Παρασκευή, Ιανουαρίου 05, 2024

 

ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ @ΚΑΙ ΚΑΚΟΔΟΞΙΑ

 ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

ΝΕΑΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ - ΩΡΩΠΟΥ

               


Η  ΥΠΕΡΑΓΙΑ  ΘΕΟΤΟΚΟΣ

ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ

ΚΑΙ ΣΤΙΣ

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΕΣ ΑΙΡΕΣΕΙΣ

Επιμέλεια  π.Δ.Μ.

 

  

Προτυπώσεις  τῆς Θεοτόκου

στήν Παλαιά  Διαθήκη

 Ἡ πρώτη νύξη περί τῆς Θεοτόκου στήν Π. Διαθήκη ὑπάρχει στήν ἔξοδο ἀπό τόν Παράδεισο, στό λεγόμενο «πρωτευαγγέλιο», κατά τό ὁποῖο τό «σπέρμα τῆς γυναικός» (ὁ ἀπόγονος, ὁ τόκος της), θά συντρίψει τήν κεφαλή τοῦ ὄφεως (Γεν. 3,15).

Οἱ Προφῆτες τῆς ἐποχῆς, γνωρίζοντας τό μυστήριο τῆς θείας Οἰκονομίας, γνωρίζουν μαζί καί τό μυστήριο τῆς Θεοτόκου ἤ τό βλέπουν μέ τόν προφητικό ὀφθαλμό τους. Ὁ Ἡσαΐας (7,14) μιλάει σαφῶς γιά τήν Παρθένο, ἡ ὁποία θά τέξει Υἱόν μέ τό ὄνομα «Ἐμμανουήλ» («μεθ’ ἡμῶν ὁ Θεός»). Ὁ Δαβίδ βλέπει μιά ἔνδοξη Βασίλισσα νά ἀνεβαίνει στόν οὐρανό μέ ὁλόχρυσα ἐνδύματα, συνοδευόμενη ἀπό χορεία παρθένων, καί νά στέκεται στά δεξιά τοῦ Βασιλέως τῆς Δόξης (Ψαλ. 44,10 ἑξ.). Ἐκεῖνος «ἐπιθυμεῖ τό κάλλος» τῆς Βασιλίσσης, τό ὁποῖο εἶναι ἐξ ὁλοκλήρου «ἔσωθεν» («πᾶσα ἡ δόξα τῆς θυγατρός τοῦ βασιλέως ἔσωθεν», 14), ὡστόσο ἡ ἴδια Βασίλισσα ἀποκαλεῖται καί «θυγάτηρ» τοῦ Βασιλέως, ὁ δέ Βασιλεύς ἀποκαλεῖται «Κύριός» της, προσκυνούμενος ἀπό αὐτήν («αὐτός ἐστι Κύριός σου, καί προσκυνήσεις αὐτῷ», 12,13).

Σέ ὅλες σχεδόν τίς θεοπτικές ἐμπειρείες τῶν Δικαίων τῆς Π. Διαθήκης συνορᾶται καί τό μυστήριο τῆς Θεοτόκου, συνήθως μέσω τύπων καί συμβόλων.

Στή θεοπτική ἐμπειρία τοῦ Μωϋσέως πρό τῆς φλεγομένης βάτου (Ἐξ. 3,1 ἑξ.), ἐμφανίζεται ὡς Πῦρ ἄκτιστο ὁ «Ἄγγελος» (ἤ ὁ «Ὤν» ἤ ὁ «Θεός τῶν Πατέρων ἡμῶν»), ὅμως ἡ ἴδια ἡ φλεγόμενη καί μή καιόμενη Βάτος εἶναι σαφές σύμβολο τῆς Θεοτόκου.

Στή θεοπτία τῆς Κλίμακας τοῦ Ἰακώβ (Γεν. 28, 12-13), ἡ Κλῖμαξ, στήν κορυφή τῆς ὁποίας ἐμφανίζεται ὁ Θεός, εἶναι ἡ Θεοτόκος, ἀπό τήν ὁποία ὁ Θεός κατέβηκε στή γῆ καί ὁ ἄνθρωπος ἀνεβαίνει στόν οὐρανό.

Στοιχεῖα τῆς ἱστορίας καί τῆς λατρείας τοῦ Λαοῦ τῆς Π. Διαθήκης εἶναι τύποι καί σύμβολα τῆς Θεοτόκου, ὅπως ἡ βλαστήσασα Ράβδος τοῦ Ἀαρών, ἡ Στάμνος τοῦ μάνα, ἡ κεκλεισμένη Πύλη ἡ βλέπουσα κατ’ ἀνατολάς, ἡ θεόγραφος Πλάκα, τό ἀλατόμητον Ὄρος, ὁ Θρόνος καί τό Παλάτιον τοῦ Βασιλέως, ἡ Σκηνή τοῦ Μαρτυρίου, ὁ νομικός Ναός, ἡ Κιβωτός τῆς Διαθήκης, ἡ φαεινή Λυχνία, τό χρυσοῦν Θυμιατήριον, ἡ Τράπεζα κ.ἄ.

 

Τό πρόσωπο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου προκαταγγέλεται στήν Π. Διαθήκη. Τό μυστήριο τῆς Θεοτόκου ἀπεκαλύφθη ἤδη στούς Προφῆτες καί Δικαίους της καί, «ὅτε ἦλθε τό πλήρωμα τοῦ χρόνου», ἐμφανίστηκε καί τό ἴδιο τό πρόσωπο τῆς Μητρός, ἀπό τήν ὁποία σαρκώθηκε ὁ Θεός Λόγος καί τήν ἀνέδειξε «ὄντως Θεοτόκον». Μετά τήν οὐσιαστική συμβολή της στό μυστήριο τῆς θείας Οἰκονομίας, ἡ Μήτηρ τοῦ Κυρίου ἐζησε διακριτικά. Μετά τήν ἁγία Κοίμησή της ἵσταται ἐκ δεξιῶν τοῦ Βασιλέως τῆς Δόξης καί πρεσβεύει ὑπέρ τῆς σωτηρίας καί τῆς ζωῆς τοῦ κόσμου. Εἶναι γιά τόν κόσμο «πρέσβις ἀκοίμητος».

Οἱ πρεσβεῖες της εἶναι σωστικές, γι’ αὐτό λέμε «Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς» (σώζει διά τοῦ Υἱοῦ καί Θεοῦ της).

Ἡ παρουσία της στόν κόσμο εἶναι ζῶσα καί διαρκής: δι’ ἐνεργειῶν, διά θαυμάτων, δι’ ἐπεμβάσεων κ.λπ. Εἶναι τό πιό ἀγαπητό πρόσωπο: «γλυκύ πρᾶγμα καί ὄνομα»! Εἶναι ἡ Μήτηρ πάντων ἡμῶν. 


Η ΥΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΟΣ ΣΤΙΣ ΑΙΡΕΣΕΙΣ

Α) ΣΤΟΝ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΙΣΜΟ

Ἡ ὑποτίμηση τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου δέν εἶναι φαινόμενο  τῶν τελευταίων αἰώνων. Τόν 5ο μ.Χ. αἰ. ὁ αἱρετικός Πατριάρχης Κων/πόλεως Νεστόριος (428 - 431 μ.Χ.), ἀρνήθηκε τή χρήση τοῦ ὅρου «Θεοτόκος», καί ἀποκαλοῦσε τήν Παναγία «Χριστοτόκο» ἤ «ἀνθρωποτόκο»! 

Ὁ Νεστόριος πίστευε ὅτι ἡ Παρθένος Μαρία γέννησε ἕναν ἁπλό ἄνθρωπο, στόν ὁποῖο ἦλθε καί κατοίκησε ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ. Κατά τή διδασκαλία του, ἡ θεία καί ἡ ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ δέν ἑνώθηκαν πραγματικά, ἀλλά συνδέθηκαν μέ μιά ἐξωτερική καί ἐπιφανειακή «ἕνωση» ἤ «συνάφεια». Ἡ αἵρεση αὐτή, πού ἔχει τεράστιες συνέπειες γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καί ὑποτιμᾶ  τό πρόσωπο τῆς Παναγίας, καταδικάστηκε ἀπό τήν Γ' Οἰκουμενική Σύνοδο  τό 431 μ.Χ. 

Ὑπερασπιστής  τοῦ ὅρου «Θεοτόκος» ἀνεδείχθη τότε ὁ ἅγ. Κύριλλος Ἀλεξανδρείας (370 - 444 μ.Χ.), ἕνας ἀπό τούς μεγαλύτερους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Τόν ὅρο «Θεοτόκος» χρησιμοποιοῦσαν ἤδη οἱ προηγούμενοι Πατέρες. Μάλιστα ὁ ἅγ. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος λέει χαρακτηριστικά ὅτι «εἴ τις οὐ Θεοτόκον τήν ἁγίαν Μαρίαν ὑπολαμβάνει, χωρίς ἐστι τῆς θεότητος» (MPG, 37, 180).

   ὑποτίμηση τῆς Θεοτόκου κορυφώνεται στίς  προτεσταντικές αἱρέσεις, οἱ ὁποῖες, ἀρνοῦνται τήν εἰδική ἔννοια τῆς ἁγιότητας, δηλαδή τήν τιμή τῶν Ἁγίων, τά θαύματα, τή μεσιτεία, τίς πρεσβεῖες τους κ.τ.λ. 

Ἅγιοι θεωροῦνται  ὅλοι οἱ Χριστιανοί. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ Θεοτόκος εἶναι ἁγία, ὅσο «ἅγιος» εἶναι καί κάποιος πού ἀνήκει σ’ αὐτές τίς αἱρέσεις . 

 Παναγία  στίς προτεσταντικές αἱρέσεις δέν εἶναι Θεοτόκος , δέν εἶναι ἀειπάρθενος , δέν μεσιτεύει γιά τή σωτηρία μας, δέν προσεύχεται καί   δέν πρεσβεύει γιά μᾶς, δέν κάνει θαύματα,  συνεπώς  δέν τῆς ὀφείλουμε  κάποια ἰδιαίτερη τιμή .  

Παρόμοια  ἀντίληψη υπάρχει καί  στούς  Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ καί στούς  Πεντηκοστιανούς .

Φυσικά, κανένας λόγος δέ γίνεται γιά θαύματα τῆς Παναγίας, γιά θαυματουργές Εἰκόνες κ.λ.π.

Οἱ σχετικές μαρτυρίες τῆς Ἁγ. Γραφῆς, ὅπως «ἀπό τοῦ νῦν μακαριοῦσί με πᾶσαι αἱ γενεαί» (Λουκ. α', 48), «μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά σε καί μαστοί οὕς ἐθήλασας» (Λουκ. ια',27), «χαῖρε κεχαριτωμένη» (Λουκ. α', 28), «εὐλογημένη σύ ἐν γυναιξί» (Λουκ. α', 28,41), «πολύ ἰσχύει δέησις δικαίου ἐνεργουμένη» (Ἰακ. ε',16) κ.ἄ., ἡ ἔκφραση «Μήτηρ τοῦ Κυρίου μου» (Λουκ. α', 43), καθώς καί οἱ προφητεῖες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης  παραμερίζονται.

Οἱ Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ καί ἄλλες προτεσταντικές  αἱρέσεις  , ἰσχυρίζονται ὅτι ἡ Θεοτόκος δέν εἶναι Παρθένος καί ὅτι εἶχε ἀποκτήσει καί ἄλλα παιδιά ἐκτός τοῦ Ἰησοῦ.

Τίς πλάνες αὐτές ἐπιχειροῦν νά τίς θεμελιώσουν :

1)  στόν ὅρο «πρωτότοκος», πού χρησιμοποιεῖ ἡ Ἁγ. Γραφή γιά τόν Ἰησοῦ (Ματθ. α', 25) καί

2) στίς ἐκφράσεις γιά τούς «ἀδελφούς τοῦ Κυρίου» (Ματθ. ιβ', 46-50, Μάρκ. γ', 31-35, Λουκ. η', 19-21 κ.ἄ.).

 Ὅμως, ὁ ὅρος «πρωτότοκος» στήν Ἁγ. Γραφή δέν ἔχει τήν ἴδια  ἔννοια μέ τή σημερινή. Δέ σημαίνει τόν πρῶτο ἀπό μιά σειρά ἀδελφῶν, ἀλλά αὐτόν πού γεννήθηκε πρῶτος, ἄσχετα ἄν ἀκολουθοῦν ἄλλοι ἀδελφοί ἤ ὄχι (Ἔξ. ιγ', 2,12-13, λδ', 19 ἑξ.). Τόν «πρωτότοκο» αὐτόν τόν θεωροῦσαν ἅγιο καί εὐλογημένο, χωρίς νά περιμένουν ἄν θά ἀκολουθήσει ἄλλη γέννηση.

Μέ αὐτή τήν ἔννοια ὁ Χριστός εἶναι ὁ «πρωτότοκος» υἱός τῆς Μαρίας (Ματθ. α', 25), ἀλλά καί ὁ «πρωτότοκος» Υἱός τοῦ Θεοῦ (Κολ. α', 15, Ἑβρ. α', 6), χωρίς αὐτό νά σημαίνει ὅτι ὁ Θεός ἔχει καί «δευτερότοκον» υἱό, ἀφοῦ ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ εἶναι μέν «πρωτότοκος», ἀλλά καί «μονογενής» (Ἰω. α', 14,18, γ', 16,18, Α' Ἰω. δ', 9) . Οἱ δυό ἔννοιες δέν ἀλληλοαποκλείονται. Ἄλλωστε, ἄν ἡ Θεοτόκος εἶχε καί ἄλλα παιδιά, ὁ Κύριος ἀπό τόν Σταυρό δέν θά τήν ἀνέθετε στόν Μαθητή Του Ἰωάννη γιά νά τήν φροντίζει σάν μητέρα του (Ἰω, ιθ', 26-27).

