ τὴ σχέση του πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὸν πλησίον του, καὶ ἂν τὶς βρεῖ σὲ θεάρεστη κατάσταση, ἂς προσέλθει νὰ κοινωνήσει· ἀλλιῶς ἂς τὸ ἀφήσει γιὰ ἄλλη φορὰ· διότι τίποτε κοινὸ δὲν ὑπάρχει ἀνάμεσα στὸ ἅγιο καὶ στὸ βδελυρό.

Ὅταν λοιπὸν πλησιάζουμε στὴ θεία Εὐχαριστία, πρέπει νὰ προσερχόμαστε μὲ κάθε εὐλάβεια, καθαροὶ ἀπὸ καθετὶ ποὺ μολύνει τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχή, γιὰ νὰ μεταλαμβάνουμε ἀξίως· διότι, ἐὰν ὁ Θεὸς διέταξε τὸν Μωυσῆ νὰ λύσει τὸ ὑπόδημα, προκειμένου νὰ πλησιάσει τόπο ἅγιο (Ἐξ. 3:3), πόσο ὀφείλεις ἐσύ, Χριστιανέ, νὰ λύσεις κάθε δεσμὸ ἁμαρτίας, γιὰ νὰ δεχτεῖς μέσα σου ὅλο τὸν Θεό; Διότι ὁ ἅγιος ἐκεῖνος ἄρτος δὲν εἶναι τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου; Καὶ τὸ ἅγιο ποτήριο δὲν εἶναι τὸ αἷμα τοῦ Κυρίου; «Τὸ ποτήριο τῆς εὐχαριστίας, μὲ τὸ ὁποῖο εὐχαριστοῦμε τὸν Θεό, δὲν εἶναι κοινωνία τοῦ αἵματος τοῦ Χριστοῦ; Ὁ ἄρτος, τὸν ὁποῖο τεμαχίζουμε, δὲν εἶναι κοινωνία τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ;» (Α' Κόρ. 10:16). Πῶς λοιπὸν θὰ πλησιάσεις μὲ βεβαρημένη συνείδηση τὸ πῦρ ποὺ καίει τοὺς ἀναξίους;

Γι' αὐτὸ λῦσε κάθε δεσμὸ ἔχθρας πρὸς τὸν πλησίον σου, ἀκύρωσε κάθε ἄδικη συναλλαγή, δῶσε πίσω τὸ ξένο, φύγε ἀπὸ τὸ κακὸ καὶ κάνε τὸ καλό, ἐπίστρεψε στὸν Κύριο καὶ πρόσελθε, γιὰ νὰ ἁγιαστεῖς ὅλος, νὰ φωτιστεῖς καὶ νὰ γίνεις ταμεῖο τῆς θείας χάριτος, γιὰ νὰ ἑνωθεὶς μὲ τὸν Χριστό, γιὰ νὰ μείνεις μέσα του καὶ αὐτὸς μέσα σου. «Ἐκεῖνος ποὺ τρώει τὴ σάρκα μου καὶ πίνει τὸ αἷμα μου μένει μέσα μου καὶ ἐγὼ μένω μέσα του» (Ἰω. 6:56).

Τὰ χαρακτηριστικὰ ἐκείνου ποὺ μεταλαμβάνει ἐπαξίως .

Ἐκεῖνος ποὺ μεταλαμβάνει ἐπαξίως ἐξέρχεται ἀπὸ τὸν ναὸ ὅλος ἀνακαινισμένος, διότι τὸ πῦρ τῆς θεότητος, τὸ ὁποῖο μὲ τὴ θεία μετάληψη ἦρθε σὲ κοινωνία μὲ τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου, κατέφλεξε τὶς ἁμαρτίες της, τὴν γέμισε μὲ θεία χάρη, ἁγίασε τὴ διάνοια, ἐνίσχυσε τὶς δυνάμεις τῆς ψυχῆς, φώτισε τὸν νοῦ, καθήλωσε τὴν καρδιὰ μὲ τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ καὶ τέλος τὴν ἀνέδειξε κατοικία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ μόνο.

Ἐκεῖνος ποὺ κοινώνησε ἐπαξίως ἔλαβε ὡς ἀρραβῶνα τὴν οὐράνια βασιλεία καὶ εἶναι ντυμένος μὲ τὴ θεία πανοπλία, ἡ ὁποία τὸν προφυλάγει ἀπὸ κάθε κακὸ καὶ ἀπὸ κάθε ἐπιβουλὴ τοῦ πονηροῦ καὶ τὸν καθιστᾶ φοβερὸ καὶ σ' αὐτοὺς τοὺς δαίμονες.

Ἡ καρδιὰ ἐκείνου ποὺ κοινώνησε ἐπαξίως γεμίζει ἀπὸ ἄφατη χαρὰ καὶ ἀνείπωτη ἀγαλλίαση· μόνο αὐτὸς αἰσθάνεται τὴν ἀλλοίωση ποὺ τοῦ συνέβη καὶ εὐφραίνεται γιὰ τὸν ἀνακαινισμό του. Ὅλες οἱ ἀρετὲς στολίζουν τὴν καρδιά του, καὶ ὁ πόθος του εἶναι ἡ ἕνωση μὲ τὸν Κύριο.

Ἡ ψυχικὴ γαλήνη, τὴν ὁποία δίνει ἡ συναίσθηση τῆς διαλλαγῆς καὶ τῆς κοινωνίας μὲ τὸν Θεό, καὶ ἡ οὐράνια εἰρήνη ποὺ βασιλεύει μέσα του, καθρεφτίζονται στὸ χαρούμενο πρόσωπο ἐκείνου ποὺ κοινώνησε ἐπαξίως.

Μετὰ τὴ θεία Εὐχαριστία .

Μετὰ τὴ θεία Εὐχαριστία ὕμνησε ἀμέσως καὶ εὐχαρίστησε τὸν Κύριο, διότι σὲ ἀξίωσε νὰ γίνεις κοινωνὸς τοῦ σώματος καὶ τοῦ αἵματός του· πέρασε τὴν ἡμέρα αὐτὴ μὲ ἔργα ἄξια πρὸς αὐτὴν καὶ ἔχε τὴν ὡς παράδειγμα καὶ γιὰ τὶς ἄλλες ἡμέρες τῆς ζωῆς σου· μὴ ἀνεχθεῖς ἀπὸ ἐδῶ καὶ πέρα νὰ λυπήσεις τὸν Ἄγγελο τὸν φύλακα τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματός σου, ἐπιστρέφοντας στὶς προηγούμενες κακίες.

Ἐλᾶτε λοιπόν, Χριστιανοὶ ἀδελφοί, ἂς ἐπωφεληθοῦμε ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, ἂς φροντίσουμε γιὰ τὴ σωτηρία μας· καὶ καθὼς ἀξιωνόμαστε τῶν ἀχράντων μυστηρίων, ἂς περνοῦμε τὸ ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς μας μὲ σωφροσύνη, δικαιοσύνη καὶ εὐσέβεια. Διότι φανερώθηκε, ὅπως λέει ὁ Παῦλος (Τίτ. 2:11-13), ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ ποὺ εἶναι σωτήρια γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, καὶ μᾶς παιδαγωγεῖ νὰ ἀρνηθοῦμε τὴν ἀσέβεια καὶ τὶς κοσμικὲς ἐπιθυμίες καὶ νὰ ζήσουμε μὲ σωφροσύνη, δικαιοσύνη καὶ εὐσέβεια σὲ αὐτὴ τὴ ζωή, περιμένοντας τὴ μακαριότητα ποὺ ἐλπίζουμε, δηλαδὴ τὴν ἐμφάνιση τῆς δόξας τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ σωτῆρα μας, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἀμήν.

 

(Ἀπὸ τὸ τεῦχος: "ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΜΕΤΑΛΗΨΕΩΣ". Ἐκδόσεις "Τὸ Περιβόλι τῆς Παναγίας", Θεσσαλονίκη, σελ. 44)

  

ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΓΟΝΕΩΝ

(ἀπόσπασμα ὁμιλίας της κ. Μαρίας Μπουρλή , ἐκπαιδευτικοῦ .

Οἱ ὁμιλίες πραγματοποιοῦνται τό πρῶτο Σάββατο κάθε μῆνα στὸ πνευματικὸ κέντρο τῆς ἐνορίας μας , 5.00 μ.μ  ).

Η ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ ΣΤΗΝ

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΖΩΗ

Ἀγαπημένο μου παιδί,

σὲ ἀγάπησα ἀπὸ τότε ποὺ ἔνιωσα τὸ σῶμα μου νὰ ἀλλάζει, ἀπὸ τότε ποὺ φτερούγισε γιὰ πρώτη φορὰ τὸ σῶμα σου μέσα στὸ σῶμα μου. Σὲ ἀγάπησα ὅταν ὁ πόνος κυρίευσε ὁλόκληρο τὸ εἶναι μου...κι ὅμως ὅλο αὐτὸ ἔγινε δύναμη γιὰ μένα. Ἀπὸ ἐκείνη τὴν ἡμέρα ἔνιωσα ὅτι εἶσαι ὅ,τι πιὸ σημαντικὸ ἔχω στὴ ζωή μου. Ἀγαπημένο μου παιδί, ἐσὺ μὲ ἔμαθες νὰ μεγαλώνω μέσα ἀπὸ τὸν καθημερινό μου κόπο καὶ νὰ ξεχνῶ ὅτι ἔχω ἀπαιτήσεις καὶ θέλω. Σὲ ἀγαπῶ γιατί μοῦ ἔμαθες νὰ ζητῶ λιγότερα, νὰ προσπαθῶ κάθε μέρα, νὰ κάνω ὑπομονή, νὰ μιλῶ μὲ σύνεση. Ἀγαπημένο μου παιδί, κάθε φορὰ ποὺ ἔκανες λάθος, ἡ πίστη μου μεγάλωνε καὶ ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ ἦταν ἔντονη στὴ ζωή μου. Χωρὶς ἐσένα δὲν θὰ μποροῦσα νὰ νιώσω τὴ δύναμη τῆς ζωῆς, τὴν ὀμορφιὰ ποὺ ἀνθίζει μέσα μου. Σὲ εὐχαριστῶ ποὺ ἦρθες στὴ ζωή μου. Σὲ εὐχαριστῶ γιὰ τὰ ὄμορφα, γιὰ τὰ δύσκολα...για ὅλα!

Ἡ μητέρα σου .

Ἡ ἀγάπη εἶναι ἕνα συναίσθημα ἔντονης στοργῆς καὶ προσωπικῆς ἀφοσίωσης. Ἡ ἀγάπη εἶναι ἀρετὴ ποὺ ἐκπροσωπεῖ τὴν ἀνθρώπινη εὐγένεια, τὴ συμπόνια, τὴ στοργή. Γιὰ ν' ἀγαπῶ σημαίνει ὅτι μπορῶ νὰ συγχωρῶ, δηλαδὴ νὰ δίνω χῶρο στὸν ἄλλο δίπλα μου. Νὰ διευρύνομαι, νὰ μεγαλώνω, νὰ ἀνοίγω τὸ διαφορετικό, τὸ δύσκολο, αὐτὸ ποὺ μὲ πληγώνει. Ἀνοίγω τὴν ἀγκαλιά μου γιὰ νὰ χωρέσω τὴν ἀδυναμία τοῦ συζύγου, τῶν παιδιῶν μου μὲ μεγαλοψυχία καὶ ἀξιοπρέπεια.

Ἀπὸ τὴ συγχώρεση στὴν ἀγάπη καὶ ἀπὸ τὴν ἀγάπη στὴ συγχώρεση μπαίνω κάθε μέρα ὅταν μοιράζομαι μέσα στὴν οἰκογένεια.

Ἡ οἰκογένεια ἀπὸ τὴ φύση της εἶναι συνεργασία μὲ διαφορετικότητα καὶ συναισθηματικὲς ἀνάγκες. Στὸ περιβάλλον της κυριαρχεῖ ὁ σεβασμὸς καὶ ἡ εὐθύνη. Τὰ παιδιά μας χρειάζεται νὰ νιώθουν ὅτι καθετὶ ποὺ κάνουμε ἔχει μέσα του ἀγάπη. Τὸ μεγάλωμά τους γίνεται πάντα μὲ κόπο, μὲ πόνο, μὲ ἀγρύπνια, μὲ κλάμα, μὲ πληγές. Συνθλίβεσαι μεγαλώνεις ὅμως πνευματικὰ μαζί τους. Ἡ ὑπομονὴ ποὺ χρειαζόμαστε εἶναι ἀγάπη. Ἡ ὁριοθέτηση εἶναι ἀγάπη.

Τὰ παιδιά μας μαθαίνουν ἀπ' τὸ λόγο μας, ἀπὸ τὸ παράδειγμά μας καὶ ἀπὸ τὰ παθήματά τους.

Ὁ λόγος μας δύσκολα τὰ πείθει, τὸ παράδειγμά μας τὰ στιγματίζει. Τὸ πάθημα τους, δηλαδὴ τὰ λάθη τους, εἶναι αὐτὰ ποὺ τοὺς χαρίζουν τὴ βαθιὰ γνώση τῆς ζωῆς. Ἐκεῖ ἡ προσευχή μας καὶ ἡ ἔγνοια μᾶς τὰ σκεπάζει.

Ἡ ἀγάπη εἶναι τὸ ὀμορφότερο χρῶμα μέσα στὸ οὐράνιο τόξο τῆς οἰκογένειας. Εἶναι ἐλπίδα, ἀστέρι φωτεινὸ στὸ δρόμο μας. Εἶναι ἡ χαρὰ στὸ πρόσωπό μας, εἶναι εὐγνωμοσύνη στὸ Θεό, εἶναι ἀπεριόριστη ταπείνωση.

Ἡ ἀληθινὴ ἀγάπη ἀντέχει πάντα στὶς δοκιμασίες, στὶς ἀναποδιές, σὲ ὅλα. Ἔχει πραότητα καὶ θυσία.

Στὸ γεροντικὸ γράφει ὅτι ταπεινὸς γονιὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ δέχεται τὰ σκουπίδια τῆς συμπεριφορᾶς τοῦ παιδιοῦ του, ὅπως ἡ γῆ. Τὰ ἐπεξεργάζεται δημιουργικά, ἀθόρυβα. Ἔτσι μένουμε σιωπηλοὶ στὸ θυμό τους, στὰ λόγια τῆς ὀργῆς, στὴν παρόρμηση τους. Μένουμε ταπεινοὶ γιατί ἡ ἀγάπη μας γιὰ αὐτὰ εἶναι ἀπέραντη. Δὲν ὑπάρχει λόγος νὰ ἀπαντᾶμε στὴν ἀγανάκτηση ποὺ ἔρχεται πάνω μας. Ἡ σιωπή μας, δηλαδὴ ἡ φλυαρία τῆς ἀγάπης μας μπορεῖ νὰ ἀπορροφήσει τὶς ἄσχημες στιγμές.

Ταπεινὸς εἶναι ὁ γονιὸς ποὺ συγχωρεῖ, ποὺ ἀγκαλιάζει, εἶναι αὐτὸς ποὺ δοξάζει τὸ Θεὸ γιὰ τὶς δυσκολίες. Αὐτὲς ποὺ γίνονται εὐκαιρίες γιὰ νὰ κερδίσουμε τὴν Οὐράνια Βασιλεία.

Σὲ λίγες μέρες θὰ γιορτάσουμε τὴ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ. Ἕνα μυστήριο ἀγάπης. Ἡ ταπείνωση τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄπειρη. Ἕνας Θεὸς ἐνδύεται τὴν ἀνθρώπινη σάρκα. Τὰ Χριστούγεννα δὲν εἶναι ἁπλὴ γιορτή, εἶναι ἡ Ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιὰ ὅλους μας. Ὁ Χριστὸς θὰ γεννηθεῖ μέσα μας ὅταν ἐμεῖς στρέψουμε τὸ πρόσωπό μας στοὺς ἄλλους δίπλα μας. Ἡ ζωή μας τότε θὰ γεμίσει νόημα. Ὅταν βροῦμε τὴν ἀγάπη γιὰ τὸν συνάνθρωπο θὰ βροῦμε καὶ τὴν Ἀγάπη γιὰ τὸ Θεό.

Ἡ ἀγάπη εἶναι Θεὸς καὶ ὁ Θεὸς εἶναι ἀγάπη΄΄, μᾶς λέγει ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης.

Τὰ παιδιά μας εἶναι ὁ ἄλλος ἄνθρωπος, ὁ σύζυγος ἢ ἡ σύζυγος εἶναι ὁ διπλανός μας, οἱ συνάνθρωποί μας στὰ καθημερινά μας βήματα εἶναι ὁ Θεὸς δίπλα μας.

Ἀναζητῶντας δυνάμεις ἀπὸ τὰ μυστήρια τῆς ἐκκλησίας μας μποροῦμε νὰ προσπαθοῦμε καθημερινά. Ὁ κόπος μας φέρνει καρποὺς καὶ ὁ ἀγῶνας μας δίνει ἀρετὲς στὴ ζωή μας.

Ἂς μᾶς ἀξιώσει ὁ θεὸς νὰ ἐργαστοῦμε στὴν οἰκογένεια μας ὅπως ἐκεῖνος θέλει:

μὲ ἀγάπη καὶ ταπείνωση.

Μαρία Χρυσάλλη-Μπουρλή

Παιδαγωγός - Ἐκπαιδευτικός

 

ΑΠΟ ΤΗ ΣΟΦΙΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ

Ἀκόμη καὶ τὴν ὥρα ποὺ βλέπεις κάποιον νὰ διαπράττει τὴν ἁμαρτία, μὴν τὸν κατακρίνεις, ἀδελφέ. Καὶ αὐτὸς εἶναι ἡ ὀμορφιὰ τοῦ Θεοῦ λαβωμένη. 

Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς


ΨΑΛΜΟΙ

«Προωρώμην τὸν Κύριον»

Ψαλμὸς 15ος

Ὁ 15ος ψαλμὸς εἶναι μιὰ θερμὴ καὶ γλυκιὰ προσευχή. Βλέπεις στὴν προσευχὴ αὐτὴ μιὰ ἐμπιστοσύνη καὶ συγχρόνως ἐλπίδα στὴν παρουσία καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Στίχος 1: Φύλαξον με, Κύριε, ὅτι ἐπὶ σοὶ ἤλπισα φύλαξε μὲ Κύριε, προστάτευσε μὲ γιατί σὲ ἐσένα ἔχω τὴν ἐλπίδα μου.

Εἶναι μιὰ γλυκιά, τρυφερὴ προσευχὴ ποὺ βγαίνει ἀπὸ τὰ χείλη τοῦ ποιητῆ, ἀλλὰ ποὺ πρέπει πάντοτε νὰ τὴν ἔχουμε στὰ χείλη μας καὶ νὰ μὴν τὴ λέμε ὅταν μόνο ἔχουμε ἀνάγκη, ἀλλὰ σὲ κάθε ὥρα καὶ στιγμή.

Στίχος 5, 6, 7: Κύριος μερὶς τῆς κληρονομίας μου καὶ τοῦ ποτηρίου μοῦ σὺ εἶ ὁ ἀπὸ καθιστῶν τὴν κληρονομίαν μου ἐμοί...

Ἡ πιὸ γλυκιὰ κληρονομιὰ ἀπὸ τοὺς πατέρες μου εἶσαι σὺ κύριε. Ὁ Δαβὶδ ἦταν ἀπὸ τὴ φυλή του Λευὶ ποὺ ἔβγαιναν οἱ ἱερεῖς. Οἱ ἱερεῖς κληρονομιὰ δὲν ἔπαιρναν, δὲν δικαιοῦντο ἀπὸ τὸ νόμο. Ὁ Δαβὶδ καυχιέται ὅτι μερίδιο γῆς δὲν ἔλαβε καὶ δὲν ἐνδιαφερόταν γιὰ μερίδιο. Ἡ κληρονομιὰ εἶσαι ἐσὺ Θεέ μου καὶ ἡ θρησκεία τῶν πατέρων μου καὶ δὲν τὴν ἀνταλλάσσω μὲ καμιὰ ὑλικὴ κληρονομιά. Ἐμένα μου ἔτυχε, συνεχίζει ὁ Δαβίδ, ἡ κρατίστη κληρονομιὰ ἡ πιὸ μεγάλη καὶ αὐτὴ ἡ κληρονομιὰ εἶναι ὁ Κύριος. Ὁ Δαβὶδ δοξάζει τὸν Θεὸ ποὺ τοῦ ἔδωσε φωτισμὸ καὶ σύνεση, νὰ διακρίνει ὅτι ἡ πιὸ μεγάλη κληρονομιὰ εἶναι ὁ Κύριος, ἡ θρησκεία τῶν πατέρων του.

Προωρώμην τὸν Κύριον ἐνώπιον μοῦ διὰ παντὸς ὅτι ἐκ δεξιῶν μου ἔστιν ἵνα μὴ σαλευθῶ.

Σὲ βλέπω κύριε πάντοτε ἐμπρός μου. Σὲ αἰσθάνομαι διαρκῶς πλάϊ μου. Τὸν βλέπει στὰ δεξιὰ τοῦ ἕτοιμος νὰ τὸν προστατεύσει, ὥστε νὰ μὴ κλονιστεῖ σὲ κάθε φόβο ἢ κίνδυνο. Ἐπειδὴ τὸν αἰσθάνομαι τὸν Κύριο, τὸν Θεὸ πλάϊ μου στὰ δεξιά μου ἕτοιμο νὰ μὲ βοηθήσει καὶ νὰ μὲ προστατεύσει, εὐφραίνεται ἡ καρδία μου, ἡ γλῶσσα, τὸ σῶμα μου καὶ νὰ πεθάνω ἔχω τὴν ἐλπίδα σὲ σένα, ὅτι σὲ τόπο ἀναπαύσεως θὰ μεταβῶ καὶ θὰ παραδοθῶ στὴν ἀγκαλιά σου καὶ δὲν θὰ ἐπιτρέψει ὁ ἀφοσιωμένος σου νὰ δεῖ διαφθορά, θὰ μὲ χορτάσεις εὐφροσύνη ὅταν δῶ τὸ πρόσωπό σου.

Προωρώμην τὸν Κύριον μοῦ διὰ παντὸς ὅτι ἐκ δεξιῶν μου ἐστὶ ἵνα μὴ σαλευθῶ.

Τί ἐκφράζει ὁ ποιητὴς μ΄αυτό τὸ στίχο; Ἐκφράζει μιὰ πεποίθηση. Κύριε σὲ βλέπω μπροστά μου. Εἶναι ἕνα δυνατὸ προσωπικό του βίωμα. Τὸν αἰσθάνομαι πλάϊ μου πάντοτε σὰν πατέρα μου, σὰ φίλο, σὰν ὁδηγὸ καὶ προστάτη. Ἐμεῖς τον αἰσθανόμαστε ἔτσι; Τὸν θεὸ τὸν νιώθουμε στὰ δεξιά μας, πλάϊ μας; Τὸν νιώθουμε πατέρα, ἀδελφό, φίλο, ἕτοιμο νὰ μᾶς προστατεύσει; Ἅμα αἰσθανόμαστε ἔτσι τὸν Θεό, ἔχουμε ἕνα αἴσθημα ἀσφάλειας, δὲν φοβόμαστε τίποτα.

Ἐδῶ προκύπτει τὸ ἐρώτημα: Τὸ χαρακτηριστικὸ σύμπτωμα τῆς ἐποχῆς μας εἶναι ἡ ἀνασφάλεια, ὁ φόβος, τὸ ἄγχος, γιατί ὁ ἄνθρωπος ἔκανε πέρα τὸν Χριστό, μέθυσε μέσα στὰ πολλὰ ἀγαθά, στὶς εὐκολίες, στὶς ἀσφάλειες, στὴν αὐτοπεποίθηση ὅτι εἶναι ἱκανὸς νὰ τὰ βγάλει πέρα χωρὶς τὸν Θεὸ καὶ στὴν πραγματικότητα αἰσθάνεται μεγάλη ἀνασφάλεια, στρές, νευρωτικὲς καταστάσεις.

Νὰ φέρουμε δύο εἰκόνες γιὰ παράδειγμα.

Ὁ ἀθλητὴς ὅταν κατεβαίνει στὸ στίβο, μαζὶ μὲ τὸν προπονητή του αἰσθάνεται μιὰ ἀσφάλεια, ὁ προπονητὴς τὸν βοηθάει, τὸν ἐμψυχώνει γιὰ τὴ νίκη. Τὸ ἴδιο εἶναι ὁ στρατιώτης νὰ πολεμάει μόνος του; Καὶ τὸ ἴδιο νὰ πολεμάει μὲ τὸν ἀξιωματικὸ τοῦ πλάϊ πλάϊ;

Ἀθλητὲς εἴμαστε καὶ ἐμεῖς καὶ ἔχουμε νὰ κάνουμε ἀγῶνα σὲ πολλὰ μέτωπα. Ποιός ἄλλος μπορεῖ νὰ μᾶς δώσει βοήθεια ἐκτὸς ἀπὸ τὸν παντοδύναμο Κύριο;

Ὅλοι τῆς πίστεως οἱ ἥρωες, οἱ μάρτυρες, οἱ ἅγιοι ποὺ βρῆκαν τὸ θάρρος; Ἀλύγιστοι μπροστὰ σὲ αὐτοκράτορες ἔφθασαν τραγουδῶντας στὸ μαρτύριο καὶ αἰσθάνονταν τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ πλάϊ τους.

Μᾶς βοηθάει ὁ ψαλμὸς αὐτός, ὅταν στὴν καθημερινή μας ζωὴ ἔρχονται διάφορα ἐμπόδια: μιὰ ἀποτυχία στὴ δουλειὰ τοῦ συζύγου μας, ἕνα παραστράτημα τοῦ παιδιοῦ μας, μιὰ σκληρὴ ἁμαρτία, μιὰ ἀδικία, μιὰ συκοφαντία. Σὲ ὅλες αὐτὲς τὶς περιπτώσεις δὲν πρέπει νὰ χάνουμε τὴν αἴσθηση τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ αἰσθανόμαστε μόνοι. Ποτὲ μὰ ποτὲ δὲν παλεύουμε μόνοι μας καὶ ἐκεῖ ποὺ πολλὲς φορὲς λυγίζουμε καὶ ἐκφράζουμε παράπονο: ὅτι δὲν μὲ ἀκοῦς Χριστέ μου καὶ χάνουμε τὸ θάρρος μας, σὲ αὐτὴ τὴν ὥρα τῆς ἀδυναμίας, ἔχουμε περισσότερο ἀνάγκη τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ.

Ὄχι στὴν ἀπελπισία, θὰ ποῦμε. Μαζὶ μὲ σένα χέρι χέρι θὰ παλέψουμε.

Ἂς ἔχουμε πίστη ἀκλόνητη. Δίπλα μας εἶναι ὁ Χριστός μας καὶ μᾶς ἀφουγκράζεται. Ἀργεῖ πολλὲς φορὲς ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ νὰ ἀπαντήσει. Χρησιμοποιεῖ τρόπους παιδαγωγικοὺς γιὰ νὰ δοκιμάσει τὴν ἀγάπη μας, τὴν πίστη μας... Πατέρας εἶναι καὶ στέλνει ὅ,τι ταιριάζει στὸν καθένα.

Προωρώμην τὸν Κύριον μοῦ ἐνώπιον μοῦ διὰ παντός.

Βλέπω μπροστά μου τὸν Κύριο στὰ εὔκολα καὶ στὰ πολὺ δύσκολα.

Ἀμήν

Α.Κ.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΜΙΚΡΟΥΣ ΜΑΣ ΦΙΛΟΥΣ

(Ἀπὸ τὰ μαθήματα τοῦ κατηχητικοῦ

τῆς ἐνορίας μας!)

«Τὸ βίωμα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ μέσα στὴν Ἐκκλησία

καὶ οἱ Ἀγγελικὲς Δυνάμεις»

 

Ὅλοι οἱ χριστιανοὶ ὀφείλουμε νὰ ἐκκλησιαζόμαστε καὶ μάλιστα τακτικά.

Ἀλλὰ γιατί στὸ ναό; Δὲν μποροῦμε νὰ λατρεύσουμε τὸν «Πανταχοῦ Παρῶν» Θεὸ καὶ ἔξω ἀπὸ τὴν ἐκκλησία; Εἶναι κάποιες ἀπὸ τὶς ἐρωτήσεις τῶν παιδιῶν.

Ἀπάντηση μᾶς δίνει ὁ ἴδιος ὁ Κύριος. Γράφει ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος: «ὁὗ γὰρ ἔἰσι δύο ἢ τρὲῖς συνηγμένοι ἔἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα, ἐκὲῖ ἔἰμι ἐν μὲσῳ ἄὐτῶν». (Μτ. κέφ. 18ο, στ. 20). Δηλαδή: ὅπου εἶναι δύο ἢ τρεῖς συγκεντρωμένοι στὸ Ὄνομὰ Μοῦ, ἐκεῖ εἶμαι καὶ Ἐγώ, ἀνάμεσά τους.

Ὁ Κύριος μπορεῖ νὰ συναντήσει τὸν καθένα μας καὶ κατὰ μόνας. Συμμετέχοντας στὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας Τοῦ ὅμως, εἶναι βεβαιωμένη ἡ σύναξή μας στὸ Ὄνομὰ Τοῦ. Μέσα στὸν χῶρο τῆς ἐκκλησίας, (ποὺ εἶναι τὸ σύνολο τῶν ἀνθρώπων μὲ κοινὸ κάλεσμα ἀπὸ τὸν Χριστὸ πρὸς σωτηρία), θὰ συναντήσουμε:

        Τὸν Κύριό μας.

        Τὴν Παναγία Μητέρα Του καὶ Μητέρα μας.

        Τοὺς Ἁγίους Ἀγγέλους καὶ τοὺς Ἁγίους.

        Τέλος, θὰ συναντήσουμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο, ὡς πρόσωπα κατ' εἰκόνα Θεοῦ.

Αὐτὸ τὸ βίωμα τῆς ἐκκλησίας (θριαμβεύουσας καὶ στρατευομένης), εἶναι τὸ ἐπὶ γῆς βίωμα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ!

Ἡ Ὀρθόδοξη Χριστιανικὴ Ἐκκλησία, εἶναι ὁ λαὸς καὶ ἡ χώρα τοῦ Θεοῦ. Μετὰ τὴν Δευτέρα Παρουσία, ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ θὰ εἶναι ἡ χώρα τῶν ζώντων, ἡ μόνιμη πατρίδα τῶν πιστῶν. Καὶ ὅπως κάθε χώρα, ἔτσι καὶ αὐτή, ἔχει τὴν δική της γλῶσσα ποὺ δὲν εἶναι ἄλλη ἀπὸ τὴν ἐν Χριστῷ θυσιαστικὴ ἀγάπη. Μέσα στὴν ἐκκλησία, στὴν ἐνορία μας, ἐξασκούμαστε γιὰ νὰ μιλήσουμε τὴν γλῶσσα τῆς ἀγάπης, γιατί σὲ αὐτή μας μιλάει καὶ μᾶς ὁ Χριστός. Ἂν δὲν ἀγωνιστοῦμε νὰ τὴν μάθουμε ἀπὸ τώρα, δὲν θὰ μποροῦμε νὰ εἴμαστε κομμάτι τῆς Βασιλείας Τοῦ. Γιατί νὰ μείνουμε ἔξω;

Ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ἐπιθυμία τοῦ Χριστοῦ νὰ γίνουμε συμμέτοχοι στὴν μακαριότητα τῆς Ἁγίας Τριάδας εἶναι ἀδιανόητη. Πρὶν νὰ φέρει στὴν ὕπαρξη τοὺς ἀνθρώπους, δημιούργησε τὶς Ἀγγελικὲς Δυνάμεις. Ἀόρατα πρὸς τὸ παρόν, ἐνεργὰ ὅμως μέλη τῆς ἐκκλησίας Τοῦ, οἱ Ἅγιοι Ἄγγελοι Τὸν δοξολογοῦν, Τὸν ὑπηρετοῦν καὶ μᾶς φροντίζουν. Εἶναι οἱ μεγάλοι μας πνευματικοὶ ἀδελφοί, θεωροῦν ὅμως τοὺς ἑαυτούς τους «σύνδουλούς» μας.

Σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση τῆς ἐκκλησίας, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ὅρισε προσωπικὸ φύλακα ἄγγελο σὲ κάθε βαπτισμένο χριστιανὸ γιὰ νὰ τὸν βοηθάει καὶ νὰ τὸν καθοδηγεῖ στὸν πνευματικό του ἀγῶνα. Ἀλλὰ ὁ Κύριος δὲν περιφρουρεῖ μόνο ἀνθρώπους.

Ἡ πρόνοιά Τοῦ γιὰ κάθε ναό, τοποθετεῖ φύλακα ἄγγελο καὶ σὲ κάθε Ἁγία Τράπεζα, γιὰ νὰ δοξολογεῖ τὸν Χριστὸ ποὺ βρίσκεται ἐπὶ τοῦ Ἁγίου Θυσιαστηρίου Του.

Ἀκόμα, ἀποστέλλει φύλακες ἀγγέλους γιὰ τὴ φροντίδα καὶ τὴν προστασία τῶν κατὰ τόπους ἐκκλησιῶν, ὅπως μᾶς ἀποκαλύπτει τὸ βιβλίο τῆς Ἀποκάλυψης. Ὁ Ἅγιος Βασίλειος καὶ ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος χαρακτηρίζουν τοὺς ἀγγέλους αὐτοὺς ὡς «ἐφόρους», δηλαδὴ ὡς ἐπόπτες καὶ ἐπιβλέποντες τῶν ἐκκλησιῶν.

Τέλος, φύλακες ἀγγέλους ἔχει ὁρίσει ὁ Χριστὸς καὶ γιὰ κάθε ἔθνος, ὅπως μᾶς πληροφορεῖ ἡ Παλαιὰ Διαθήκη. Στὸ βιβλίο τοῦ Δευτερονομίου ἀναφέρονται τὰ ἑξῆς: «ὅτε διεμέριζεν ὁ Ὕψιστος ἔθνη ... ἔστησεν ὅρια ἐθνῶν κατὰ ἀριθμὸν ἀγγέλων Θεοῦ». (Δτ. κέφ. 32ο, στ 8). Δηλαδή: ὅταν ὁ Θεὸς μοίραζε τὰ ἔθνη ... καθόρισε τὰ σύνορά τους σύμφωνα μὲ τὸν ἀριθμὸ τῶν ἀγγέλλων ποὺ θὰ τὰ διαφύλαγαν.

Πόση εὐγνωμοσύνη ὀφείλουμε στὸν Κύριο. Καὶ στοὺς Ἁγίους Ἀγγέλους Του ποὺ μᾶς δίνουν παράδειγμα ἀγάπης, γιὰ τὸν Θεό, τὸν ἄνθρωπο καὶ ὅλη τὴ δημιουργία.

Ἂς μὴν τοὺς λυποῦμε λοιπὸν καὶ ἂς μὴν τοὺς ἀπομακρύνουμε ἀπὸ κοντά μας μὲ τὴν ἀμετανοησία μας. Καὶ ἂς μᾶς ἀξιώσει ὁ Χριστὸς νὰ τοὺς ἔχουμε μάρτυρες τοῦ ἀγῶνα μας κατὰ τὴν ὥρα ποὺ θὰ φύγουμε ἀπὸ τὴν ζωὴ αὐτὴ καὶ κατὰ τὴν ὥρα τῆς Μέλλουσας Κρίσης.

 

Ἀμήν, Γένοιτο!

 

Μαρία Μπριτάκη – Κατηχήτρια .

 

 

 

ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΚΑΙ ΚΑΚΟΔΟΞΙΑ

Ἡ νηστεία τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἡ «Ἐνεργειακὴ διατροφὴ» τῆς Νέας Ἐποχῆς

(π. Σωτήριος Ο. Ἀθανασούλιας)

 

Νηστεία καί «Νηστειοθεραπεία»

Ἀπό τά πανάρχαια χρόνια εἶναι γνωστά τά εὐεργετικά ἀποτελέσματα τῆς νηστείας. Ἡ νηστεία εἶναι μιά μέθοδος διατροφῆς, πού ὠφελεῖ καί τό σῶμα καί τήν ψυχή. Οἱ γιατροί τή συνιστοῦν γιά τά εὐεργετικά της ἀποτελέσματα στήν ὑγεία τοῦ ἀνθρώπου, ἐνῶ οἱ διάφορες θρησκευτικές παραδόσεις τήν ἐπιβάλλουν μέ σκοπό τήν ἐπίτευξη κάποιων ἄλλων «πνευματικῶν» στόχων. Ἔτσι, συναντᾶμε τή νηστεία σέ ὅλες σχεδόν τίς θρησκεῖες, ἀπό ἀρχαιοτάτων χρόνων μέχρι σήμερα.

Ἀλλά καί στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔχει κεντρική θέση ἡ νηστεία. Θεωρεῖται μάλιστα «πρεσβυτέρα τοῦ νόμου», δηλαδή πρώτη ἐντολή τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ τό μόνο πού ζήτησε ὁ Θεός ἀπό τούς Πρωτοπλάστους στόν Παραδεισο ἦταν νά μήν φᾶνε ἀπό τούς καρπούς ἑνός δένδρου, δηλαδή νά κάνουν ἕνα εἶδος νηστείας. Στή διάρκεια τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους ὑπάρχουν μακρές περίοδοι νηστείας, ὅπως ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή πρίν ἀπό τό Πάσχα, ἡ νηστεία τῶν Χριστουγέννων καί ἡ νηστεία τοῦ Δεκαπενταυγούστου. Ὑπάρχουν καί μεμονωμένες ἡμέρες νηστείας, ὅπως ἡ νηστεία τῆς Τετάρτης καί τῆς Παρασκευῆς καθ’ ὅλο τό ἔτος, ἡ 5η Ἰανουαρίου, ἡ 29 Αὐγούστου καί ἡ 14η Σεπτεμβρίου. Ὁμως, στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση ἡ νηστεία ἔχει ἕνα συγκεκριμένο νόημα καί περιεχόμενο, πού δέν ταυτίζεται μέ τόν νόημα πού ἔχει ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία καί σέ ἄλλες θρησκευτικές παραδόσεις. Ἡ νηστεία τῆς Ἐκκλησίας δέν γίνεται οὔτε γιά τήν ὑγεία τοῦ σώματος (ἄν καί περιέχει κι αὐτό τόν σκοπό), οὔτε γιά διάφορους ἄλλους σκοπούς, ἀλλά γιά τήν κάθαρση τῶν παθῶν, γιά τήν ἀντιμετώπιση τοῦ διαβόλου καί γιά τήν ἕνωση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό, ὅπως θά δοῦμε στή συνέχεια.

Σήμερα τό αὐθεντικό νόημα τῆς νηστείας κινδυνεύει νά ἀλλοιωθεῖ σοβαρά ἀπό τό φρόνημα τῆς Νέας Ἐποχῆς [1]. Νέα Ἐποχή (New Age). Πρόκειται γιά ἀποκρυφιστικό κίνημα μέ θρησκευτικά στοιχεῖα ἀπό τίς ἀνατολικές θρησκεῖες (Ἰνδουϊσμό καί Βουδισμό), πού δρᾶ στόν σύγχρονο κόσμο μέ ἑκατοντάδες ὁμάδες, ὀργανώσεις καί μεμονωμένους ὁπαδούς. Τό κίνημα αὐτό προσπαθεῖ νά διαφθείρει, νά διαστρέψει (ἤ μᾶλλον νά ἀντιστρέψει) καί νά ὑποκαταστήσει τόν Χριστιανισμό στό σύνολό του. Στή διαδικασία αὐτή μιμεῖται διάφορα στοιχεῖα τῆς χριστιανικῆς πίστης καί ζωῆς καί τά ἀλλοιώνει, χωρίς αὐτό νά γίνεται εὔκολα ἀντιληπτό. Ἔτσι, ὅσοι μυοῦνται στό φρόνημα τῆς Νέας Ἐποχῆς, ἀπομακρύνονται σιγά – σιγά ἀπό τήν Ὀρθόδοξη πίστη καί ζωή, μέ τραγικές συνέπειες γιά τήν πνευματική, ἀλλά καί γιά τή σωματική τους ὑγεία. Ὅπως προαναφέραμε, ἕνα ἀπό τά στοιχεῖα τοῦ Χριστιανισμοῦ, πού ἀντιστρέφονται, εἶναι ἡ νηστεία. Διάφορες «ἐναλλακτικές μέθοδοι θεραπείας» τῆς Νέας Ἐποχῆς χρησιμοποιοῦν συχνά τόν ὅρο «Νηστειοθεραπεία» καί ἰσχυρίζονται ὅτι ἐννοοῦν μ’ αὐτόν μιά μέθοδο, πού ταυτίζεται μέ τή νηστεία τῆς Ἐκκλησίας. Μάλιστα, πολλές φορές χρησιμοποιοῦν καί χωρία ἀπό τήν Ἁγία Γραφή ἤ πατερικά κείμενα γιά νά στηρίξουν τίς ἀπόψεις τους. Αὐτό μᾶς ἐπιβάλλει νά δοῦμε τίς διαφορές ἀνάμεσα στή νηστεία, πού προβάλλουν οἱ διάφορες ὀργανώσεις καί «ἐναλλακτικές θεραπεῖες» τῆς Νέας Ἐποχῆς, καί στή νηστεία, πού διδάσκει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας.

 

Ἡ «Ἐνεργειακή διατροφή» τῆς Νέας Ἐποχῆς

Ἄν ρωτήσουμε κάποιον ὁπαδό τῶν λεγομένων «ἐναλλακτικῶν μεθόδων θεραπείας [2]», «τί εἶναι ἡ νηστεία;», θά μᾶς πεῖ ὅτι εἶναι μιά θεραπευτική μέθοδος, μέ ἐντυπωσιακά ἀποτελέσματα. Ἕνα πρόγραμμα νηστειοθεραπείας ἀρχίζει, συνήθως μέ πλήρη ἀποχή ἀπό κάθε τροφή, ἀκόμη καί ἀπό νερό, γιά ἕνα τριήμερο, τό ὁποῖο μπορεῖ νά ἐπεκτείνεται ἀνάλογα μέ τίς ὁδηγίες τοῦ ἑκάστοτε θεραπευτῆ. Περιλαμβάνει, ἐπίσης, τήν ἀπαγόρευση κάποιων τροφῶν διά βίου, ἐνῶ στά πλαίσια τοῦ οἰκολογικοῦ προσωπείου τῆς Νέας Ἐποχῆς ἐπιβάλλεται πολλές φορές ἡ χορτοφαγία. Οἱ ὁπαδοί τῶν θεραπευτικῶν αὐτῶν μεθόδων καυχῶνται ὅτι «σ’ ὅλη τήν Εὐρώπη καί τίς Η.Π.Α. ὑπάρχουν δεκάδες “Φάρμες Ὑγείας” καί Κλινικές ὅπου ἐφαρμόζονται θεραπείες μέσω της νηστείας» (http://humanisticecology.blogspot.com/2010/08/blog-post_17.html), ἐνῶ σέ κείμενο «Φιλοσοφικοῦ Κέντρου», πού προβάλλει τέτοιες μεθόδους, διαβάζουμε: «Ἀπό τά πανάρχαια χρόνια ἦταν γνωστό πώς ἡ νηστεία θεραπεύει τίς ἀρρώστιες, στεγνώνει τά περισσεύματα τῶν χυμῶν τοῦ σώματος, διώχνει τά “κακά πνεύματα”, ἀπομακρύνει τίς ἀρνητικές σκέψεις, ἀνοίγει τήν ψυχή πρός τό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ πού βρίσκεται μέσα της, καθαρίζει τήν καρδιά, ἁγιάζει τό σῶμα σάν ναό ἑνότητας πνεύματος καί ψυχῆς καί ὁδηγεῖ τελικά τόν ἄνθρωπο στήν ἐξεύρεση τοῦ Θείου Θρόνου μέσα του» (http://www.amen.gr/index.php?mod=news&op=article&aid=5042). Πῶς, ὅμως, θεραπεύει ἡ νηστεία; Σέ ἄλλο κείμενο, ἀπό τόν ἴδιο χῶρο, διαβάζουμε ὅτι ἡ θεραπευτική διάσταση τῆς νηστείας ἔγκειται στό ὅτι ὁ ὀργανισμός μας, «ἄν ἀφεθεῖ ἀνενόχλητος ν’ ἀναλάβει “δράση” κατά τῆς ἀσθένειας, ἔχει τήν δύναμη νά αὐτοθεραπευτεῖ, μέσῳ τῆς διαδικασίας τοῦ “αὐτοκαθαρισμοῦ”» (αὐτόθι).

Φαίνεται σαφῶς ὅτι στά παραπάνω κείμενα ἡ νηστεία ἔχει μιά ἄλλη διάσταση, «πνευματική», ριζικά ἀντίθετη ἀπ’ ὅ,τι στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση. Κατά τούς ὁπαδούς αὐτῆς τῆς τάσης, ἡ νηστεία δέν θεραπεύει λόγῳ τῶν φυσικῶν ἰδιοτήτων τῶν τροφῶν, ὅπως θά ἔλεγε ἕνας γιατρός τῆς κλασικῆς – ἐπιστημονικῆς ἰατρικῆς, οὔτε θεραπεύει μόνο τό σῶμα. Ἀντίθετα, ἔχει «πνευματικές» λειτουργίες, δηλ. διώχνει τά «κακά πνεύματα», ἀπομακρύνει ἀρνητικές σκέψεις, «ἁγιάζει» τό σῶμα (δέν τό θεραπεύει ἁπλῶς), ὁδηγεῖ στήν ἀνακάλυψη τοῦ «Θείου Θρόνου» πού βρίσκεται μέσα μας!

Ἄς μή μᾶς παρασύρει ἡ ὁρολογία τῶν κειμένων, πού μοιάζει ἀρκετά μέ τήν Ὀρθόδοξη χριστιανική. Ἡ ὁρολογία αὐτή εἶναι χαρακτηριστική τῶν ὁμάδων τῆς Νέας Ἐποχῆς καί δέν ἔχει καμμία σχέση μέ τήν Ὀρθόδοξη χριστιανική ὁρολογία. Ὁ «θεός», στόν ὁποῖο ἀναφέρεται, δέν εἶναι ὁ προσωπικός καί Τριαδικός Θεός τῆς χριστιανικῆς πίστης, ὁ Πατήρ, ὁ Υἱός καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, ἀλλά ὁ «θεός» τῆς Νέας Ἐποχῆς. Ὁ «θεός» αὐτός εἶναι μιά ἀπρόσωπη οὐσία ἤ ἐνέργεια, πού διαχέεται στό σύμπαν καί εἰσρρέει μέσα σέ ὅλα τά πράγματα. Ἡ διαταραχή τῆς ροῆς αὐτῆς τῆς θεϊκῆς οὐσίας ἤ ἐνέργειας στόν ἄνθρωπο προκαλεῖ, δῆθεν, τίς ἀσθένειες. Ἡ νηστεία καί, γενικά, ἡ διατροφή, ἔχει σκοπό ἀκριβῶς νά ἀποκαταστήσει τή διαταραχή τῆς ροῆς αὐτῆς τῆς συμπαντικῆς ἐνέργειας. «Ἐνεργειακή διατροφή» εἶναι ἡ διατροφή πού ἐξασφαλίζει ἤ διατηρεῖ σέ ἀρμονία τή ροή τῆς θεϊκῆς ἐνέργειας στόν ἄνθρωπο. Κάθε ἀνθρώπινη ὕπαρξη εἶναι ἐκδήλωση αὐτῆς τῆς μίας καί μόνης ἐνέργειας. Ἡ ἀληθινή μας φύση εἶναι αὐτή ἡ ἐνέργεια, σύμφωνα μέ τούς ὁπαδούς τῆς Νέας Ἐποχῆς.

Στά πλαίσια αὐτά, ἡ νηστεία ἔχει σκοπό νά ὠθήσει τόν ὀργανισμό νά ἀναλάβει μόνος του δράση ἐναντίον τῆς ἀσθένειας. Σέ κείμενα πού προβάλλουν τίς τεχνικές τῆς «Νηστειοθεραπείας» καί τῆς «Ἐνεργειακῆς διατροφῆς» γίνεται λόγος γιά «αὐτοθεραπεία» καί «αὐτοκαθαρισμό» τοῦ ὀργανισμοῦ. Αὐτή ἀκριβῶς εἶναι ἡ λειτουργία τῆς νηστείας στό «πνευματικά» πλαίσια τῆς Νέας Ἐποχῆς: Εἶναι μιά μέθοδος αὐτοθεραπείας τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἄνθρωπος καλεῖται νά στρέψει τήν προσοχή του πρός τόν «ἑαυτό» του καί ὁ ἀπώτερος σκοπός τῆς νηστείας εἶναι ὁ «ἑαυτός» μας. Στρεφόμενος πρός τόν ἑαυτό του, ὁ ἄνθρωπος ἀνακαλύπτει τόν «θεό» πού βρίσκεται μέσα του, δηλ. ἀνακαλύπτει ὅτι εἶναι «θεός», ἀνακαλύπτει τήν ἀληθινή φύση του, πού εἶναι «θεϊκή»! Πρόκειται σαφῶς γιά μιά προοπτική αὐτοθέωσης τοῦ ἀνθρώπου, μέσα ἀπό μιά διατροφική τεχνική, πού ἀντιστρέφει πλήρως τή χριστιανική διδασκαλία γιά τή σχέση Θεοῦ καί ἀνθρώπου καί γενικά τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἄνθρωπος δέν χρειάζεται πλέον τόν Θεό γιά νά σωθεῖ ἤ νά θεραπευτεῖ. Ὅπως κάποτε ὁ Ἑωσφόρος, ἰσχυρίζεται ὅτι ὁ «θεός» βρίσκεται μέσα του καί ὅτι εἶναι «θεός» ὁ ἴδιος. Ὁ Χριστός δέν εἶναι ὁ «ἰατρός τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων ἡμῶν», ἀλλά κάθε ἄνθρωπος εἶναι ὁ ἴδιος καί μόνος του γιατρός καί θεραπευτής τοῦ ἑαυτοῦ του. Βέβαια, οἱ ὁμάδες τῆς Νέας Ἐποχῆς δέν μᾶς ἔχουν ἐξηγήσει γιατί, ἀφοῦ κατέχουν τίς μεθόδους «αὐτοθεραπείας» καί «αὐτοθέωσης», οἱ ἄνθρωποι συνεχίζουν ἀκόμη νά ἀσθενοῦν καί νά πεθαίνουν!. Ἄλλωστε, γιά τή Νέα Ἐποχή ὁ Χριστός ἦταν μόνο ἕνας «μεγάλος δάσκαλος» (δηλ. ἕνας ἁπλός ἄνθρωπος), τήν κατάσταση τοῦ ὁποίου μπορεῖ νά φτάσει ὁ καθένας ἀπό μᾶς, ἀλλά καί νά τήν ξεπεράσει!

Νά γιατί ἡ νηστεία τῆς Νέας Ἐποχῆς δέν κάνει λόγο γιά κάθαρση ἀπό τήν ἁμαρτία καί τά πάθη, ἀλλά μόνο γιά «κακά πνεύματα» καί «ἀρνητικές σκέψεις». Πίσω ἀπό μιά τυπικά χριστιανική ὁρολογία κρύβεται ἡ πλήρης ἀντιστροφή τῆς χριστιανικῆς πίστης.

Ὀρθόδοξη θεώρηση τῆς νηστείας [3]

Εἶναι φανερό, ὅτι τό πνευματικό περιεχόμενο τῆς νηστείας στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση εἶναι ἐντελῶς διαφορετικό ἀπ’ ὅ,τι στίς ὁμάδες καί στίς «ἐναλλακτικές μεθόδους θεραπείας» τῆς Νέας Ἐποχῆς. Βέβαια, κανείς δέν ἀμφισβητεῖ τά εὐεργετικά ἀποτελέσματα τῆς νηστείας στήν ὑγεία καί στή θεραπεία τοῦ σώματος. Ἄν κάποιος ἀρρωστήσει, τό πρῶτο πού θά τοῦ ἐπιβάλλει ὁ γιατρός εἶναι, συνήθως, ἕνα πρόγραμμα ὑγιεινῆς διατροφῆς, ἐνῶ, ὅποιος τηρεῖ τίς νηστεῖες τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως εἶναι γνωστό, διατηρεῖ τόν ὀργανισμό του σέ κατάσταση πολύ καλύτερη ἀπ’ ὅ,τι κάποιος ἄλλος πού δέν νηστεύει. Ὅμως, δέν εἶναι αὐτός ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο νηστεύουμε. Στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση ἡ νηστεία δέν εἶναι μιά «θεραπευτική μέθοδος» γιά τό σῶμα, ἀλλά μιά μέθοδος πού συμβάλλει γενικότερα στήν πνευματική καλλιέργεια τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ νηστεία τῆς Ἐκκλησίας δέν ἀπευθύνεται στούς ἀσθενεῖς, ἀλλά μᾶλλον στούς ὑγιεῖς. Μάλιστα, σέ περιπτώσεις ἀσθενῶν ἐνδέχεται νά βλάπτει, ἀντί νά ὠφελεῖ, καί τότε προσαρμόζεται (δηλ. ἐλαττώνεται ἤ καί καταργεῖται), ὥστε νά μήν βλάπτει τήν ὑγεία.

Οὔτε στρέφεται ἡ νηστεία ἐναντίον τοῦ σώματος, πού εἶναι, δῆθεν, κακό ἤ ἁμαρτωλό, ὅπως δέχονται ἄλλες αἱρέσεις, ἀλλά στρέφεται ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας καί τῶν παθῶν, πού κατοικοῦν καί στό σῶμα καί στήν ψυχή. Τό σῶμα, ὡς δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, εἶναι «καλόν λίαν» (Γεν. 1,31) καί «ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» (Α’ Κορ. 6,19), ὅπως ἀναφέρει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Τό σῶμα γίνεται, συνήθως, κατοικητήριο τῶν παθῶν καί τῆς ἁμαρτίας, ὅπως ἀκριβῶς συμβαίνει καί μέ τήν ψυχή. Στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση δέν ὑπάρχουν μόνο «σωματικά» («σαρκικά»), ἀλλά καί «ψυχικά» πάθη καί ἁμαρτήματα. Κατά τούς Πατέρες, ἡ νηστεία «δέν εἶναι σωματοκτόνος, ἀλλά παθοκτόνος» (βλ. Ἀββᾶ Ποιμένος, Ἀποφθέγματα, Φιλοκαλία, τ. 1, ἔκδ. ΕΠΕ, σ. 608). Ὅταν ἡ νηστεία στρέφεται ἐναντίον τοῦ σώματος, ἀποτελεῖ ἁμαρτία καί πλάνη.

Ἐπίσης, δέν ὑπάρχουν τροφές μιαρές, ἀπό τίς ὁποῖες πρέπει νά ἀπέχει ὁ ἄνθρωπος. Ὁ ἀπ. Παῦλος λέει, ὅτι στούς ἔσχατους καιρούς θά ἐμφανιστοῦν «ψευδολόγοι», πού θά μᾶς ἀναγκάζουν νά ἀπέχουμε ἀπό κάποιες τροφές: «Τό δέ πνεῦμα ρητῶς λέγει ὅτι ἐν ὑστέροις καιροῖς ἀποστήσονται τινές τῆς πίστεως, προσέχοντες πνεύμασιν πλάνοις καί διδασκαλίαις δαιμονίων, ἐν ὑποκρίσει ψευδολόγων, κεκαυτηριασμένων τήν ἰδίαν συνείδησιν, κωλυόντων γαμεῖν, ἀπέχεσθαι βρωμάτων ἅ ὁ θεός ἔκτισεν εἰς μετάληψιν μετά εὐχαριστίας τοῖς πιστοῖς καί ἐπεγνωκόσιν τήν ἀλήθειαν» (Α’ Τιμ. 4, 1-3). Ἡ νηστεία τῆς Ἐκκλησίας εἶναι μόνο προσωρινή ἀποχή. Ἡ διά βίου ἀποχή ἀπό κάποιες τροφές, ἐπειδή εἶναι, δῆθεν, μιαρές ἤ ἁμαρτωλές, εἶναι ἀποτέλεσμα πλάνης καί «διδασκαλία δαιμονίων», κατά τόν ἀπ. Παῦλο!

Στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέν ὑπάρχει αὐτόνομη νηστεία, χωρίς κάποιο σκοπό ἤ νόημα. Ἡ νηστεία τῆς Ἐκκλησίας δέν εἶναι αὐτοσκοπός, ἀλλά μέσο γιά τήν ἐπίτευξη κάποιου ἄλλου σκοποῦ, δηλ. τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ νηστεία δέν εἶναι ἡ ἴδια ἀρετή, ἀλλά μέσο γιά τήν ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν. Νηστεία αὐτονομημένη, χωρίς σκοπό καί νόημα, χωρίς ἀναφορά στήν ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν κάνει καί ὁ ἴδιος ὁ διάβολος. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἐπισημαίνουν ὅτι καί οἱ δαίμονες νηστεύουν, μάλιστα δέν τρῶνε ποτέ, ἀλλά ἡ νηστεία τους δέν τούς ὁδηγεῖ στήν ταπείνωση, στή μετάνοια καί στή σωτηρία. Ὑπάρχει, λοιπόν, ὁ κίνδυνος νά γίνεται ἡ νηστεία μας ἐγωκεντρική καί ἀνθρωποκεντρική, ἀποκομμένη ἀπό τήν ὅλη πνευματική ζωή τοῦ πιστοῦ μέσα στήν Ἐκκλησία. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, σχολιάζοντας τό χωρίο τοῦ Ἡσαΐα «οὐαί οἱ μεθύοντες ἄνευ οἴνου» (28,1), ἀναφέρει ὅτι μπορεῖ κάποιος νά νηστεύει γιά τόν ἑαυτό του καί ὄχι γιά τόν Θεό καί νά μεθᾶ ἀπό τή συσσώρευση μέσα του τῶν παθῶν· τῆς κενοδοξίας, τῆς φιλαυτίας, τῆς ἡδονῆς, τῆς ὀργῆς, τοῦ μίσους, τῆς μνησικακίας, τῆς πίστης στόν ἑαυτό του, τῆς ἀνθρωπαρέσκειας. Αὐτή, λέει, εἶναι ἡ φοβερότερη μέθη. Εἶναι φυσικό, ὅτι μιά τέτοια νηστεία, ἀποκομμένη ἀπό τήν πνευματική ζωή, «πρός τούς πονηρούς ἀγγέλους μᾶλλον τήν συγγένειαν ἔχει». Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ἐπισημαίνει μέ ἔμφαση ὅτι ἡ νηστεία τότε μόνο ἔχει ἀξία καί εἶναι ὄντως ἐκκλησιαστική, ὅταν γίνεται κατενώπιον τοῦ Θεοῦ, δηλαδή, ὅταν δέν ἔχει ἀνθρωποκεντρικό χαρακτῆρα, ἀλλά Χριστοκεντρικό, γιατί «οὔτε νηστεία, οὔτε ψαλμωδία, οὔτε προσευχή σώζειν ἡμᾶς καθ’ ἑαυτά δύναται, ἀλλά τό κατενώπιον ἐκτελέσθαι ταῦτα τοῦ Θεοῦ» (http://www.amen.gr/index.php?mod=news& op=article&aid=5042).

Ποιά εἶναι, ὅμως τά ἰδιαίτερα ὀφέλη τῆς νηστείας, καί γιατί ἡ νηστεία εἶναι ἀπολύτως ἀπαραίτητη γιά κάθε πιστό Χριστιανό; Κατά τήν Ἁγία Γραφή καί τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἡ νηστεία:

α) Καθαρίζει τήν ψυχή καί τό σῶμα ἀπό τά πάθη καί τά ἁμαρτήματα. Ὅπως προαναφέραμε, εἶναι «παθοκτόνος» καί «φάρμακον παθῶν καθαρτήριον» (Σ. Κούτσα, Ἡ νηστεία τῆς Ἐκκλησίας, ἔκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας, Ἀθήνα 1991, σ. 29). Τά μεγαλύτερα πάθη εἶναι ἡ φιλαυτία, ἡ φιληδονία, ἡ φιλοδοξία, ἡ φιλαργυρία καί ὅλα, ὅσα προέρχονται ἐξ αὐτῶν. Τά πάθη εἶναι ἀσθένειες τῆς ψυχῆς, κατά τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, καί μέ αὐτή τήν ἔννοια ἡ νηστεία εἶναι μιά μέθοδος θεραπείας τῆς ψυχῆς.

β) Ἐπίσης, ἀπαλλάσσει τόν νοῦ μας ἀπό τούς ρυπαρούς (αἰσχρούς), τούς πονηρούς καί τούς μάταιους λογισμούς. Ἡ νηστεία «πολλήν ἐν τοῖς λογισμοῖς ποιεῖται τήν γαλήνην», κι ἔτσι ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά προσεύχεται μέ καθαρότητα: «νοῦς νηστευτοῦ προσεύχεται νηφόντως» καί «ὁ νοῦς ἐγκρατοῦς ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὁ δέ τοῦ γαστριμάργου κατοικητήριον κοράκων» (αὐτόθι).

γ) Ἡ νηστεία συμβάλλει καθοριστικά στήν ἀπόκτηση τῶν χριστιανικῶν ἀρετῶν. Εἶναι «ἀγαθῶν πρόξενος» καί «θεμέλιος ἀρετῆς». Οἱ Πατέρες τήν ὀνομάζουν, ἐπίσης, «μητέρα σωφροσύνης» καί «ὑπερασπισμόν πάσης ἀρετῆς» (αὐτόθι, σ. 30).

δ) Ἀκόμη, ἡ νηστεία εἶναι ἕνα πανίσχυρο ὅπλο κατά τοῦ διαβόλου, ὅταν μάλιστα συνδυάζεται μέ μιά ἄλλη πνευματική μέθοδο, τήν προσευχή. Εἶναι γνωστό τό χαρακτηριστικό περιστατικό τοῦ διαλόγου τοῦ Κυρίου μέ τούς Μαθητές Του, ὅταν αὐτοί δέν μπόρεσαν νά θεραπεύσουν ἕναν δαιμονιζόμενο νέο. Ὁ Κύριος ἐπεσήμανε ὅτι δέν μπόρεσαν νά τόν θεραπεύσουν, γιατί τό «γένος» τῶν δαιμόνων «οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μή ἐν προσευχῇ καί νηστείᾳ» (Ματθ. 17,21). Τό ἴδιο ἀκριβῶς συμβαίνει καί στήν προσωπική ζωή καθενός. Οἱ ἀγωνιζόμενοι πιστοί, μέ ὅπλο τή νηστεία, ἀντιμάχονται τόν διάβολο καί ἀποκρούουν τίς ἐπιθέσεις τῶν πονηρῶν πνευμάτων. «Νηστεία ὅπλον ἐστι πρός τήν τῶν δαιμόνων στρατιάν», διδάσκουν οἱ Πατέρες, καί «μέγα προπύργιον ἡ νηστεία τοῖς ἀγωνιζομένοις τῷ δαίμονι» (αὐτόθι, σ. 29,30).

ε) Τέλος, ἡ νηστεία συμβάλλει οὐσιαστικά στήν ἐπίτευξη τοῦ τελικοῦ προορισμοῦ τοῦ ἀνθρώπου, πού εἶναι ἡ ἁγιότητα καί ἡ θέωση. Θέωση εἶναι ἡ κοινωνία μέ τόν Θεό, μέσῳ τῶν ἀκτίστων θείων Ἐνεργειῶν Του. Πάμπολλα εἶναι τά παραδείγματα τῶν θεοφόρων Ἁγίων, πού ἔφτασαν σ’ αὐτή τήν κατάσταση, χρησιμοποιώντας σωστά μεταξύ ἄλλων τή μέθοδο τῆς νηστείας. Ἄς ἀναφέρουμε μόνο δύο χαρακτηριστικές περιπτώσεις ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη, αὐτές τῶν Προφητῶν Μωϋσῆ καί Ἠλία, ὅπως τίς ἑρμηνεύουν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. «Τεσσαράκοντα ἡμερῶν νηστείαν ἐπιδειξάμενος ὁ μέγας Μωσῆς, τῆς νομοθεσίας τάς πλάκας λαβεῖν ἠδυνήθη», ἀναφέρει ὁ ἱερός Χρυσόστομος γιά τόν πρῶτο, ἐνῶ ὁ Μέγας Βασίλειος ἀναφέρει γιά τόν δεύτερο ἀπό τούς μεγάλους αὐτούς Προφῆτες: «Αὕτη (ἡ νηστεία) θεατήν ἐποίησεν τοῦ μεγάλου θεάματος τόν Ἠλίαν. Τεσσαράκοντα γάρ ἡμέρας νηστείᾳ τήν ψυχήν ἀποκαθάρας, οὕτως ἐν τῷ σπηλαίῳ τῷ ἐν Χωρήβ ἰδεῖν κατηξιώθη, ὡς δυνατόν ἐστιν ἰδεῖν ἀνθρώπῳ, τόν Κύριον» (αὐτόθι, σ. 31).

Συνοψίζοντας ὅσα προαναφέραμε γιά τό Ὀρθόδοξο περιεχόμενο τῆς νηστείας, ἔχουμε νά παρατηρήσουμε ὅτι ὑπάρχει «ἀληθής» καί «ψευδής» νηστεία. «Ἀληθής» νηστεία εἶναι ἐκείνη πού γίνεται «κατενώπιον τοῦ Θεοῦ», ἐνῶ «ψευδής» εἶναι ἐκείνη πού γίνεται γιά τόν ἑαυτό μας. Ἐπίσης, «ἀληθής νηστεία» εἶναι «ἡ τῶν κακῶν ἀλλοτρίωσις, ἐγκράτεια γλώσσης, θυμοῦ ἀποχή, ἐπιθυμιῶν χωρισμός, καταλαλιᾶς, ψεύδους καί ἐπιορκίας· ἡ τούτων ἔνδεια, νηστεία ἐστίν, ἀληθής καί εὐπρόσδεκτος» (ὕμνος ἀπό τό Τριώδιο).

(Κείμενο ἀπό τό ἔντυπο «Ὀρθοδοξία καί αἵρεσις» τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μαντινείας καί Κυνουρίας, τεῦχ. 78, Ἰαν. – Μαρτ. 2012)

 

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

1.     Αγιολόγιο Ὀρθοδοξίας . Ἁγιος Σπυρίδων ὁ Θαυματουργός . σελ.3

2.      Πατερικά . Διδαχὲς Ἁγίου Νεκταρίου . Περὶ τῆς Θείας Εὐχαριστίας . σελ.13.

3.      Συμβουλευτική Γονέων . Ἡ ταπείνωση τῆς Ἀγάπης στὴν οἰκογενειακὴ ζωή. σελ.17

4.      Ψαλμοί  «Προωρώμην τὸν Κύριον». σελ. 20

5.      Το βίωμα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ μὲς στὴν Ἐκκλησία καὶ οἱ Ἀγγελικὲς Δυνάμεις . σελ. 23

6.      ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΚΑΙ ΚΑΚΟΔΟΞΙΑ .Ἡ νηστεία τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἡ Ἐνεργειακὴ Διατροφὴ τῆς Νέας Ἐποχῆς .

σελ. 26

 


ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

ΝΕΑΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ  ΩΡΩΠΟΥ

Δεν υπάρχουν σχόλια: