ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΝΕΑΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ ΩΡΩΠΟΥ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΚΗΦΙΣΙΑΣ , ΑΜΑΡΟΥΣΙΟΥ , ΩΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΜΑΡΑΘΩΝΟΣ
Παρασκευή, Φεβρουαρίου 28, 2025
Κυριακή, Φεβρουαρίου 23, 2025
Κυριακή της Απόκρεω
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΕΩ
Υπευθύνου του Γρ. Αιρέσεων της Ιεράς Μητροπόλεως Κυθήρων
Εν Κυθήροις τη 23η Φεβρουαρίου 2025
Η σημερινή Κυριακή, αγαπητοί μου αδελφοί, είναι η τρίτη Κυριακή του Τριωδίου, η Κυριακή της Απόκρεω, όπως ονομάζεται και την ημέρα αυτή η αγία μας Εκκλησία καθιέρωσε να μνημονεύουμε στο ευαγγελικό ανάγνωσμα την περικοπή εκείνη, που αναφέρεται στην Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου μας, η οποία είναι μια περικοπή από το 25ο κεφάλαιο του κατά Ματθαίον ευαγγελίου. Όλα δε τα τροπάρια του Τριωδίου της ημέρας αυτής αναφέρονται ακριβώς στο φοβερό και φρικτό και συνταρακτικό αυτό γεγονός, το οποίο, όπως μας αποκαλύπτει η αγία Γραφή και ερμηνεύουν οι άγιοι Πατέρες μας, θα πραγματοποιηθεί στο τέλος της ιστορίας της ανθρωπότητος, όταν δηλαδή θα έρθει η συντέλεια του κόσμου.
Η Κυριακή αυτή, μπορούμε να πούμε, ότι βρίσκεται σε αιτιώδη σχέση και συνάφεια με την προηγούμενη Κυριακή, του ασώτου. Και τούτο διότι την προηγούμενη Κυριακή η Εκκλησία μας παρουσίασε όλη τη φιλανθρωπία και την αγάπη του Θεού προς τον αμαρτωλό άνθρωπο, που μετανοεί ειλικρινά και συγχωρεί όλες τις αμαρτίες του, όσο πολλές και μεγάλες και αν είναι αυτές. Στη σημερινή μας αποκαλύπτει την δικαιοσύνη του. Θέλει έτσι να μας διδάξει, ότι ο Θεός είναι μεν φιλάνθρωπος, αλλά είναι και δίκαιος. Και όσο μεγάλη είναι η αγάπη του, άλλο τόσο μεγάλη είναι και η δικαιοσύνη του, έτσι ώστε ούτε η αγάπη του να υπερβαίνει τη δικαιοσύνη του, ούτε η δικαιοσύνη του την αγάπη του. Και στη μεν παρούσα ζωή μας δείχνει την όλη την αγάπη και την φιλανθρωπία του, ενώ στην μέλλουσα θα λειτουργήσει η δικαιοσύνη του. Θα έρθει να κρίνει την ανθρωπότητα επί τη βάσει του απολυτρωτικού του έργου και της ενσάρκου του Θείας Οικονομίας. Θα κρίνει δηλαδή την ανθρωπότητα με κριτήριο το κατά πόσον οι άνθρωποι ανταποκρίθηκαν στη σωτηρία που Αυτός μας χάρισε με τον σταυρό και την ανάστασή του. Κατά πόσον επίστευσαν στον Χριστό και τήρησαν τις εντολές του και μάλιστα την εντολή της αγάπης προς τον πλησίον.
Εκείνα που θα συμβούν την ημέρα της Κρίσεως είναι γεγονότα που υπερβαίνουν κάθε περιγραφή, γεγονότα που οφθαλμός δεν είδε και αυτί δεν άκουσε και σκέψη ανθρώπου δεν τα συνέλαβε. Αν δε αυτά και μόνο λεγόμενα, γεμίζουν την ψυχή με φρίκη και δέος, ποιος είναι εκείνος, που θα αντέξει να τα δεί, τότε που θα πραγματοποιούνται; Όταν δε η αποστασία και οι αμαρτίες των ανθρώπων θα φθάσουν στο αποκορύφωμά τους, τότε θα εμφανιστεί ο Αντίχριστος, τον οποίο θα προσκυνήσει ως θεό η πλειονότητα των ανθρώπων, εγκαταλείποντας τον αληθινό Θεό, τον Κύριό μας Ιησού Χριστό. Όταν θα αρχίσουν να πραγματοποιούνται όλα αυτά τα φρικτά γεγονότα, τότε σύμφωνα με τον προφητικό λόγο του Κυρίου μας, ο ήλιος θα σκοτιστεί, η σελήνη δεν θα δώσει το φως της, τα άστρα θα πέσουν από τον ουρανό και οι δυνάμεις των ουρανών θα σαλευτούν. Τότε θα φανεί στον ουρανό ο σταυρός του Κυρίου μας, που θα προαναγγέλλει την έλευση του Μεσσίου και τότε «θα θρηνήσουν όλες οι φυλές της γης». Φυλές της γης εδώ ονομάζονται όλοι εκείνοι, που τώρα ζουν αμέριμνοι, που δαπανούν τη ζωή τους μέσα στην απιστία, την αδικία και τη ραθυμία. Μας προειδοποιεί ακόμη ο Κύριος, ότι η ημέρα εκείνη της Κρίσεως θα έρθει σαν παγίδα, σε όλους όσοι κάθονται πάνω στο πρόσωπο της γης. Δηλαδή σε όλους εκείνους που ζουν με κραιπάλη και μέθη, παραδομένοι σε κάθε είδους αμαρτία. Σ’ εκείνους που είναι προσηλωμένοι σε βιωτικές μέριμνες και φροντίδες, στον πλούτο, τη δόξα και τις ηδονές του παρόντος κόσμου. Αντίθετα όλοι εκείνοι που τώρα ζουν σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, θα γεμίσουν με ανέκφραστη χαρά και παρρησία.
Σύμφωνα με την ευαγγελική περικοπή ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός, όταν θα έρθει να κρίνει τον κόσμο, θα εμφανιστεί με απερίγραπτη δόξα, περιστοιχιζόμενος από όλους τους αγγέλους του. Κατά την πρώτη του παρουσία ήρθε ταπεινός και άσημος, κρύβοντας τη δόξα της Θεότητός του πίσω από την ανθρώπινη φύση του, την οποία ανέλαβε για την σωτηρία μας. Τότε θα φανεί ολόλαμπρος, ακτινοβολώντας από την ανατολή μέχρι τη δύση, περιαυγάζοντας τα πέρατα της οικούμενης με τις ακτίνες της Θεότητός του, ενώ κάποια παγκόσμιος και ζωοποιός σάλπιγγα θα ηχεί παντού και συγχρόνως θα συγκαλεί προς τον Κύριο τους πάντες. Τότε θα καθίσει πάνω σε θρόνο δόξης. Θα συναχθούν μπροστά του όλα τα έθνη, όλοι όσοι έζησαν στον κόσμο αυτό από τον Αδάμ μέχρι τη συντέλεια του κόσμου. Και θα τους ξεχωρίσει όπως ο τσομπάνης χωρίζει τα πρόβατα από τα κατσίκια. Πρόβατα ονομάζει τους δικαίους, αυτούς που βάδισαν τον δρόμο της αρετής, αυτούς που έγιναν όμοιοι με τον Χριστό, ο οποίος έγινε για μας το άκακο πρόβατο, που σήκωσε πάνω του τις αμαρτίες όλου του κόσμου, σύμφωνα με τον προφήτη Ησαΐα. Κατσίκια ονομάζει τους αμαρτωλούς, εκείνους που δεν πίστεψαν στον Χριστό, που κατεφρόνησαν τις εντολές του και έζησαν μέχρι τέλους της ζωής τους αμετανόητοι. Τους πρώτους θα τοποθετήσει στα δεξιά του, ενώ τους άλλους στα αριστερά του. Τότε θα πεί σ’ αυτούς, που θα βρίσκονται στα δεξιά του: Ελάτε εσείς που είστε ευλογημένοι από τον Πατέρα μου, να κληρονομήσετε την βασιλεία των ουρανών, που έχει ετοιμασθεί για σας από τότε που θεμελιώθηκε ο κόσμος. Ελάτε, όσοι χρησιμοποιήσατε τα φθαρτά και πρόσκαιρα πράγματα του παρόντος κόσμου σύμφωνα με το θέλημά μου, να κληρονομήσετε τώρα και τα επουράνια και μόνιμα αγαθά της βασιλείας των ουρανών. Διότι επείνασα και μου δώστε να φάω, εδίψασα και με ποτίσατε, ξένος ήμουν και με περιμαζέψατε, γυμνός και με ντύσατε, ασθενής και με επισκεφθήκατε, ήμουν στη φυλακή και ήρθατε σε μένα.
Εδώ ο Κύριος φαίνεται να χαρίζει την βασιλεία του μόνο σε όσους έδειξαν έμπρακτη αγάπη προς τον πλησίον. Όμως αν προσέξουμε καλύτερα το ευαγγελικό ανάγνωσμα, θα δούμε ότι ο Κύριος δεν κάνει λόγο μόνο για τους ελεήμονες, διότι προηγουμένως ονόμασε πρόβατα τους εργάτες της αρετής, όλους δηλαδή εκείνους που έγιναν όμοιοι με τον Χριστό, με το να κάνουν κτήμα τους τις αρετές του Χριστού και με το να είναι έτοιμοι να θυσιάσουν και τη ζωή τους ακόμη για την αγάπη του Χριστού. Εδώ μνημονεύεται ιδιαίτερα η αγάπη προς τον πλησίον, επειδή είναι η κορωνίδα όλων των αρετών, είναι η οροφή που σκεπάζει όλο το οικοδόμημα των αρετών. Επομένως ο Κύριος προσφέρει την βασιλεία του σε όλους όσους έχουν επισφραγίσει τις άλλες αρετές με τα έργα της αγάπης.
Τότε οι δίκαιοι θα αποκριθούν: Κύριε πότε σε είδαμε να πεινάς και σε εθρέψαμε, ή να διψάς και σε ποτίσαμε; Βλέπουμε εδώ, από την απάντηση που δίνουν οι δίκαιοι, να αποδεικνύουν ότι έχουν και άλλη, σπουδαία και μεγάλη αρετή, αυτήν της ταπεινοφροσύνης. Διότι θεωρούν τους εαυτούς των αναξίους όλων αυτών των επαίνων, ωσάν να μην έπραξαν κανένα καλό στη ζωή τους. Τότε ό Κύριος θα τους απαντήσει, ότι η έμπρακτη αγάπη που έδειξαν προς τον πλησίον, είναι σαν να έγινε προς τον ίδιο τον εαυτό του. Στη συνέχεια θα πει και προς τους εξ’ αριστερών; Φύγετε από μένα οι καταραμένοι στο αιώνιο πυρ, που έχει ετοιμασθεί για τον διάβολο και τους αγγέλους του. Η φωτιά αυτή, για την οποία ομιλεί εδώ ο Κύριος, δεν είναι κτιστή και υλική, διότι θα κατακαίει και θα βασανίζει όχι μόνο τα σώματα, αλλά και τις ψυχές, θα βασανίζει όχι μόνο τους ανθρώπους, αλλά και τους δαίμονες, που είναι άσαρκοι και επί πλέον δεν θα τελειώνει ποτέ, αλλά θα είναι αιώνια. Τότε οι εξ’ αριστερών θα απαντήσουν: Κύριε πότε σε είδαμε να πεινάς, ή να διψάς, ή ξένον, ή γυμνό, ή ασθενή, ή φυλακισμένο και δεν σε υπηρετήσαμε; Βλέπουμε εδώ, πάλι από την απάντηση, που δίνουν οι αμαρτωλοί και άπιστοι, να αποδεικνύουν, ότι είναι γεμάτοι από υπερηφάνεια και εγωϊσμό. Οι μεν δίκαιοι εγκωμιαζόμενοι για την φιλανθρωπία τους, ταπεινώνονται περισσότερο, δεν δικαιώνουν τους εαυτούς των. Οι υπερήφανοι αντίθετα, όταν κατηγορούνται για την ασπλαχνία τους, δεν προσπίπτουν ταπεινωμένοι, αλλά αντιλέγουν και προσπαθούν να δικαιώσουν τους εαυτούς των. Και κλείνει η περικοπή με τη φράση του Κυρίου μας: Ότι αυτοί μεν θα μεταβούν στην αιώνια κόλαση, οι δε δίκαιοι στην αιώνια ζωή.
Ας ελεήσωμε λοιπόν αδελφοί μου και εμείς τους εαυτούς μας, με το να δείξουμε έμπρακτη αγάπη προς τους αδελφούς μας, ας ευεργετήσουμε, για να ευεργετηθούμε. Ας αγοράσουμε τα αιώνια, δίνοντας τα πρόσκαιρα. Ας επιδείξωμε έργα αγάπης, ελεώντας τους πτωχούς, επιστρέφοντας τους πεπλανημένους στη ζωή της Εκκλησίας, καλλιεργώντας και τρέφοντας πνευματικά τις ψυχές των ανθρώπων με τον λόγο του Θεού, δικαιώνοντας τους αδικουμένους, βοηθώντας με κάθε τρόπο αυτούς που είναι ασθενείς, είτε σωματικά, είτε πνευματικά και συγχωρώντας αυτούς που μας επιβουλεύονται και θέλουν το κακό μας. Ας εργασθούμε τώρα, εν όσω ζούμε ακόμη στην παρούσα ζωή, διότι όταν φύγουμε από αυτό τον κόσμο, δεν θα υπάρχουν πλέον περιθώρια μετανοίας και εργασίας των εντολών του Θεού. Ας φοβηθούμε την φοβερή εκείνη απόφαση του Κριτού προς εκείνους που έμειναν άσπλαχνοι, για να μην κατακριθούμε μαζί μ’ αυτούς. Και γενικά ας επιδείξωμε την μεταξύ μας αγάπη με κάθε τρόπο και με κάθε έργο και λόγο, ώστε να επιτύχουμε την από τον Θεό αγάπη και κληρονομήσωμε την αιώνια βασιλεία του μαζί με όλους τους αγίους. Αμήν.
Σάββατο, Φεβρουαρίου 22, 2025
Κυριακή της Απόκρεω – Ο άγιος Εφραίμ ο Σύρος για τη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΕΩ [:Ματθ. 25,31-46]
Ο ΑΓΙΟΣ ΕΦΡΑΙΜ Ο ΣΥΡΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΕΥΤΕΡΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ
Αγαπητοί μου αδελφοί, ακούστε για τη δεύτερη και φοβερή παρουσία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Έφερα στο νου μου την ώρα εκείνη και, καθώς αναλογίστηκα όσα πρόκειται τότε να συμβούν, κατατρόμαξα. Ποιος μπορεί να τα διηγηθεί; Ποια γλώσσα μπορεί να τα περιγράψει; Ποια αυτιά μπορούν να τα ακούσουν;
Τότε ο Βασιλιάς της οικουμένης θα σηκωθεί από τον θρόνο της δόξας Του και θα έρθει για να κρίνει όλους τους κατοίκους της γης, αμείβοντας με αιώνια μακαριότητα τους άξιους και τιμωρώντας με αιώνια κόλαση τους αμαρτωλούς! Όταν τα φέρνω αυτά στο νου μου, τρόμος με κυριεύει. Παραλύω ολόκληρος. Τα μάτια μου δακρύζουν. Η φωνή μου κόβεται. Τα χείλη μου παγώνουν. Η γλώσσα μου τρέμει. Οι λογισμοί μου σταματούν. Αν και ο φόβος με πιέζει να σωπάσω, αναγκάζομαι να μιλήσω για χάρη της δικής σας ωφέλειας.
Θα συμβούν τόσο μεγάλα και τρομακτικά γεγονότα, που ούτε έγιναν από την κτίση του κόσμου, ούτε θα γίνουν σ’ όλες τις γενιές. Αν μία δυνατή βροντή πολλές φορές μας τρομάζει και μας κόβει τα πόδια, για σκεφτείτε, πώς θ’ αντέξουμε ν’ ακούσουμε τον ήχο εκείνης της σάλπιγγας, που θα ηχήσει στα ουράνια δυνατότερα από κάθε βροντή, για να ξυπνήσει όλους τους νεκρούς, δίκαιους και άδικους;
Τότε τα οστά των νεκρών θα συναρμολογηθούν. Θα προστάξει ο μεγάλος Βασιλιάς, που εξουσιάζει όλη την κτίση, και ευθύς η γη και η θάλασσα θα δώσουν με τρόμο τους νεκρούς τους. Ακόμα κι όσοι κατασπαράχθηκαν από τα θηρία, όσοι φαγώθηκαν από τα ψάρια ή τα όρνια, όλοι, «εν ριπή οφθαλμού», θα παρουσιαστούν μπροστά στον αδέκαστο Κριτή. Τότε οι ποταμοί και οι πηγές θα εξαφανιστούν, τ’ αστέρια θα πέσουν, ο ήλιος θα σβήσει, η σελήνη θα χαθεί.
Άγγελοι σταλμένοι από το Θεό θα διασχίζουν την υφήλιο και θα συγκεντρώνουν τους εκλεκτούς από κάθε σημείο της γης. Τότε θα αντικρύσουμε «καινοὺς δὲ οὐρανοὺς καὶ γῆν καινὴν(:νέους ουρανούς και νέα γη)» [Β’ Πέτρ. 3, 13], σύμφωνα με την υπόσχεση του Κυρίου.
Πώς θα αντέξουμε, όταν θα δούμε να ετοιμάζεται ο φοβερός θρόνος και να προβάλλει ο Σταυρός, που πάνω του θυσιάστηκε εκούσια ο Χριστός για μας; Τότε θα θυμηθούμε και θα κατανοήσουμε τον λόγο του Κυρίου για «τὸ σημεῖον τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου»[βλ. Ματθ. 24,30: «καὶ τότε φανήσεται τὸ σημεῖον τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῷ οὐρανῷ, καὶ τότε κόψονται πᾶσαι αἱ φυλαὶ τῆς γῆς καὶ ὄψονται τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου ἐρχόμενον ἐπὶ τῶν νεφελῶν τοῦ οὐρανοῦ μετὰ δυνάμεως καὶ δόξης πολλῆς(:και τότε θα φανεί στον ουρανό το σημείο που θα προαναγγέλλει την άμεση έλευση και παρουσία του υιού του ανθρώπου το σημείο του Υιού του ανθρώπου. Τότε θα θρηνήσουν όλες οι φυλές της γης που δεν πίστεψαν. Και θα δουν τον Υιό του ανθρώπου να έρχεται καθισμένος στα σύννεφα του ουρανού με δύναμη και συνοδεία αγγέλων και με δόξα πολλή)»].
Τότε θα πληροφορηθούμε όλοι, ότι πρόκειται να παρουσιαστεί ο μεγάλος Βασιλιάς. Τη φοβερή εκείνη ώρα, ο καθένας μας θα συλλογίζεται τις πράξεις του και θα σκέφτεται τι θα Του απολογηθεί... Όταν θα ακούσουμε τη βροντερή εκείνη φωνή από τα ύψη τ’ ουρανού να διακηρύσσει, «ἰδοὺ ὁ νυμφίος ἔρχεται, ἐξέρχεσθε εἰς ἀπάντησιν αὐτοῦ(:να, ο Νυμφίος έρχεται· βγείτε να τον προϋπαντήσετε)» [Ματθ. 25, 6]· ο Κριτής, δηλαδή, φτάνει για να κρίνει ζωντανούς και νεκρούς· τότε, από την κραυγή εκείνη, θα σαλέψουν συθέμελα τα έγκατα της γης, απ’ τη μίαν άκρη ως την άλλη.
Τότε, αδελφοί μου, στενοχώρια και φόβος και τρόμος θα καταλάβει κάθε άνθρωπο γι’ αυτά που θα συμβούν στην οικουμένη. Οι δυνάμεις των ουρανών θα σαλευθούν. Οι ουρανοί θα σχιστούν. Και ο Βασιλεύς των βασιλέων, ο άγιος και ένδοξος Θεός μας, θα παρουσιαστεί σαν αστραπή φοβερή, με εξουσία και δόξα απερίγραπτη. Έκσταση και φρίκη θα μας κυριέψουν την ώρα εκείνη, όταν θα καθίσει στο κριτήριο ο αμερόληπτος Κριτής και θα ανοίξει τα φοβερά βιβλία, όπου είναι γραμμένα τα έργα και τα λόγια μας, όλα όσα κάναμε και είπαμε στην ζωή αυτή, νομίζοντας ότι μπορούμε ν’ απατήσουμε τον καρδιογνώστη Θεό.
Ω! Πόσα δάκρυα πρέπει να χύνουμε, όταν συλλογιζόμαστε εκείνη την ώρα! Και όμως, είμαστε τόσο αμελείς! Πόσο θα κλάψουμε και θα στενάξουμε τότε, όταν θα δούμε από το ένα μέρος τις μεγάλες δωρεές και την ασύλληπτη μεγαλοπρέπεια και λαμπρότητα της βασιλείας των ουρανών, που θ’ απολαύσουν όσοι πάλεψαν σκληρά για να τηρήσουν τις εντολές του Κυρίου, και από το άλλο μέρος τις φοβερές τιμωρίες, που θα υποστούν όσοι υποδουλώθηκαν στην αμαρτία! Και στη μέση, έντρομοι, όλοι οι άνθρωποι, από κάθε φυλή, από τον πρωτόπλαστο Αδάμ ως τον τελευταίο, θα γονατίζουν και θα προσκυνούν τον Θεό, σύμφωνα με τον λόγο της Γραφής: «Ζῶ ἐγώ, λέγει Κύριος, ὅτι ἐμοὶ κάμψει πᾶν γόνυ, καὶ πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσεται τῷ Θεῷ(:διότι είναι γραμμένο στην Αγία Γραφή: Ζω εγώ, λέει ο Κύριος, και θα πραγματοποιήσω αυτό που παραγγέλλω· ότι δηλαδή μπροστά μου κάθε άνθρωπος θα λυγίσει τα γόνατά του δουλικά και λατρευτικά, και κάθε γλώσσα θα δοξολογήσει τον Θεό)» [Ρωμ. 14,11].
Τότε όλη η ανθρωπότητα, καθώς θα βρίσκεται ανάμεσα στη ζωή και στο θάνατο, ανάμεσα στη μακάρια ανάπαυση και στην αιώνια καταδίκη, θα περιμένει με αγωνία τη φοβερή Κρίση. Και κανένας την ώρα αυτή δεν θα μπορεί να βοηθήσει τον διπλανό του.
Θα ρωτηθούν οι επίσκοποι και για τον δικό τους τρόπο ζωής και για το ποίμνιό τους. Θα τους ζητηθεί λόγος για τα λογικά πρόβατα, που παρέλαβαν από τον αρχιποιμένα Χριστό. Αν από αμέλειά τους χάθηκε κάποιο πρόβατο, το αίμα του θα ζητηθεί από τους ίδιους.
Παρόμοια και οι ιερείς θα δώσουν λόγο για τις ενορίες τους. Επίσης και κάθε πιστός θα δώσει λόγο για τον εαυτό του, για το σπίτι του, για τη γυναίκα του, για τα παιδιά του, για τους υπαλλήλους και τους εργάτες του.
Θα εξεταστούν βασιλιάδες και άρχοντες, πλούσιοι και φτωχοί, μικροί και μεγάλοι, για όλα όσα έκαναν: «Τοὺς γὰρ πάντας ἡμᾶς φανερωθῆναι δεῖ ἔμπροσθεν τοῦ βήματος τοῦ Χριστοῦ, ἵνα κομίσηται ἕκαστος τὰ διὰ τοῦ σώματος πρὸς ἃ ἔπραξεν, εἴτε ἀγαθὸν εἴτε κακόν(:διότι όλοι μας πρέπει να παρουσιαστούμε οπωσδήποτε μπροστά στο δικαστικό βήμα του Χριστού, ολοφάνεροι και ξεσκεπασμένοι, για να αποκομίσει ο καθένας την αμοιβή του, ανάλογα με όσα έπραξε με το σώμα σε αυτή τη ζωή, είτε αγαθά είναι συνολικά τα έργα του αυτά, είτε κακά)» [Β΄ Κορ. 5 , 10].
Όλων μας τα έργα θα ερευνηθούν και θα φανερωθούν μπροστά σε αγγέλους και ανθρώπους. Οι εχθροί του Χριστού θα κατασυντριβούν «ὅταν καταργήσῃ πᾶσαν ἀρχὴν καὶ πᾶσαν ἐξουσίαν καὶ δύναμιν(:όταν θα έχει πλέον αχρηστεύσει και καταργήσει κάθε αρχή και κάθε εξουσία και δύναμη)»[Α΄ Κορ. 15, 24]. Τότε, καθώς είναι γραμμένο, ο Κύριος θα ξεχωρίσει «τὰ πρόβατα ἀπὸ τῶν ἐρίφων(:τα πρόβατα από τα κατσίκια)» [Ματθ. 25, 32].
Έτσι, όσοι έχουν καλά έργα και πνευματικούς καρπούς, θα χωριστούν από τους άκαρπους και τους αμαρτωλούς.
Οι πρώτοι θα λάμψουν σαν τον ήλιο, γιατί φύλαξαν τις εντολές του Θεού. Αυτοί είναι οι ελεήμονες, οι φιλόξενοι, οι βοηθοί των δυστυχισμένων, οι συμπαραστάτες των ασθενών, οι προστάτες των φτωχών και των ορφανών, όσοι έντυναν τους γυμνούς, όσοι επισκέπτονταν τους φυλακισμένους, όσοι έγιναν φτωχοί για τον πλούτο που υπάρχει στους ουρανούς, όσοι συγχώρησαν τα παραπτώματα των αδελφών τους, όσοι φύλαξαν τη σφραγίδα της πίστεως ακέραιη και αμόλυντη από κάθε αίρεση. Αυτούς θα τους βάλει στα δεξιά Του, ενώ τους αμαρτωλούς στ’ αριστερά Του.
Οι δεύτεροι είναι εκείνοι που παρόργιζαν τον καλό Ποιμένα και περιφρονούσαν τους λόγους Του. Είναι οι περήφανοι, οι αδιόρθωτοι, οι φίλοι των διασκεδάσεων και των απολαύσεων, όσοι ξόδεψαν στην ακολασία και τη μέθη και την ασπλαχνία ολόκληρο το χρόνο της ζωής τους, σαν εκείνο τον πλούσιο που ποτέ δεν ελέησε τον φτωχό Λάζαρο (Λουκ. 16, 19-31).
Αυτοί θα καταδικαστούν και θα σταθούν στ’ αριστερά, γιατί δεν έδειξαν συμπόνια. Ήταν σκληροί και δεν είχαν καρπούς μετάνοιας, δεν είχαν λάδι στα λυχνάρια τους. Όσοι όμως αγόρασαν το λάδι της ελεημοσύνης από τους φτωχούς και γέμισαν τα λυχνάρια τους, θα σταθούν στα δεξιά, κρατώντας τα αναμμένα, ένδοξοι και χαρωποί, και θ’ ακούσουν τη γαλήνια εκείνη και ποθητή φωνή: «Δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου(:Ελάτε εσείς που είστε ευλογημένοι από τον Πατέρα μου, κληρονομήστε τη βασιλεία που έχει ετοιμαστεί για σας από τότε που θεμελιωνόταν ο κόσμος)» [Ματθ. 25, 34].
Όσοι πάλι είναι στ’ αριστερά, θα ακούσουν την οδυνηρή εκείνη και φοβερή απόφαση: «Πορεύεσθε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ (:Εσείς που από τα έργα σας γίνατε καταραμένοι, φύγετε μακριά από μένα στο πυρ το αιώνιο, που έχει ετοιμασθεί για το διάβολο και τους αγγέλους του)» [Ματθ. 25, 41]. «Όπως δεν ελεήσατε, έτσι τώρα δεν θα ελεηθείτε. Όπως δεν ακούσατε τη φωνή Μου, ούτε Εγώ τώρα θ’ ακούσω τον απαρηγόρητο θρήνο σας. Γιατί δεν Με θρέψατε όταν πεινούσα. Δεν Με ποτίσατε όταν διψούσα. Δεν Με φιλοξενήσατε όταν ήρθα κοντά σας. Δεν Με ντύσατε όταν ήμουν γυμνός. Δεν Με επισκεφθήκατε όταν ήμουν άρρωστος, ούτε όταν ήμουν στη φυλακή. Δεν υπηρετήσατε Εμένα. Σε άλλο κύριο γίνατε υπηρέτες και δούλοι, στο διάβολο. Φύγετε λοιπόν μακριά Μου, εργάτες της αδικίας. Τότε θα οδηγηθούν αυτοί στην αιώνια κόλαση, ενώ οι δίκαιοι στην αιώνια ζωή» [πρβ. Ματθ. 25, 41-46]. Αλίμονο σε εκείνους που αφήνουν ανεκμετάλλευτο τον καιρό τούτο της μετάνοιας και παραδίνονται σε πράγματα άσκοπα και γελοία. Θα ζητήσουν τότε τον χρόνο που ξόδεψαν μάταια, και δεν θα τον βρουν.
Αλίμονο σε εκείνους που δίνουν σημασία σε πνεύματα πλάνης και διδασκαλίες δαιμονικές, γιατί αυτά θα τους εξασφαλίσουν την καταδίκη στην άλλη ζωή.
Αλίμονο σε εκείνους που ασχολούνται με μαντείες και ανηθικότητες.
Αλίμονο σε εκείνους που στερούν από τους εργάτες τον δίκαιο μισθό τους, γιατί είναι όμοιοι μ’ αυτούς που χύνουν αίμα.
Αλίμονο σε εκείνους που κρίνουν άδικα, δικαιώνοντας τον φταίχτη και καταδικάζοντας τον αθώο.
Αλίμονο σε εκείνους που έχουν τα ανόητα πάθη του φθόνου και του μίσους. Και για να μη λέω πολλά:
Αλίμονο σε εκείνους που θα βρεθούν στα αριστερά τη φοβερή μέρα της Κρίσεως. Θα κλάψουν πικρά, αλλά ανώφελα, όταν θα ακούσουν την οδυνηρή εκείνη απόφαση: «Φύγετε από μπροστά μου, καταραμένοι, πηγαίνετε στην αιώνια φωτιά»[Ματθ. 25, 41].
Όσοι έχετε δάκρυα και κατάνυξη, θρηνήστε μαζί μου. Όταν συλλογίζομαι τον αιώνιο εκείνο χωρισμό, νιώθω αβάσταχτη θλίψη. Γιατί τότε αποχωρίζονται ο ένας άνθρωπος από τον άλλο και φεύγουν σε αποδημία που δεν έχει επιστροφή. Ποιος είναι τόσο σκληρόκαρδος και αναίσθητος, ώστε να μην κλάψει από δω για την ώρα εκείνη;
Τότε, όσοι ήταν κάποτε βασιλιάδες, θα οδύρονται σαν αιχμάλωτοι. Τότε θα στενάζουν οι άρχοντες και οι άσπλαχνοι πλούσιοι και θα ζητούν βοήθεια, αλλά κανείς δεν θα τους δίνει· γιατί εκεί δεν έχουν καμιάν άξια ούτε ο πλούτος ούτε οι κόλακες. Και δεν θα βρουν έλεος, επειδή δεν ελέησαν κανένα. Τότε θα αποχωριστούν γονείς από τα παιδιά τους και φίλοι από τους φίλους τους. Τότε θα διαλυθούν οι συζυγικοί δεσμοί που δεν κρατήθηκαν αμόλυντοι και αγνοί. Τότε θα αποδιωχτούν οι παρθένοι στο σώμα αλλά άκαρδοι και άσπλαχνοι στον τρόπο, γιατί «ἡ γὰρ κρίσις ἀνέλεος τῷ μὴ ποιήσαντι ἔλεος(:η κρίση θα είναι ανελέητη σε όποιον δεν έκανε έλεος)» (Ιακ. 2 , 13).
Θα παραλείψω όμως τα πολλά, γιατί κυριεύομαι από φόβο και φρίκη. Άγγελοι φοβεροί θα απομακρύνουν βίαια όλους τους αμετανόητους ασεβείς, που θα τρίζουν με τρόμο τα δόντια τους και θα γυρίζουν συχνά, για να βλέπουν τους δικαίους και την ευδαιμονία που έχασαν. Θα βλέπουν το φως εκείνο το περίλαμπρο και τα κάλλη του παραδείσου.
Θα βλέπουν τους γνωστούς τους στην τρισμακάρια εκείνη χώρα και τις μεγάλες δωρεές, που θα παίρνουν από το Βασιλιά της δόξας όσοι αγωνίστηκαν για τη σωτηρία τους σε αυτόν τον κόσμο. Ύστερα από λίγο, αφού θα έχουν αποχωριστεί απ’ όλους τους δικαίους και τους φίλους και τους γνωστούς τους, θα αποχωριστούν κι απ’ αυτόν το Θεό. Δεν θα μπορούν πια να βλέπουν τη χαρά και το Φως το αληθινό.
Τέλος, θα οδηγηθούν στις διάφορες κολάσεις για να παραδοθούν στην αιώνια τιμωρία. Τότε, βλέποντας την τέλεια εγκατάλειψή τους, βλέποντας ότι κάθε ελπίδα τους χάθηκε, βλέποντας ότι κανένας πια δεν μπορεί να τους βοηθήσει, θα λένε κλαίγοντας απαρηγόρητα με πικρά δάκρυα: "Ω! Πόσο καιρό χάσαμε στην αμέλεια! Πόσο χλευαστήκαμε από τον πονηρό! Όταν ακούγαμε στις Γραφές να μιλάει ο ίδιος ο Θεός, όχι μόνο δεν προσέχαμε, αλλά και γελούσαμε. Τώρα κραυγάζουμε, κι Αυτός αποστρέφει το πρόσωπό Του από μας!
Τι μας ωφέλησαν λοιπόν τ’ αγαθά του κόσμου; Πού είναι ο πατέρας και η μάνα που μας γέννησαν; Πού είναι οι αδελφοί; Πού τα παιδιά; Πού οι φίλοι; Πού ο πλούτος; Πού τα υπάρχοντα; Πού οι άρχοντες κι οι ηγεμόνες; Κανένας απ’ όλους αυτούς δεν μπορεί τώρα να μας σώσει. Ούτε κι εμείς μπορούμε να βοηθήσουμε τους εαυτούς μας. Αλλά εγκαταλειφθήκαμε εντελώς κι από το Θεό κι από τους αγίους.
Τι μπορούμε λοιπόν να κάνουμε; Τώρα πια δεν είναι καιρός μετάνοιας. Δεν ισχύουν πια οι προσευχές. Δεν ωφελούν πια τα δάκρυα. Δεν υπάρχουν πια οι πωλητές του λαδιού, δηλαδή οι φτωχοί και οι δυστυχισμένοι. Όταν μας παρακαλούσαν ν’ αγοράσουμε, εμείς κλείναμε τ’ αυτιά μας. Τώρα ζητάμε και δεν βρίσκουμε. Δεν υπάρχει λύτρωση για μας, τους αξιοθρήνητους. Δεν θα βρούμε ευσπλαχνία, γιατί δεν είμαστε άξιοι". Τότε λοιπόν θα πάει ο καθένας στον τόπο των βασάνων, στον τόπο που ο ίδιος ετοίμασε για τον εαυτό του με τις πονηρές πράξεις του, εκεί «ὅπου ὁ σκώληξ αὐτῶν οὐ τελευτᾷ καὶ τὸ πῦρ οὐ σβέννυται(:όπου το σκουλήκι που θα κατατρώει χωρίς να εξαφανίζει εκείνους που θα είναι εκεί, δεν θα έχει τέλος˙ και η φωτιά που θα τους κατακαίει χωρίς να τους αποτεφρώνει δεν θα σβήσει. Η τιμωρία τους δηλαδή θα είναι ατελεύτητη και αιώνια)»[Μάρκ. 9 , 44].
Να, ακούσατε τι κερδίζουν όσοι αμελούν και ραθυμούν και δεν μετανοούν. Ακούσατε πώς χλευάζονται όσοι χλεύαζαν τις εντολές του Κυρίου. Ο Πέτρος, ο κορυφαίος των αποστόλων, μας προειδοποιεί για την ημέρα εκείνη, λέγοντας: «Ἣξει δὲ ἡ ἡμέρα Κυρίου ὡς κλέπτης ἐν νυκτί, ἐν ᾖ οὐρανοὶ ῥοιζηδὸν παρελεύσονται, στοιχεῖα δὲ καυσούμενα λυθήσονται, καὶ γῆ καὶ τὰ ἐν αὐτῇ ἔργα κατακαήσεται(:η ημέρα του Κυρίου θα έρθει όπως ο κλέφτης τη νύχτα, και τότε οι ουρανοί θα εξαφανιστούν με τρομερό πάταγο, τα στοιχεία της φύσεως θα διαλυθούν στη φωτιά, και η γη, όπως και όλα όσα έγιναν πάνω σ’ αυτήν, θα κατακαούν)» [Β’ Πέτρ. 3, 10]. Αλλά και πρωτύτερα, ο ίδιος ο Δεσπότης και Κύριός μας μάς αποκάλυψε τα εξής: «Προσέχετε δὲ ἑαυτοῖς μήποτε βαρηθῶσιν ὑμῶν αἱ καρδίαι ἐν κραιπάλῃ καὶ μέθῃ καὶ μερίμναις βιοτικαῖς, καὶ αἰφνίδιος ἐφ᾿ ὑμᾶς ἐπιστῇ ἡ ἡμέρα ἐκείνη(:Προσέξτε καλά τους εαυτούς σας. Μην παραδοθείτε στην κραιπάλη και στη μέθη και στις βιοτικές ανάγκες, και σας αιφνιδιάσει η ημέρα εκείνη· γιατί θα έρθει σαν την παγίδα σε όλους τους ανθρώπους που κατοικούν στη γη)» [Λουκ. 21, 34]. Και αλλού: «Εἰσέλθετε διὰ τῆς στενῆς πύλης· ὅτι πλατεῖα ἡ πύλη καὶ εὐρύχωρος ἡ ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ἀπώλειαν, καὶ πολλοί εἰσιν οἱ εἰσερχόμενοι δι᾿ αὐτῆς(:Μην αποθαρρυνθείτε από τις δυσκολίες που στην αρχή θα σας παρουσιάσει η εφαρμογή του χρυσού αυτού νόμου και κανόνα. Προσπαθήστε να μπείτε στο δρόμο της αρετής από τη στενή πύλη, απαρνούμενοι την αμαρτωλή ζωή σας. Χρειάζεται όμως γι’ αυτό επίπονη προσπάθεια. Διότι είναι πλατιά η θύρα και ευρύχωρος ο δρόμος που αποπλανά και παρασύρει στην αιώνια απώλεια της κολάσεως˙ και πολλοί είναι εκείνοι που εισέρχονται α’ αυτήν, καθώς με ευκολία μεγάλη και χωρίς τον παραμικρό αγώνα μπαίνει κανείς εδώ. Ο δρόμος της αμαρτίας είναι ευρύχωρος)» [Ματθ. 7 , 13].
Αδελφοί μου, ας βαδίσουμε τον δύσκολο αυτό δρόμο για να κληρονομήσουμε την αιώνια ζωή. Αυτός ο δρόμος απαιτεί μετάνοια, νηστεία, προσευχή, αγρυπνία, ταπεινοφροσύνη, περιφρόνηση της σάρκας, επιμέλεια της ψυχής, ελεημοσύνη, δάκρυα, πένθος. Να μισείται κανείς και να μη μισεί. Να συγχωρεί αυτούς που του κάνουν κακό. Να αδικείται και να ευεργετεί. Τέλος, να χύσει και το αίμα του για το Χριστό, όταν οι περιστάσεις το απαιτήσουν. Αντίθετα, είναι «πλατεῖα ἡ πύλη καὶ εὐρύχωρος ἡ ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ἀπώλειαν(:πλατειά η πύλη και ευρύχωρη η οδός που οδηγεί στην καταστροφή)»[Ματθ. 7, 13].
Η πορεία αυτού του δρόμου εδώ είναι ευχάριστη, αλλά εκεί είναι θλιβερή. Εδώ είναι γλυκιά, εκεί όμως πικρότερη κι από τη χολή. Εδώ είναι εύκολη, εκεί όμως δύσκολη και οδυνηρή. Γνωρίσματα αυτής της πορείας είναι η πορνεία, η μοιχεία, η ασέλγεια, η ειδωλολατρία, η φιλονικία, ο θυμός, η διχόνοια, οι φθόνοι, οι φόνοι, τα γλέντια, τα πολυτελή γεύματα, η λαιμαργία και τα όμοια με αυτά. Μα το χειρότερο απ’ όλα, η αμετανοησία και η τέλεια λησμοσύνη της ώρας του θανάτου.
Αυτή την ημέρα της δευτέρας παρουσίας του Χριστού συλλογίστηκαν οι άγιοι μάρτυρες και δεν λυπήθηκαν τα σώματά τους, αλλά υπέμειναν κάθε είδος βασάνων με χαρά και με την προσδοκία των ουράνιων στεφανιών. Για τον ίδιο λόγο αγωνίστηκαν στις ερημιές και στα βουνά, με νηστεία και αγνεία, όχι μόνο άνδρες, αλλά και γυναίκες, βαδίζοντας καρτερικά το στενό και θλιμμένο μονοπάτι, κι έτσι κέρδισαν τη βασιλεία των ουρανών. Αυτό το φοβερό δικαστήριο συλλογίστηκε και ο μακάριος Δαβίδ, γι’ αυτό έβρεχε κάθε νύχτα με δάκρυα το στρώμα του και παρακαλούσε το Θεό, λέγοντας: «Καὶ μὴ εἰσέλθῃς εἰς κρίσιν μετὰ τοῦ δούλου σου, ὅτι οὐ δικαιωθήσεται ἐνώπιόν σου πᾶς ζῶν(:.Κύριε, μη θελήσεις όμως να προβείς σε λεπτομερή εξέταση της ζωής εμένα του δούλου σου, διότι κανείς από τους ζώντες ανθρώπους επί της γης δεν θα ευρεθεί τελείως αθώος και αναμάρτητος ενώπιόν σου)» [Ψαλμ. 142 , 2].
Εμπρός λοιπόν κι εμείς, πριν φτάσει η μέρα εκείνη, πριν τελειώσει το πανηγύρι της σύντομης τούτης ζωής, πριν έρθει ο Θεός και μας βρει απροετοίμαστους, ας ετοιμαστούμε για την υποδοχή Του με εξομολόγηση, με μετάνοια, με νηστεία, με δάκρυα, με αγαθοεργίες. Προσέξτε, μην τολμήσει κανείς να πει ότι δεν αμάρτησε. Όποιος το λέει αυτό, είναι τυφλός και απατά τον εαυτό του, μη γνωρίζοντας ότι ο σατανάς μπορεί να τον κυριεύει και με λόγια και με έργα και με την ακοή και με την όραση και με την αφή και με τους λογισμούς.
Ποιος μπορεί να καυχηθεί ότι έχει αγνή καρδιά και καθαρές όλες τις αισθήσεις του; Κανένας δεν είναι αναμάρτητος, κανένας δεν είναι καθαρός, παρά μόνο Εκείνος, που, αν και πλούσιος, «ἐπτώχευσε» για μας. Αυτός μόνο είναι αναμάρτητος. Αυτός βαστάζει την αμαρτία του κόσμου και δεν θέλει το θάνατο των αμαρτωλών, αλλά τη σωτηρία τους.
Σ’ Αυτόν ας καταφύγουμε κι εμείς, γιατί όσοι αμαρτωλοί πήγαν κοντά Του, σώθηκαν. Ας μην απελπιστούμε, αδελφοί μου, για τη σωτηρία μας. Αμαρτήσαμε; Ας μετανοήσουμε. Μύριες φορές αμαρτήσαμε; Μύριες φορές ας μετανοήσουμε. Για κάθε έργο αγαθό χαίρεται ο Θεός, εξαιρετικά όμως χαίρεται για μία ψυχή που μετανοεί.
Ελάτε λοιπόν, ας πέσουμε στα πόδια Του κι ας εξομολογηθούμε τις αμαρτίες μας. Δόξα στη φιλανθρωπία Του. Δόξα στη μακροθυμία Του. Δόξα στην αγαθότητα και τη συγκατάβασή Του. Δόξα στην ευσπλαχνία Του. Δόξα στη βασιλεία Του. Δόξα και τιμή και προσκύνηση στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
· Σειρά «Η Φωνή των Πατέρων», τεύχος 12, έκδοση Ιεράς Μονής Παρακλήτου, ΩρωπόςΑττικής[https://imparaklitou.gr/index.php/el/keimena/i-foni-ton-pateron-i-deftera-parousia].
· Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
· Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
· http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
· http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Σάββατο, Φεβρουαρίου 15, 2025
Άγιος Άνθιμος της Χίου
Η ταπεινοφροσύνη θα φέρει όλες τις
αρετές
Ποιος από μας μπορεί να βάλει το χέρι του εκεί πάνω στη φλόγα του αναμμένου κεριού και να το αφήσει επί πέντε λεπτά; Δεν μπορούμε. Και γιατί άλλοι έμπαιναν στην αναμμένη κάμινο και περπατούσαν μέσα στις φλόγες σαν σε ωραίο περιβόλι;
Οι άγιοι μάρτυρες πώς μπόρεσαν να μπουν μέσα στα πυρωμένα
τηγάνια, πάνω στις σούβλες, στους τροχούς, στα άλλα τρομερά βασανιστήρια, που
εμείς ούτε να ακούσουμε δεν μπορούμε; Εμείς λίγο να κακοπαθήσουμε, μια μέρα, δυο να νηστέψουμε, φοβόμαστε
μην αρρωστήσουμε, μην αδυνατίσουμε, και δειλιάζουμε. Οι άγιοι Πατέρες πώς
έκαμαν εκείνους τους φοβερούς αγώνες υστερούμενοι, θλιβόμενοι,
κακουχούμενοι, πάνω στα βουνά, μέσα στις σπηλιές; Γιατί μπορούσαν και
τα υπέμεναν όλα αυτά; Διότι ήσαν θωρακισμένοι με την ακλόνητη αγάπη προς τον
Θεό· ήσαν πυρωμένοι από τον θείο έρωτα, και γι’ αυτό, όσο
διάστημα ήθελε ο Θεός, τους άφηνε και αισθάνονταν τις τιμωρίες και τους πόνους·
κατόπιν τους έδινε τη χάρη του και δεν τα είχαν πλέον για τίποτα.
Αλλά μήπως ο
Θεός άλλαξε τώρα; Γιατί να μη μας δίνει τη χάρη του να τα κάνουμε και εμείς
αυτά; Δεν άλλαξε ο Θεός· αλλά εμείς, αντί την ακλόνητη πίστη και τη θερμή αγάπη
που είχαν προς τον Θεό εκείνοι, αντί την απάρνηση του εαυτού τους και τις άλλες
αρετές που είχαν εκείνοι, εμείς έχουμε τη φιλαυτία, τη φιληδονία, τον θυμό, την
οργή, την υπερηφάνεια, την κενοδοξία· είμαστε ταραχοποιοί, σκανδαλοποιοί,
είμαστε ψυχροί προς την αρετή και πάντοτε ο νους μας είναι προς το κακό. Πώς να
βάλουμε λοιπόν το χέρι μας στη φωτιά και να το υπομείνουμε; Ούτε στον ήλιο δεν
μπορούμε να το βάλουμε.
Αλλά μήπως,
επειδή εμείς είμαστε τέτοιοι, ο Θεός μάς λησμονεί; Μήπως δεν θέλει να μας
βοηθήσει; Θέλει και το επιθυμεί· εμείς όμως φεύγουμε μακριά του. Εκείνος είναι
παρών και έτοιμος να μας δώσει βοήθεια· θέλει όμως να του τη ζητούμε. Εμείς την
περιφρονούμε, γι’ αυτό και Εκείνος βλέπει από μακριά και δεν μας βοηθεί.
Άραγε δεν
υπάρχει κανένας τρόπος να μη χαθούμε και εμείς; Δεν υπάρχει κανένα μέσον να
μπορέσουμε κάτι να κάνουμε και εμείς, ώστε να φέρουμε το έλεος του Θεού και να
αποφύγουμε τις μεγάλες τιμωρίες και τα βάσανα της αιωνίου κολάσεως; Θα μου
πείτε αυτό. Τι πρέπει λοιπόν να κάνουμε; Να απελπιστούμε; Σας απαντώ με το
αχρείο μου στόμα και με τη λίγη μου γνώση: να υψώσουμε τα χέρια μας στον ουρανό
και να πέσουμε πρηνηδόν με την ταπεινοφροσύνη· να κλάψουμε, να θρηνήσουμε, να
ικετεύσουμε τον Θεό, να γνωρίσουμε την αθλιότητά μας και να συντρίψουμε
τον εαυτό μας.
Αφού δεν
έχουμε την πανοπλία του Θεού να κάνουμε αρετές, να έχουμε τουλάχιστον την
ταπεινοφροσύνη· και έτσι θα ισομετρηθούν οι μεγάλοι κόποι και αγώνες των
παλαιών με τα λίγα δικά μας. Άλλος έχυσε αλύπητα το αίμα του· άλλον τον πέταξαν
μέσα στη θάλασσα· άλλος ταλαιπωρήθηκε χρόνια πολλά μέσα στην έρημο με την
άσκηση· άλλος κατακόπηκε μεληδόν τις σάρκες του· όλα αυτά θα τα
αναπληρώσουμε εμείς με την ταπεινοφροσύνη.
Έξαφνα έρχεται
ένας και σου λέει κάτι· ο λόγος εκείνος σου δίνει μια σουβλιά μέσα στα εντόσθιά
σου· μη μιλήσεις· πέσε πρηνηδόν να κερδίσεις. Άλλος σε υβρίζει· σου λέει λόγια,
τα οποία κατακαίουν την ψυχή σου, μαραίνουν την προθυμία σου, σε σουβλίζουν και
διαπερνούν την καρδιά σου. Σιώπησε· μη μιλήσεις· πέσε πρηνηδόν, να περάσει το
βέλος από πάνω σου. Κλίνε τον αυχένα· σκύψε την κεφαλή σου να μη σε βλάψει το
βέλος· και ο Θεός για την ταπείνωσή σου αυτή θα σου δώσει τον μισθό που έδωσε
σ’ έναν άλλο που αγωνίσθηκε με μεγάλους αγώνες και μαρτύρια.
Εμείς,
αδελφές, λίγο να κακοπαθήσουμε, αρρωστούμε· πώς μπόρεσαν αυτοί οι άνθρωποι
γυμνοί πάνω στα βουνά, μέσα στα χιόνια, μέσα στις βροχές, μέσα στον καύσωνα,
χωρίς σπίτι, χωρίς φωτιά, χωρίς ζεστό, χωρίς καμιά παρηγοριά; Σώμα ασθενές
είχαν και αυτοί σαν εμάς και έκαναν πράγματα που τα θαύμασαν και οι ασώματοι
άγγελοι. Εμείς οι ταλαίπωροι δεν μπορούμε ούτε να πλησιάσουμε σ’ αυτά· μπορούμε
όμως να πέσουμε κάτω, στην ταπεινοφροσύνη· να γίνουμε νεκροί και να βάλουμε
μέσα στον τάφο τον εαυτό μας· ώστε ό,τι και αν μας συμβαίνει, να το υπομένουμε.
Πρέπει όμως,
αδελφές, να κάνουμε αυτά, που ανήκουν στη θέση μας· διότι ποιος είναι αυτός που
τολμά να ζητά πληρωμή, χωρίς να εργασθεί; Αυτός που δεν δούλεψε πληρώνεται
ποτέ; Ποτέ! Αν λείπει και από εμάς η εργασία η πνευματική, αν λείπει η
ταπείνωση, αν λείπει η υπομονή, έργα αρετής δεν ημπορούν να γίνουν και καμία
πληρωμή δεν θα λάβουμε.
Να μη φανούμε
λοιπόν και εμείς αχάριστοι απέναντι σ’ έναν τέτοιον ευεργέτη· να σηκώσουμε και
εμείς τον σταυρό, όπως τον σήκωσε και Εκείνος με προθυμία και χαρά. Ο
σταυρός είναι τα βάσανα, οι στεναχώριες, οι πίκρες, οι καημοί, που έχει κάθε
άνθρωπος. Φτώχεια, στεναχώρια, βάσανα υποφέρει σήμερα, αδελφές, ο κόσμος
δεινώς. Οι δυστυχίες, που βασανίζουν σήμερα την ανθρωπότητα, είναι
φοβερές· δεν λέγονται οι συμφορές του κόσμου στη σημερινή εποχή. Να
σκεφθούμε μόνον τι σπαραγμό αισθάνονται οι μάνες, όταν φεύγουν τα παιδιά τους
και πηγαίνουν άλλα πάνω στα βουνά, άλλα στον πόλεμο, άλλα εδώ και άλλα εκεί. Τα
χάνουν από μέσα από την αγκάλη τους και δεν ξέρουν, αν θα τα ξαναδούν. Ακούμε
εκατοντάδες, χιλιάδες, να σκοτώνονται καθημερινώς· αλύπητα χύνεται το αίμα.
Πώς; Η οργή του Θεού έχει παραλάβει τον κόσμο· και ποιο είναι το αίτιο;
Οι αμαρτίες μας. Τσιτσιρίζεται η καρδιά της δυστυχισμένης μάνας· σφάζονται
από τον πόνο τα εντόσθιά της και δεν μπορεί να κάνει τίποτα.
Πάντοτε η
ανθρωπότητα πάσχει από πόνους και βάσανα· αλλά η σημερινή κατάσταση δεν υπήρξε
ποτέ. Εσείς όμως, χάρη στον Θεό, από όλα αυτά είσθε απαλλαγμένες· καμία
φροντίδα και μέριμνα δεν έχετε· μόνον για την ψυχή σας έχετε να φροντίσετε· εάν
δεν το κάμνετε, θα έχει να σας ζητήσει λόγο ο Θεός την ώρα της κρίσεως…
(17 Απριλίου
1948)
Από το
περιοδικό «Ορθ. Φιλόθεος Μαρτυρία», Διδαχές από άγιες μορφές, Εκδ. Ορθόδοξος
Κυψέλη, σελ. 21.
Δημητρίου Τσελεγγίδη
Καθηγητῆ τῆς Δογματικῆς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ ΑΠΘ
Ἡ πρόταση γιά μόνιμο συνεορτασμό τοῦ Πάσχα
μέ τούς ἑτεροδόξους χριστιανούς εἶναι θεολογικά ἀθεμελίωτη
Τοποθέτηση στήν ἡμερίδα τῆς Ἑστίας Πατερικῶν Μελετῶν
Πασχάλιος Κανόνας: Ὅρος ἀμετακίνητος ἑνότητος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας
Ἀθήνα, 1 Φεβρουαρίου 2025
Ὅπως δείχνουν τά ἐκκλησιαστικά γεγονότα ἀνά τήν Οἰκουμένη, ὁ 21ος αἰ. θά εἶναι κατεξοχήν ὁ αἰώνας τῆς Ἐκκλησιολογίας γιά τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Θά εἶναι δηλαδή ὁ αἰώνας ἐκεῖνος, κατά τόν ὁποῖο ἡ Ἐκκλησία θά δίνει πνευματικές μάχες γιά τήν ὑπεράσπιση καί διασφάλιση τῆς γνήσιας ταυτότητάς της. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησιολογία θά εἶναι τό ἐπίκεντρο τῆς θεολογίας της. Τῆς θεολογίας δηλαδή ἐκείνης, ἡ ὁποία πέρα ἀπό τόν ἀποκαλυπτικό χαρακτῆρα της, προϋποθέτει στήν πράξη τήν χαρισματική βίωση τῆς ἁγιοτριαδικῆς ζωῆς, ὡς ἄκτιστο καρπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τήν ἀποστολή τοῦ Ὁποίου, ἀλλά καί τήν ἐνεργό παρουσία Του σέ αὐτήν ὑποσχέθηκε ὁ Ἴδιος ὁ Δομήτοράς της πρίν τήν Ἀνάληψη καί τήν ἐνθρόνισή Του ἐν δεξιᾷ τοῦ Θεοῦ Πατρός.
Τήν προϋπόθεση γιά τήν ἀκριβῆ διατύπωση τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησιολογίας ἐγγυᾶται ἡ διαχρονικότητα τῆς χαρισματικῶς βιούμενης ἁγιοτριαδικῆς ζωῆς της. Τό γεγονός αὐτό ἐκφράστηκε ἐπίσημα καί θεσμικά στό Σύμβολο τῆς Πίστεως, ὡς ἔγγραφη διατύπωση τοῦ φρονήματός της πού βιώνεται μυστικά ὡς μυστήριο ἀπό τά ζωντανά μέλη της στό ἑκάστοτε παρόν τῆς ἐπί γῆς παρουσίας της.
Τό φρόνημα αὐτό θά ὑπάρχει καί θά ἐκφράζεται ἀλαθήτως ἕως τῆς συντελείας τῶν αἰώνων, ὅπως τό ὑποσχέθηκε ἀψευδῶς ὁ Χριστός, ἡ Ὑποστατική Ἀλήθεια, ἡ Ὁποία θά παραμένει πάντοτε στήν Ἐκκλησία, τήν ὁποία καί θά κατευθύνει ὡς Κεφαλή της «εἰς πᾶσαν τήν ἀλήθειαν» διά τοῦ Πνεύματός Του, τό ὁποῖο θά ἐγγυᾶται τήν αὐθεντικότητα τοῦ φρονήματός της.
Κάθε φορά πού θά ἀμφισβητεῖται ἡ ἅπαξ διατυπωθεῖσα «πίστη» τῆς Ἐκκλησίας στό Σύμβολό της γιά τήν ταυτότητά της, ἀλλά καί ὅταν θά κινδυνεύει ἡ ἀλήθεια της ἀπό τή φαλκίδευση τοῦ βιουμένου περιεχομένου της, τά ζωντανά μέλη της -ἀνεξάρτητα ἀπό τόν ἀριθμό τους- θά ἐπαναβεβαιώνουν θεσμικά μέ κάθε ἀκρίβεια αὐτήν τήν ταυτότητά της, ὑπό τήν ἐπιστασία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἀπό τά παραπάνω συνεπάγεται ὅτι ἡ θεσμικῶς κατατεθειμένη πίστη μας γιά τήν ταυτότητα τῆς Ἐκκλησίας, ὡς «Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Αποστολικῆς», δέν μπορεῖ νά συμπεριλαμβάνει καμμιά ἑτεροδοξία καί αἵρεση, ἀφοῦ ἡ «ἑτέρα δόξα» ἀποτελεῖ ἀντίφαση «ἐν τοῖς ὅροις» ὡς πρός τήν μοναδικότητα, τήν ἁγιότητα καί τήν καθολικότητα τῆς ἀλήθειας της.
Τοῦτο σημαίνει ὅτι στήν προκειμένη περίπτωση, δέν ἔχει καμμία θεολογική νομιμότητα ἡ πρόταση γιά θεσμικό συνεορτασμό τοῦ Πάσχα μέ τούς ἑτεροδόξους, ἐνόσω αὐτοί ἐμμένουν στήν ἑτεροδοξία τους.
Καί αὐτό γίνεται ἀπολύτως σαφές ἀπό τήν διατύπωση τοῦ καθορισμοῦ τοῦ Πάσχα ἐκ μέρους τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (325), πού ἑστιάζει στήν ἁγιοπνευματική ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία διασφαλίζεται ἀπό τή βιούμενη ἑνότητα τῆς ἀκραιφνοῦς πίστεως τῆς Ἐκκλησίας, ἀποκλείοντας δογματικά τόν συνεορτασμό τοῦ Πάσχα μέ τούς Ἰουδαίους.
Ὁ συνεορτασμός στήν Ἐκκλησία προϋποθέτει τό ἴδιο φρόνημα στήν πίστη καί τήν ζωή τῶν πιστῶν. Ἄλλο ὅμως εἶναι τό φρόνημα τῆς Ἐκκλησίας καί -ἐξ ὁρισμοῦ- ἄλλο εἶναι τό φρόνημα τῶν ὁποιοδήποτε ἑτεροδόξων, τούς ὁποίους ἀποκλείει ἀπό τόν συνεορτασμό τό πνεῦμα τῆς ἀποφάσεως τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου.
Κατά συνέπεια, κανείς ὡς πρόσωπο, ἀλλά καί συνοδικῶς καμμία τοπική Ἐκκλησία δέν μπορεῖ νά ἀποφασίζει μονομερῶς γιά τήν σύνολη Ἐκκλησία σέ ὅ,τι τήν ἀφορᾶ στήν πίστη καί στήν ζωή της. Καί τοῦτο, ἐπειδή στήν Ἐκκλησία δέν ὑπάρχει Ἀλάθητο πρόσωπο, οὔτε τό Πρωτεῖο Ἐξουσίας, ἀλλά μόνον Πρεσβεῖα Τιμῆς.
Διαβάζοντας προσεκτικά τόν 3ο Κανόνα τῆς Β΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί τόν 28ο Κανόνα τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς, διαπιστώνουμε ὅτι γίνεται λόγος μόνο γιά Πρεσβεῖα Τιμῆς πού παρέχονται στόν ἐπίσκοπο Ρώμης ἀπό τήν Β΄Οἰκουμενική καί γιά ἴσα Πρεσβεῖα Τιμῆς πού παρέχονται στόν ἐπίσκοπο Κων/πόλεως (πρός τά ἀντίστοιχα τοῦ ἐπισκόπου Ρώμης) ἀπό τήν Δ΄ Οἰκουμενική, χωρίς να γίνεται κάποια θεολογική ἤ ἐκκλησιολογική θεμελίωσή τους. Καί τοῦτο, γιατί τήν Ἀνώτατη Διοίκηση στήν Ἐκκλησία (συνολικά) τήν ἀσκεῖ ἀναμφισβήτητα καί διαχρονικά - σύμφωνα μέ τήν συνείδηση καί τήν πράξη της - μόνον ἡ Οἰκουμενική Σύνοδος. Μέ ἁπλά λόγια, ἡ ἀνώτατη Διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας εἶναι αὐστηρῶς Συνοδική.
Τά Πρεσβεῖα Τιμῆς διευκολύνουν λειτουργικά καί πρακτικά τήν Διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας καί προσδιορίζονται θεσμικά ἀπό τά πολιτικά πράγματα πού σχετίζονται μέ τή θέση τῆς πόλεως, στήν ὁποία βρίσκεται ὁ ἐπίσκοπος τῆς Ἐκκλησίας μιᾶς συγκεκριμένης ἑνιαίας πολιτικῆς ἐπικράτειας, ὅπως ρητά λέγεται καί στούς δύο Κανόνες, δηλαδή στόν 3ο τῆς Β΄ Οἰκουμενικῆς καί στόν 28ο τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Τόσο ἡ διασφάλιση τῆς αὐθεντικότητας τῆς πίστεως τῆς Ἐκκλησίας ὅσο καί ἡ γνησιότητα τῆς ἁγιοπνευματικῆς ζωῆς της ὁριοθετοῦνται μόνον ἀπό τούς Ὅρους καί τούς Ἱερούς Κανόνες τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἐνῶ αὐτοί ἰσχύουν διαχρονικά καί εἶναι μή ἀναθεωρήσιμοι, ὅπως ἤδη λέχθηκε στόν χαιρετισμό τοῦ π. Ἀθανασίου. Καί τοῦτο, ἐπειδή ἐκφράζουν τήν ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι βιούμενη Παράδοσή της. Τό τρίτο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, τό Πνεῦμα τῆς Ὑποστατικῆς Ἀλήθειας, ἐπιστατεῖ καί ὡς ὁ μόνος πνευματικός «πλοηγός» ὁδηγεῖ τήν Ἐκκλησία – διά τῆς Οἰκουμενικῆς Συνόδου – «εἰς πᾶσαν τήν ἀλήθειαν», ὅπως τό ὑποσχέθηκε ὁ Κύριος. Ἐπ’ αὐτοῦ, εἶναι χαρακτηριστική ἡ ρήση τῆς Ἀποστολικῆς Συνόδου: «Ἔδοξε τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι καί ἡμῖν».
Ἔτσι, ὅσα ἀποφάσισαν πρόσφατα κάποιες τοπικές Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες στό Balamand (1993) καί στό Κολυμπάρι τῆς Κρήτης (2016) ἐρήμην ἄλλων τοπικῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, δέν νομιμοποιοῦνται νά διεκδικοῦν ὅτι οἱ ἀποφάσεις τους ἔχουν δεσμευτικό χαρακτῆρα γιά ὅλη τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Καί εἰδικώτερα, οἱ ἀποφάσεις γιά τήν ὀνομασία τῶν ἑτεροδόξων ὡς ἐκκλησιῶν, ἀλλά καί γιά τήν ὕπαρξη μυστηρίων σ’ αὐτές. Οἱ ἀποφάσεις αὐτές εἶναι αὐθαίρετες καί ἀσύμβατες μέ τίς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί, ὡς ἐκ τούτου, αἱρετίζουσες. Ὅπως αἱρετίζουσες εἶναι καί οἱ ἀντίστοιχες θεολογίες πού τίς στηρίζουν, παρά τόν ἀκαδημαϊκό χαρακτῆρα τους καί παρά τούς ἀκαδημαϊκούς τίτλους τῶν ἐκφραστῶν της. Γι’ αὐτό, συμπερασματικά καί ἐπιγραμματικά θά λέγαμε ὅτι δέν ἀποδεχόμαστε τόν προτεινόμενο νεωτερισμό τοῦ συνεορτασμοῦ τοῦ Πάσχα, τόσο μέ τούς παλαιότερους ὅσο καί μέ τούς νεώτερους ἑτεροδόξους χριστιανούς τῆς Ἀνατολῆς καί τῆς Δύσεως (Ἀρειανούς, Νεστοριανούς, Πνευματομάχους, Μονοφυσίτες, Μονοθελῆτες, Ἰακωβίτες, Ἀρμενίους, Κόπτες, Ρωμαιοκαθολικούς, Προτεστάντες), ὅπως ἄλλωστε ἔπραξε πάντοτε ἡ Ἐκκλησία.
Ὁ παγκόσμιος ἑορτασμός τοῦ Πάσχα τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας εἶναι ἡ κορυφαία θεσμική καί λειτουργική ἔκφραση ἑνότητας τῶν πιστῶν της, τόσο ὡς πρός τήν κοινή πίστη ὅσο καί ὡς πρός τήν Ἁγιοπνευματική ζωή τους. Εἶναι ἡ ἑορτή γιά τήν θριαμβευτική νίκη τοῦ Χριστοῦ κατά τοῦ διαβόλου, τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ θανάτου. Εἶναι ἡ ἑορτή τῆς ἀπελευθερώσεώς μας ἀπό τήν αἰχμαλωσία τοῦ διαβόλου καί τῆς ἁμαρτίας καί τῆς εἰσόδου μας στήν ἐν Χριστῷ ζωή, πού βιώνεται ὡς ζωή ἐλευθερίας ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ.
Ὁ πυρήνας τοῦ συνεορτασμοῦ τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν ἔγκειται κατ’ ἐξοχήν στόν κοινό ἐκκλησιασμό καί κυρίως στή μετοχή τῶν ἐκκλησιαζομένων στό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας καί τῆς Θείας Κοινωνίας. Χωρίς αὐτήν τή μυστηριακή μετοχή κενώνεται κυριολεκτικά τό νόημα τοῦ Πάσχα καί ὁ ἑορτασμός του. Γι’ αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία παρέμενε ἕως τώρα ἀπαρέγκλιτα στήν ἑστίασή της αὐτή, παρά τήν διαπίστωση τοῦ ἐπιστημονικοῦ λάθους γιά τόν χρονικό προσδιορισμό τῆς ἡμερομηνίας του.
Ἡ μή τήρηση τῶν παραπάνω ὅρων, πού καθορίζονται θεσμικά ἀπό τούς Ἱερούς Κανόνες, δημιουργοῦν πνευματική σύγχυση καί διευκολύνουν τόν Συγκρητισμό, ὁ ὁποῖος ἀντίκειται στό πνεῦμα τῶν Ἀποφάσεων τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Οἱ Οἰκουμενικές Σύνοδοι καθορίζουν μέ κάθε δυνατή ἀκρίβεια τά ὅρια τῆς πίστεως καί τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας, ἡ παραβίαση τῶν ὁποίων ὁδηγεῖ στήν βιωματική ἔκπτωση ἀπό τό σῶμα της, ἀνεξάρτητα ἀπό τήν ἐπίσημη ἤ μή ἐπίσημη καί θεσμική ἐκκλησιαστική καταδίκη τους.
Καμμία Ἐκκλησιαστική Ἀρχή δέν μπορεῖ νά σχετικοποιήσει τόν ἀπόλυτο χαρακτῆρα τῶν ἀποφάσεων τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Καί τοῦτο, γιατί καμμία ἄλλη Ἀρχή δέν ὑπέρκειται αὐτῶν οὔτε νομιμοποιεῖται νά ἀποφασίσει ἀντίθετα πρός αὐτές. Μάλιστα, σήμερα δέν ὑπάρχουν οἱ προϋποθέσεις οὔτε κἄν γιά τήν σύγκληση μιᾶς Πανορθόδοξης Συνόδου.
Σήμερα, δυστυχῶς, θεσμικοί ἐκφραστές τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας δέν ἀποδέχονται τόν αἱρετικό χαρακτῆρα τῆς πίστεως τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν, τῶν Προτεσταντῶν καί τῶν Ἀντιχαλκηδονίων χριστιανῶν. Γι’ αὐτό ἄλλωστε, αὐτοί δέν βλέπουν καί καμμία θεολογική δυσκολία γιά τόν συνεορτασμό τοῦ Πάσχα μέ τούς ἑτερόδοξους χριστιανούς.
Ἀλλά ὅσο ἔντεχνα καί ἄν ἀποκρύπτεται ὁ συνεορτασμός μέ τούς ἑτεροδόξους, θά ὁδηγήσει αὐτός ὁ συνεορτασμός ἄμεσα ἤ σταδιακά στήν συμπροσευχή καί στή συνέχεια στήν διαμυστηριακή κοινωνία. Πρᾶγμα παντελῶς ἀπαράδεκτο καί αὐθαίρετο, ἐπειδή αὐτό ἀπαγορεύεται ρητῶς ἀπό σωρεία Ἱερῶν Κανόνων ἐπικυρωμένων καί ἀπό Οἰκουμενικές Συνόδους. Ἔτσι, ὅμως, θά γίνει μία ἀνατροπή δομικοῦ χαρακτῆρα στήν Ἐκκλησία. Καί τοῦτο, ἐπειδή στήν συμπροσευχή μέ τούς ἑτεροδόξους εἰσάγεται de facto καί ἐπίσημα ὁ Συγκρητισμός στήν Ἐκκλησία καί «αἴρονται ὅρια αἰώνια, ἅ ἔθεντο οἱ Πατέρες ἡμῶν», πρᾶγμα σαφῶς καταδικασμένο.
Ἄν, κατά τήν διδασκαλία καί τήν πράξη τῆς Ἐκκλησίας, δέν ἐπιτρέπεται οἱ Κατηχούμενοι νά παρίστανται καί νά συνεορτάζουν μαζί μέ τούς βαπτισμένους, μετέχοντας στήν Εὐχαριστιακή Σύναξη, πόσο μᾶλλον θά πρέπει νά ἀποκλείονται ἀπό τόν συνεορτασμό τῆς κορυφαίας χριστιανικῆς ἑορτῆς τοῦ Πάσχα οἱ «ἀκοινώνητοι» ἑτερόδοξοι χριστιανοί; Ἀλλά, μήπως ἔχει καταργηθεῖ θεσμικῶς ἡ Λειτουργία τῶν Κατηχουμένων κι ἐμεῖς δέν τό ἀντιληφθήκαμε;
Ἐδῶ, γεννᾶται εὔλογα τό ἑξῆς θεολογικό ἐρώτημα: Γιατί ἐπί 1000 ἔτη περίπου, οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολῆς, ἀλλά καί ἡ δογματική συνείδηση τῶν πιστῶν δέν διανοήθηκαν τόν κοινό ἑορτασμό τοῦ Πάσχα μέ τούς ἑτεροδόξους καί δέν ἀποδέχθηκαν οὔτε τήν συμπροσευχή οὔτε πολύ περισσότερο τή διαμυστηριακή κοινωνία μέ τούς ποικίλους ἑτερόδοξους χριστιανούς τῆς Ἀνατολῆς καί τῆς Δύσεως; Μήπως ἔκαναν θεολογικά λάθος; Ἤ μήπως εἶχαν ἐλλιπῆ ἀγάπη πρός αὐτούς; Μήπως ἐμεῖς τά τελευταῖα αὐτά χρόνια ἀνακαλύψαμε τίς θεολογικές ἀνεπάρκειες τῶν Ἁγίων Πατέρων καί τήν ἐσφαλμένη ἐκκλησιαστικῶς ζωή τους;
Τελευταίως, ἐμφανίζεται στόν ἐκκλησιαστικό χῶρο μιά διαρκῶς διογκούμενη ἔπαρση κάποιων θεσμικῶν ἐκκλησιαστικῶν προσώπων, τά ὁποῖα ἔχουν ἐγκολπωθεῖ τό ὀρθοδόξως ἀλλότριο καί ἐκκλησιαστικῶς ἀδιανόητο Πρωτεῖο Ἐξουσίας (ἀντί τῶν Πρεσβείων Τιμῆς) καί μέ θεσμικό ὄχημα τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο ἀναλαμβάνουν ἐκκλησιαστικές πρωτοβουλίες πού βρίσκονται διαμετρικά ἀντίθετες πρός τίς ἀπαγορεύσεις Ἱερῶν Κανόνων (λ.χ. Ἀποστολικοί Κανόνες), ἐπικυρωμένων ἀπό Οἰκουμενικές Συνόδους (λ.χ. ἡ Πενθέκτη Οἰκουμενική Σύνοδος κ.ἑ.).
Οἱ Ἱεροί αὐτοί Κανόνες ἀπαγορεύουν ρητά ὄχι μόνο τίς λειτουργικές συμπροσευχές σέ δημόσιους χώρους λατρευτικῶν συνάξεων, δηλαδή σέ Ἱερούς Ναούς, ἀλλά καί σέ ἰδιωτικούς χώρους (κατοικίες) μέ «ἀκοινώνητους» ἐκκλησιαστικῶς ἀνθρώπους, ἀπειλώντας μέ κανονικά ἐπιτίμια καθαιρέσεων τούς κληρικούς καί ἀφορισμῶν τούς λαϊκούς, ἀπό τά ὁποῖα δέν ἐξαιρεῖται κανείς, ὅποια θέση κι ἄν κατέχει, μή ἐξαιρουμένου καί τοῦ ἑκάστοτε Προκαθημένου. Καί τοῦτο, γιατί ἁπλῶς κανένα θεσμικό πρόσωπο δέν ὑπέρκειται τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας.
Ἔτσι, ὁ 10ος Κανόνας τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, πού ἐπικυρώθηκε ἀπό τήν Πενθέκτη Οἰκουμενική Σύνοδο, ὁρίζει: «Εἴ τις ἀκοινωνήτῳ κἄν ἐν οἴκῳ συνεύξηται, οὗτος ἀφοριζέσθω». Ἄν κάποιος, δηλαδή, συμπροσευχηθεῖ μέ ἕναν πού δέν κοινωνεῖ στά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, ἐπειδή εἶναι ἀφορισμένος ἀπό τήν Ἐκκλησία, ἀκόμη καί μέσα σέ σπίτι, αὐτός νά ἀφορίζεται.
Ἀλλά καί ὁ 7ος Κανόνας τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων ὁρίζει: «Εἴ τις Ἐπίσκοπος ἤ Πρεσβύτερος ἤ Διάκονος, τήν Ἁγίαν τοῦ Πάσχα ἡμέραν πρό τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας μετά Ἰουδαίων ἐπιτελέσοι (ἑορτάσει), καθαιρείσθω».
Ἄν τήν πρώτη Κυριακή τῶν Νηστειῶν τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, δηλαδή τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας, δέν εἶναι οὔτε λογικῶς οὔτε πνευματικῶς ὀρθό νά συνεορτάζουμε τά ὀνομαστήρια τῆς Ἐκκλησίας μαζί μέ τούς ἑτεροδόξους, πολύ περισσότερο δέν νομιμοποιούμαστε ἐκκλησιαστικῶς νά συνεορτάζουμε στούς ναούς μας μέ τούς ἑτεροδόξους χριστιανούς τό Πάσχα, πού ἀποτελεῖ τήν ἑορτή τῶν ἑορτῶν τῆς καθαυτό ταυτότητάς μας, ὡς μελῶν τῆς «Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας», πού ὁμολογοῦμε ἐπίσημα στό Σύμβολο τῆς Πίστεώς μας. Καί τοῦτο, γιατί σέ ἕνα κοινό ἑορτασμό νοθεύεται καί συγχέεται αὐτή ἡ μοναδική ταυτότητά μας μέ ἐκκλησιαστικῶς ἑτερογενεῖς ταυτότητες.
Ἡ θεμελιώδης προϋπόθεση τοῦ συνεορτασμοῦ τοῦ Πάσχα εἶναι τό ἕνα φρόνημα καί τό ἕνα βίωμα τοῦ ἑνός Σώματος τῆς ΜΙΑΣ Ἐκκλησίας, πού ἐκφράζονται «ἐν ἑνί στόματι καί μιᾷ καρδίᾳ» στήν λειτουργική πράξη της.
Καί, αὐτό εἶναι -κατά τή γνώμη μας- τό πνεῦμα τοῦ Κανόνα τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, πού ἀπαγορεύει τόν ἑορτασμό τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν μέ τούς ἑτεροδόξους Ἰουδαίους καί κατ’ ἐπέκταση μέ τούς ἑτεροδόξους – αἱρετικούς ὅλων τῶν ἐποχῶν.
Συγκεκριμένα, ἡ Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος (325 μ.Χ.) ὅρισε νά ἑορτάζεται τό Πάσχα τήν πρώτη Κυριακή, μετά τήν νέα Πανσέληνο τῆς Ἐαρινῆς Ἰσημερίας.
Μόνη ἐξαίρεση, πού πρέπει νά γίνεται, εἶναι, ὅταν ἡ ἡμερομηνία αὐτή συμπίπτει μέ τό Ἰουδαϊκό Πάσχα. Στήν περίπτωση αὐτή ὁρίζει, ὅτι ἡ ἡμερομηνία γιά τήν τέλεση τοῦ Πάσχα τῆς Ἐκκλησίας θά πρέπει νά μετατεθεῖ, ὥστε ἡ Ἐκκλησία «μή μετά Ἰουδαίων συνεορτάζειν». Παράλληλα, ὁρίζει ὅτι ἡ μετάθεση τῆς ἡμερομηνίας νά γίνεται πάντοτε μετά τό Πάσχα τῶν Ἰουδαίων.
Συμπερασματικά: Τό Πάσχα τῆς Ἐκκλησίας δέν πρέπει νά τελεῖται οὔτε πρίν, οὔτε ταυτόχρονα μέ τό Ἰουδαϊκό Πάσχα.
Εἶναι ἐντυπωσιακό τό γεγονός ὅτι ἡ Α΄ κιόλας Οἰκουμενική Σύνοδος ἀσχολήθηκε μέ τό θέμα τοῦ συνεορτασμοῦ τοῦ Πάσχα, πρᾶγμα πού ἀποδεικνύει τήν πνευματική εὐαισθησία τῆς Ἐκκλησίας γιά τήν θεσμική ρύθμιση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ αὐτοῦ θέματος.
Μέσα στό πνεῦμα τῆς παραπάνω Συνοδικῆς Ἀποφάσεως τῆς Ἐκκλησίας - οἰκουμενικῶς ἀδιαμφισβήτητης - τό Πάσχα τῆς Ἐκκλησίας, κατά τή γνώμη μας, δέν πρέπει νά συμπίπτει τελούμενο μέ τό Πάσχα τῶν ἑτεροδόξων Χριστιανῶν.
Τοῦτο, γιά νά ἀποφευχθεῖ ὁ σαφέστατος κίνδυνος τοῦ Συγκρητισμοῦ. Καί τήν ἁγιοπνευματική λύση - στήν περίπτωση αὐτή - μᾶς τήν ἔδωσε ἡ Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος, δηλ. νά μετατεθεῖ ἡ ἡμερομηνία τελέσεως τοῦ Πάσχα τῆς Ἐκκλησίας, μετά τό Πάσχα τῶν ἑτεροδόξων Χριστιανῶν.
Κατά τήν θεολογικά τεκμηριωμένη ἄποψή μας, γνήσια τιμή πρός τούς θεοφόρους Πατέρες τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου - γιά τό Ἰωβηλαῖο τῶν 1.700 χρόνων - εἶναι ἡ ἀπαρέγκλιτη τήρηση τῆς ἀποφάσεώς τους καί γιά τήν ἡμερομηνία τελέσεως τοῦ Πάσχα καί γιά τήν μετάθεση τῆς ἡμερομηνίας, ὅταν συμπίπτει αὐτή μέ τήν ἡμερομηνία τελέσεως τοῦ Πάσχα τῶν Ἰουδαίων καί τῶν ἑτεροδόξων Χριστιανῶν.
Τό 2025, πού θά ἑορτάσουμε τά 1700 χρόνια ἀπό τήν σύγκληση τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, συμπίπτει ἡ ἡμερομηνία τοῦ Πάσχα τῆς Ἐκκλησίας μέ τό Πάσχα τῶν ἑτεροδόξων Χριστιανῶν. Δυστυχῶς, τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο θεωρεῖ εὐτυχῆ αὐτή τήν συγκυρία καί εἰσηγεῖται τήν μόνιμη ἀπό κοινοῦ τέλεσή του. Ἔτσι ὅμως - ἔχουμε τήν γνώμη - ὅτι κινεῖται ἀντίθετα πρός τό πνεῦμα τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου.
Μάλιστα, κάποιοι (θεσμικοί, ἀλλά καί ἁπλοί πιστοί) ἀξιολογοῦν ὡς θετική τήν κίνηση καί τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν νά συνεορτάζουν τό Πάσχα τους μέ βάση τό Πασχάλιο τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Καί αὐτό τό θεωροῦν, -ἴσως- ὡς γενναία ὑποχώρηση τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν.
Ὅμως, ἡ ἀξιολόγησή τους αὐτή εἶναι αὐθαίρετη καί ἐσφαλμένη ἐκκλησιαστικῶς καί θεολογικῶς. Καί τοῦτο, ἐπειδή ἡ Συνοδική Ἀπόφαση ὁρίζει νά μή συνεορτάζουμε τό Πάσχα μέ ἑτεροδόξους. Καί ἄν συμβαίνει νά συμπίπτει αὐτή ἡ ἡμερομηνία, νά μετατίθεται τό Πάσχα, γιά νά μᾶς διασφαλίζει ἀπό τόν κίνδυνο τοῦ Συγκρητισμοῦ.
Εὐχαριστῶ γιά τήν προσοχή καί τήν ὑπομονή σας!