Οἱ παραπάνω αἱρετικοί παρεμηνεύουν καί τήν ἔκφραση «ἕως οὗ» στό χωρίο Ματθ. α', 25: «καί οὐκ ἐγίνωσκεν (ὁ Ἰωσήφ) αὐτήν (τήν Θεοτόκο) ἕως οὗ ἔτεκε τόν υἱόν αὐτῆς τόν   πρωτότοκον». 

Παρόμοια ἰσχύουν καί γιά τήν ἔκφραση «ἀδελφοί τοῦ Κυρίου».

Στήν Ἁγ. Γραφή ὁ ὅρος «ἀδελφός» ἔχει πολλαπλή σημασία.  Σύμφωνα μέ  τό Λεξικό τῆς Βιβλικῆς Θεολογίας (ἔκδ. Ἄρτος Ζωῆς, Ἀθήνα 1980, στ. 33) σημαίνει «τούς ἀνθρώπους πού γεννήθηκαν ἀπό τήν ἴδια μητέρα», ἀλλά καί «τά μέλη τῆς ἴδιας οἰκογένειας (Γεν 13,8· Λευ 10,4· βλ Μκ 6,3), τῆς ἴδιας φυλῆς (2 Βασ 19,13), τοῦ ἴδιου λαοῦ (Δτ 25,3· 15,2 εξ)».

Στήν Καινή Διαθήκη  ἡ ἔκφραση «ἀδελφοί τοῦ Κυρίου» πιθανόν νά σημαίνει στενούς συγγενεῖς , π.χ. ἐξαδέλφια  ἤ νά σημαίνει τέκνα τοῦ Ἰωσήφ ἀπό προηγούμενο γάμο. Καί οἱ δύο ἐκδοχές εἶναι πολύ πιθανές καί εὔλογες . Πάντως, δέν ὑπάρχει καμία ἀπολύτως νύξη ὅτι πρόκειται γιά τέκνα τῆς Παναγίας. 

Ἀντίθετα, μαρτυρεῖται σαφῶς ἡ παρθενία τῆς Θεοτόκου (Ἡσ. ζ', 14, Ἰεζ. μδ', 1-2, Ματθ. α', 18,23,25, Λουκ. α', 35).


 

Β) Η ΥΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΟΣ  

ΣΤΟΝ ΠΑΠΙΣΜΟ

 

Ἡ αἵρεση τοῦ Παπισμοῦ μέ τίς καινοφανεῖς καί αἱρετικές διδασκαλίες- δόγματά της   σχετικά μέ τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, διαστρέφει τή διδασκαλία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, καί βλασφημεῖ τό  πρόσωπο τῆς Παναγίας .

α) Η  Μαριολατρεία

Στή διδασκαλία γιά τήν Θεοτόκο, ὁ Παπισμός θεοποιεῖ τήν Παναγία καί διδάσκει ὅτι ἡ Παναγία εἶναι Θεός, (Μαριολατρεία ) .

Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἡ ὁποία σέβεται καί ὑμνεῖ τήν Θεοτόκο   δέν κάνει τήν Παναγία Θεά, ἀλλά τήν τοποθετεῖ μετά τή Θεότητα, «τά δευτερεία της Τριάδος ἡ ἔχουσα».

Ὁ ὁμότιμος Καθηγητής Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ. Πρωτοπρ. Θεόδωρος Ζήσης σημειώνει στό ἄρθρο μέ τίτλο «Ἡ Ἁγιότητα καί ἡ ἀναμαρτησία τῆς Θεοτόκου» (Θεοδρομία, Ἰανουάριος-Μάρτιος 1999):

«Στήν διδασκαλία γιά τήν Θεοτόκο ὑπάρχουν δύο ἀκρότητες. Ἡ Ὀρθόδοξος ἐκκλησία εἶναι ἀνάμεσα, ἀκολουθεῖ τή χρυσῆ ὁδό. Ποιές εἶναι οἱ δύο αὐτές ἀκρότητες; Ἡ μιά ἀκρότητα εἶναι αὐτή ἡ ὁποία ὑπερεξαίρει τήν Παναγία, κάνει τήν Παναγία Θεά, θεοποιεῖ τήν Παναγία, εἶναι ἡ Μαριολατρεία. Διδάσκει ὅτι ἡ Παναγία εἶναι Θεός, καί αὐτή τήν τάση ὑπηρετεῖ ἡ διδασκαλία τῆς Ρωμαϊκῆς ἐκκλησίας, τῆς Παπικῆς ἐκκλησίας, περί τοῦ ὅτι ἡ Παναγία εἶναι ἄσπιλη, τήν ἐξισώνει μέ τόν Χριστό, ἕνα πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος.

Στό ἄλλο ἄκρο εἶναι οἱ ἀντίδικοι τῆς Μαρίας, οἱ ἐχθροί τῆς Μαρίας, στήν ἐποχῇ μας οἱ Προτεστάντες.

Ἀνάμεσα λοιπόν στίς δύο αὐτές τάσεις, ἀπό τήν μιά πλευρά τῆς Μαριολατρείας τοῦ Παπισμοῦ καί τῆς μειώσεως τῆς Παναγίας, τῶν Προτεσταντῶν εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη ἐκκλησία, ἡ ὁποία σέβεται καί τιμᾷ καί ὑμνεῖ τήν Θεοτόκο , δέν κάνει ὅμως τήν Παναγία Θεά . Τήν τοποθετεῖ μετά τή Θεότητα. «τά δευτερεία τῆς Τριάδος ἡ ἔχουσα».

β) Τό Δόγμα περί τῆς «ἀσπίλου συλλήψεως» (immaculata conceptio) τῆς Θεοτόκου (Πάπας Πίος Θ', 1854)

Σύμφωνα μέ τό δόγμα περί τῆς «ἀσπίλου συλλήψεως», ἡ Θεοτόκος συνελήφθη ἀπό τούς γονεῖς της Ἰωακείμ καί Ἀννα «ἀσπίλως», ὁπότε ἦταν ἀπαλλαγμένη ὄχι μόνον τῶν προσωπικῶν ἁμαρτιῶν, ἀλλά καί αὐτοῦ τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος, τοῦ μεταδιδομένου διά τῆς φυσικῆς γεννήσεως σέ ὅλους τους ἀνθρώπους.

Ἡ αἱρετική αὐτή διδασκαλία δέν ἔχει κανένα στήριγμα στήν Ἁγία Γραφή καί στήν Πατερική Παράδοση καί προσβάλλει τήν μοναδικότητα τῆς ὑπερφυοῦς Γεννήσεως τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ (καθώς ἡ μόνη ἄσπιλος καί ὑπερφυής σύλληψη εἶναι ἡ ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί ἄνευ σπορᾶς σύλληψη καί γέννηση τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ ἐκ τῆς Παρθένου Μαρίας).

Ὁ ὁμότιμος Καθηγητής Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ. Πρωτοπρ. Θεόδωρος Ζήσης σημειώνει στό ἄρθρο μέ τίτλο «Ἡ διδασκαλία περί «ἀσπίλου συλλήψεως» τῆς Θεοτόκου ὑπό τῶν Παπικῶν» (2010):

«Μεταξύ τῶν καινοφανῶν καί αἱρετικῶν δογμάτων τοῦ Παπισμοῦ συγκαταλέγεται καί ἡ διδασκαλία περί τῆς «ἀσπίλου συλλήψεως» (immaculata conceptio) τῆς Θεοτόκου. Σύμφωνα μέ αὐτήν ἡ Θεοτόκος ἦτο ἀπηλλαγμένη ὄχι μόνον τῶν προσωπικῶν ἁμαρτιῶν, ἀλλά καί αὐτοῦ τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος, τοῦ μεταδιδομένου διά τῆς φυσικῆς γεννήσεως εἰς πάντας τούς ἀνθρώπους.

Συνελήφθη δηλαδή ἀπό τούς γονεῖς της Ἰωακείμ καί Ἀννα «ἀσπίλως», χωρίς νά τῆς μεταδοθεῖ τό προπατορικό ἁμάρτημα. ῾Ἡ αἱρετική αὐτή διδασκαλία ἐπί αἰῶνες ἀπερρίπτετο καί ἀπό μεγάλους παπικούς θεολόγους, ὅπως π.χ. ὁ Θωμᾶς ὁ Ἀκινάτης, διότι ἐκτός τοῦ ὅτι δέν ἔχει κανένα ἔρεισμα στήν ῾Ἁγία Γραφή καί στήν Πατερική Παράδοση, προσβάλλει τήν μοναδικότητα τῆς ὑπερφυοῦς Γεννήσεως τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Μόνον ὁ Χριστός ἐγεννήθη ἀσπίλως, διέκοψε τήν διά τῆς φυσικῆς γεννήσεως διαδοχική μετάδοση τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος, διότι ἡ ἰδική του σύλληψη δέν ἦταν φυσική, ἀλλά ὑπερφυσική, δέν συνελήφθη ἐκ θελήματος καί ἐκ τῆς συναφείας ἀνδρός καί γυναικός, ἀλλά ἀσπόρως «ἐκ Πνεύματος ῾Ἁγίου καί Μαρίας τῆς Παρθένου». ῾Ἡ ῾Ὑπεραγία Θεοτόκος ἦτο «ἀπείρανδρος» καί «ἀπειρόγαμος», δέν εἶχε δηλαδή πεῖρα ἀνδρός καί γάμου, καί ἦταν ἀκόμη «ἄνανδρος», δέν εἶχε σύζυγο, ἄνδρα. Ὁ Ἰωσήφ ὁ Μνήστωρ ἦταν ἁπλῶς προστάτης και κηδεμών, γι αὐτό καί ὅταν διεπίστωσε ὅτι ἦτο ἔγκυος, μή γνωρίζων ἀκόμη τήν θαυμαστήν ἐκ Πνεύματος ῾Ἁγίου σύλληψη, σκέφθηκε νά τήν διώξει, «ἐβουλήθη λάθρα ἀπολῦσαι αὐτήν» (Μάτθ. 1, 18-19). Ἡ Θεοτόκος κατά θαυμαστό τρόπο ἐγέννησε, ἐνῶ ἦταν παρθένος, ἀλλά καί μετά τόν τόκο ἐπίσης παρθένος, τριπάρθενος καί ἀειπάρθενος· πρό τοῦ τόκου, ἐν τῷ τόκῳ καί μετά τόν τόκον.

Δέν συνέβη τό ἴδιο καί μέ τήν σύλληψη καί γέννηση τῆς ῾Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Ἐγεννήθη βέβαια μέ θαῦμα ἀπό στείρους καί ἡλικιωμένους γονεῖς, τόν Ἰωακείμ καί τήν Ἀννα, κατά τά ἄλλα ὅμως ἦσαν ὅλα φυσικά· ὑπῆρξε συνάφεια ἀνδρός καί γυναικός, συζυγία καί σπορά· ἡ θεοπρομήτωρ Ἀννα δέν ἦταν ἀπείρανδρος καί ἀπειρόγαμος καί ἄνανδρος, οὔτε παρθένος· εἶχε σύζυγο τόν Ἰωακείμ· ἡ σύλληψη τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου δέν ἦταν ἄσπορος, ἀλλά ἐκ σπέρματος τοῦ πατρός της Ἰωακείμ, ὅπως ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Γι αὐτό καί μεταδόθηκε καί εἰς Αὐτήν τό προπατορικό ἁμάρτημα.

Ἡ μόνη ἄσπιλος καί ὑπερφυής σύλληψη εἶναι ἡ ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί ἄνευ σπορᾶς σύλληψη καί γέννηση τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ ἐκ τῆς Παρθένου Μαρίας. Εἶναι ὁ μόνος ἀναμάρτητος καθ’ ὅλα, ὁ τελείως καί ἀπολύτως ἀναμάρτητος. ῾Ἡ ῾Ὑπεραγία Θεοτόκος εἶναι σχετικῶς ἀναμάρτητη, ὡς μετέχουσα τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος.

Παρά ταῦτα, ἐνώπιον τόσον σαφοῦς ἐκκλησιαστικῆς διδασκαλίας, ὑποστηριζομένης καί ὑπό πολλῶν παπικῶν θεολόγων, ὁ πάπας Πίος ὁ Θ´ δέν ἐδειλίασε, ἀλλά αὐθαιρέτως καί ἐγωϊστικῶς καινοτομών ὕψωσεν εἰς δόγμα τό ἔτος 1854 τήν περί «ἀσπίλου συλλήψεως» διδασκαλία, προσθέσας και ἄλλην αἵρεση στίς πολλές ἄλλες αἱρέσεις τοῦ Παπισμοῦ».

γ) Τό Δόγμα περί τῆς «ἐνσώματης ἀναλήψεως» τῆς Θεοτόκου (Πάπας Πίος ΙΒ', 1950)

Φυσική συνέπεια τοῦ πρώτου δόγματος περί τῆς «ἀσπίλου συλλήψεως» τῆς Θεοτόκου, ἀποτελεῖ τό ἕτερο αἱρετικό δόγμα τοῦ Παπισμοῦ περί τῆς «ἐνσώματης ἀναλήψεως» τῆς Θεοτόκου, σύμφωνα μέ τό ὁποῖο ἡ Παναγία δέν ἦταν δυνατόν νά πεθάνει, νά ὑποστεῖ σωματικό θάνατο, χωρισμό ψυχῆς καί σώματος, ἀλλά ἀναλήφθηκε σωματικῶς.

Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία κάνει λόγο γιά Κοίμηση τῆς Θεοτόκου, δηλαδή πραγματικό θάνατο, χωρισμό ψυχῆς καί σώματος, καί γιά Μετάσταση τῆς Θεοτόκου, δηλαδή Ἀνάσταση, ἕνωση ψυχῆς καί σώματος, καί Ἀνάληψη κοντά στόν Υἱό της.

Ὁ Πρωτοπρεσβ. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος σημειώνει στό ἄρθρο μέ τίτλο «Δογματικές διαφορές  Ορθοδόξου Ἐκκλησίας καί παπισμοῦ σχετικά μέ τό πρόσωπο τῆς Κυρίας Θεοτόκου» (Ἰούλιος 2013):

«Ἕτερο αἱρετικό δόγμα τοῦ Παπισμοῦ σχετικά μέ τήν Θεοτόκο εἶναι τό δόγμα περί τῆς «ἐνσώματης ἀναλήψεως τῆς Θεοτόκου», τό ὁποῖο καθιερώθηκε τό 1950 ἐπί Πάπα Πίου τοῦ ΙΒ΄. Τό δόγμα αὐτό εἶναι φυσική συνέπεια τοῦ πρώτου δόγματος τῆς «ἀσπίλου συλλήψεως τῆς Θεοτόκου». Ἀφοῦ δηλ. ἡ Παναγία ἦταν ἀπηλλαγμένη ἀπό τό προπατορικό ἁμάρτημα καί εἶναι, κατ' αυτούς, Θεά, δέν ἦταν δυνατόν νά πεθάνει, νά ὑποστεῖ σωματικό θάνατο, χωρισμό ψυχῆς καί σώματος, ἀλλά ἀναλήφθηκε σωματικῶς.

Ἡ Ὀρθόδοξος, ὅμως, Ἐκκλησία κάνει λόγο γιά Κοίμηση τῆς Θεοτόκου, δηλ. πραγματικό θάνατο, χωρισμό ψυχῆς καί σώματος, καί γιά Μετάσταση τῆς Θεοτόκου, δηλ. Ἀνάσταση, ἕνωση ψυχῆς καί σώματος, καί Ἀνάληψη κοντά στόν Υἱό της. Αὐτό ἀποτελεῖ μία κατά Χάριν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, γιά νά διαφύγει ἡ Θεοτόκος τήν διαφθορά τοῦ θανάτου, καί μία κατά πρόληψη πραγμάτωση τῆς Ἀναστάσεως. Ἄλλωστε, τόσο ὁ ἱερός Αὐγουστῖνος ὅσο καί ὁ Θωμᾶς Ἀκινάτης και ἄλλοι λατῖνοι διδάσκαλοι δέν δέχονται ὅτι ἡ Θεοτόκος ἦταν ἀπαλλαγμένη ἀπό τό προπατορικό ἁμάρτημα, γι'αυτό καί ἦταν ἀναπόφευκτος καί ὁ φυσικός θάνατός της».


ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΩΝ :

ΜΕΝΟΥΝΓΕ , ΠΡΩΤΟΤΟΚΟΣ , ΑΔΕΛΦΟΙ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Α. Ἡ Παναγία καί τό "μενοῦνγε"

Ὅλοι σχεδόν οἱ Προτεστάντες, ἀρνοῦνται τόν ὅρο: "Παναγία", καί ἀρνοῦνται νά δώσουν στήν Παναγία τήν ὕψιστη τιμή, μεταξύ ὅλων τῶν ἄλλων ἁγίων. Ἕνα ἐπιχείρημα  πού χρησιμοποιοῦν συνήθως, εἶναι τό ἐδάφιο πού θά ἐξετάσουμε ἐδῶ. Νομίζουν ὅτι ὁ Ἰησοῦς "διόρθωσε" κάποια γυναῖκα πού μακάρισε τή μητέρα Του, σάν νά μήν ἤθελε Ἐκεῖνος νά τιμᾶται ἡ μητέρα Του. Ὅμως τό ἐδάφιο λέει πολύ διαφορετικά πράγματα. Γιά τήν ἀνάλυση τοῦ ἐδαφίου αὐτοῦ, θά χρησιμοποιήσουμε  ἀπόσπασμα ἀπό κείμενο τοῦ καθηγητοῦ Στέργιου Ν. Σάκκου :

Τό περιστατικό ἱστορεῖται  στό κατά Λουκᾶν Εὐαγγέλιο. Ἀκούγοντας τήν καταπληκτική διδασκαλία τοῦ Κυρίου μία γυναῖκα τοῦ ὄχλου ἀναφωνεῖ μέ ἐνθουσιασμό: «Μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά σέ καί μαστοί οὐς ἐθήλασας» (Λκ 11/ἰα: 27). Μακαρίζει, δηλαδή, τή μητέρα τοῦ Κυρίου κι ἀρχίζει ἤδη νά πραγματοποιεῖται ἡ προφητεία τῆς Παρθένου γιά τόν ἑαυτό της: «Ἰδού γάρ ἀπό τοῦ νῦν μακαριοῦσί μέ πᾶσαι αἱ γενεαί» (Λκ. 1/ἄ: 48). Στό θαυμασμό τῆς γυναίκας τοῦ ὄχλου ὁ Κύριος ἀπαντα μέ τή φράσῃ: «Μενοῦνγε μακάριοι οἱ ἀκούοντες τόν λόγον τοῦ Θεοῦ καί φυλάσσοντες αὐτόν»  (Λκ 11, 28).

Η τελευταία πρόταση τῆς περικοπῆς ἀποδόθηκε στή νεοελληνική ὡς ἑξῆς: «Μακάριοι μᾶλλον εἶναι ἐκεῖνοι, πού ἀκοῦν τό λόγο τοῦ θεοῦ καί τόν φυλάττουν». Στήν νεότερη ἔκδοση τῆς Καινῆς  Διαθήκης (2003) ἡ βιβλική ἐταιρία τό μεταφράζει ὡς ἑξῆς τόν συγκεκριμένο στίχο.

«Πιό πολύ χαρά σέ ἐκείνους πού ἀκοῦν τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί τόν ἐφαρμόζουν».

Ἄρα, εἶναι πιό μακάριοι ἀπό τή μητέρα τοῦ Κυρίου οἱ ἀκροατές καί τηρητές τοῦ θείου λόγου.

Βεβαίως, κανείς δέν ἀμφισβητεῖ τή σπουδαιότητα καί σοβαρότητα τῆς ἀκροάσεως τοῦ θείου λόγου, ὅταν μάλιστα αὐτή συνοδεύεται ἀπό τήν ἐφαρμογή του. Ὡστόσο, εἶναι ἐσφαλμένη ἡ πρόταση ὅτι «μακάριοι μᾶλλον» εἶναι οἱ τηρητές τοῦ θείου λόγου παρά ἡ Παναγία.

Τό σφάλμα  ἐπικεντρώνεται στήν ἄστοχη μετάφραση τῆς πρώτης λέξεως τῆς προτάσεως, τοῦ συνθέτου μορίου «μενοῦνγε». Ποιά εἶναι ἡ σημασία του;

Σύμφωνα μέ τά λεξικά, τό μόριο αὐτό ἀποτελεῖται ἀπό τρεῖς λέξεις: Ἀπό τόν ἀντιθετικό σύνδεσμο μέν, τόν συμπερασματικό οὗν καί τό βεβαιωτικό μόριο γέ. Στή σύνθεση, οἱ ἐπί μέρους λέξεις δέν διατηροῦν τήν ἀρχική τους σημασία. Ὁ τύπος "μένουν" χρησιμοποιεῖται κυρίως στήν ἀρχή μιᾶς ἀπαντήσεως. Δηλώνει ἄλλοτε ἰσχυρή βεβαίωση καί ἄλλοτε βεβαίωση, ἡ ὁποία κατά κάποιο τρόπο διορθώνει καί συμπληρώνει τή σημασία τῶν προηγουμένων. Τό μόριο "γέ", ἐξάλλου, ἐπιτείνει τή σημασία τῆς λέξεως στήν ὁποία προστίθεται. Ἔτσι στό συγκεκριμένο χωρίο τῆς Καινῆς Διαθήκης τό «μενοῦνγε» θά μποροῦσε νά ἰσοδυναμεῖ μέ τά νεοελληνικά «πράγματι», «ναί, μάλιστα», «βεβαιότατα»! Εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι μέ τήν ἴδια σημασία ἀναφέρεται τό «μενοῦνγε» καί σέ ἄλλα τρία χωρία τῆς Καινῆς Διαθήκης: Ρωμαίους 9/θ: 19• 10/ἰ: 18• Φιλιππισίους 3/γ: 8. Σέ ὅλες τίς περιπτώσεις ἡ λέξῃ «μενοῦνγε» ἐπιβεβαιώνει τή σημασία

τῆς προηγούμενης προτάσεως καί ἐπεκτείνει τό νόημά της.

Γιά νά περιορισθῶ στό Λκ 11, 28, στό στίχο, πού ἀποτέλεσε τήν ἀφορμή τοῦ σχολίου αὐτοῦ, ὁ Κύριος ἀπαντῶντας στόν μακαρισμό τῆς γυναίκας προτάσσει τό «μενοῦνγε» ὄχι γιά νά ἀρνηθεῖ ἤ νά μειώσει τό θαυμασμό πρός τήν μητέρα του. «Οὐκ ἀρνεῖται τήν κατά φῦσιν συγγένειαν, ἀλλά προστίθησι τῆς κατ’ ἀρετήν», σχολιάζει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος.  Εἰς τό κατά Ματθαῖον 45,1. θέλει νά πεῖ ὁ Κύριος ὅτι συμφωνεῖ ἀπόλυτα καί ἀποδέχεται ὡς εἰλικρινῆ καί ἄδολη τή λαϊκή ἔκφραση τοῦ θαυμασμοῦ πρός τήν μητέρα του. Ἐπιπλέον, μέ ὅσα λέγει στή συνέχεια θέλει νά ὁδηγήσει τή σκέψῃ τῶν ἀκροατῶν του σέ κάτι ὑψηλότερο.

Τό νόημα τῶν λόγων τοῦ εἰναι: «Ναί, μάλιστα βέβαια! Μακαρία ἡ μητέρα μου, ὅπως λές, ἀλλά κι ἐγώ σου λέω ὅτι μακάριος εἶναι ἐκεῖνος, πού ἀκούει τό θεῖο λόγο μου καί τόν τηρεῖ».

 

Β. Ἑρμηνεία τῆς λέξῃς πρωτότοκος

Στό γλωσσάριο  τοῦ μεταφρασμένου κειμένου  τῆς Καινῆς Διαθήκης ,  ἔκδοση τῆς Βιβλικής Εταιρείας , δίνονται κάποιες ἑρμηνεῖες σέ ὁρισμένους θεολογικούς ὅρους.

Στήν σελ.698 διαβάζουμε τήν ἑρμηνεία τῆς λέξῃς «πρωτότοκος» πού εἶναι παραπομπή του στίχου 25 τοῦ πρώτου κεφαλαίου τοῦ κατά Ματθαῖον Εὐαγγελίου, («ἔτεκε τόν Υἱόν Αὐτῆς τόν πρωτότοκον» ).

Η ἑρμηνεία πού γράφεται στό γλωσσάριο εἶναι ἡ παρακάτω.

«πρωτότοκος: Ἡ ἀναγνώριση ὅτι ἡ ζωή ἀνήκει στό Θεό ἐπέβαλλε τήν προσφορά τῶν «πρωτότοκων ζώων ὡς θυσία. Τήν προσφορά τῶν πρωτοτόκων των ἀνθρώπων ἀντικαθιστοῦσε στόν Ἰσραήλ ἡ ἀφιέρωση των λευιτών στό Θεό ὡς ἱερέων».

Ἡ ἑρμηνεία αὐτή δέν διευκρινίζει  γιατί ὁ Ἰησοῦς Χριστός χαρακτηρίστηκε ὡς «πρωτότοκος», ἀφήνοντας εὔκολα νά ἐννοηθεῖ ὅτι θά ὑπάρχουν καί δευτερότοκοι.

Λέγει ὁ Μ.Βασίλειος : «ου πάντως ὁ πρωτότοκος πρός τούς ἐπιγινομένους ἔχει τήν σύγκρισιν , ἀλλ' ὁ πρῶτος διανοίγων μήτραν, πρωτότοκος ὀνομάζεται» (βλ. καί Ἔξοδ. λδ' 19-20).

Ἀλλά τό «πρωτότοκος», δέν σημαίνει ἐδῶ τόν πρῶτον τόκον, μετά τόν οποίον  ἕπονται καί ἄλλοι, ἀλλά τόν «Μόνον».

Τήν λέξῃ δέ «πρωτότοκος» τήν συναντᾶμε στήν Ἁγ. Γραφῇ καί μέ τήν σημασία τοῦ ἀγαπητός, ἐξαίρετος, ἐκλεκτός, περιούσιος:

«Σύ δέ ἐρεῖς τῷ Φαραώ. Τάδε λέγει Κύριος, υἱός πρωτότοκός μου Ἰσραήλ» (Ἔξοδ. δ' 22), ὡς καί: «Πανηγύρει καί ἐκκλησία. πρωτοτόκων ἐν οὐρανοῖς ἀπογεγραμμένων» (Ἔβρ. ἰβ' 22), ὡς καί «Πρωτότοκον ἐν πολλοῖς ἀδελφοῖς» (Ρώμ. ἡ' 29).

Καί πράγματι, ὁ Κύριος εἶναι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ. Ὡς ἄνθρωπος ὅμως εἶναι «πρωτότοκος» μεταξύ πολλῶν ἀδελφῶν, ἡμῶν των χριστιανῶν, πού ἀναγεννήθηκαν μέ τήν πίστη σέ Αὐτόν καί υἱοθετήθηκαν ἀπό τόν Θεό μέ τό Ἅγιο Βάπτισμα. «Ἐλάβομεν ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι» (Ἰωάν. α' 12) καί ὡς τοιαῦτα τέκνα, ἐχωμεν πρωτότοκον ἀδελφόν τόν Κύριον, «Τόν τῆς πίστεως ἀρχηγόν καί τελειωτήν» (Ἔβρ. ἰβ' 2).

Ἀκόμη ὁ Κύριος λέγεται, «Πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν» (Κόλ. α' 18, Ἀποκ. α' 5), καί «πρωτότοκος πάσης κτίσεως» (ὄχι πρωτόκτιστος) (Κόλ. α' 15). Καί «πρωτότοκος ἐκ νεκρῶν» λέγεται, διότι Αὐτός πρῶτος ἔσπασε τά δεσμά τοῦ Ἅδου «ἀναστηθεῖς καί δωρήσας τήν ζωήν καί τήν ἀνάστασιν εἰς τούς εἰς Αὐτόν πιστεύοντας (Ἰωάν. ἰα' 25-26). «Πρωτότοκος δέ πάσης κτίσεως», λέγεται, διότι εἶναι ὁ προαιώνιος γεννηθείς ὑπό τοῦ Πατρός πρίν  δημιουργηθεῖ οἱαδήποτε κτίσις «ὁρατή ἤ ἀόρατος».

Οὕτως ὁ Θεός Πατήρ θέλησε, ἵνα ὁ μονογενής Αὐτοῦ Υἱός καί Λόγος «γένηται ἐν πᾶσιν αὐτός «πρωτεύων» (Κόλ. α' 18). «Πρωτότοκος» τοῦ Θεοῦ Πατρός (Ἐβρ. α' 6). «Πρωτότοκος» τῆς Μητρός Αὐτοῦ (Μάτθ. α' 25). «Πρωτότοκος» ἐν πολλοῖς ἀδελφοῖς (Ρώμ. ἡ' 26).«Πρωτότοκος» ἐκ νεκρῶν (Κόλ. α' 18, Ἀποκ. α' 5).«Πρωτότοκος» πάσης κτίσεως, (Κόλ. α' 15) καί δημιουργός τῶν πάντων, κατά τό: «Πάντα δι' αὐτοῦ ἐγένετο, καί χωρίς αὐτοῦ ἐγένετο οὐδέ ἐν ὁ γέγονεν» (Ἰωάν. α' 1).

 

Γ. Οἱ ἀδελφοί τοῦ Χριστοῦ.

Οι αιρετικοί προκειμένου να υποστηρίξουν ότι η Παναγία είχε καί άλλα παιδιά , τούς λεγόμενους ἀδελφούς  τοῦ Χριστοῦ, χρησιμοποιούν τά εξής χωρία:

1)  ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ  1, 18

«Τοῦ δέ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἡ γέννησις οὕτως ἤν. Μνηστευθείσης γάρ τῆς μητρός αὐτοῦ Μαρίας τῷ Ἰωσήφ, πρίν ή συνελθεῖν αὐτούς, εὑρέθη ἐν γαστρί ἔχουσα ἐκ Πνεύματος Ἁγίου».

Μετάφραση Β.Ε.«Η γέννηση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἔγινε ὡς ἑξῆς. Η μητέρα του ἡ Μαρία ἀρραβωνιάστηκε μέ τόν Ἰωσήφ . Προτοῦ ὅμως συνευρεθοῦν ἔμεινε ἔγκυος μέ τή δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος»

Παρατηρήσεις: Τό ὅτι βρέθηκε ἔγκυος πρίν «συνέλθουν» σέ συζυγική σχέση, δέν σημαίνει ὅτι μετά «συνῆλθαν». Ἐδῶ τό σημεῖο πού τονίζεται, εἶναι ,  ὅτι ὁ Χριστός δέν ἦταν γιός τοῦ Ἰωσήφ, καί ὅτι ἡ Μαρία ἦταν παρθένος! Δέν ὑπονοεῖται τίποτα περισσότερο.

Τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ τό παρακάτω ἐδάφιο :

 

 2) ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ 1,  25

«...καί οὐκ ἐγίνωσκεν αὐτήν ἕως οὗ  ἔτεκε τόν υἱόν αὐτῆς τόν πρωτότοκον, καί ἐκάλεσε τό ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν».

Μετάφραση Β.Ε. «Καί δέν εἶχε συζυγικές σχέσεις μαζί της ὠσότου γέννησε τό γιό της τόν πρωτότοκο καί τοῦ ἔδωσε τό ὄνομα Ἰησοῦς».

Παρατηρήσεις :  Καί ἐδῶ ἐπίσης, τό σημεῖο πού τονίζει ὁ Εὐαγγελιστής εἶναι ὅτι ὁ Χριστός δέν ἦταν γιός τοῦ Ἰωσήφ. Δέν λέει τίποτα γιά τή σχέση τους μετά. Παρ' ὅλα αὐτά οἱ Προτεστάντες ΥΠΟΘΕΤΟΥΝ ὅτι τά δύο προηγούμενα χωρία, γράφουν κάτι περισσότερο.

Ὑποθέτουν ὅτι οἱ φράσεις: "πρίν ἡ εἰσελθεῖν αὐτούς" καί "ἕως οὐ ἔτεκε τόν υἱόν αὐτῆς τόν πρωτότοκον", ὑπονοοῦν ὅτι μετά εἶχε συζυγικές σχέσεις ἡ Παναγία μέ τόν Ἰωσήφ.

Ἐδῶ γίνεται κακή ἑρμηνεία τῆς λέξεως «ἕως» καί «ἕως οὗ».

Στό παρακάτω ἐδάφιο γιά παράδειγμα τό "ἕως", δέν ὑπονοεῖ τίποτα. Εἶναι τό τελευταῖο ἐδάφιο τοῦ Ματθαίου: Ματθαῖος 28, 20. Ἐκεῖ λέει ὁ Ἰησοῦς: «...καί ἰδού ἐγώ μεθ' ὑμῶν εἰμί πάσας τάς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος».

Δηλαδή ἐπειδή λέει: «ἕως», πρέπει νά συμπεράνουμε ὅτι ὁ Κύριος μετά τή συντέλεια τοῦ αἰῶνος δέν θά εἶναι μαζί μας; Ὅπως αὐτό τό «ἕως» δέν κρύβει κάποιο συμπέρασμα, οὔτε τά προηγούμενα κρύβουν.

 

3)Ἕνα ἀπό τά πολλά ὅμοια ἐδάφια, λέει τά ἑξῆς:

«Οὐχ οὗτος ἐστίν ὁ τοῦ τέκτονος υἱός, οὐχί ἡ μήτηρ αὐτοῦ λέγεται Μαρία καί οἱ ἀδελφοί αὐτοῦ Ἰάκωβος καί Ἰωσής καί Σίμων καί Ἰούδας, καί αἱ ἀδελφαί αὐτοῦ οὐχί πᾶσαι πρός ἡμᾶς εἰσι;» (Ματθαῖος 13/ἰγ΄ 55 – 56, Μάρκος 6/ς΄ 3. Λουκᾶς 8/η΄ 19).

Τό ἐδάφιο αὐτό χρησιμοποιοῦν οἱ Προτεστάντες, γιά νά ποῦν ὅτι ἡ Παναγία εἶχε ἄλλα παιδιά.

Στήν Ἁγία Γραφή, «ἀδέλφια» λέγονται καί οἱ μακρινότεροι συγγενεῖς, καί ὄχι μόνο τά παιδιά τῶν ἰδίων γονιῶν.

Ἀς δούμε  ἕνα παράδειγμα ἀπό τόν Ἀβραάμ καί τόν Λώτ. Ὁ Ἀβραάμ ἦταν θεῖος τοῦ Λώτ, ὅμως ἡ Ἁγία Γραφή τούς λέει: «ἀδέλφια».  Γένεσις 13, 8. Ἐκεῖ λέει ὁ Ἀβραάμ στόν Λώτ: «...ἄνθρωποι ἀδελφοί ἡμεῖς ἐσμέν».

λλο παράδειγμα :  «Εἶπε δέ Λάβαν τῷ Ἰακώβ, ὅτι γάρ ἀδελφός μου εἴ, οὐ δουλεύεις μοί δωρεάν». Δέν ἦταν ὅμως ἀδελφός του, μέ τήν σημερινή ἔννοια!

Ἄλλο παράδειγμα :  Λουκᾶς 2, 48. Ἐκεῖ ἡ ἴδια ἡ Παναγία, λέει στόν Ἰησοῦ γιά τόν Ἰωσήφ: «Ἰδού ὁ πατήρ σου καγώ ὀδυνώμενοι ἐζητοῦμεν σέ». Δηλαδή ἐπειδή ἡ Μαρία ὀνομάζει τόν Ἰωσήφ: «πατέρα» τοῦ Ἰησοῦ, σημαίνει ὅτι ἦταν πράγματι πατέρας του; Ἤ δέν τό γνώριζε ἐκείνη ὅτι δέν ἦταν πατέρας του; Τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ τά «ἀδέλφια» τοῦ Ἰησοῦ. Ἦταν παιδιά τοῦ Ἰωσήφ ἀπό ἄλλο γάμο.

Ἐπίσης, τό ὅτι σέ ἄλλο ἐδάφιο ἡ Παναγία ἀναφέρεται ὡς: «γυναῖκα» τοῦ Ἰωσήφ, δέν σημαίνει ὅτι τήν παντρεύτηκε. Αὐτό φαίνεται στό Ματθαῖος 1, 18 -20, ὅπου ἐνῶ στό 19 καί 20 ἀναφέρεται δύο φορές ὡς: «γυναῖκα» τοῦ Ἰωσήφ, στό 18 ξεκαθαρίζει ὅτι ἦταν «μνηστή» του. Συνεπῶς, οὔτε αὐτό τό ἐπιχείρημα τῶν Προτεσταντῶν στέκει.

Σέ ἀντίθεση ὅμως μέ ὅλες αὐτές τίς Προτεσταντικές θεωρίες καί παρανοήσεις, ἡ Ἐκκλησία ὅπως διέσωσε καί διέδωσε τήν Ἁγία Γραφή , ἔχει διασώσει καί πολλά ἄλλα στοιχεῖα γιά τό τί συνέβη τότε.

Ἄς δοῦμε λίγα στοιχεῖα γιά τίς συγγένειες τοῦ Ἰωσήφ:

Ἰάκωβος :πατέρας τοῦ Ἰωσήφ.

Κλωπάς: ἀδελφός τοῦ Ἰωσήφ.

Ἰωσήφ: μνηστῆρας τῆς Μαρίας.

Ἰάκωβος, Ἰωσής, Ἰούδας, Σίμων, Ἐσθήρ, Μάρθα, Σαλώμη, μερικοί ἀπ' αὐτούς, ἦταν παιδιά τοῦ ἡλικιωμένου Ἰωσήφ, ἀπό προηγούμενο γάμο.

 

Μάλιστα, κάποιοι ἀπ' αὐτούς, ἦταν παιδιά τῆς Μαρίας του Κλωπά, (Ἰωάννης 9/θ΄ 25), ἡ ὁποία ἦταν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ τοῦ Ἰωσήφ, τοῦ Κλωπά. Αὐτή ἡ Μαρία, ἀναφέρεται στήν Ἁγία Γραφῇ ὡς: «Μαρία ἡ τοῦ Ἰακώβου» (Μάρκος 16/ἰς΄ 1), καί «Μαρία ἡ τοῦ Ἰακώβου τοῦ μικροῦ καί Ἰωσή μήτηρ»(Μάρκος 15/ἰε΄ 40, Ματθαῖος 27/κζ΄ 56). Ἐπίσης ἀναφέρεται «Ἡ ἀδελφή τῆς μητρός αὐτοῦ, Μαρία ἡ του Κλωπά» (Ἰωάννης 19/ἰθ΄ 25).

Σύμφωνα μέ τό παραπάνω ἐδάφιο, ἡ Μαρία του Κλωπά εἶναι «σύνννυμφος» τῆς Θεοτόκου, καθώς εἶναι γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ τοῦ Ἰωσήφ. Ἔτσι, καί τά παιδιά της σύμφωνα μέ τήν Ἑβραϊκή παράδοση  πού εἴδαμε καί πρίν, θεωροῦνται ὡς «ἀδελφοί» τοῦ Ἰησοῦ, ὅπως κι ἐκείνη ὡς «ἀδελφή τῆς μητρός αὐτοῦ».

Ὑπάρχει επίσης η μαρτυρία τοῦ Ἠγισίππου, ὅτι ὁ Ἰούδας καί ὁ Σίμων (Συμεῶν δεύτερος ἐπίσκοπος Ἱεροσολύμων μετά τόν Ἰάκωβο τόν ἀδελφόθεο), ἦταν παιδιά τοῦ Κλωπά, πού ήταν ἀδελφός τοῦ Ἰωσήφ καί θείος τοῦ Ἰησοῦ. (Εὐσεβίου Ἐκκλησιαστική Ἱστορία βιβλίο Γ΄ κέφ. 32. 1 – 6).

 

ΥΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΕ ΣΩΣΟΝ ΗΜΑΣ.

ΥΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΕ ΠΡΕΣΒΕΥΕ ΥΠΕΡ ΗΜΩΝ.

 

ΠΗΓΕΣ:

Αποσπάσματα  ἀπο τό ἔντυπο «Ὀρθοδοξία καί αἵρεσις τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μαντινείας καί Κυνουρίας, τεύχος 57 , 2008  .

 

 

ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

ΝΕΑΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ  ΩΡΩΠΟΥ

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: