Ὁ Οἰκουμενισμός
Ἀρχιμανδρίτουυ
ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΑΨΑΝΗ,
Καθηγουμένου
τῆς Ἱερᾶς Κοινοβιακῆς Μονῆς
Ὁσίου Γρηγορίου
"Ὁ
παπισμός ἀποτελεῖ μεγάλην ἀπειλήν διά την ἐν Χριστῷ ἐλευθερίαν τοῦ ἀνθρώπου"
Ὁ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ, δηλαδή ἡ κίνησις διά τήν ἕνωσιν τῶν
"ἐκκλησιῶν", ὅπως διεξάγεται σήμερον, φαίνεται ὅτι ἔχει οὐμανιστικόν
– ἀνθρωποκεντρικόν χαρακτῆρα καί ὄχι θεολογικόν καί πνευματικόν. Παραμερίζει
τήν Πίστιν (δόγμα) καί τήν Παράδοσιν τῆς Ἐκκλησίας καί ἀποβλέπει περισσότερον εἰς
πρακτικούς σκοπούς. Βλέπει τήν Ἐκκλησίαν κυρίως ὡς ἀνθρώπινον ἵδρυμα, τό ὁποῖον
ἡνωμένον θά δυνηθῇ νά ἀντιμετωπίση καλλίτερον τούς ἐχθρούς του.
Δι’ αὐτό δέν λαμβάνονται σοβαρῶς ὑπ’ ὄψιν αἱ βασικαί
διαφοραί περί τήν πίστιν καί τό πνεῦμα τῶν "ἐκκλησιῶν", οὔτε ἡ ἱστορία
καί ἡ συνείδησις τῆς Ἐκκλησίας. Ἐξ ἄλλου "δημιουργεῖται κάθε τόσο, ἀπό τήν
μεγάλη ἐπιθυμία γιά ἕνωση, ἕνας εὔκολος ἐνθουσιασμός, πού πιστεύει πώς μπορεῖ
μέ τήν συναισθηματική του θερμότητα νά ρευστοποιήση τήν πραγματικότητα καί νά
τήν ξαναπλάση χωρίς δυσκολία. Δημιουργεῖται ἀκόμα μία διπλωματική συμβιβαστική
νοοτροπία, πού νομίζει πώς μπορεῖ νά συμφιλιώση μέ ἀμοιβαῖες ὑποχωρήσεις ὡρισμένες
δογματικές θέσεις ἤ γενικώτερες καταστάσεις, πού κρατοῦν τίς ἐκκλησίες
χωρισμένες" (π. Δημήτριος Στανιλοάε).
Ἡ ἐκκλησιολογία, ἡ ὁποία ὑπόκειται ὡς βάσις εἰς τόν οἰκουμενισμόν,
εἶναι ἐπίσης λανθασμένη. Δέν ἀναγνωρίζει τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν ὡς τήν Μίαν, Ἁγίαν,
Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν, ἀλλ’ ὡς τμῆμα ἤ κλάδον τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας.
Δι’ αὐτό καί πολλοί Ὀρθόδοξοι βλέπουν εἰς τόν οἰκουμενισμόν μίαν ἐκκλησιολογικήν
αἵρεσιν χωρίς νά σημαίνη ὅτι ἀναπαύονται καί εἰς τόν ζηλωτισμόν, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ
ἐπίσης ἐκκλησιολογικήν παρέκκλησιν. Οἰκουμενισμός καί ζηλωτισμός δέν ἐκφράζουν
τήν Ὀρθοδοξίαν. Αἰσθανόμεθα τόν οἰκουμενισμόν ὡς κάτι πού ἀπομακρύνει τήν ἕνωσιν
καί μάλιστα τόσον ὅσον φαίνεται νά τήν φέρη πλησίον μας. Ἀγαπῶμεν τούς ἑτεροδόξους
χριστιανούς καί δι’ αὐτό θέλομεν μίαν πραγματικήν καί ἁγίαν ἕνωσιν μαζί των.
Δέν θέλομεν συνύπαρξιν ἤ μίαν ἀνοχήν ἤ μίαν ποικιλίαν "πίστεων",
διότι αὐτό δέν εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, οὔτε ἀσφαλής καί διαρκής ἕνωσις εἰς
τήν Ἁγίαν Τριάδα. Θέλομεν νά πιστεύωμεν ὅ,τι κοινωνοῦμεν καί νά κοινωνοῦμεν ὅ,τι
πιστεύωμεν, τόν Θεάνθρωπον Χριστόν, ὁλόκληρον εἰς ὁλόκληρον τό Σῶμα Του.
Μόνον ὁ ὅλος Θεάνθρωπος ἠμπορεῖ νά σώση καί τόν ὅλον ἄνθρωπον.
Ἐν ὀνόματι αὐτοῦ τοῦ ὅλου Θεανθρώπου Χριστοῦ καί τοῦ ὅλου Σώματός Του, τῆς Ὀρθοδοξίας,
δέν δυνάμεθα νά διαπραγματευθῶμεν "ἐπί ἴσοις ὅροις" μέ τούς
"παραμορφωμένους Χριστούς" τῶν δυτικῶν, Ρωμαιοκαθολικῶν καί
Προτεσταντῶν. Οὔτε θέλωμεν νά προδώσωμεν τόν ἄνθρωπον, πού ἀναμένει τήν
σωτηρίαν του ἀπό τόν ὅλον Θεάνθρωπον. Δι’ αὐτό ἠμποροῦμεν νά ὁμολογήσωμεν, ἠμποροῦμεν
καί νά ἀποθάνωμεν, ἀλλ’ ὄχι νά συμβιβασθῶμεν. Εἰδικώτερον ὅσον ἀφορᾶ εἰς τόν
παπισμόν αἰσθανόμεθα, αὐτό πού πάντοτε ἠσθάνοντο οἱ Ὀρθόδοξοι, ὅτι παραμορφώνει
τήν Ἁγίαν Τριάδα, ὅτι παραμερίζει τόν Χριστόν, ὅτι δέν φανερώνει τήν Ἐκκλησίαν ὡς
Εἰκόνα τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἀλλ’ ὡς ἀνθρωπίνην μονοκρατορίαν, ὅτι δίδει εἰς τό Ἅγιον
Πνεῦμα διακοσμητικήν μόνον θέσιν. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος δέν βοηθεῖται καί δέν
σώζεται. Ὁ παπισμός ἀποτελεῖ μεγάλην ἀπειλήν διά την ἐν Χριστῷ ἐλευθερίαν τοῦ ἀνθρώπου.
Ἡ μελέτη αὐτή ἀποτελεῖ μίαν διαμαρτυρίαν καί μίαν ὁμολογίαν ἔναντι τῶν Ὀρθοδόξων
ἐκείνων πού λησμονοῦν τά ἀνωτέρω, βιάζονται νά χαρακτηρίσουν τόν πάπαν ὡς
"ἅγιον" καί τήν ρωμαϊκήν ἐκκλησίαν ὡς "ἁγίαν" χωρίς νά
σκέπτωνται ὅτι μέ αὐτόν τόν τρόπον ἀδικοῦν περισσότερον ἀπό ὅλους τούς
δυτικούς, διότι δέν τούς βοηθοῦν νά ἀντιληφθοῦν τήν αὐθεντίαν των. Δέν
σκέπτωνται ἐπίσης ὅτι μέ ὅσα λέγουν δέν ἐκφράζουν τήν πίστιν καί τό φρόνημα τῶν
Ἐκκλησιῶν, τῶν ὁποίων προΐστανται. Ἀλλά καί ἡ δικαιολογία ὅτι ὅλα αὐτά γίνονται
"διπλωματικῶς" ἀποτελεῖ ἤδη μίαν πνευματικήν πτῶσιν ἐν σχέσει πρός
τήν ἀπαίτησιν τοῦ Εὐαγγελλίου νά "ἀληθεύωμεν ἐν ἀγάπῃ" (Ἐφ. δ’ 15)
καί συμβιβασμόν μέ τό κοσμικόν πνεῦμα. Ἐάν μάλιστα ἡμεῖς ὡς Ἁγιορεῖται ὁμιλήσωμεν
διαφορετικά ἀπ’ ὅ,τι ὁμίλησε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, οἱ μή
συλλειτουργήσαντες μέ τούς Λατινόφρονας καί θανατωθέντες Ἁγιορεῖται, ὁ ὅσιος
Νικόδημος καί οἱ λοιποί Πατέρες μας, οἱ ἐν ἀσκήσει καί ἀθλήσει διαλάμψαντες, τοῦτο
θά εἶναι Θεοῦ ἐγκατάλειψις. Καί τά ὀστᾶ μας θά διασκορπισθοῦν μέ τά ὀστᾶ των ἀνθρωπαρέσκων.
(Ψάλμ. 52,6) Μέ αὐτό τό πνεῦμα ἄς ἀκούσουν καί οἱ ἀδελφοί μας τήν ταπεινήν
φωνήν μας.
"Ὀρθόδοξος Παράδοσις καί Παπισμός, ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ
1979"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου